3.11.19

Πίσω από τη μοντέρνα τεχνολογία κρύβεται η εκμετάλλευση ανθρώπων...

Στα 83 του χρόνια, και παρά τα όσα κατά καιρούς έχει πει, ότι έφτασε η ώρα να σταματήσει να γυρίζει ταινίες, δεν λέει να αποσυρθεί. Και...

πολύ καλά κάνει.

Η τελευταία του ταινία "Δυστυχώς, απουσιάζατε" (Sorry, we missed you) θα προβάλλεται από την ερχόμενη Πέμπτη στις ελληνικές αίθουσες, αφού έκανε πρεμιέρα τον περασμένο Μάιο στο Φεστιβάλ των Καννών. Είναι η ιστορία του Ρίκι, οικογενειάρχη από τις φτωχογειτονιές του Νιούκαστλ, ο οποίος ρισκάρει τα πάντα και αγοράζει ένα φορτηγάκι για να εργαστεί ως "συνεργάτης" σε εταιρεία ταχυμεταφορών:

«Δεν θα δουλεύεις για εμάς, θα είσαι 'συνεργάτης'... Θα είσαι το αφεντικό του εαυτού σου, θα εργάζεσαι χωρίς ωράριο. Και όσο περισσότερο δουλεύεις, τόσο περισσότερο θα κερδίζεις», του λένε προτού βάλει την υπογραφή του. Γρήγορα θα καταλάβει πως όλα αυτά είναι μακριά από την πραγματικότητα και ότι έχει μετατραπεί, με τη συναίνεσή του, σε έναν σύγχρονο δουλοπάροικο, που δουλεύει από το ξημέρωμα μέχρι τη νύχτα ίσα - ίσα για να τα βγάλει πέρα... Ταυτόχρονα, η γυναίκα του, η πιο ψύχραιμη από εκείνον Άμπι, δουλεύει επίσης όλη τη μέρα, σαν νοσοκόμα που φροντίζει κατ' οίκον γέροντες και παραπληγικούς, μετακινούμενη διαρκώς για να τους προλάβει όλους...

Η σκηνοθεσία του Λόουτς είναι εντυπωσιακά ώριμη και δουλεμένη στις λεπτομέρειες και η ιστορία που αφηγείται είναι ανατριχιαστικά σύγχρονη και «χωρίς παράθυρο ελπίδας». Στην πορεία ο αγώνας του Ρίκι να συντηρήσει την οικογένεια θα τον φέρει σε σύγκρουση με τα παιδιά και τη γυναίκα του, ενώ και ο ίδιος μοιάζει να συντρίβεται στη σισύφεια προσπάθειά του...

"Με τη σύγχρονη τεχνολογία ο πελάτης κάθεται στο σπίτι του και γνωρίζει πού ακριβώς βρίσκεται το δέμα του και σε πόση ώρα θα φτάσει. Και το αποτέλεσμα είναι ότι οι οδηγοί εξαντλούνται στους δρόμους, αγωνιζόμενοι να ανταποκριθούν στους εντατικούς ρυθμούς και στις 'προσδοκίες' που έχει δημιουργήσει αυτή η τεχνολογία. Πίσω από το προκάλυμμα αυτής της μοντέρνας τεχνολογίας βρίσκεται μια πολύ παλιά ιστορία, η εκμετάλλευση ανθρώπων", εξηγεί ο Λόουτς. "Τελικά, έχει λογική αυτό το σύστημα; Είναι λογικό να παραλαμβάνουμε τα ψώνια μας από έναν άνθρωπο που με το φορτηγό του τρέχει 14 ώρες τη μέρα; Θέλουμε έναν κόσμο στον οποίο οι άνθρωποι δουλεύουν κάτω από μεγάλη πίεση, επηρεάζοντας αρνητικά τους φίλους και τις οικογένειές τους; Δυστυχώς, αυτή είναι η 'λογική' εξέλιξη της αγοράς, όπως ορίζεται από τη μείωση του κόστους και την αύξηση των κερδών. Πολύ απλά, η αγορά δεν ενδιαφέρεται για την ποιότητα της ζωής μας".

Δύο φορές βραβευμένος με τον Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ των Καννών (για τις ταινίες «Ο άνεμος χορεύει το κριθάρι» και «Εγώ, ο Ντάνιελ Μπλέικ»), ο Κεν Λόουτς είναι πολύ περισσότερο γνωστός και τιμημένος με αμέτρητα βραβεία έξω από την πατρίδα του, τη Βρετανία. Ξεκίνησε να κάνει ταινίες για την τηλεόραση του BBC και για τις κινηματογραφικές αίθουσες στη δεκαετία του '60, "όταν η άρχουσα τάξη δεν ένιωθε καμιά απειλή, γι' αυτό και μας έδινε λεφτά να κάνουμε ταινίες. Σήμερα αυτό πλέον δεν συμβαίνει. Τα πάντα είναι μπίζνες. Ακόμη και το Brexit μπίζνες είναι... Στη δεκαετία του '60 είχαμε κράτος πρόνοιας, σήμερα αυτό είναι υπό διάλυση. Ήμασταν καλύτεροι άνθρωποι, προσέχαμε ο ένας τον άλλο. Το μεγαλύτερο επίτευγμα της Θάτσερ στη δεκαετία του '70 ήταν ότι αλλοίωσε τις συνειδήσεις των ανθρώπων. Ο καθένας ενδιαφέρεται πια μόνο για τον εαυτό του".

Το 1969 γύρισε τη δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του, με τίτλο «Κες». Είναι η ιστορία του δεκαπεντάχρονου Μπίλι, στο Γιορκσάιρ, την πόλη των ανθρακωρύχων. Ο πατέρας έχει εγκαταλείψει την οικογένεια, η μάνα θεωρεί τον Μπίλι "χαμένη υπόθεση", ο μεγαλύτερος αδελφός έχει "προσαρμοστεί" στη δουλειά του ανθρακωρύχου, μαζί με αλκοόλ και καθημερινή κακοποίηση του μικρότερου Μπίλι. Στο σχολείο καβγάδες με τους συμμαθητές του, ενώ οι δάσκαλοι δεν χάνουν την ευκαιρία να τον τιμωρούν και να τον εξευτελίζουν... Η μοναδική ουσιαστική, πετυχημένη σχέση του Μπίλι θα είναι με ένα είδος γερακιού (το kes είναι υποκοριστικό του kestrel, που στα ελληνικά ονομάζουμε συνήθως κιρκινέζι). Η ταινία προβλήθηκε αρχικά μόνο στο Γιορκσάιρ αλλά η ανταπόκριση των θεατών υποχρέωσε τις εταιρείες διανομής να επεκτείνουν την προβολή της σε όλη τη χώρα, κάνοντας γνωστό το όνομα του Λόουτς. Ο σκηνοθέτης δεν πλέκει κάποιο "εγκώμιο" στη βρετανική εργατική τάξη, υποδεικνύει ωστόσο τους μηχανισμούς της κακοδαιμονίας και της εξαθλίωσης...

Ο Κεν Λόουτς έχει πει ότι σήμερα τα media παίζουν τον ρόλο δεσμοφύλακα της κοινωνίας... Υπό αυτή την έννοια, ο ίδιος αντιλαμβάνεται τη δουλειά του ως διαδικασία απελευθέρωσης, ανοιχτή πρόσκληση στους υποψήφιους θεατές των ταινιών του να αντιληφθούν τι συμβαίνει γύρω τους και σε δεύτερο χρόνο να κινητοποιηθούν... Έτσι γίνεται κατανοητός ο θαυμασμός για το πρόσωπό του και τη δουλειά του από εκλεκτούς ομοτέχνους του, όπως ο Πολωνός Κριστόφ Κισλόφσκι - που έφυγε από τη ζωή πρόωρα. Ο τελευταίος, εξαιρετικά δύσκολος στις προτιμήσεις του, είχε πει για τον Λόουτς: "Ποτέ δεν θέλησα να είμαι βοηθός κάποιου, αλλά για τον Κεν Λόουτς ευχαρίστως θα δούλευα στο συνεργείο του ακόμα και για να φτιάχνω τους καφέδες".

Μόνιμος συνεργάτης του Λόουτς στο σενάριο τα τελευταία χρόνια είναι ο δικηγόρος, ειδικευμένος σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, Πολ Λάβερτι, από την εποχή της ταινίας "Το τραγούδι της Κάρλα" (1996), που διαδραματίζεται στη Νικαράγουα.

Όταν ανακοινώθηκε ο θάνατος της "σιδηράς κυρίας", ο Λόουτς, αυτός ο ήπιος στη συμπεριφορά του, σχεδόν ντροπαλός άνθρωπος, είχε πει: "Ήταν η πιο καταστροφική πρωθυπουργός της σύγχρονης εποχής. Μαζική ανεργία, λουκέτο στα εργοστάσια, κατεστραμμένες κοινότητες, αυτή είναι η κληρονομιά της. Ήταν αποφασισμένη να συγκρουστεί, αλλά με τη βρετανική εργατική τάξη. Στις νίκες της τη βοήθησαν οι διεφθαρμένοι ηγέτες του Εργατικού Κόμματος και πολλών συνδικάτων. Τον δρόμο που αυτή άνοιξε ακολούθησαν και άλλοι πρωθυπουργοί, με πρώτο τον Τόνι Μπλερ. Εκείνη ήταν ο οργανοπαίχτης κι αυτός ήταν η μαϊμού που χόρευε"...

Κώστας Τερζής
Πηγή: avgi.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: