Ας δούμε τα πράγματα από την «πρώτη» αρχή, από τα πιο απλά που οφείλει να γνωρίζει καθένας πολίτης. Η απονομή της δικαιοσύνης είναι έργο των δικαστικών. Φυσικά και οι πολιτικοί από τη Δικαιοσύνη πρέπει να κρίνονται.
Τι είναι...
δεδομένο; Προφανώς ότι τα δικαστήρια κρίνουν τις αποδείξεις κατά συνείδηση, με ανεξαρτησία και –πρακτικά– χωρίς έλεγχο. Αυτό όμως εγκυμονεί έναν απρόσμενο κίνδυνο για την πολιτική και τη δημοκρατία, αν ληφθεί υπόψη ότι καταδίκη ή αθώωση πολιτικού μπορεί να κρίνει εκλογές.
Συγκεκριμένα, ένα δικαστήριο άπειρο, ή στη χειρότερη περίπτωση προκατειλημμένο, χωρίς κανέναν έλεγχο (είναι κανονικό αυτό!) μπορεί να κρίνει άστοχα, καταδικάζοντας ή αθωώνοντας άδικα έναν πολιτικό. Το θέμα δεν είναι η εξουσία, η διακυβέρνηση, αλλά ότι θα κριθεί η ίδια η εκπροσώπηση των συμφερόντων του λαού από μια συγκυριακή αστοχία σε μια δίκη.
Γι’ αυτό τα περισσότερα Συντάγματα προβλέπουν ότι, αν ανακύψει θέμα ευθύνης πολιτικού, πρέπει να τον δικάσει δικαστήριο ειδικό, με δικαστές αυξημένου κύρους και εμπειρίας. Κατά το άρθρο 86 του ελληνικού Συντάγματος, τις προϋποθέσεις για την ιδιαίτερη αυτή διαδικασία τις διαπιστώνει ειδική προανακριτική επιτροπή της Βουλής. Αυτή λειτουργεί σαν ένα πολιτικό φίλτρο, ώστε να οδηγούνται για κρίση στο Ειδικό Δικαστήριο μόνο σοβαρές υποθέσεις (γιατί από αβάσιμες έως και αστείες, φανατικές, κακόβουλες κ.λπ. μηνύσεις άλλο τίποτε).
Ωστόσο, η συγκεκριμένη προανακριτική για ευθύνες του πρώην υπουργού Δ. Παπαγγελόπουλου, έκρινε ότι μπορεί να συμμετέχουν εκτός από πολιτικοί και άλλοι πολίτες, τους οποίους και καλεί ως υπόπτους.
Η ουσιαστική αστοχία αυτής της κλήσης είναι ολοφάνερη: Πρώτον, ένας απλός πολίτης δεν χρειάζεται ειδικό κοινοβουλευτικό φίλτρο για να δικαστεί. Δεύτερον, μια κρίση σε βάρος του δεν μπορεί να εξαρτάται από κομματικές πλειοψηφίες κοινοβουλευτικών επιτροπών. Ο πολίτης δηλαδή έχει δικαίωμα σε μια κρίση με νομικά και όχι με συγκυριακά πολιτικά κριτήρια, κατοχυρωμένη στον νόμο, στο Σύνταγμα και στις διεθνείς συνθήκες. Με δυο λόγια, η διαδικαστική αρχή «ό,τι πει η κοινοβουλευτική πλειοψηφία» είναι ανεπίτρεπτη στην περίπτωση ενός κοινού κατηγορουμένου.
Ως μη ειδικός, δεν επιμένω στα τυπικά, αλλά μπορώ άνετα να καταλάβω τον νόμο που ορίζει ότι μόνο όταν έχει αποφασιστεί η δίωξη ενός πολιτικού, δηλαδή «εφεξής», μπορεί ο πολίτης να δικαστεί μαζί του από το Ειδικό Δικαστήριο ώστε να είναι η απόφαση ενιαία και σωστή.
Προηγουμένως οι βουλευτές δεν είναι δικαστές ή εισαγγελείς για να κρίνουν ποιος πολίτης είναι ύποπτος ή ένοχος. Δεν επιτρέπει το Σύνταγμα αυτό το ξαφνικό άλμα από τη Δικαιοσύνη στην πολιτική για δίκη απλού πολίτη.
Μια πρωτοφανής τακτική να οδηγούνται σε επιτροπή της Βουλής πολίτες για να κρίνονται ως ύποπτοι από πολιτικούς θα παραβίαζε κάθε κανόνα, εθνικό ή διεθνή, και κάθε λογική. Το Σύνταγμα δεν ορίζει τίποτε ανάλογο. Οσο για τον νόμο, ρητά προβλέπει, όπως είπαμε, ότι μόνο μετά την άσκηση ποινικής δίωξης οι απλοί πολίτες μπορεί να χαρακτηριστούν ύποπτοι.
Κώστας Αρβανίτης (ευρωβουλευτής ΣΥΡΙΖΑ)
efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου