«Τι ανακούφιση, τέτοιες μέρες, που δεν είμαι πια δημοσιογράφος (opinion maker, τηλεοπτική περσόνα). Είμαι μια γκαρσόνα που σερβίρει και είμαι καλά». Ενα ποστ μου στο facebook έφερε...
like και καρδούλες, κυρίως από συναδέλφους που έχουμε μοιραστεί από τις καλές μέχρι τις τρισχειρότερες μέρες της δημοσιογραφίας. Εφερε και μια πρόταση από την «Εφ.Συν.»: «Μήπως θέλεις για λίγο να ξαναγίνεις και να γράψεις 350 λέξεις; Χρονογράφημα, κάτι ανθρώπινο, έτσι όπως ξέρεις εσύ...».
Πρώτη σκέψη, αυθόρμητη: 350 ΛΕΞΕΙΣ; Κανένας δεν διαβάζει ΠΙΑ τόσες λέξεις. Το μάθαμε από τα κοινωνικά δίκτυα, το εμπεδώσαμε και από κάθε είδους site, που σέβεται τα «κλικ» του.
Δεύτερη σκέψη (σερβίροντας φρέντο): Μήπως είναι, όμως, μια πρόσκληση-πρόκληση; Αρχίζει εσωτερικός διάλογος: υπάρχουν κι άλλες λέξεις μετά την κατάχρηση επιθετικών προσδιορισμών, αλληλοκατηγοριών, πινγκ πονγκ ευθυνών, σοβαρών ή χυδαίων κειμένων για να εκφράσουν την «ανείπωτη» τραγωδία;
Διάλειμμα για τσιγάρο και τρίτη σκέψη: «γράψε κάτι ανθρώπινο». Δηλαδή; Παλαιορομαντικό ή νεοκυνικό; Να έχει κάτι από χαμένη ανεμελιά καλοκαιριών ή να «αφυπνίζει» με καμένα αγγελούδια; Μήπως να γράψω μια οργισμένη επιστολή στον Αλέξη, αλλά να τα «χώσω» και στον Μητσοτάκη; 'Η να ξαναγράψω επικήδειους, γιατί δεν τα είπαν καλά όσοι σπάραζαν πάνω από μνήματα αγαπημένων;
Τέταρτη σκέψη (να βάλω κι ένα πλυντήριο, τέλειωσαν τα ποτήρια):
«γράψε ό,τι θέλεις, ξέρεις εσύ...»: Τι μπορεί να είναι, σ' αυτή την ψυχική καθίζηση που έχουμε υποστεί, παρηγορητικό, ανθρώπινο, που δεν θα ρίχνει λάδι στη φωτιά αλλά ούτε στάχτη στα μάτια; Δεν ξέρω.
Ακόμη και στο fb γράφω όλο και λιγότερο. Το κύμα μίσους που απλώνεται σε κάθε νέα συμφορά δεν με αποσβολώνει, αρχίζω σχεδόν να το συνηθίζω· γι' αυτό και απέχω.
Ηρθαν φίλοι για μπιρες. Δικαιούμαι μία κι εγώ. Δεν είμαι δα και μια γκαρσόνα που θα τη μαλώσει το αφεντικό! Με πέντε φίλους δουλεύουμε ισότιμα ένα συνεργατικό καφενείο -από τα νέα στοιχήματα της εποχής μετά την κρίση. Καμιά δουλειά δεν είναι ντροπή -ειδικά αν ντρεπόσουν για χρόνια να είσαι συνάδελφος με αμοραλιστές που πάταγαν επί πτωμάτων- συμβολικά και ενίοτε κυριολεκτικά.
Εβίβα!
ΥΓ1: για «Εφ.Συν.»: 350 λέξεις! Αν σας λέει κάτι, βάλτε το. Αν όχι, ελάτε για μπίρες.
ΥΓ2: Καλό καλοκαίρι σε όλους. Φεύγοντας για διακοπές, ονειρεύομαι να πάθω αυτό που συνέβη στη φίλη μου τη Ναταλία. Μέσα στη θάλασσα να ξεσπάσω σ' ένα λυτρωτικό κλάμα, ενώ στην ακτή μουσικοί ρυθμοί συνεχίζουν το πάρτι της ζωής.
Γιούλα Ράπτη
like και καρδούλες, κυρίως από συναδέλφους που έχουμε μοιραστεί από τις καλές μέχρι τις τρισχειρότερες μέρες της δημοσιογραφίας. Εφερε και μια πρόταση από την «Εφ.Συν.»: «Μήπως θέλεις για λίγο να ξαναγίνεις και να γράψεις 350 λέξεις; Χρονογράφημα, κάτι ανθρώπινο, έτσι όπως ξέρεις εσύ...».
Πρώτη σκέψη, αυθόρμητη: 350 ΛΕΞΕΙΣ; Κανένας δεν διαβάζει ΠΙΑ τόσες λέξεις. Το μάθαμε από τα κοινωνικά δίκτυα, το εμπεδώσαμε και από κάθε είδους site, που σέβεται τα «κλικ» του.
Δεύτερη σκέψη (σερβίροντας φρέντο): Μήπως είναι, όμως, μια πρόσκληση-πρόκληση; Αρχίζει εσωτερικός διάλογος: υπάρχουν κι άλλες λέξεις μετά την κατάχρηση επιθετικών προσδιορισμών, αλληλοκατηγοριών, πινγκ πονγκ ευθυνών, σοβαρών ή χυδαίων κειμένων για να εκφράσουν την «ανείπωτη» τραγωδία;
Διάλειμμα για τσιγάρο και τρίτη σκέψη: «γράψε κάτι ανθρώπινο». Δηλαδή; Παλαιορομαντικό ή νεοκυνικό; Να έχει κάτι από χαμένη ανεμελιά καλοκαιριών ή να «αφυπνίζει» με καμένα αγγελούδια; Μήπως να γράψω μια οργισμένη επιστολή στον Αλέξη, αλλά να τα «χώσω» και στον Μητσοτάκη; 'Η να ξαναγράψω επικήδειους, γιατί δεν τα είπαν καλά όσοι σπάραζαν πάνω από μνήματα αγαπημένων;
Τέταρτη σκέψη (να βάλω κι ένα πλυντήριο, τέλειωσαν τα ποτήρια):
«γράψε ό,τι θέλεις, ξέρεις εσύ...»: Τι μπορεί να είναι, σ' αυτή την ψυχική καθίζηση που έχουμε υποστεί, παρηγορητικό, ανθρώπινο, που δεν θα ρίχνει λάδι στη φωτιά αλλά ούτε στάχτη στα μάτια; Δεν ξέρω.
Ακόμη και στο fb γράφω όλο και λιγότερο. Το κύμα μίσους που απλώνεται σε κάθε νέα συμφορά δεν με αποσβολώνει, αρχίζω σχεδόν να το συνηθίζω· γι' αυτό και απέχω.
Ηρθαν φίλοι για μπιρες. Δικαιούμαι μία κι εγώ. Δεν είμαι δα και μια γκαρσόνα που θα τη μαλώσει το αφεντικό! Με πέντε φίλους δουλεύουμε ισότιμα ένα συνεργατικό καφενείο -από τα νέα στοιχήματα της εποχής μετά την κρίση. Καμιά δουλειά δεν είναι ντροπή -ειδικά αν ντρεπόσουν για χρόνια να είσαι συνάδελφος με αμοραλιστές που πάταγαν επί πτωμάτων- συμβολικά και ενίοτε κυριολεκτικά.
Εβίβα!
ΥΓ1: για «Εφ.Συν.»: 350 λέξεις! Αν σας λέει κάτι, βάλτε το. Αν όχι, ελάτε για μπίρες.
ΥΓ2: Καλό καλοκαίρι σε όλους. Φεύγοντας για διακοπές, ονειρεύομαι να πάθω αυτό που συνέβη στη φίλη μου τη Ναταλία. Μέσα στη θάλασσα να ξεσπάσω σ' ένα λυτρωτικό κλάμα, ενώ στην ακτή μουσικοί ρυθμοί συνεχίζουν το πάρτι της ζωής.
Γιούλα Ράπτη
EΦ.ΣΥΝ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου