Τις προάλλες έπινα τον καφέ μου σε καφετέρια κεντρικού ξενοδοχείου της Αθήνας. Απέναντί μου, σε μακρύ τραπέζι που είχε δημιουργηθεί από συνένωση πολλών μικρών, καθόταν μεγάλη παρέα καθωσπρέπει κυρίων και κυριών. Αρχικά αποκόμισα την...
εντύπωση ότι επρόκειτο για γενική συνέλευση πολυκατοικίας ή κάποιου εξωραϊστικού συλλόγου.
Δεν άκουγα όλα όσα λέγονταν, από σκόρπιες κουβέντες που έφτασαν στ’ αυτιά μου, όμως, έπειτα από λίγο διαπίστωσα πως ήταν κάτι σαν άτυπη συνέλευση μακεδονικών συλλόγων – συλλόγων που κινητοποιούνται για το Μακεδονικό. Από τα λίγα που άκουσα στη συνέχεια, κατάλαβα ότι σχεδιάζουν συλλαλητήριο στην Αθήνα που φιλοδοξούν να είναι μεγαλύτερο από το προηγούμενο, και σειρά αντιδράσεων στην ομιλία του Αλέξη Τσίπρα στη Θεσσαλονίκη την ερχόμενη Παρασκευή. («Η επίθεση να είναι μετωπική κατά της κυβέρνησης», ήταν μια από τις ελάχιστες ολόκληρες φράσεις που ξεχώρισα ευκρινώς – ίσως επειδή ειπώθηκε με ανάλογη ένταση.) Δεν έχω ένοχη συνείδηση ότι κρυφάκουγα και τους εκθέτω, ο χώρος αλλά και το ύφος της συγκέντρωσης κάθε άλλο παρά προξενούσαν την εντύπωση της οιασδήποτε μορφής «απόρρητου».
Προφανώς δεν επρόκειτο για χρυσαυγίτες ή για παρόμοιου, ακραιφνώς ναζιστικού τύπου οργανώσεις. Για τη «μη ακραία» τους μορφή μαρτυρούσε και ο καθωσπρεπισμός τους. Και δεν αναφέρομαι μόνο σε επιφανειακά χαρακτηριστικά, όπως το ύφος, το ντύσιμο και οι τρόποι συμπεριφοράς. Υποθέτω πως οι περισσότεροι από αυτούς θα γίνονταν έξαλλοι –και δικαίως– αν κάποιος τους παρομοίαζε με ναζιστές. Ακροδεξιοί όμως είναι. Και η «μη ακρότητα» του ακροδεξιού τους ιδεολογικού χαρακτήρα τούς καθιστά μακροπρόθεσμα ίσως πιο επικίνδυνους από τους «ούγκα ούγκα» ακροδεξιούς της Χρυσής Αυγής.
Το έχω πει παλιότερα και θα το ξαναπώ: Οσο «ήπια» και αν εκφράζεται, ο εθνικισμός της «αποκλειστικής καταγωγής» είναι αναπόφευκτα ακροδεξιός εθνικισμός. Αναρωτιέμαι αν έχουν ποτέ τους αναρωτηθεί όσοι κόπτονται για την αποκλειστικότητα του «ονόματος» και ταυτόχρονα θεωρούν τους εαυτούς τους δημοκράτες τι ακριβώς σημαίνει αυτή τους η πεποίθηση.
Οτι μόνον οι Ελληνες είναι γνήσιοι απόγονοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου; Ωραία, ας πούμε ότι ισχύει. Και αυτό γιατί είναι τόσο σημαντικό;
Η μόνη απάντηση στο δεύτερο ερώτημα είναι: Διότι οι άλλοι λαοί που δεν είναι γνήσιοι απόγονοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου είναι κατώτεροι από εμάς τους Ελληνες (και γι’ αυτό δεν έχουν το δικαίωμα να «μιαίνουν» το όνομα της χώρας του Αλεξάνδρου). Και είναι κατώτεροι όχι επειδή στη σύγχρονη εποχή έχουν λιγότερα επιτεύγματα από εμάς να επιδείξουν, στον πολιτισμό, στις επιστήμες, στην οικονομία, στον αθλητισμό έστω, ή όπου αλλού. Είναι κατώτεροι λόγω καταγωγής. Ο ορισμός δηλαδή του ρατσισμού.
Πρόκειται για έναν εθνικισμό που έχει οριστικά πάρει διαζύγιο από τον «δημοκρατικό πατριωτισμό», από τη δημοκρατία εν γένει, από τον Διαφωτισμό σε οποιαδήποτε από τις παρακαταθήκες του. Ο δρόμος για τον εθνικοσοσιαλισμό είναι ορθάνοιχτος. Και τούτο ισχύει τόσο για τα συλλαλητήρια όσο και για τις μαθητικές καταλήψεις. Αυτό (παριστάνουν ότι) δεν καταλαβαίνουν όσοι θέτουν την (επιφανειακά) αφελέστατη ερώτηση: «Μα είναι δυνατόν να υπονοείτε ότι οι μετέχοντες σε συλλαλητήρια και οι μαθητές που διαμαρτύρονται με καταλήψεις είναι ακροδεξιοί;» Η προφανής απάντηση είναι: «Κι αν δεν είναι ήδη, τρέχουν ολοταχώς προς τα εκεί». Η άρχουσα τάξη τα γνωρίζει όλα αυτά, αλλά διακατέχεται από έναν απύθμενο κυνισμό, που οφείλεται κυρίως στο ότι ποτέ της δεν κατάφερε να αποκτήσει την περιπόθητη ηγεμονία που θα εξασφάλιζε την κυριαρχία της.
«Ντάτα, ντάγιαντβαμ, ντάμιατα» είναι η προτροπή της ινδουιστικής διδασκαλίας που αναπαρήγαγε ο Ελιοτ στους τελευταίους στίχους της «Ερημης χώρας» το 1922. Να δίνεις, να συμπάσχεις, να ελέγχεις. Πανάρχαια συνταγή που για τον δυτικό κόσμο θα μπορούσαμε να δεχτούμε πως αποτελούσε το υπόρρητο τρίπτυχο για την άσκηση μιας σωστής και αποτελεσματικής κοινωνικής ηγεμονίας.
Οι ηγέτιδες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις, απέναντι στις κυριαρχούμενες τάξεις, οφείλουν να προσφέρουν (και υλικές δυνατότητες για αξιοπρεπή διαβίωση), να δείχνουν (κατά τρόπο πειστικό) ότι συμπάσχουν, να ελέγχουν και να καθοδηγούν (και όχι μόνο να καταστέλλουν). Αν κάτι χαρακτηρίζει διεθνώς την άρχουσα τάξη στην παρούσα φάση του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού είναι ότι τούτη την αρχαία συνταγή την έχει γραμμένη στα αρχαιότερα των υποδημάτων της.
Οφείλουμε να είμαστε υπερήφανοι για τη δική μας άρχουσα τάξη. Σε ανύποπτο χρόνο, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, πριν καλά καλά επικρατήσει πλήρως ο νεοφιλελευθερισμός, με τον «καθωσπρέπει εθνικισμό» της αποκλειστικής ελληνικότητας της Μακεδονίας, επινόησε μια εύκολη λύση στο δύσκολο πρόβλημα της ηγεμονίας. Κι ας πρόκειται για λύση που πιθανότατα οδηγεί στην εύκολη «ηγεμονία» του φασισμού.
Κύρκος Δοξιάδης - καθηγητής της Κοινωνικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
efsyn.gr
εντύπωση ότι επρόκειτο για γενική συνέλευση πολυκατοικίας ή κάποιου εξωραϊστικού συλλόγου.
Δεν άκουγα όλα όσα λέγονταν, από σκόρπιες κουβέντες που έφτασαν στ’ αυτιά μου, όμως, έπειτα από λίγο διαπίστωσα πως ήταν κάτι σαν άτυπη συνέλευση μακεδονικών συλλόγων – συλλόγων που κινητοποιούνται για το Μακεδονικό. Από τα λίγα που άκουσα στη συνέχεια, κατάλαβα ότι σχεδιάζουν συλλαλητήριο στην Αθήνα που φιλοδοξούν να είναι μεγαλύτερο από το προηγούμενο, και σειρά αντιδράσεων στην ομιλία του Αλέξη Τσίπρα στη Θεσσαλονίκη την ερχόμενη Παρασκευή. («Η επίθεση να είναι μετωπική κατά της κυβέρνησης», ήταν μια από τις ελάχιστες ολόκληρες φράσεις που ξεχώρισα ευκρινώς – ίσως επειδή ειπώθηκε με ανάλογη ένταση.) Δεν έχω ένοχη συνείδηση ότι κρυφάκουγα και τους εκθέτω, ο χώρος αλλά και το ύφος της συγκέντρωσης κάθε άλλο παρά προξενούσαν την εντύπωση της οιασδήποτε μορφής «απόρρητου».
Προφανώς δεν επρόκειτο για χρυσαυγίτες ή για παρόμοιου, ακραιφνώς ναζιστικού τύπου οργανώσεις. Για τη «μη ακραία» τους μορφή μαρτυρούσε και ο καθωσπρεπισμός τους. Και δεν αναφέρομαι μόνο σε επιφανειακά χαρακτηριστικά, όπως το ύφος, το ντύσιμο και οι τρόποι συμπεριφοράς. Υποθέτω πως οι περισσότεροι από αυτούς θα γίνονταν έξαλλοι –και δικαίως– αν κάποιος τους παρομοίαζε με ναζιστές. Ακροδεξιοί όμως είναι. Και η «μη ακρότητα» του ακροδεξιού τους ιδεολογικού χαρακτήρα τούς καθιστά μακροπρόθεσμα ίσως πιο επικίνδυνους από τους «ούγκα ούγκα» ακροδεξιούς της Χρυσής Αυγής.
Το έχω πει παλιότερα και θα το ξαναπώ: Οσο «ήπια» και αν εκφράζεται, ο εθνικισμός της «αποκλειστικής καταγωγής» είναι αναπόφευκτα ακροδεξιός εθνικισμός. Αναρωτιέμαι αν έχουν ποτέ τους αναρωτηθεί όσοι κόπτονται για την αποκλειστικότητα του «ονόματος» και ταυτόχρονα θεωρούν τους εαυτούς τους δημοκράτες τι ακριβώς σημαίνει αυτή τους η πεποίθηση.
Οτι μόνον οι Ελληνες είναι γνήσιοι απόγονοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου; Ωραία, ας πούμε ότι ισχύει. Και αυτό γιατί είναι τόσο σημαντικό;
Η μόνη απάντηση στο δεύτερο ερώτημα είναι: Διότι οι άλλοι λαοί που δεν είναι γνήσιοι απόγονοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου είναι κατώτεροι από εμάς τους Ελληνες (και γι’ αυτό δεν έχουν το δικαίωμα να «μιαίνουν» το όνομα της χώρας του Αλεξάνδρου). Και είναι κατώτεροι όχι επειδή στη σύγχρονη εποχή έχουν λιγότερα επιτεύγματα από εμάς να επιδείξουν, στον πολιτισμό, στις επιστήμες, στην οικονομία, στον αθλητισμό έστω, ή όπου αλλού. Είναι κατώτεροι λόγω καταγωγής. Ο ορισμός δηλαδή του ρατσισμού.
Πρόκειται για έναν εθνικισμό που έχει οριστικά πάρει διαζύγιο από τον «δημοκρατικό πατριωτισμό», από τη δημοκρατία εν γένει, από τον Διαφωτισμό σε οποιαδήποτε από τις παρακαταθήκες του. Ο δρόμος για τον εθνικοσοσιαλισμό είναι ορθάνοιχτος. Και τούτο ισχύει τόσο για τα συλλαλητήρια όσο και για τις μαθητικές καταλήψεις. Αυτό (παριστάνουν ότι) δεν καταλαβαίνουν όσοι θέτουν την (επιφανειακά) αφελέστατη ερώτηση: «Μα είναι δυνατόν να υπονοείτε ότι οι μετέχοντες σε συλλαλητήρια και οι μαθητές που διαμαρτύρονται με καταλήψεις είναι ακροδεξιοί;» Η προφανής απάντηση είναι: «Κι αν δεν είναι ήδη, τρέχουν ολοταχώς προς τα εκεί». Η άρχουσα τάξη τα γνωρίζει όλα αυτά, αλλά διακατέχεται από έναν απύθμενο κυνισμό, που οφείλεται κυρίως στο ότι ποτέ της δεν κατάφερε να αποκτήσει την περιπόθητη ηγεμονία που θα εξασφάλιζε την κυριαρχία της.
«Ντάτα, ντάγιαντβαμ, ντάμιατα» είναι η προτροπή της ινδουιστικής διδασκαλίας που αναπαρήγαγε ο Ελιοτ στους τελευταίους στίχους της «Ερημης χώρας» το 1922. Να δίνεις, να συμπάσχεις, να ελέγχεις. Πανάρχαια συνταγή που για τον δυτικό κόσμο θα μπορούσαμε να δεχτούμε πως αποτελούσε το υπόρρητο τρίπτυχο για την άσκηση μιας σωστής και αποτελεσματικής κοινωνικής ηγεμονίας.
Οι ηγέτιδες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις, απέναντι στις κυριαρχούμενες τάξεις, οφείλουν να προσφέρουν (και υλικές δυνατότητες για αξιοπρεπή διαβίωση), να δείχνουν (κατά τρόπο πειστικό) ότι συμπάσχουν, να ελέγχουν και να καθοδηγούν (και όχι μόνο να καταστέλλουν). Αν κάτι χαρακτηρίζει διεθνώς την άρχουσα τάξη στην παρούσα φάση του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού είναι ότι τούτη την αρχαία συνταγή την έχει γραμμένη στα αρχαιότερα των υποδημάτων της.
Οφείλουμε να είμαστε υπερήφανοι για τη δική μας άρχουσα τάξη. Σε ανύποπτο χρόνο, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, πριν καλά καλά επικρατήσει πλήρως ο νεοφιλελευθερισμός, με τον «καθωσπρέπει εθνικισμό» της αποκλειστικής ελληνικότητας της Μακεδονίας, επινόησε μια εύκολη λύση στο δύσκολο πρόβλημα της ηγεμονίας. Κι ας πρόκειται για λύση που πιθανότατα οδηγεί στην εύκολη «ηγεμονία» του φασισμού.
Κύρκος Δοξιάδης - καθηγητής της Κοινωνικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου