...για τον αιώνιο Λαυρέντη
Διαβάζω μια συνέντευξη του και τον έχω μπροστά μου. Ο αιώνιος Λαυρέντης. Και να καβγαδίζουμε σε όλα τα ημιτόνια , οι καυγάδες μας ήταν κέντημα. Κάποια στιγμή άρχισα να καταλαβαίνω κάτι ... Τον επέπλητα γιατί...
με είχε ζαλίσει, απ΄τη μία ο κόσμος και το τι τον ενδιέφερε πια να ακούσει κι αν μπορούσε να περάσει κάτι αρκετά επιθετικά και ενοχλητικά που ήθελα εγώ, απ΄την άλλη ο τεράστιος Σαββόπουλος, ο Ντύλαν και τα ρέστα των αρχετύπων που ο Λαυρέντης τα είχε αφήσει πίσω στην εποχή της αμφισβήτησης και της «επαναστατικότητας» τους.
Του έλεγα «εξηντάρισες και ψάχνεις ακόμα την άδεια του μπαμπά, δεν με ενδιαφέρει τι έλεγαν όλοι αυτοί, εσύ τι θες να πεις». Με έβαζε - χωρίς να είναι αυτό η πρόθεσή του, η πρόθεσή του ήταν να είναι επιτυχία και το επόμενο κομμάτι που θα του έδινα - στο τριπάκι για τον στίχο «κάτι να λέει» αλλά όχι και πάρα πολλά, να είναι ποιοτικός αλλά όχι κανένας Εμπειρίκος (έτσι έλεγε τα πιο ποιητικά μου , που μόλις αγγίζαν κάπου τον Ελευθερίου, αλλά ο Ελευθερίου αντλούσε τις ελευθερίες του από πριν τριάντα χρόνια και την μυθική εποχή του έντεχνου, εγώ ήμουν ένας καταδικασμένος σημερινός στιχουργός, μια φορά στις πενήντα μου κάνε το χατήρι).
Άρχισα να καταλαβαίνω ότι μέσα στα μυστικά της επιτυχίας του ήταν πράγματα που ούτε ο ίδιος συνειδητοποιούσε και κυρίως όσα μου την σπάγανε. Η ατολμία του (με βίντσι την ξεπεράσαμε μερικές φορές κι επειδή πραγματικά νευρίαζε με την κατάσταση εκεί έξω, και τότε ήμουν ο άνθρωπός του και κείνος ο δικός μου). Το κόλλημα του με τους θρύλους της ελληνικής αμφισβητησιακής σκηνής τον πεθαμένο Σιδηρόπουλο, τον πεθαμένο Άσιμο, τον αδιάγνωστο ιατρικά Σαββόπουλο ακόμα και τον Παπακωνσταντίνου που στο υλικό των τραγουδιών φοβόταν να συνειδητοποιήσει ότι τον είχε ξεπεράσει. Ήθελε και έτρεμε να πάρει την ευθύνη του leader κι αυτό ανεπίσημα ήταν εύσημό του σε μια Ελλάδα που περιμένει μόνιμα τον Μεσσία για να 'χει να σταυρώνει.
Είχε δοκιμάσει πολύ πριν τον συναντήσω τον καρπό της αυθαιρεσίας, της καλλιτεχνικής ιδιωτικής πρωτοβουλίας και του είχε καθίσει στο στομάχι. Σε αυτόν ο μέσος και ο ενδιάμεσος Έλληνας δεν θαύμαζε ένα ακροβατικό του τραγουδιού, αλλά τον εαυτό του που ήταν παραδομένος αλλά οπωσδήποτε και καλλιεργημένος. Αυτή η συνενοχή που τραγουδήθηκε τόσο κυρίως στα 90 αλλά όταν πραγματικά κατέκλυσε τα πάντα μετά 2000 δεν ήταν κι ότι πιο λαοφιλές να αναφέρεται κανείς σ΄αυτήν.
Αρρώσταινα γιατί διαπίστωνα τις δυνατότητές του σε δείγματα και μάλιστα μια δυνατότητα που έβλεπα ιδιαίτερα σε αυτόν να εκφράσει άμεσα την καθημερινή ανισορροπία μεταξύ μεγάλης ιδέας, μικρομέγαλης πρόθεσης, και μικρότατης πραγματικότητας. Η σοβαρότητα του ήταν κάτι που πολεμούσε και ο ίδιος για να επιβιώσει, αλλά ήταν σοβαρός, πολύ σοβαρός μέσα του, πένθιμα σοβαρός. Του είχα προσφέρει μερικά χαμόγελα, κι ήθελα τώρα να του το βγάλω ξινό;
Δεν ξέρω αν θα μου λείψεις πραγματικά κι αν θα σε νοσταλγήσω. Εύχομαι να μην μου συμβεί και αυτό γιατί σημαίνει ότι θα δω τα πολύ χειρότερα που τα βλέπω αλλά τα ξεπερνώ σαν το διθέσιο της Νικολακοπούλου χωρίς αερόσακο. Θα σημαίνει ότι μου κόλλησες την ανασφάλειά σου , ότι πιο ανθρώπινο είχες Λαυρέντη, ότι πιο μεταδοτικό και αθεράπευτο...
Ισαάκ Σούσης
tvxs.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου