3.11.18

Τέσσερις πανεπιστημιακοί μιλούν για τη συνταγματική αναθεώρηση...

...και τις αλλαγές που εισηγείται η κυβέρνηση...

Με αφορμή την παρουσίαση των προτάσεων για τη συνταγματική αναθεώρηση, από τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα και το...
άνοιγμα της σχετικής διαδικασίας στη Βουλή, μετά την πρόταση που κατέθεσε στον πρόεδρο της Βουλής η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, το ΑΠΕ ΜΠΕ, ζήτησε την άποψη τεσσάρων έγκριτων πανεπιστημιακών, στο πλαίσιο του δημόσιου διαλόγου που έχει ξεκινήσει.

Την άποψή τους για τη συνταγματική αναθεώρηση και την κυβερνητική πρόταση καταθέτουν ο πρόεδρος της Επιτροπής, κοσμήτορας στη Σχολή Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστημίου Αθηνών, Μιχάλης Σπουρδαλάκης, ο καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Γιώργος Γεραπετρίτης, ο καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Γιώργος Χ. Σωτηρέλης, και ο καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Γιάννης Δρόσος.

Μιχάλης Σπουρδαλάκης: Η εμπειρία που είχαμε από την κρίση, θα πρέπει να αποτυπωθεί

Τα τελευταία οκτώ χρόνια η χώρα είχε την εμπειρία μιας πολύ βαθιάς πολιτικής οικονομικής ανθρωπιστικής και πολιτιστικής κρίσης. Η κρίση αυτή είχε ως αιτία κατ΄ αρχήν τη βαθιά κρίση εκπροσώπησης η οποία σoβούσε πολλά χρόνια πριν εκδηλωθεί με τις επιλογές που ακολούθησαν την κρίση του 2010. Αυτή η εμπειρία άφησε πολύ σημαντικά αποτυπώματα στο πολιτικό σύστημα και στη Δημοκρατία μας.

Υπ΄ αυτή την έννοια, είναι απολύτως χρήσιμο και ώριμο, τώρα, που βγαίνουμε στο ξέφωτο, να δούμε προς τα πίσω και να κάνουμε κάποιες διορθώσεις στον καταστατικό μας χάρτη, οι οποίες, θα βελτιώσουν την ποιότητα της Δημοκρατίας μας και θα αποτρέψουν, στο μέλλον, κάποια από τα φαινόμενα, τα οποία την πλήγωσαν.

Θα πρέπει βέβαια, να πω ότι η κρίση δεν ήταν αποτέλεσμα ενός κακού Συντάγματος. Το Σύνταγμά μας, είναι αρκετά καλό. Ωστόσο η εμπειρία την οποία είχαμε από αυτή την κρίση, θα πρέπει να αποτυπωθεί.

Να αναφέρω ορισμένα παραδείγματα, τα οποία προκύπτουν και από την πρόταση του κυβερνώντος κόμματος. Το ζήτημα της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας, να μην οδηγεί σε εκλογές, ώστε να σταθεροποιηθεί κατά κάποιο τρόπο το σύστημα. Οι προτάσεις δυσπιστίας οι οποίες παίζουν ένα ρόλο περίπου επικοινωνιακό. Το ίδιο το Κοινοβούλιο πρέπει να υποδεικνύει και το νέο πρωθυπουργό και να μην καταφεύγει το πολιτικό σύστημα σε εξωπολιτικά πρόσωπα, που μόνο εκτός πολιτικής και συμφερόντων δεν είναι.

Όλα αυτά έχουν ως στόχο, νομίζω, την έμμεση τουλάχιστον αναβάθμιση του κύρους της πολιτικής και των πολιτικών, που όλο αυτό το διάστημα είχε υπονομευθεί. Υπό αυτή την έννοια, και ώριμες είναι οι συνθήκες για συνταγματική αναθεώρηση, και οι προτάσεις που έχουν ακουστεί έως τώρα, ανταποκρίνονται σε αυτό.

Υπάρχει και μια διάσταση πολύ σημαντική και πρέπει να παλέψουμε για να την κατακτήσουμε. Πρέπει να υπονομεύσουμε το γενικότερο κλίμα της πολιτικής πόλωσης. Αυτή η προϋπόθεση είναι εξαιρετικά σημαντική, όταν μιλάμε για τόσο μεγάλες αλλαγές, όπως είναι η αναθεώρηση του Συντάγματος. Αυτό είναι κάτι που με ανησυχεί, όμως η σοβαρότητα που έδειξαν οι πολίτες και οι φορείς που συμμετείχαν στον προδιαδικαστικό διάλογο για τη συνταγματική αναθεώρηση, τον οποίο είχα την τύχη και την τιμή να συντονίσω, μου δίνουν ελπίδες, ότι αυτές οι πολώσεις δεν θα σταθούν εμπόδιο, στο να δημιουργηθεί ένα κλίμα, έστω δυναμικής συναίνεσης, που τουλάχιστον θα συζητήσει με ανοικτά τα ζητήματα και όχι με συνθηματολογίες και απλουστεύσεις μηδενικού αθροίσματος.

Γιώργος Γεραπετρίτης: Το Σύνταγμα δεν προσφέρεται για μικροπολιτική

Στην Ελλάδα, για λόγους μείζονος ιστορικού συμβολισμού, το Σύνταγμα προσέλαβε ιστορικά οιονεί μεταφυσικές διαστάσεις, είτε ως λαϊκό αίτημα είτε ως τελευταίο καταφύγιο έναντι των αυθαιρεσιών της κρατικής εξουσίας. Αρκεί κάποιος να θυμηθεί την 3η Σεπτεμβρίου 1844, το αίτημα για συντακτική Βουλή το 1911, το σύνθημα «114» το 1965-66 και την αποκατάσταση της δημοκρατίας το 1974 με τη λογική ότι «η δημοκρατία δικαίω ουδέποτε κατελύθη». Εντούτοις, η ιδεολογική αυτή σημασία του Συντάγματος έχει υποχωρήσει απέναντι σε πολιτικές σκοπιμότητες. Με τον τρόπο αυτό, η αναθεώρηση ανασύρεται όταν ο πολιτικός χρόνος το επιβάλλει είτε για την αλλαγή της πολιτικής ατζέντας, είτε για τη συσπείρωση των κυβερνώντων, είτε για την πρόκληση τεχνητών διαχωριστικών γραμμών.

Ερμηνεύοντας, με κάποιο βαθμό υποκειμενικότητας, τις αναθεωρητικές θέσεις που έχουν εκφράσει οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου φαίνεται να υπάρχουν τρεις κατηγορίες διατάξεων. Η πρώτη κατηγορία είναι οι ώριμες διατάξεις, στις οποίες φαίνεται να υπάρχει σύγκλιση τόσο για την ανάγκη αναθεώρησης όσο και, σε γενικές γραμμές, για το περιεχόμενό της, όπως για παράδειγμα η ευθύνη των βουλευτών και των υπουργών (με την περιστολή των προνομίων), η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας και ο διαχωρισμός της από τις εθνικές εκλογές, ο τρόπος επιλογής των ανωτάτων δικαστών και η απεξάρτησή της από τη βούληση της κυβερνητικής πλειοψηφίας. Στη δεύτερη κατηγορία ανήκουν διατάξεις στις οποίες υπάρχει σύγκλιση για την ανάγκη αναθεώρησης, αλλά διαφωνία στο περιεχόμενό της, όπως το ασφαλές επενδυτικό περιβάλλον και οι αρμοδιότητες των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, με την κυβερνητική πλειοψηφία να εμφορείται από κρατισμό (π.χ. κρατικό μονοπώλιο ενέργειας και υδάτων, ενόσω ήδη έχει υπάρχει πρόβλεψη και ενωσιακή υποχρέωση για ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ) και την αντιπολίτευση να διατυπώνει περισσότερο φιλελεύθερες και καινοτόμες προτάσεις. Στην τρίτη κατηγορία ανήκουν διατάξεις στις οποίες δεν υπάρχει σύγκλιση ούτε καν για να τεθούν σε αναθεώρηση από την παρούσα Βουλή, όπως το άρθρο 16 για το μονοπώλιο στην ανώτατη παιδεία και το άρθρο 3 για τις σχέσεις κράτους και Εκκλησίας.

Δυστυχώς, υπό τις συνθήκες αυτές, δεν φαίνεται να υφίστανται σήμερα οι πολιτικές προϋποθέσεις για μια αναθεώρηση διαβουλευτική, ορθολογική και γενναία, όπως η χώρα έχει ανάγκη. Οδεύουμε κατά τούτο σε μια αναθεώρηση που θα κινείται στον ελάχιστο κοινό παρονομαστή και θα αποτελέσει περισσότερο αντικείμενο πολιτικής αντιπαράθεσης παρά ουσιαστικής συζήτησης για την αναδιάταξη θεσμών που πλέον έχουν καταστεί αναχρονιστικοί. Για τον λόγο αυτό θεωρώ ότι το πολιτικό προσωπικό της χώρας θα πρέπει να παραμερίσει τις συνταγματικές πομφόλυγες περί συντακτικής συνέλευσης που θα καταλύσει το Σύνταγμα για να δημιουργήσει ένα νέο, περί συνταγματικού δημοψηφίσματος το οποίο συνιστά ωμή καταστρατήγηση της αναθεωρητικής διαδικασίας και περί ενός Συντάγματος της ευτυχίας που θα διασφαλίζει με τρόπο εικονικό ό,τι η πραγματικότητα έχει στερήσει στον λαό. Απαιτείται ευθυκρισία και αυτοκριτική για ένα νέο μοντέλο που θα απελευθερώνει το δυναμικό της χώρας, με διατάξεις πρακτικές και ωφέλιμες προς την κατεύθυνση της πολιτικής κανονικότητας, της ασφάλειας και σταθερότητας και της αναπτυξιακής προοπτικής. Η ευθύνη απέναντι στις επόμενες γενιές από μια αποτυχημένη αναθεωρητική πρωτοβουλία είναι μεγάλη και όλοι, πολιτικό προσωπικό και επιστημονική κοινότητα, θα κριθούμε με αυστηρότητα.

Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο στην avgi.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: