Στη διαπίστωση ότι, παρά την πρόοδο που έχει σημειώσει η ελληνική οικονομία τα τελευταία χρόνια, υπάρχουν ακόμα «υπερβολικές ανισορροπίες», όπως το...
υψηλό δημόσιο χρέος, η ανεργία και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, καταλήγει η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Εξαμήνου, το οποίο εξετάζει τις μακροοικονομικές ανισορροπίες σε όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ.
Σύμφωνα με τη φετινή έκθεση, στην οποία εμφανίζεται πρώτη φορά η Ελλάδα μετά την έξοδο από το Μνημόνιο, τρεις χώρες αντιμετωπίζουν «υπερβολικές ανισορροπίες» (Ελλάδα, Κύπρος και Ιταλία) και δέκα χώρες αντιμετωπίζουν «ανισορροπίες» (Βουλγαρία, Γερμανία, Ισπανία, Γαλλία, Κροατία, Ιρλανδία, Ολλανδία, Πορτογαλία, Ρουμανία και Σουηδία).
Όπως σημειώνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, «η Ελλάδα, η οποία έχει ενταχθεί στο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο μετά την έξοδο από το πρόγραμμα στήριξης, έχει διαπιστωθεί ότι αντιμετωπίζει υπερβολικές ανισορροπίες». Σύμφωνα με την έκθεση, τα προηγούμενα χρόνια σημειώθηκαν «σημαντικές βελτιώσεις» που αφορούν «την ανταγωνιστικότητα του κόστους, οι οποίες, όμως, πάγωσαν πρόσφατα λόγω της υποτονικής αύξησης της παραγωγικότητας».
«Ενώ το ύψος του δημόσιου χρέους παραμένει υψηλό, κατέχεται κυρίως από τους επίσημους πιστωτές και οι ανάγκες χρηματοδότησης θα είναι σχετικά χαμηλές για τουλάχιστον μια δεκαετία», αναφέρει η έκθεση, ενώ υπογραμμίζεται πως «ο ρυθμός μείωσης του χρέους εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη συνέχιση της επίτευξης των συμφωνηθέντων δημοσιονομικών στόχων και από την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων για τη δημιουργία βιώσιμης προοπτικής ανάπτυξης».
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, οι «υπερβολικές ανισορροπίες» της Ελλάδας «συνδέονται με το υψηλό δημόσιο χρέος, την αρνητική εξωτερική θέση, το υψηλό ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων σε ένα πλαίσιο υψηλής, αν και μειούμενης, ανεργίας και χαμηλής προοπτικής ανάπτυξης».
Επιπρόσθετα, σημειώνεται ότι «η Ελλάδα κατάφερε να βγει με επιτυχία από το πρόγραμμα στήριξης του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας τον Αύγουστο του 2018, αφού προχώρησε σε σημαντικές βελτιώσεις τα τελευταία χρόνια», ωστόσο, «εξακολουθούν να υπάρχουν μεγάλες ανισορροπίες, συμπεριλαμβανομένης μιας εξαιρετικά αρνητικής διεθνούς θέσης στον τομέα των καθαρών επενδύσεων η οποία εξακολουθεί να επιδεινώνεται εν μέσω μέτριας αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ και του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών που παραμένει αρνητικό».
Σε ό,τι αφορά τον χρηματοπιστωτικό τομέα, σημειώνεται πως είναι «ευάλωτος λόγω ενός πολύ μεγάλου αριθμού μη εξυπηρετούμενων δανείων και χαμηλής κερδοφορίας, παρεμποδίζοντας την πιστωτική επέκταση και την ανάκαμψη των επενδύσεων», ενώ προσθέτει πως «το ιδιωτικό χρέος μειώνεται και η ενεργός απομόχλευση συνεχίζεται».
Επιπλέον, σημειώνεται ότι οι συζητήσεις συνεχίζονται αναφορικά με την πρόταση των ελληνικών αρχών για ένα νέο πλαίσιο προστασίας της α' κατοικίας που θα αντικαταστήσει το νόμο Κατσέλη. «Υπάρχει μεγάλος αριθμός σχεδιαστικών και τεχνικών λεπτομερειών οι οποίες πρέπει να διευθετηθούν προκειμένου να διασφαλιστεί ότι το νέο πλαίσιο είναι απολύτως προσωρινό, σωστά στοχευμένο, μπορεί να είναι λειτουργικό στο άμεσο μέλλον και βελτιώνει την κουλτούρα πληρωμών. Επιπρόσθετα, το σχέδιο δράσης για τη μείωση των εκκρεμών δικαστικών υποθέσεων του πλαισίου Κατσέλη έως το 2021 πρέπει να εξειδικευτεί περαιτέρω λαμβάνοντας υπόψη το νέο νομικό πλαίσιο της α' κατοικίας και αντιμετωπίζοντας προβλήματα τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς».
Στην έκθεση γίνεται αναφορά και στην αύξηση του κατώτατου μισθού, τονίζοντας ότι αυτή η απόφαση «εγκυμονεί κινδύνους»: «Η μεγάλη αύξηση του κατώτατου μισθού προκαλεί ένα βραχυπρόθεσμο θετικό αντίκτυπο στην οικονομική δραστηριότητα αλλά εγκυμονεί κινδύνους για χαμηλότερους ρυθμούς αύξησης της απασχόλησης και μια διαρκή απώλεια ανταγωνιστικότητας σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Οι αρχές καλούνται να αναπτύξουν στρατηγική μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν τις επενδύσεις και το δυνητικό ρυθμό ανάπτυξης σε τομείς κλειδιά, όπως η ενέργεια και οι αποκρατικοποιήσεις».
Τέλος, η έκθεση της Επιτροπής επισημαίνει πως «πολλά μέτρα λήφθηκαν κατά τη διάρκεια των προγραμμάτων χρηματοοικονομικής βοήθειας για την αντιμετώπιση πολλών από τις διαρθρωτικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας» και καταλήγει αναφέροντας πως «εκτός από τη σταθεροποίηση των προηγούμενων μεταρρυθμίσεων και των προσπαθειών προσαρμογής, οι αρχές δεσμεύτηκαν να εξασφαλίσουν τη συνέχεια και την ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων, οι οποίες παρακολουθούνται στο πλαίσιο της ενισχυμένης επιτήρησης»...
newpost.gr
υψηλό δημόσιο χρέος, η ανεργία και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, καταλήγει η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Εξαμήνου, το οποίο εξετάζει τις μακροοικονομικές ανισορροπίες σε όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ.
Σύμφωνα με τη φετινή έκθεση, στην οποία εμφανίζεται πρώτη φορά η Ελλάδα μετά την έξοδο από το Μνημόνιο, τρεις χώρες αντιμετωπίζουν «υπερβολικές ανισορροπίες» (Ελλάδα, Κύπρος και Ιταλία) και δέκα χώρες αντιμετωπίζουν «ανισορροπίες» (Βουλγαρία, Γερμανία, Ισπανία, Γαλλία, Κροατία, Ιρλανδία, Ολλανδία, Πορτογαλία, Ρουμανία και Σουηδία).
Όπως σημειώνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, «η Ελλάδα, η οποία έχει ενταχθεί στο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο μετά την έξοδο από το πρόγραμμα στήριξης, έχει διαπιστωθεί ότι αντιμετωπίζει υπερβολικές ανισορροπίες». Σύμφωνα με την έκθεση, τα προηγούμενα χρόνια σημειώθηκαν «σημαντικές βελτιώσεις» που αφορούν «την ανταγωνιστικότητα του κόστους, οι οποίες, όμως, πάγωσαν πρόσφατα λόγω της υποτονικής αύξησης της παραγωγικότητας».
«Ενώ το ύψος του δημόσιου χρέους παραμένει υψηλό, κατέχεται κυρίως από τους επίσημους πιστωτές και οι ανάγκες χρηματοδότησης θα είναι σχετικά χαμηλές για τουλάχιστον μια δεκαετία», αναφέρει η έκθεση, ενώ υπογραμμίζεται πως «ο ρυθμός μείωσης του χρέους εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη συνέχιση της επίτευξης των συμφωνηθέντων δημοσιονομικών στόχων και από την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων για τη δημιουργία βιώσιμης προοπτικής ανάπτυξης».
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, οι «υπερβολικές ανισορροπίες» της Ελλάδας «συνδέονται με το υψηλό δημόσιο χρέος, την αρνητική εξωτερική θέση, το υψηλό ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων σε ένα πλαίσιο υψηλής, αν και μειούμενης, ανεργίας και χαμηλής προοπτικής ανάπτυξης».
Επιπρόσθετα, σημειώνεται ότι «η Ελλάδα κατάφερε να βγει με επιτυχία από το πρόγραμμα στήριξης του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας τον Αύγουστο του 2018, αφού προχώρησε σε σημαντικές βελτιώσεις τα τελευταία χρόνια», ωστόσο, «εξακολουθούν να υπάρχουν μεγάλες ανισορροπίες, συμπεριλαμβανομένης μιας εξαιρετικά αρνητικής διεθνούς θέσης στον τομέα των καθαρών επενδύσεων η οποία εξακολουθεί να επιδεινώνεται εν μέσω μέτριας αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ και του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών που παραμένει αρνητικό».
Σε ό,τι αφορά τον χρηματοπιστωτικό τομέα, σημειώνεται πως είναι «ευάλωτος λόγω ενός πολύ μεγάλου αριθμού μη εξυπηρετούμενων δανείων και χαμηλής κερδοφορίας, παρεμποδίζοντας την πιστωτική επέκταση και την ανάκαμψη των επενδύσεων», ενώ προσθέτει πως «το ιδιωτικό χρέος μειώνεται και η ενεργός απομόχλευση συνεχίζεται».
Επιπλέον, σημειώνεται ότι οι συζητήσεις συνεχίζονται αναφορικά με την πρόταση των ελληνικών αρχών για ένα νέο πλαίσιο προστασίας της α' κατοικίας που θα αντικαταστήσει το νόμο Κατσέλη. «Υπάρχει μεγάλος αριθμός σχεδιαστικών και τεχνικών λεπτομερειών οι οποίες πρέπει να διευθετηθούν προκειμένου να διασφαλιστεί ότι το νέο πλαίσιο είναι απολύτως προσωρινό, σωστά στοχευμένο, μπορεί να είναι λειτουργικό στο άμεσο μέλλον και βελτιώνει την κουλτούρα πληρωμών. Επιπρόσθετα, το σχέδιο δράσης για τη μείωση των εκκρεμών δικαστικών υποθέσεων του πλαισίου Κατσέλη έως το 2021 πρέπει να εξειδικευτεί περαιτέρω λαμβάνοντας υπόψη το νέο νομικό πλαίσιο της α' κατοικίας και αντιμετωπίζοντας προβλήματα τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς».
Στην έκθεση γίνεται αναφορά και στην αύξηση του κατώτατου μισθού, τονίζοντας ότι αυτή η απόφαση «εγκυμονεί κινδύνους»: «Η μεγάλη αύξηση του κατώτατου μισθού προκαλεί ένα βραχυπρόθεσμο θετικό αντίκτυπο στην οικονομική δραστηριότητα αλλά εγκυμονεί κινδύνους για χαμηλότερους ρυθμούς αύξησης της απασχόλησης και μια διαρκή απώλεια ανταγωνιστικότητας σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Οι αρχές καλούνται να αναπτύξουν στρατηγική μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν τις επενδύσεις και το δυνητικό ρυθμό ανάπτυξης σε τομείς κλειδιά, όπως η ενέργεια και οι αποκρατικοποιήσεις».
Τέλος, η έκθεση της Επιτροπής επισημαίνει πως «πολλά μέτρα λήφθηκαν κατά τη διάρκεια των προγραμμάτων χρηματοοικονομικής βοήθειας για την αντιμετώπιση πολλών από τις διαρθρωτικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας» και καταλήγει αναφέροντας πως «εκτός από τη σταθεροποίηση των προηγούμενων μεταρρυθμίσεων και των προσπαθειών προσαρμογής, οι αρχές δεσμεύτηκαν να εξασφαλίσουν τη συνέχεια και την ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων, οι οποίες παρακολουθούνται στο πλαίσιο της ενισχυμένης επιτήρησης»...
newpost.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.