Η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος στη Χιλή εφαρμόστηκε στις αρχές του 1981 και αποτελεί ένα από τα ουσιαστικά μέτρα της δικτατορίας του Πινοσέτ.
Το διανεμητικό σύστημα πληρωμής των συντάξεων με τους...
τρεις πυλώνες, εργαζομένους, εργοδότες και κράτος, που ίσχυε από το 1920 αντικαταστάθηκε με το κεφαλαιοποιητικό σύστημα χωρίς ελλείμματα, με διαχειριστές ιδιωτικά συνταξιοδοτικά/ασφαλιστικά ταμεία (ιδιωτικές επιχειρήσεις), τα Administradoras de Fondos De Pensiones. Είναι προφανές ότι το καθεστώς Πινοσέτ αποβλέπει στην πλήρη φιλελευθεροποίηση του συστήματος.
Η βασική στόχευση του κεφαλοποιητικού συστήματος είναι η επίτευξη της μέγιστης οικονομικής ανταποδοτικότητας και όχι η κοινωνική δικαιοσύνη που διέπει το κράτος πρόνοιας.
Η αρχή της λειτουργίας του είναι η ατομική κεφαλαιακή συσσώρευση, σύμφωνα με την οποία το ύψος των παρεχόμενων συντάξεων είναι συνάρτηση της ικανότητας των ατόμων να αποταμιεύουν εισοδήματα κατά τη διάρκεια του εργάσιμου βίου τους.
Οι δυνάμεις της αγοράς κυριαρχούν πλήρως, καθώς η αποδοτικότητα του συστήματος εξαρτάται από την επέκταση και τη λειτουργία της εγχώριας και των διεθνών χρηματαγορών, καθώς στηρίζονται στην επένδυση των αποθεματικών σε χρηματιστηριακά προϊόντα με σκοπό την υψηλή κερδοφορία.
Τα χαρακτηριστικά του συνταξιοδοτικού συστήματος:
Οι εισφορές στο σύστημα προέρχονται μόνον από έναν πυλώνα, τον εργαζόμενο. Δεν συνεισφέρει ούτε το κράτος ούτε ο εργοδότης.
Η λειτουργία
Τα ιδιωτικά συνταξιοδοτικά ταμεία λειτουργούν με τη μορφή συμμετοχικών επιχειρήσεων και παρέχουν συντάξεις λόγω γήρατος, αναπηρίας, καθώς και συντάξεις για τους επιζώντες (χήρους, χήρες, ορφανά, προστατευόμενα μέλη). Οι επιχειρήσεις αυτές διαχειρίζονται αποκλειστικά και μόνο συνταξιοδοτικά κεφάλαια. Τα περισσότερα μέλη της οικονομικής ελίτ της Χιλής συμμετέχουν σε αυτές τις επιχειρήσεις.
Ολοι οι εργαζόμενοι με καθεστώς εξαρτημένης εργασίας συνεισφέρουν στο συνταξιοδοτικό σύστημα και επιλέγουν το ασφαλιστικό ταμείο που αυτοί επιθυμούν. Ομως για τους αυτοαπασχολούμενους η συνεισφορά είναι προαιρετική.
Παραδόξως εξαιρούνται από το σύστημα οι στρατιωτικοί, οι οποίοι και το επέβαλαν, που διατηρούν το δικό τους Ταμείο. Προφανώς είτε επειδή ήθελαν να εξακολουθούν να λαμβάνουν υψηλές συντάξεις ή ακόμη και επειδή ήθελαν να διατηρήσουν το απόρρητο των συνταξιοδοτικών απολαβών τους.
Σήμερα οι συντάξεις των στρατιωτικών είναι πολύ υψηλότερες από αυτές των υπολοίπων, ενώ το Ταμείο τους χρηματοδοτείται αποκλειστικά από το κράτος.
Οι εισφορές
Οι εισφορές για τον κάθε εργαζόμενο είναι 10% του ακαθάριστου μηνιαίου μισθού του. Το σύστημα επιτρέπει μια επιπλέον προαιρετική εισφορά μέχρι 2.000$ τον μήνα, προκειμένου ο εργαζόμενος να αυξήσει το κεφάλαιο που απαιτείται για πρόωρη συνταξιοδότηση. Οι συνταξιοδοτικές εισφορές δεν φορολογούνται.
Με τα τεράστια ποσά που διαχειρίζονται τα ιδιωτικά Ταμεία πραγματοποιούν επενδύσεις στην αγορά κεφαλαίων. Ετσι το προϊόν της σύνταξης εξαρτάται από το ποσό που συνεισφέρει ο εργαζόμενος και από το ποσοστό της απόδοσης των κεφαλαίων που επενδύονται.
Είναι προφανές ότι οι αποδόσεις από τις επενδύσεις των εταιρειών αντικαθιστούν τις εισφορές του εργοδότη.
Αύξηση των ορίων
Οταν ξεκίνησε η εφαρμογή του συστήματος η ηλικία συνταξιοδότησης αυξήθηκε για τους άνδρες από τα 60 στα 65 έτη, ενώ για τις γυναίκες από τα 55 στα 60 έτη. Ο κάθε δικαιούχος σύνταξης έχει δύο επιλογές: α) να λάβει εφάπαξ το ποσό που δικαιούται μαζί με τις προβλεπόμενες αποδόσεις, β) να λάβει το ποσό με μηνιαίες δόσεις.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι μηνιαίες δόσεις –αν ο δικαιούχος επιζήσει περισσότερο απ’ ό,τι προβλέπει το πρόγραμμα– εξασφαλίζονται για το υπόλοιπο της ζωής του από την ελάχιστη σύνταξη που εγγυάται το κράτος.
Για την παροχή της ελάχιστης εγγυημένης από το κράτος σύνταξης ο εργαζόμενος πρέπει να έχει συμπληρώσει τουλάχιστον 20 χρόνια ασφάλισης.
Το κράτος εγγυάται την παροχή σύνταξης στους δικαιούχους, σε περίπτωση που η ιδιωτική συνταξιοδοτική επιχείρηση τεθεί σε πτώχευση.
Το ποσοστό αυτών που καταβάλλουν εισφορά σε σχέση με αυτό των δικαιούχων συνταξιοδοτικής ασφάλισης ήταν πολύ χαμηλό (59% το 1996). Αυτό οφείλεται στα μεγάλα ποσοστά αδήλωτης εργασίας, στα χαμηλά ποσοστά εισφοράς των αυτοαπασχολούμενων και σε αυτούς οι οποίοι δεν μπορούσαν να συνεισφέρουν τακτικά χρηματικά ποσά.
Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο στο efsyn.gr
Το διανεμητικό σύστημα πληρωμής των συντάξεων με τους...
τρεις πυλώνες, εργαζομένους, εργοδότες και κράτος, που ίσχυε από το 1920 αντικαταστάθηκε με το κεφαλαιοποιητικό σύστημα χωρίς ελλείμματα, με διαχειριστές ιδιωτικά συνταξιοδοτικά/ασφαλιστικά ταμεία (ιδιωτικές επιχειρήσεις), τα Administradoras de Fondos De Pensiones. Είναι προφανές ότι το καθεστώς Πινοσέτ αποβλέπει στην πλήρη φιλελευθεροποίηση του συστήματος.
Η βασική στόχευση του κεφαλοποιητικού συστήματος είναι η επίτευξη της μέγιστης οικονομικής ανταποδοτικότητας και όχι η κοινωνική δικαιοσύνη που διέπει το κράτος πρόνοιας.
Η αρχή της λειτουργίας του είναι η ατομική κεφαλαιακή συσσώρευση, σύμφωνα με την οποία το ύψος των παρεχόμενων συντάξεων είναι συνάρτηση της ικανότητας των ατόμων να αποταμιεύουν εισοδήματα κατά τη διάρκεια του εργάσιμου βίου τους.
Οι δυνάμεις της αγοράς κυριαρχούν πλήρως, καθώς η αποδοτικότητα του συστήματος εξαρτάται από την επέκταση και τη λειτουργία της εγχώριας και των διεθνών χρηματαγορών, καθώς στηρίζονται στην επένδυση των αποθεματικών σε χρηματιστηριακά προϊόντα με σκοπό την υψηλή κερδοφορία.
Τα χαρακτηριστικά του συνταξιοδοτικού συστήματος:
Οι εισφορές στο σύστημα προέρχονται μόνον από έναν πυλώνα, τον εργαζόμενο. Δεν συνεισφέρει ούτε το κράτος ούτε ο εργοδότης.
Η λειτουργία
Τα ιδιωτικά συνταξιοδοτικά ταμεία λειτουργούν με τη μορφή συμμετοχικών επιχειρήσεων και παρέχουν συντάξεις λόγω γήρατος, αναπηρίας, καθώς και συντάξεις για τους επιζώντες (χήρους, χήρες, ορφανά, προστατευόμενα μέλη). Οι επιχειρήσεις αυτές διαχειρίζονται αποκλειστικά και μόνο συνταξιοδοτικά κεφάλαια. Τα περισσότερα μέλη της οικονομικής ελίτ της Χιλής συμμετέχουν σε αυτές τις επιχειρήσεις.
Ολοι οι εργαζόμενοι με καθεστώς εξαρτημένης εργασίας συνεισφέρουν στο συνταξιοδοτικό σύστημα και επιλέγουν το ασφαλιστικό ταμείο που αυτοί επιθυμούν. Ομως για τους αυτοαπασχολούμενους η συνεισφορά είναι προαιρετική.
Παραδόξως εξαιρούνται από το σύστημα οι στρατιωτικοί, οι οποίοι και το επέβαλαν, που διατηρούν το δικό τους Ταμείο. Προφανώς είτε επειδή ήθελαν να εξακολουθούν να λαμβάνουν υψηλές συντάξεις ή ακόμη και επειδή ήθελαν να διατηρήσουν το απόρρητο των συνταξιοδοτικών απολαβών τους.
Σήμερα οι συντάξεις των στρατιωτικών είναι πολύ υψηλότερες από αυτές των υπολοίπων, ενώ το Ταμείο τους χρηματοδοτείται αποκλειστικά από το κράτος.
Οι εισφορές
Οι εισφορές για τον κάθε εργαζόμενο είναι 10% του ακαθάριστου μηνιαίου μισθού του. Το σύστημα επιτρέπει μια επιπλέον προαιρετική εισφορά μέχρι 2.000$ τον μήνα, προκειμένου ο εργαζόμενος να αυξήσει το κεφάλαιο που απαιτείται για πρόωρη συνταξιοδότηση. Οι συνταξιοδοτικές εισφορές δεν φορολογούνται.
Με τα τεράστια ποσά που διαχειρίζονται τα ιδιωτικά Ταμεία πραγματοποιούν επενδύσεις στην αγορά κεφαλαίων. Ετσι το προϊόν της σύνταξης εξαρτάται από το ποσό που συνεισφέρει ο εργαζόμενος και από το ποσοστό της απόδοσης των κεφαλαίων που επενδύονται.
Είναι προφανές ότι οι αποδόσεις από τις επενδύσεις των εταιρειών αντικαθιστούν τις εισφορές του εργοδότη.
Αύξηση των ορίων
Οταν ξεκίνησε η εφαρμογή του συστήματος η ηλικία συνταξιοδότησης αυξήθηκε για τους άνδρες από τα 60 στα 65 έτη, ενώ για τις γυναίκες από τα 55 στα 60 έτη. Ο κάθε δικαιούχος σύνταξης έχει δύο επιλογές: α) να λάβει εφάπαξ το ποσό που δικαιούται μαζί με τις προβλεπόμενες αποδόσεις, β) να λάβει το ποσό με μηνιαίες δόσεις.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι μηνιαίες δόσεις –αν ο δικαιούχος επιζήσει περισσότερο απ’ ό,τι προβλέπει το πρόγραμμα– εξασφαλίζονται για το υπόλοιπο της ζωής του από την ελάχιστη σύνταξη που εγγυάται το κράτος.
Για την παροχή της ελάχιστης εγγυημένης από το κράτος σύνταξης ο εργαζόμενος πρέπει να έχει συμπληρώσει τουλάχιστον 20 χρόνια ασφάλισης.
Το κράτος εγγυάται την παροχή σύνταξης στους δικαιούχους, σε περίπτωση που η ιδιωτική συνταξιοδοτική επιχείρηση τεθεί σε πτώχευση.
Το ποσοστό αυτών που καταβάλλουν εισφορά σε σχέση με αυτό των δικαιούχων συνταξιοδοτικής ασφάλισης ήταν πολύ χαμηλό (59% το 1996). Αυτό οφείλεται στα μεγάλα ποσοστά αδήλωτης εργασίας, στα χαμηλά ποσοστά εισφοράς των αυτοαπασχολούμενων και σε αυτούς οι οποίοι δεν μπορούσαν να συνεισφέρουν τακτικά χρηματικά ποσά.
Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο στο efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου