Η λεγόμενη ως «πρώτη φάση» της πανδημίας του κορονοϊού έχει λήξει και έχουμε εισέλθει πλέον σε μια άλλη καθημερινότητα, στην οποία η κατάσταση εκ πρώτης όψεως ομοιάζει σαν να μη συνέβη το παραμικρό. Τα...
καταστήματα εστίασης είναι και πάλι ανοιχτά, οι μετακινήσεις επιτράπηκαν και βαδίζουμε ολοταχώς προς το άνοιγμα του τουρισμού. Έτσι για πολλούς η καραντίνα και η επιδημία στην Ελλάδα, πιθανόν να φαντάζουν ως μακρινή ανάμνηση ασχέτως αν μόλις λίγο καιρό πριν η χώρα βρισκόταν σε καραντίνα.
Ωστόσο, το ίδιο δεν συμβαίνει για
όσους Έλληνες παραμένουν εγκλωβισμένοι σε πολλές γωνιές του πλανήτη.
Πολλοί είναι οι άνθρωποι που δεν έχουν καταφέρει μετά από μεγάλες προσπάθειες να επαναπατριστούν ενώ άλλοι που μετά από πολλές παλινωδίες και μεγάλες περιπέτειες τα κατάφεραν, πλήρωσαν εξωφρενικό αντίτιμο. Το κράτος στην πραγματικότητα, έχει τη νομική, τυπική και ηθική υποχρέωση να επαναπατρίσει δωρεάν, όσους πολίτες έχουν ως μόνιμη κατοικία την Ελλάδα.
Παρόλα αυτά φαίνεται ότι όχι μόνο δεν υπάρχει η κατάλληλα οργάνωση για οποιονδήποτε δωρεάν επαναπατρισμό αλλά οι εγκλωβισμένοι πολίτες που επιχείρησαν να έρθουν σε επαφή με τις κατά τόπους διπλωματικές αρχές, αντιμετώπισαν από πλήρη αδιαφορία έως και ειρωνεία.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Φλεβάρης του 2020. Το πρώτο κρούσμα κορονοϊού στον Ισημερινό κάνει την εμφάνισή του. Η χώρα δεν μπορεί να διαχειριστεί την κατάσταση, η οποία σύντομα γίνεται ανεξέλεγκτη. Θύματα του ιού αφήνονται για μέρες στους δρόμους σε μια κατάσταση που θυμίζει ταινία επιστημονικής φαντασίας. Πέντε πολίτες, μόνιμοι κάτοικοι Ελλάδας, παραμένουν στο Εκουαδόρ και επιχειρούν να επαναπατριστούν.
Ο Ισημερινός κηρύσσει κατάσταση εκτάκτου ανάγκης και λαμβάνει αυστηρότατα μέτρα όσον αφορά τις μετακινήσεις. Για να μεταφερθεί κανείς από μια περιοχή σε μια άλλη χρειάζεται ειδική άδεια, να βρει πρόθυμο ταξί, το οποίο με τη σειρά του θα πρέπει να βγάλει επίσης ειδική άδεια. Επίσης μετά τις 14:00 το μεσημέρι οι μετακινήσεις απαγορεύονται. Παράλληλα κλείνουν όλα τα αεροδρόμια του Εκουαδόρ, ενώ οι μόνες πτήσεις που πραγματοποιούνται είναι ανθρωπιστικές/επαναπατρισμού.
Σε αυτή την κατάσταση, οι Έλληνες πολίτες που βρέθηκαν στην περιοχή πριν ξεσπάσει η επιδημία, επιχείρησαν να επικοινωνήσουν με τις αρμόδιες διπλωματικές αρχές. Ωστόσο αυτό που συνάντησαν ήταν ένα χαλασμένο τηλέφωνο και ειρωνεία, την ώρα που ο χρόνος μετρούσε αντίστροφα και κάθε ώρα που περνούσε έφερνε τους εγκλωβισμένους ένα βήμα πιο κοντά στο αδιέξοδο.
Από τη Κρήτη στον Ισημερινό (και πάλι πίσω;)
«Εμείς φτάσαμε στον Ισημερινό 22 Φλεβάρη, τα σύνορα έκλεισαν 16 Μάρτη και μας είπανε και αυτό ότι φταίμε κι εμείς και που πάμε κλπ. Εμείς το μάθαμε αργά (ότι δεν μπορούμε να γυρίσουμε πίσω), γιατί ήμασταν στην Αμαζονία και δεν είχαμε πρόσβαση στο ίντερνετ αλλά ούτως ή άλλως και εδώ να ήμασταν (Ισημερινό) 15 Μάρτη ανακοινώθηκε, 16 είχαν κλείσει τα αεροδρόμια», λέει σε επικοινωνία του με το TPP ο καθηγητής πανεπιστημίου και μέλος των Social Waste, Λεωνίδας Οικονομάκης.
Ο Λ. Οικονομάκης βρέθηκε στο Εκουαδόρ μαζί με τον επίσης Κρητικό Βαγγέλη Δασκαλάκη για τις ανάγκες μια εθνογραφικής μελέτης του πρώτου και ένα φωτογραφικό πρότζεκτ του δεύτερου που θα συνόδευε την έρευνα. Βρέθηκαν στη κοινότητα Σαραγιάκου της Αμαζονίας όπου βίωσαν μία από τις μεγαλύτερες πλημμύρες που έχουν σημειωθεί στη περιοχή τις τελευταίες δεκαετίες. Οδικά δίκτυα καταστράφηκαν, τηλεπικοινωνίες επί της ουσίας δεν υπήρχαν και μοναδική έξοδος ήταν το ποτάμι.
Οι δύο Κρητικοί αφού έμαθαν ότι κλείνουν τα σύνορα της χώρας, επιχείρησαν να εξέλθουν από τη ζούγκλα. Διέσχισαν το ποτάμι με ένα κανό για 5 ώρες και βρέθηκαν στη κοντινότερη πόλη, το Puyo. Από εκεί επικοινώνησαν τόσο με τον Έλληνα πρόξενο στον Ισημερινό Αλέξανδρο Εμμανουηλίδη, όσο και με την πρεσβεία της Ελλάδας στη Λίμα του Περού, στην προξενική αρμοδιότητα της οποίας υπάγεται ο Ισημερινός. Ωστόσο, όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια, η έξοδος από τη ζούγκλα φάνταζε πράξη εξαιρετικά πιο εύκολη, από την επικοινωνία με τη πρεσβεία του Περού.
«Αρχικά μιλήσαμε με τον Πρόξενο της Ελλάδος στον Ισημερινό που είναι επί τιμή, γιατί δεν έχουμε πρεσβεία εδώ, η πρεσβεία είναι του Περού και μετά μιλήσαμε και με το Περού. Δηλαδή στις 23 μιλήσαμε με τον πρόξενο στις 24 με τη πρεσβεία», μας λέει ο Λ. Οικονομάκης και συμπληρώνει πως «η πρεσβεία δε μας απάντησε επίσημα με mail ποτέ. Μιλήσαμε στο τηλέφωνο με κάνα δυο από αυτούς. Μας είπανε ότι εντάξει σας βάλαμε σε λίστα όταν είναι θα σας πούμε πότε θα πετάξετε».
Ωστόσο όπως υπογραμμίζει, ο πρόξενος της Ελλάδας στο Εκουαδόρ, είχε παντελή άγνοια για το τι έπρεπε να πράξει, ενώ και από την πρεσβεία δεν είχε καμία καθοδήγηση. «Ο άνθρωπος που είναι εδώ, δεν είναι διπλωμάτης και δεν πληρώνεται είναι επί τιμή, είναι άμισθος και ο άνθρωπος είναι ένας επιχειρηματίας, που είναι πολύ φιλότιμος κλπ αλλά δεν ξέρει και ούτε του είπαν τι να κάνει, οπότε απλά περίμενε πότε θα του πει μια φίλη του που δουλεύει στο αεροδρόμιο πότε θα ανοίξουν οι πτήσεις και μα έλεγε πάρτε και τηλέφωνο την Iberia να σας βάλει σε μια πτήση επαναπατρισμού».
Έτσι, όπως αναφέρει ο Λ. Οικονομάκης έχασαν συνολικά 15 κρίσιμες ημέρες, καθώς οι αεροπορικές εταιρείες στην επικοινωνία τους, τους ενημέρωσαν ότι δεν έχουν ούτε ευθύνη, ούτε δικαιοδοσία να τους συμπεριλάβουν σε οποιαδήποτε πτήση...
Διαβάστε ολόκληρο το κείμενο εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου