Στο Μαξίμου δηλώνουν «ευτυχείς» διότι στο Παρίσι, όπως λένε, ο Εμανουέλ Μακρόν αντελήφθη πλήρως την «φιλοσοφία Μητσοτάκη» και κατέστη «προσωπικός του συνομιλητής». Και δεν κρύβουν επίσης τον...
ενθουσιασμό τους για το γεγονός ότι την Πέμπτη στο Βερολίνο η Άνγκελα Μέρκελ θα... υποδεχθεί «με στρατιωτικές τιμές» στην καγκελαρία τον έλληνα πρωθυπουργό. Υπογείως, δε, φροντίζουν να συνδέουν το κλίμα αυτό με «θετικές προοπτικές» ως προς την ελληνική επιδίωξη για την μείωση των στόχων για τα πλεονάσματα.
Από την... «φιλοσοφία» έως την πράξη όμως, όπως και από την εθιμοτυπία εως την ουσία η απόσταση έχει - ιστορικά - αποδειχθεί μεγάλη. Και, ειδικά στην παρούσα συγκυρία, δεν καθορίζεται μόνον από τα γνωστά, δημόσια και επανειλημμένα μηνύματα της γερμανικής καγκελαρίας προς την Αθήνα περί απαρέγκλιτης τήρησης των δεσμεύσεων αλλά και από την εξαιρετικά αμφίρροπη ευρωπαϊκή συγκυρία. Κοινώς, σε μια ευρωζώνη που φλερτάρει ξανά με την ύφεση, που απειλείται να εγκλωβιστεί άμεσα στον εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ - Κίνας και που καλείται να διαχειριστεί ένα Brexit «αλά Τζόνστον» στα τυφλά κι έναν πολιτικά απασφαλισμένο Σαλβίνι, ελάχιστα περιθώρια υπάρχουν για συζητήσεις επί «οικονομικών φιλοσοφιών» που υπόσχονται ελληνική αναπτυξιακή έκρηξη με φρενήρεις ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 4% σε έναν χρόνο. Και, κυρίως, δεν φαίνονται να υπάρχουν περιθώρια περί οποιασδήποτε διαπραγμάτευσης επί του κλειστού πλέον - και «επιτυχώς διευθετημένου», σύμφωνα με τη θέση Βρυξελλών και Βερολίνου - ελληνικού ζητήματος.
Ως εκ τούτων, την Πέμπτη, η Άνγκελα Μέρκελ δεν πρόκειται να διαπραγματευτεί με τον έλληνα πρωθυπουργό αλλά θα ζητήσει πολύ συγκεκριμένες δεσμεύσεις. Η ίδια η Γερμανίδα καγκελάριος άλλωστε είχε φροντίσει να στείλει, εγκαίρως και καθαρά, το μηνυμά της τονίζοντας από τον Ιούλιο πως η αλλαγή κυβέρνησης στην Αθήνα δεν πρόκειται να αλλάξει και την συμφωνία για το χρέος.
Σ’ αυτό το πλαίσιο, και σύμφωνα με πληροφορίες του Tvxs.gr από κοινοτικούς κύκλους, την Πέμπτη στο Βερολίνο ο Έλληνας πρωθυπουργός θα κληθεί να δεσμευτεί ότι δεν θα υπάρξει η παραμικρή απόκλιση στην τήρηση των δημοσιονομικών στόχων τόσο για το 2019 όσο και για το 2020 και πως αυτή η δέσμευση θα αποτυπωθεί λεπτομερώς και ευκρινώς στο προσχέδιο του νέου προϋπολογισμού που θα κατατεθεί τον Οκτώβριο στην Βουλή. Θα του ζητηθούν επίσης έμπρακτες αποδείξεις του «αναπτυξιακού και μεταρρυθμιστικού δόγματος» που επαγγέλεται, όπως και επαναβεβαίωση της εφαρμογής του μεγάλου διπλωματικού κεκτημένου της χώρας - της Συμφωνίας των Πρεσπών.
Ειδικά το τελευταίο αυτό αίτημα δεν είναι εύκολο σημείο για τον Κυριάκο Μητσοτάκη, η κυβέρνηση του όμως έχει ήδη προλάβει μέσα σε ένα δίμηνο να δείξει ότι διαθέτει καινοφανές εύρος ευελιξίας και διαφοροποιησης εντός και εκτός συνόρων στις θέσεις της για το μακεδονικό. Στην πραγματικότητα ούτε το δημοσιονομικό πλαίσιο που θέτει το Βερολίνο συνιστά έκπληξη για τον Κυριάκο Μητσοτάκη - εξ ου και το προεκλογικό του αφήγημα ότι επί δυο χρόνια θα «αγοράσει αξιοπιστία» και στην συνέχεια θα διεκδικήσει την μείωση των πλεονασμάτων.
Το πρόβλημα του όμως είναι οι υπέρ-προσδοκίες που καλλιεργήθηκαν από την ΝΔ τόσο πριν όσο και μετά τις εκλογές για σαρωτικές και άμεσες μειώσεις φόρων - μειώσεις, οι οποίες αυτή την στιγμή δεν χωρούν στο δημοσιονομικό πλαίσιο που έχει στην διάθεση της η κυβέρνηση. Μέχρι στιγμής το μοναδικό δεδομένο, πέραν της μείωσης του ΕΝΦΙΑ, είναι η άμεση μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων από το 28% στο 24% και δεν είναι τυχαίο πως τουλάχιστον ο αρμόδιος υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας αποφεύγει ακόμη και την παραμικρή νύξη στον χρόνο και στο εύρος των εξαγγελθέντων μειώσεων και στους φορολογικούς συντελεστές για τα φυσικά πρόσωπα.
Δεν είναι επίσης τυχαίο ότι επίσης ο Χρήστος Σταϊκούρας φέρεται έντονα ενοχλημένος από τις συνεχείς δηλώσεις και «εξαγγελίες» ουκ ολίγων συναδέλφων του για μπαράζ άμεσων ελαφρύνσεων - από την δήθεν άμεση κατάργηση των τεκμηρίων και την γενική μείωση του ΦΠΑ στον τουρισμό στο 13% έως την άμεση ψήφιση του φορολογικού νομοσχεδίου με τις μειώσεις όλων των φορολογικών συντελεστών για τα φυσικά πρόσωπα. Εξίσου ενοχλημένος είναι και από την διαρροή σεναρίων περί έναρξης διαπραγμάτευσης για κλιμακωτή μείωση των πλεονασμάτων αρχής γενομένης από το 2020- μια διαρροή που, κατά τος πληροφορίες- ενεργοποίησε «καμπανάκια» από την πλευρά των δανειστών.
Ο ίδιος ο υπουργός Οικονομικών υπενθυμίζει σταθερά στους συνομιλητές του ότι η υπόσχεση για μείωση των φορολογικών συντελεστών έχει βάθος τριετίας. Οι ίδιες πληροφορίες, δε, αναφέρουν ότι ο κ. Σταϊκούρας θεωρεί αυτή την στιγμή εφικτές δύο «άμεσες» μάχες και εκεί θα ρίξει όλο του το βάρος στην διαβούλευση με τους θεσμούς στο τέλος Σεπτέμβρη: Την ένταξη στον προϋπολογισμό του 2020 της ρύθμισης για μείωση του πρώτου φορολογικού συντελεστή από το 20% στο 9% και την διεύρυνση της πάγιας ρύθμισης για τις οφειλές στην Εφορία από τος 12 στις 24 δόσεις.
Και εδώ ωστόσο τίποτα δεν είναι δεδομένο καθώς πρέπει να καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό των περίπου 2 δις που εντοπίζεται ήδη από τους θεσμούς για το 2020. Αυτό θα είναι επίσης ένα μήνυμα που θα δώσει με σαφήνεια στον Κυριάκο Μητσοτάκη η Γερμανίδα καγκελάριος, η οποία ως γνωστόν έχει πάντοτε πλήρη κσι λεπτομερή γνώση των αριθμών που ορίζουν την ελληνική δημοσιονομική πραγματικότητα. Και με δεδομένο ότι το Βερολίνο δεν προτίθεται να κάνει «εκπτώσεις» αποτελεί σοβαρό ερώτημα εάν θα απαιτηθούν «ισοδύναμα» και αντίμετρα όπως, για παράδειγμα, η μείωση του αφορολόγητου...
tvxs.gr
ενθουσιασμό τους για το γεγονός ότι την Πέμπτη στο Βερολίνο η Άνγκελα Μέρκελ θα... υποδεχθεί «με στρατιωτικές τιμές» στην καγκελαρία τον έλληνα πρωθυπουργό. Υπογείως, δε, φροντίζουν να συνδέουν το κλίμα αυτό με «θετικές προοπτικές» ως προς την ελληνική επιδίωξη για την μείωση των στόχων για τα πλεονάσματα.
Από την... «φιλοσοφία» έως την πράξη όμως, όπως και από την εθιμοτυπία εως την ουσία η απόσταση έχει - ιστορικά - αποδειχθεί μεγάλη. Και, ειδικά στην παρούσα συγκυρία, δεν καθορίζεται μόνον από τα γνωστά, δημόσια και επανειλημμένα μηνύματα της γερμανικής καγκελαρίας προς την Αθήνα περί απαρέγκλιτης τήρησης των δεσμεύσεων αλλά και από την εξαιρετικά αμφίρροπη ευρωπαϊκή συγκυρία. Κοινώς, σε μια ευρωζώνη που φλερτάρει ξανά με την ύφεση, που απειλείται να εγκλωβιστεί άμεσα στον εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ - Κίνας και που καλείται να διαχειριστεί ένα Brexit «αλά Τζόνστον» στα τυφλά κι έναν πολιτικά απασφαλισμένο Σαλβίνι, ελάχιστα περιθώρια υπάρχουν για συζητήσεις επί «οικονομικών φιλοσοφιών» που υπόσχονται ελληνική αναπτυξιακή έκρηξη με φρενήρεις ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 4% σε έναν χρόνο. Και, κυρίως, δεν φαίνονται να υπάρχουν περιθώρια περί οποιασδήποτε διαπραγμάτευσης επί του κλειστού πλέον - και «επιτυχώς διευθετημένου», σύμφωνα με τη θέση Βρυξελλών και Βερολίνου - ελληνικού ζητήματος.
Ως εκ τούτων, την Πέμπτη, η Άνγκελα Μέρκελ δεν πρόκειται να διαπραγματευτεί με τον έλληνα πρωθυπουργό αλλά θα ζητήσει πολύ συγκεκριμένες δεσμεύσεις. Η ίδια η Γερμανίδα καγκελάριος άλλωστε είχε φροντίσει να στείλει, εγκαίρως και καθαρά, το μηνυμά της τονίζοντας από τον Ιούλιο πως η αλλαγή κυβέρνησης στην Αθήνα δεν πρόκειται να αλλάξει και την συμφωνία για το χρέος.
Σ’ αυτό το πλαίσιο, και σύμφωνα με πληροφορίες του Tvxs.gr από κοινοτικούς κύκλους, την Πέμπτη στο Βερολίνο ο Έλληνας πρωθυπουργός θα κληθεί να δεσμευτεί ότι δεν θα υπάρξει η παραμικρή απόκλιση στην τήρηση των δημοσιονομικών στόχων τόσο για το 2019 όσο και για το 2020 και πως αυτή η δέσμευση θα αποτυπωθεί λεπτομερώς και ευκρινώς στο προσχέδιο του νέου προϋπολογισμού που θα κατατεθεί τον Οκτώβριο στην Βουλή. Θα του ζητηθούν επίσης έμπρακτες αποδείξεις του «αναπτυξιακού και μεταρρυθμιστικού δόγματος» που επαγγέλεται, όπως και επαναβεβαίωση της εφαρμογής του μεγάλου διπλωματικού κεκτημένου της χώρας - της Συμφωνίας των Πρεσπών.
Ειδικά το τελευταίο αυτό αίτημα δεν είναι εύκολο σημείο για τον Κυριάκο Μητσοτάκη, η κυβέρνηση του όμως έχει ήδη προλάβει μέσα σε ένα δίμηνο να δείξει ότι διαθέτει καινοφανές εύρος ευελιξίας και διαφοροποιησης εντός και εκτός συνόρων στις θέσεις της για το μακεδονικό. Στην πραγματικότητα ούτε το δημοσιονομικό πλαίσιο που θέτει το Βερολίνο συνιστά έκπληξη για τον Κυριάκο Μητσοτάκη - εξ ου και το προεκλογικό του αφήγημα ότι επί δυο χρόνια θα «αγοράσει αξιοπιστία» και στην συνέχεια θα διεκδικήσει την μείωση των πλεονασμάτων.
Το πρόβλημα του όμως είναι οι υπέρ-προσδοκίες που καλλιεργήθηκαν από την ΝΔ τόσο πριν όσο και μετά τις εκλογές για σαρωτικές και άμεσες μειώσεις φόρων - μειώσεις, οι οποίες αυτή την στιγμή δεν χωρούν στο δημοσιονομικό πλαίσιο που έχει στην διάθεση της η κυβέρνηση. Μέχρι στιγμής το μοναδικό δεδομένο, πέραν της μείωσης του ΕΝΦΙΑ, είναι η άμεση μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων από το 28% στο 24% και δεν είναι τυχαίο πως τουλάχιστον ο αρμόδιος υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας αποφεύγει ακόμη και την παραμικρή νύξη στον χρόνο και στο εύρος των εξαγγελθέντων μειώσεων και στους φορολογικούς συντελεστές για τα φυσικά πρόσωπα.
Δεν είναι επίσης τυχαίο ότι επίσης ο Χρήστος Σταϊκούρας φέρεται έντονα ενοχλημένος από τις συνεχείς δηλώσεις και «εξαγγελίες» ουκ ολίγων συναδέλφων του για μπαράζ άμεσων ελαφρύνσεων - από την δήθεν άμεση κατάργηση των τεκμηρίων και την γενική μείωση του ΦΠΑ στον τουρισμό στο 13% έως την άμεση ψήφιση του φορολογικού νομοσχεδίου με τις μειώσεις όλων των φορολογικών συντελεστών για τα φυσικά πρόσωπα. Εξίσου ενοχλημένος είναι και από την διαρροή σεναρίων περί έναρξης διαπραγμάτευσης για κλιμακωτή μείωση των πλεονασμάτων αρχής γενομένης από το 2020- μια διαρροή που, κατά τος πληροφορίες- ενεργοποίησε «καμπανάκια» από την πλευρά των δανειστών.
Ο ίδιος ο υπουργός Οικονομικών υπενθυμίζει σταθερά στους συνομιλητές του ότι η υπόσχεση για μείωση των φορολογικών συντελεστών έχει βάθος τριετίας. Οι ίδιες πληροφορίες, δε, αναφέρουν ότι ο κ. Σταϊκούρας θεωρεί αυτή την στιγμή εφικτές δύο «άμεσες» μάχες και εκεί θα ρίξει όλο του το βάρος στην διαβούλευση με τους θεσμούς στο τέλος Σεπτέμβρη: Την ένταξη στον προϋπολογισμό του 2020 της ρύθμισης για μείωση του πρώτου φορολογικού συντελεστή από το 20% στο 9% και την διεύρυνση της πάγιας ρύθμισης για τις οφειλές στην Εφορία από τος 12 στις 24 δόσεις.
Και εδώ ωστόσο τίποτα δεν είναι δεδομένο καθώς πρέπει να καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό των περίπου 2 δις που εντοπίζεται ήδη από τους θεσμούς για το 2020. Αυτό θα είναι επίσης ένα μήνυμα που θα δώσει με σαφήνεια στον Κυριάκο Μητσοτάκη η Γερμανίδα καγκελάριος, η οποία ως γνωστόν έχει πάντοτε πλήρη κσι λεπτομερή γνώση των αριθμών που ορίζουν την ελληνική δημοσιονομική πραγματικότητα. Και με δεδομένο ότι το Βερολίνο δεν προτίθεται να κάνει «εκπτώσεις» αποτελεί σοβαρό ερώτημα εάν θα απαιτηθούν «ισοδύναμα» και αντίμετρα όπως, για παράδειγμα, η μείωση του αφορολόγητου...
tvxs.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου