Το οχηματαγωγό Corfu πλησιάζει στον ντόκο του λιμανιού. Η ράμπα, η καταπακτή του οχηματαγωγού, κατεβαίνει και αργά-αργά αποκαλύπτεται το Μπρίντεζι. Το ταξίδι προς μία ιταλική πόλη στην εποχή του κορονοϊού, έστω και αν δεν βρίσκεται στον «φλεγόμενο» βορρά, είναι επικίνδυνη αποστολή, την οποία...
κάθε μέρα κάνουν πολλοί Έλληνες νταλικέρηδες.
«Θες να μη φοβάσαι, αλλά φοβάσαι. Πας μαζεμένος. Όλους τους υποπτεύεσαι, κοιτάς να τους αποφεύγεις». Πέμπτη 9 Απριλίου 2020. Ο 44χρονος Γιώργος Τσακίρης, οδηγός νταλίκας από τη Θεσσαλονίκη, μεταφέρει εμπορεύματα, μόνο, από και προς την Ιταλία. Είναι η τέταρτη φορά που κάνει το δρομολόγιο από τότε που ξέσπασε η πανδημία. Κατεβαίνει σε μία περιοχή, την Απουλία, όπου οι νεκροί από κορονοϊό φτάνουν τους 225. Στο βορρά, στη Λομβαρδία, τα θύματα έχουν εκτοξευτεί σε 10.022, όπως δείχνουν τα ημερήσια στοιχεία. «Αυτοί φοβούνται περισσότερο παρ’ ότι δεν έχουν τόσα κρούσματα. Αλλά εγώ πρέπει να προσέχω πάρα πολύ».
Το καράβι αδειάζει και αρχίζει το ταξίδι του για το Μπάρι. Εκεί βρίσκεται η αποθήκη όπου θα παραδώσει το εμπόρευμα με τα πλαστικά ποτήρια. Από τη βιομηχανική περιοχή της ιταλικής πόλης θα φορτώσει διάφορα είδη για την προμήθεια σούπερ μάρκετ. Τα τέσσερα τελευταία ταξίδια στην Ιταλία δεν έχουν καμία σχέση με τα δεκάδες άλλα που έχει κάνει την τελευταία επταετία. «Προσέχεις, εννοείται ότι προσέχεις. Δεν έχεις καμία επαφή», λέει στο VICE.
Για τον Γιώργο Τσακίρη, το ταξίδι στην Ιταλία δεν είναι μόνο μία επικίνδυνη αποστολή για την υγεία του ίδιου και των συγγενών του. Είναι και ένας αγώνας δρόμου ανάμεσα στις απαγορεύσεις που εφαρμόζονται, τόσο εκεί όσο και στην Ελλάδα. Όταν πατάει ιταλικό έδαφος ένας αστυνομικός του δίνει μία δήλωση που πρέπει να υπογράψει, εις διπλούν. Υποχρεούται να εγκαταλείψει τη χώρα μέσα σε 72 ώρες. «Πρέπει γρήγορα να ξεφορτώσεις και να φορτώσεις. Και να κρατήσεις και τα ωράρια οδήγησης», αναφέρει. Έτσι, ξεκινάει η επικίνδυνη κούρσα στην οποία συναγωνίζονται η δουλειά, ο χρόνος και ο κίνδυνος.
Παίρνει τα μέτρα του, όπως λέει. Φοράει μάσκα, γάντια, βάζει αντισηπτικό, κάνει ό,τι χρειάζεται για να προστατευτεί. «Δεν έρχομαι σε επαφή με άλλους. Θα κατέβω, θα ανοίξω τις πόρτες εκεί που είναι να ξεφορτώσω και απομακρύνομαι. Η μόνη επαφή που μπορείς να πεις είναι όταν πιάνω τα τιμολόγια. Τα αφήνουν παραδίπλα και τα παίρνω», περιγράφει. Το ίδιο και όταν φορτώνει. «Δεν μπλέκεις πολύ στα πόδια τους. Σε φωνάζουν πας στη ράμπα, κωλώνεις, φορτώνεις». Οι εργαζόμενοι των αποθηκών κανονίζουν τη φόρτωση και εκείνος παρακολουθεί από μακριά. Πλησιάζει μόνο για να κλείσει τις πόρτες της νταλίκας, όταν οι άλλοι απομακρύνονται. «Εγώ έχω την αίσθηση ότι αυτοί (οι Ιταλοί) φοβούνται περισσότερο μήπως εμείς έχουμε κορονοϊό και τον μεταφέρουμε. Νομίζουν ότι τον κουβαλάμε εμείς, επειδή είμαστε οδηγοί. Και στην Ελλάδα το ίδιο πιστεύουν».
Διαβάστε ολόκληρη την συνέντευξη ΕΔΩ...
κάθε μέρα κάνουν πολλοί Έλληνες νταλικέρηδες.
«Θες να μη φοβάσαι, αλλά φοβάσαι. Πας μαζεμένος. Όλους τους υποπτεύεσαι, κοιτάς να τους αποφεύγεις». Πέμπτη 9 Απριλίου 2020. Ο 44χρονος Γιώργος Τσακίρης, οδηγός νταλίκας από τη Θεσσαλονίκη, μεταφέρει εμπορεύματα, μόνο, από και προς την Ιταλία. Είναι η τέταρτη φορά που κάνει το δρομολόγιο από τότε που ξέσπασε η πανδημία. Κατεβαίνει σε μία περιοχή, την Απουλία, όπου οι νεκροί από κορονοϊό φτάνουν τους 225. Στο βορρά, στη Λομβαρδία, τα θύματα έχουν εκτοξευτεί σε 10.022, όπως δείχνουν τα ημερήσια στοιχεία. «Αυτοί φοβούνται περισσότερο παρ’ ότι δεν έχουν τόσα κρούσματα. Αλλά εγώ πρέπει να προσέχω πάρα πολύ».
Το καράβι αδειάζει και αρχίζει το ταξίδι του για το Μπάρι. Εκεί βρίσκεται η αποθήκη όπου θα παραδώσει το εμπόρευμα με τα πλαστικά ποτήρια. Από τη βιομηχανική περιοχή της ιταλικής πόλης θα φορτώσει διάφορα είδη για την προμήθεια σούπερ μάρκετ. Τα τέσσερα τελευταία ταξίδια στην Ιταλία δεν έχουν καμία σχέση με τα δεκάδες άλλα που έχει κάνει την τελευταία επταετία. «Προσέχεις, εννοείται ότι προσέχεις. Δεν έχεις καμία επαφή», λέει στο VICE.
Για τον Γιώργο Τσακίρη, το ταξίδι στην Ιταλία δεν είναι μόνο μία επικίνδυνη αποστολή για την υγεία του ίδιου και των συγγενών του. Είναι και ένας αγώνας δρόμου ανάμεσα στις απαγορεύσεις που εφαρμόζονται, τόσο εκεί όσο και στην Ελλάδα. Όταν πατάει ιταλικό έδαφος ένας αστυνομικός του δίνει μία δήλωση που πρέπει να υπογράψει, εις διπλούν. Υποχρεούται να εγκαταλείψει τη χώρα μέσα σε 72 ώρες. «Πρέπει γρήγορα να ξεφορτώσεις και να φορτώσεις. Και να κρατήσεις και τα ωράρια οδήγησης», αναφέρει. Έτσι, ξεκινάει η επικίνδυνη κούρσα στην οποία συναγωνίζονται η δουλειά, ο χρόνος και ο κίνδυνος.
Παίρνει τα μέτρα του, όπως λέει. Φοράει μάσκα, γάντια, βάζει αντισηπτικό, κάνει ό,τι χρειάζεται για να προστατευτεί. «Δεν έρχομαι σε επαφή με άλλους. Θα κατέβω, θα ανοίξω τις πόρτες εκεί που είναι να ξεφορτώσω και απομακρύνομαι. Η μόνη επαφή που μπορείς να πεις είναι όταν πιάνω τα τιμολόγια. Τα αφήνουν παραδίπλα και τα παίρνω», περιγράφει. Το ίδιο και όταν φορτώνει. «Δεν μπλέκεις πολύ στα πόδια τους. Σε φωνάζουν πας στη ράμπα, κωλώνεις, φορτώνεις». Οι εργαζόμενοι των αποθηκών κανονίζουν τη φόρτωση και εκείνος παρακολουθεί από μακριά. Πλησιάζει μόνο για να κλείσει τις πόρτες της νταλίκας, όταν οι άλλοι απομακρύνονται. «Εγώ έχω την αίσθηση ότι αυτοί (οι Ιταλοί) φοβούνται περισσότερο μήπως εμείς έχουμε κορονοϊό και τον μεταφέρουμε. Νομίζουν ότι τον κουβαλάμε εμείς, επειδή είμαστε οδηγοί. Και στην Ελλάδα το ίδιο πιστεύουν».
Διαβάστε ολόκληρη την συνέντευξη ΕΔΩ...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου