Οι Αγγλοσάξονες χρησιμοποιούν την έκφραση «catapulted to fame», μιλώντας για ένα πρόσωπο που εκτοξεύθηκε χάρη σε μια συγκυρία ή ένα γεγονός το οποίο λειτούργησε ως καταπέλτης. Αν...
δεν έχετε την εικόνα στο μυαλό σας, η λέξη καταπέλτης (catapult) αφορά εν προκειμένω την «αρχαία πολεμική μηχανή που εξακόντιζε βέλη, πέτρες η εύφλεκτες ύλες» (Ελληνικό Λεξικό, Τεγόπουλος – Φυτράκης).
Ο καταπέλτης στην περίπτωση του Πρωθυπουργού της χώρας ήταν η εποχή του σοκ, τα πρώτα χρόνια των μνημονίων, η οποία συνεχίστηκε με τα δρώμενα της μούντζας και της κρεμάλας στην πλατεία Συντάγματος και τις αλήστου μνήμης συνελεύσεις λαϊκής επιμόρφωσης με Βαρουφάκη, Κατρούγκαλο, Καζάκη και Τσακαλώτο...
Ο Αλέξης Τσίπρας αποδείχτηκε καταφερτζής. Επένδυσε στον φόβο και τον θυμό των πολιτών, πάτησε γκάζι στον ανορθολογισμό, έδωσε υποσχέσεις που γνώριζε ότι δεν μπορούσε να τηρήσει και έγινε πρωθυπουργός.
Σιγά την πρωτοτυπία, θα μου πείτε: ακόμη και ένας πρωτοετής φοιτητής πολιτικής επιστήμης γνωρίζει ότι οι λαϊκιστές υπόσχονται ανέφικτα πράγματα για να ανέλθουν στην εξουσία και αν τα καταφέρουν το μόνο που τους απομένει είναι να ρίξουν λάσπη στους αντιπάλους τους, να διχάζουν την κοινωνία και να επιτεθούν στους δημοκρατικούς θεσμούς. Είναι αλήθεια ότι δεν υπάρχει καμία πρωτοτυπία στον κύκλο αυτό. Ολα by the book. Το ερώτημα όμως είναι το σήμερα και το αύριο. Αν τα «ένστικτα» στα οποία επένδυσε στην αρχή ο κ. Τσίπρας ήταν ο φόβος και ο θυμός, σήμερα αυτό που αξιοποιεί είναι το πάθος για εξουσία ή η ανασφάλεια (όσων την έχουν) να μην τη χάσουν. «Η απληστία» θα μπορούσε να πει κανείς αν ήταν πολύ αυστηρός.
Ο κ. Τσίπρας απεδείχθη και εδώ πολιτικά καταφερτζής. Πέτυχε όμως μια τακτική «νίκη» που μοιάζει περισσότερο με ήττα. Διότι απέδειξε ότι υπάρχουν ουκ ολίγοι πολιτικοί που είναι διατεθειμένοι να θυσιάσουν βασικές έννοιες όπως η συνέπεια, η αξιοπιστία ή ακόμη και η προσωπική αξιοπρέπεια για ένα πιάτο εξουσίας.
Και το πρόβλημα για τον κ. Τσίπρα είναι πως όταν ανοίγεις τέτοιες παρτίδες γίνεσαι μέρος της εξίσωσης. Αν το κάνεις στην αρχή της θητείας σου μπορείς ίσως να το δικαιολογήσεις με το επιχείρημα του αναγκαίου συμβιβασμού, έστω και αν αυτό που μένει είναι μια αγκαλιά με τον ιδρωμένο Καμμένο πάνω σε μια εξέδρα. Οταν όμως συμβαίνει στο τέλος, για να κερδίσεις λίγους μήνες εξουσίας, εικονογραφεί την φάση της παρακμής.
Η οποία σε περιλαμβάνει. Το νέο σκηνικό διανθίζεται από «προσωπικότητες» της Κεντροαριστεράς (από τον Δανέλλη μέχρι τον Μωραΐτη και τον Τόλκα) που καλούνται να υπερασπίζονται πια με πάθος (όλες) τις επιλογές του ΣΥΡΙΖΑ. Ναι, ακόμη και τον Πολάκη. Ακόμη κι αν δεχτούμε ότι τα εργαλεία του Τσίπρα του πρόσφεραν όσα προσδοκούσε, τα δύσκολα αρχίζουν από εδώ και εμπρός.
Διότι γνωρίζει ότι η προοπτική της ομαλότητας απειλεί να τον απενεργοποιήσει. Μαζί με τα εργαλεία του. Ξέρει πως όταν ο φόβος αρχίζει να παραχωρεί έδαφος στις προσδοκίες, όσοι απευθύνονται στα «ένστικτα» δεν αποκομίζουν οφέλη με την ίδια ευκολία.
Γι’ αυτό επιθυμεί με κάθε τρόπο να συνδέσει τον εαυτό του -έστω και ρητορικά- με τη λεγόμενη «κανονικότητα». Το πρόβλημα είναι ότι δεν γίνεται πιστευτός. Γιατί η «κανονικότητα» δεν οπτικοποιείται εύκολα με Παπακώστα, Μεγαλοοικονόμου και Ζουράρι. Κι έτσι το έργο απειλεί πια τον δημιουργό.
δεν έχετε την εικόνα στο μυαλό σας, η λέξη καταπέλτης (catapult) αφορά εν προκειμένω την «αρχαία πολεμική μηχανή που εξακόντιζε βέλη, πέτρες η εύφλεκτες ύλες» (Ελληνικό Λεξικό, Τεγόπουλος – Φυτράκης).
Ο καταπέλτης στην περίπτωση του Πρωθυπουργού της χώρας ήταν η εποχή του σοκ, τα πρώτα χρόνια των μνημονίων, η οποία συνεχίστηκε με τα δρώμενα της μούντζας και της κρεμάλας στην πλατεία Συντάγματος και τις αλήστου μνήμης συνελεύσεις λαϊκής επιμόρφωσης με Βαρουφάκη, Κατρούγκαλο, Καζάκη και Τσακαλώτο...
Ο Αλέξης Τσίπρας αποδείχτηκε καταφερτζής. Επένδυσε στον φόβο και τον θυμό των πολιτών, πάτησε γκάζι στον ανορθολογισμό, έδωσε υποσχέσεις που γνώριζε ότι δεν μπορούσε να τηρήσει και έγινε πρωθυπουργός.
Σιγά την πρωτοτυπία, θα μου πείτε: ακόμη και ένας πρωτοετής φοιτητής πολιτικής επιστήμης γνωρίζει ότι οι λαϊκιστές υπόσχονται ανέφικτα πράγματα για να ανέλθουν στην εξουσία και αν τα καταφέρουν το μόνο που τους απομένει είναι να ρίξουν λάσπη στους αντιπάλους τους, να διχάζουν την κοινωνία και να επιτεθούν στους δημοκρατικούς θεσμούς. Είναι αλήθεια ότι δεν υπάρχει καμία πρωτοτυπία στον κύκλο αυτό. Ολα by the book. Το ερώτημα όμως είναι το σήμερα και το αύριο. Αν τα «ένστικτα» στα οποία επένδυσε στην αρχή ο κ. Τσίπρας ήταν ο φόβος και ο θυμός, σήμερα αυτό που αξιοποιεί είναι το πάθος για εξουσία ή η ανασφάλεια (όσων την έχουν) να μην τη χάσουν. «Η απληστία» θα μπορούσε να πει κανείς αν ήταν πολύ αυστηρός.
Ο κ. Τσίπρας απεδείχθη και εδώ πολιτικά καταφερτζής. Πέτυχε όμως μια τακτική «νίκη» που μοιάζει περισσότερο με ήττα. Διότι απέδειξε ότι υπάρχουν ουκ ολίγοι πολιτικοί που είναι διατεθειμένοι να θυσιάσουν βασικές έννοιες όπως η συνέπεια, η αξιοπιστία ή ακόμη και η προσωπική αξιοπρέπεια για ένα πιάτο εξουσίας.
Και το πρόβλημα για τον κ. Τσίπρα είναι πως όταν ανοίγεις τέτοιες παρτίδες γίνεσαι μέρος της εξίσωσης. Αν το κάνεις στην αρχή της θητείας σου μπορείς ίσως να το δικαιολογήσεις με το επιχείρημα του αναγκαίου συμβιβασμού, έστω και αν αυτό που μένει είναι μια αγκαλιά με τον ιδρωμένο Καμμένο πάνω σε μια εξέδρα. Οταν όμως συμβαίνει στο τέλος, για να κερδίσεις λίγους μήνες εξουσίας, εικονογραφεί την φάση της παρακμής.
Η οποία σε περιλαμβάνει. Το νέο σκηνικό διανθίζεται από «προσωπικότητες» της Κεντροαριστεράς (από τον Δανέλλη μέχρι τον Μωραΐτη και τον Τόλκα) που καλούνται να υπερασπίζονται πια με πάθος (όλες) τις επιλογές του ΣΥΡΙΖΑ. Ναι, ακόμη και τον Πολάκη. Ακόμη κι αν δεχτούμε ότι τα εργαλεία του Τσίπρα του πρόσφεραν όσα προσδοκούσε, τα δύσκολα αρχίζουν από εδώ και εμπρός.
Διότι γνωρίζει ότι η προοπτική της ομαλότητας απειλεί να τον απενεργοποιήσει. Μαζί με τα εργαλεία του. Ξέρει πως όταν ο φόβος αρχίζει να παραχωρεί έδαφος στις προσδοκίες, όσοι απευθύνονται στα «ένστικτα» δεν αποκομίζουν οφέλη με την ίδια ευκολία.
Γι’ αυτό επιθυμεί με κάθε τρόπο να συνδέσει τον εαυτό του -έστω και ρητορικά- με τη λεγόμενη «κανονικότητα». Το πρόβλημα είναι ότι δεν γίνεται πιστευτός. Γιατί η «κανονικότητα» δεν οπτικοποιείται εύκολα με Παπακώστα, Μεγαλοοικονόμου και Ζουράρι. Κι έτσι το έργο απειλεί πια τον δημιουργό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου