30.10.19

Μια ιστορία για την Εστία...



Το θέμα που ακολουθεί γράφτηκε κυρίως για τον κόσμο του Τύπου, τον παλαιότερο και τη νεότερο –ή τουλάχιστον για ένα μέρος του. Μπορεί, πάντως, να φανεί ενδιαφέρον και για αναγνώστες που...
δεν κατοικούν στον δικό μας πλανήτη, στον αστεροειδή της Ενημέρωσης.

Το κτίριο της παλιάς Εστίας, στην πλατεία Κολοκοτρώνη, έχει πίσω του μακρά ιστορία. Είναι νεοκλασικής αρχιτεκτονικής που οικοδομήθηκε περί τα τέλη του 19ου αιώνα. Εκεί στεγαζόταν επί δεκαετίες η εφημερίδα τής οικογένειας Κύρου, όταν ακόμα ανήκε σε αυτήν και όταν η νέα τεχνολογία δεν είχε σαρώσει τα τελευταία απομεινάρια τής παλιάς τυπογραφίας που πεισματικά διασώζονταν –και αντιστέκονταν– στο ισόγειο της Ανθίμου Γαζή 7 (που άπτεται της πλατείας), ενώ αλλού η λινοτυπία είχε εξοβελιστεί από χρόνια.



Για την περιοχή το οίκημα ήταν (είναι) σχετικά χαμηλό. Στο ισόγειο βρισκόταν το τυπογραφείο με τις λινοτυπικές μηχανές και πίσω από αυτό, σε ένα ελαφρώς χαμηλότερο επίπεδο, μερικών σκαλοπατιών πιο κάτω, εβρυχάτο κάθε μεσημέρι το αρχέγονο αρχετυπικό κυλινδρικό πιεστήριο που τύπωνε την εφημερίδα ανάποδα. Δηλαδή η πρώτη σελίδα ήταν στη σημερινή τελευταία και ξεφυλλιζόταν από αριστερά προς τα δεξιά. Στον δεύτερο όροφο (τόσο μικρός από τη διάταξη των χώρων, που έμοιαζε με ημιώροφο) βρισκόταν το λογιστήριο, προσβάσιμο για το κοινό προκειμένου να δώσει τις μικρές αγγελίες που ήταν, κυρίως, οι Μέλλοντες Γάμοι, τα Πένθη και κάτι που δεν υπάρχει σήμερα, τουλάχιστον στην έκταση του τότε: οι Δωρεές. Δηλαδή «ο κύριος και η κύρια Τάδε προσφέρουν το πόσον άλφα» υπέρ του ενός ή του άλλου συλλόγου, ευαγούς ιδρύματος, ναού κ.λπ. Ψυχή του τμήματος (ας το πούμε έτσι) η κυρία Νίνα, μια γηραιά αρχοντογυναίκα, με καλλιγραφικά γράμματα γεμάτα λεπτές ουρίτσες, και η οποία πέρα από τις αγγελίες είχε στην αρμοδιότητά της τη μισθοδοσία (τοποθετούσε τα χρήματα σε μικρούς φακέλους αλληλογραφίας, με τα ονόματα των εργαζομένων γραμμένα με καλλιγραφία που σπάνια, έως καθόλου, βλέπεις σήμερα.)

Η Σύνταξη, ο αρχισυντάκτης και ο διευθυντής

Στον δεύτερο όροφο, χωρισμένος σε τέσσερις μεγάλους χώρους (ο ένας σαν προθάλαμος γύρω από τον οποίο ήταν οι είσοδοι των άλλων τριών), υπήρχε μια εσωτερική ξύλινη σκάλα που οδηγούσε στο οροφοδιαμέρισμα του τρίτου πατώματος, σε ένα πλήρες σπίτι. Από την άλλη πλευρά τού προθάλαμου, πίσω από μια δυσδιάκριτη μικρή πόρτα, βρισκόταν μια ακόμα στενή ξύλινη σκάλα με κατάληξη στην κουζίνα και στους χώρους του υπηρετικού προσωπικού (δυο κυρίες το αποτελούσαν) και από εκεί πάλι στο οροφοδιαμέρισμα του τρίτου.



Στους υπόλοιπους τρεις χώρους του δευτέρου ορόφου υπήρχε η Σύνταξη, το γραφείο του διευθυντή (απλό, λιτό, παλιό) και το γραφείο του αρχισυντάκτη. Όλοι οι συντάκτες βρίσκονταν στον ίδιο χώρο, στο δωμάτιο της Σύνταξης, μαζί με το τηλέτυπο που κροτάλιζε δίπλα τους συνεχώς γράφοντας κρουστικά, όπως η γραφομηχανή, αλλά εκπληκτικά γρήγορα, τα τηλεγραφήματα που μετέδιδε το Αθηναϊκό Πρακτορείο. Παντού, σε όλους τους χώρους, η επίπλωση ήταν με παλιά γραφεία, τραπέζια και βιβλιοθήκες που είχαν πάνω τους έντονα την πατίνα του χρόνου.

Στο ισόγειο λειτουργούσε το τυπογραφείο με τις λινοτυπικές του μηχανές (ήταν έξι; ήταν επτά; εκεί γύρω, τέλος πάντων), το «μάρμαρο» για τη σελιδοποίηση (δηλ. μεγάλα τραπέζια με μαρμάρινη επιφάνεια), το μικρό χυτήριο (εκεί λιώνονταν οι παλιές μεταλλικές στήλες για να ξαναμπούν στις λινοτυπικές), η διόρθωση και σε ένα κομμάτι που είχε διαχωριστεί η Διεκπεραίωση: δηλαδή αρχείο παλιών εφημερίδων προς πώληση και η ετοιμασία της αποστολής φύλλων της Εστίας με το ταχυδρομείο σε όλη την Ελλάδα και όλον τον κόσμο –καθώς τότε οι συνδρομητές ήταν πάρα πολλοί.

Για να διαβάσετε ολόκληρο το κείμενο του Διονύση Βραϊμάκη, πατήστε ΕΔΩ.

Πηγή: Harddog

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.