Ένας ψυχικά ασθενής μετατρέπεται σε δολοφόνο που σκοτώνει αθώους πολίτες βρίσκοντας χιλιάδες μιμητές ανάμεσα στα πιο λούμπεν στοιχεία μιας πόλης που σαπίζει ηθικά, οικονομικά και κοινωνικά μέσα στα...
ίδια της τα σκουπίδια. Οι αναλύσεις αρκετών μέσων ενημέρωσης για την ταινία «Τζόκερ» περιορίστηκαν σ' αυτήν την επιφανειακή ανάγνωση της ταινίας.
Και ύστερα ξεκίνησαν οι γνωστές αντιδράσεις: Οργανώσεις για την προστασία ατόμων με ψυχικά προβλήματα κατήγγειλαν (ορθώς) ότι στη συντριπτική πλειονότητά τους οι ψυχικές ασθένειες δεν οδηγούν στη βία. Αλλοι σχολιαστές εξέτασαν την περίπτωση του «Τζόκερ» καταφεύγοντας στις θεωρίες του μεγάλου ψυχαναλυτή Ζακ Λακάν για να εξηγήσουν τις σχέσεις με τον πατέρα του και τη μητέρα του.
Αυτές οι ψυχαναλυτικές και ψυχιατρικές προσεγγίσεις, όμως, φαίνεται να αγνοούν ίσως την πιο σημαντική σκηνή της ταινίας, που αποδεικνύει ότι η «τρέλα» του Τζόκερ είναι αποτέλεσμα πολιτικών επιλογών: τη στιγμή που μια κοινωνική λειτουργός ανακοινώνει στον ήρωα ότι κόβονται τα δημόσια προγράμματα ψυχικής υγείας, χάρη στα οποία λάμβανε τα φάρμακά του και μπορούσε να επισκέπτεται γιατρούς.
Δεν πρόκειται για ένα σεναριακό εύρημα που διευκολύνει την πλοκή. Η σχετική απόφαση ελήφθη πραγματικά το 1988 από τον πρόεδρο Ρίγκαν ο οποίος ψαλίδισε τα ομοσπονδιακά προγράμματα ψυχικής υγείας κατά 25% πετώντας κυριολεκτικά στον δρόμο χιλιάδες ανθρώπους που έβρισκαν καταφύγιο και προστασία σε κρατικές δομές. Πολλοί από αυτούς κατέληξαν σύντομα σε φυλακές, ακριβώς τη στιγμή που ο Ρίγκαν δημιουργούσε τη βιομηχανία ιδιωτικών σωφρονιστικών καταστημάτων. Το νεοφιλελεύθερο κράτος δημιουργούσε ταυτόχρονα την προσφορά και τη ζήτηση κρατουμένων, προς όφελος του ιδιωτικού τομέα.
Για να διαβάσετε ολόκληρο το κείμενο του Άρη Χατζηστεφάνου, πατήστε ΕΔΩ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου