Αυτό ήταν μάλλον Δέκα Γερασμένοι Μήτσοι...
Η πρεμιέρα του Λάκη Λαζόπουλου θα μπορούσε να γίνει δεκτή με ενθουσιασμό, μόνο αν γυρίζαμε το ημερολόγιο πολλά χρόνια πίσω.
Δεδομένο πρώτο: Ο...
Λάκης Λαζόπουλος είναι ένας εξαιρετικά ταλαντούχος σατιρικός κωμικός, κάτι που έχει αποδείξει επανειλημμένως, κυρίως την εποχή των Δέκα Μικρών Μήτσων. Μέσα από αυτή την εκπομπή τον έμαθα κι εγώ, τα βράδια που οι γονείς και η γιαγιά μου γέλαγαν δυνατά μπροστά στην τηλεόραση με τα σκετς και τις ατάκες του. Και μπορεί τα πρώτα χρόνια, αυτά της μεγάλης επιτυχίας του, να ήμουν μικρός για να κατανοήσω σε βάθος την πολιτική σάτιρα που επιχειρούσε, καταλάβαινα όμως πως είχαμε να κάνουμε με κανονικό χιούμορ, από το ράφι με τα καλά και όχι ιδιαίτερα φθηνά αστεία.
Δεδομένο δεύτερο: Τα χρόνια περνάνε, οι εποχές αλλάζουν, αυτά που θεωρούσαμε κάποτε προϊόντα εκλεκτής ποιότητας, ξεθωριάζουν και απομυθοποιούνται. Και η απομυθοποίηση του Λάκη Λαζόπουλου, είναι κάτι που έχει συμβεί εδώ και αρκετά χρόνια. Απ’ όταν επέλεξε πλευρά και υπηρέτησε πιστά και μεθοδικά την στρατευμένη σάτιρα, χωρίς κανένα περιθώριο αμφισβήτησης και ελαφρυντικού. Έγινε μέρος του συστήματος, κούρασε, μέρα με τη μέρα έχανε όλο και περισσότερο την έξωθεν καλή μαρτυρία του, μέχρι που το ίδιο κοινό που τον αποθέωνε και τον έφερε στην κορυφή, του γύρισε την πλάτη κατηγορώντας τον για υποκρισία και συστημοποίηση.
Τα τελευταία χρόνια, ο Λάκης Λαζόπουλος βρέθηκε εκτός τηλεόρασης, κάτι που για τους περισσότερους εξ ημών θεωρήθηκε ως μια απολύτως φυσιολογική εξέλιξη. Πολλοί από αυτούς οι οποίοι έκαναν θραύση τη δεκαετία του ‘90 έχουν πλέον εξαφανιστεί και υπάρχουν αρκετοί και καλοί λόγοι γι’ αυτό. Κάποιοι κούρασαν, άλλοι ξεγυμνώθηκαν, μερικοί απλά δεν είχαν κάτι άλλο να δώσουν. Στην περίπτωση του Λάκη, νομίζω ότι ήταν ένας συνδυασμός όλων των παραπάνω.
Τα τελευταία χρόνια, το Αλ Τσαντίρι του έμοιαζε περισσότερο με προπαγάνδα διανθισμένη με μερικά εύκολα αστεία από τα χαμηλότερα ράφια, παρά με σκεπτόμενη και αντικειμενική σάτιρα. Ο τηλεθεατής έβλεπε στην οθόνη του μία στοχοποιημένη και πλήρως χρωματισμένη καταγραφή της πραγματικότητας και μοιραία, κάποια στιγμή βαρέθηκε και έκλεισε την οθόνη του.
Μεταξύ μας άλλωστε, δεν ήταν καν αστείο πια αυτό που βλέπαμε.
Επειδή όμως η ελληνική τηλεόραση έχει ένα μοναδικό χάρισμα στο να επιμένει διαρκώς στα ίδια και τα ίδια πρόσωπα και κόνσεπτ, προσφέροντας ελάχιστες ευκαιρίες στο νέο ταλέντο, ο ANT1 αποφάσισε να επενδύσει στην μεγάλη επιστροφή των Μήτσων. Κοσμοϊστορικό γεγονός, αναμφίβολα, μόνο που από το 2001, όταν και είδαμε για τελευταία φορά τον Τζίμη, τη χήρα, τη γιαγιά και τους υπόλοιπους χαρακτήρες του κωμικού, έχουν αλλάξει πολλά και έχουν πέσει ακόμα περισσότερες μάσκες. Και όχι, το πρόβλημα με τους νέους Μήτσους δεν είναι ότι ο Λάκης και το υπόλοιπο καστ μεγάλωσε και ζάρωσε, όπως έθιξε αυτοσαρκαστικά ο ίδιος ο κωμικός στο σκετς με το οποίο άνοιξε την αυλαία της νέας εποχής. Το πρόβλημα είναι ότι μεγάλωσαν και ζάρωσαν τα αστεία και οι προθέσεις του και ότι το ίδιο το κοινό τον αποκαθήλωσε.
Στο σημείο αυτό, ο δικηγόρος του διαβόλου θα έρθει να μου τρίψει στη μούρη τα εντυπωσιακά νούμερα της πρεμιέρας του. Πρώτον, στην σημερινή κάκιστη ποιοτικά ελληνική τηλεόραση, ελάχιστα πράγματα μου λέει το ποια εκπομπή θα καταφέρει να αναδειχθεί η μονόφθαλμη ανάμεσα στους τυφλούς. Στην ίδια τηλεόραση που σαρώνει το Surviror και το Power of Love και που οι άνθρωποι που κατέχουν τις θέσεις-κλειδιά, επιμένουν να μας ξαναζεσταίνουν το ίδιο φαγητό που μας σερβίρουν τα τελευταία 20 χρόνια. Ε συγγνώμη, αλλά αυτό το φαγητό έχει πια χαλάσει και έχει αρχίσει να μυρίζει. Έτσι κι αλλιώς, το μεγαλύτερο κομμάτι του νεανικού και δυναμικού κοινού που κυνηγάνε με μανία κανάλια και διαφημιστικές, έχει κλείσει την τηλεόραση προ πολλού, αφήνοντας πίσω, τους γονείς και τις γιαγιάδες μας, οι οποίοι τον Λάκη συνήθισαν να βλέπουν, αυτόν θα συνεχίσουν να παρακολουθούν, έστω κι από συνήθεια ή επειδή δεν έχουν κάτι καλύτερο να κάνουν Σάββατο βράδυ.
Για να πάμε στο δια ταύτα, επειδή το χιούμορ είναι κάτι υποκειμενικό, η όποια ένστασή μου δεν αφορά το αν κάποιος βρήκε την πρεμιέρα του Λάκη αστεία και εμπνευσμένη. Μακάρι να ήταν αυτό το πρόβλημα. Προσωπικά, μειδίασα με 2-3 ατάκες, βρήκα έξυπνες άλλες τόσες και το υπόλοιπο κομμάτι της εκπομπής με βρήκε παγερά αδιάφορο. Επειδή έχω καλή διάθεση, δεν θα σχολιάσω καν την παρουσία του Tus(!) και τον πρόχειρο τρόπο που παρουσίασε τους νέους, μέσα από το πρίσμα ενός ανθρώπου που έχει χάσει κάθε επαφή μαζί τους.
Οι Μήτσοι της νέας εποχής, απευθύνονται στο ίδιο κοινό που τους έβλεπε πριν 20 χρόνια. Σε αυτούς ξέρει -ή τουλάχιστον ήξερε- να μιλήσει ο Λαζόπουλος, σε αυτούς προσπαθεί να μιλήσει και τώρα, σε μια γλώσσα που για τον υπόλοιπο κόσμο έχει πάρα πολλές άγνωστες λέξεις. Μακάρι όμως να ήταν έστω αυτό το πρόβλημα. Θα το εντάσσαμε απλά σε κάποια από τις κατηγορίες των αμέτρητων προβλημάτων της ελληνικής τηλεόρασης και θα προχωρούσαμε τις ζωές μας.
Όχι, άλλο είναι το πρόβλημα. Το γεγονός ότι ο Λάκης Λαζόπουλος επέστρεψε στην ελληνική τηλεόραση για να κρίνει και να σατιρίσει, λες και τα τελευταία χρόνια δεν συνέβησαν ποτέ, προσωπικά με ξεπερνάει. Το γεγονός πως δίπλα του βρίσκεται ο Παύλος Χαϊκάλης, λες και έχουμε ξεχάσει ποιος είναι και σε τι γραφικότητες πρωταγωνίστησε, το βρίσκω εξωφρενικό, εξοργιστικό και στα όρια του υποκριτικού. Και όλα αυτά δεν πρόκειται να σταματήσουν να ισχύουν, ακόμη κι αν τα κείμενα των Μήτσων αγγίξουν τα κωμικά επίπεδα των Monty Python. Κάτι που αν κρίνω απ’ όσα είδα στην πρεμιέρα, δεν υπάρχει κάποια σοβαρή πιθανότητα να συμβεί.
Το γεγονός ότι οι Δέκα Μικροί Μήτσοι επέστρεψαν στο πρόγραμμα τηλεοπτικού καναλιού 17 χρόνια μετά το τέλος τους, είναι πρόβλημα της ελληνικής τηλεόρασης. Το γεγονός ότι ο Λάκης Λαζόπουλος επέστρεψε για κρίνει και να σατιρίσει, έστω και με μια μικρή διάθεση αυτοσαρκασμού, είναι πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας.
Κωνσταντίνος Αμπατζής
popcode.gr
Η πρεμιέρα του Λάκη Λαζόπουλου θα μπορούσε να γίνει δεκτή με ενθουσιασμό, μόνο αν γυρίζαμε το ημερολόγιο πολλά χρόνια πίσω.
Δεδομένο πρώτο: Ο...
Λάκης Λαζόπουλος είναι ένας εξαιρετικά ταλαντούχος σατιρικός κωμικός, κάτι που έχει αποδείξει επανειλημμένως, κυρίως την εποχή των Δέκα Μικρών Μήτσων. Μέσα από αυτή την εκπομπή τον έμαθα κι εγώ, τα βράδια που οι γονείς και η γιαγιά μου γέλαγαν δυνατά μπροστά στην τηλεόραση με τα σκετς και τις ατάκες του. Και μπορεί τα πρώτα χρόνια, αυτά της μεγάλης επιτυχίας του, να ήμουν μικρός για να κατανοήσω σε βάθος την πολιτική σάτιρα που επιχειρούσε, καταλάβαινα όμως πως είχαμε να κάνουμε με κανονικό χιούμορ, από το ράφι με τα καλά και όχι ιδιαίτερα φθηνά αστεία.
Δεδομένο δεύτερο: Τα χρόνια περνάνε, οι εποχές αλλάζουν, αυτά που θεωρούσαμε κάποτε προϊόντα εκλεκτής ποιότητας, ξεθωριάζουν και απομυθοποιούνται. Και η απομυθοποίηση του Λάκη Λαζόπουλου, είναι κάτι που έχει συμβεί εδώ και αρκετά χρόνια. Απ’ όταν επέλεξε πλευρά και υπηρέτησε πιστά και μεθοδικά την στρατευμένη σάτιρα, χωρίς κανένα περιθώριο αμφισβήτησης και ελαφρυντικού. Έγινε μέρος του συστήματος, κούρασε, μέρα με τη μέρα έχανε όλο και περισσότερο την έξωθεν καλή μαρτυρία του, μέχρι που το ίδιο κοινό που τον αποθέωνε και τον έφερε στην κορυφή, του γύρισε την πλάτη κατηγορώντας τον για υποκρισία και συστημοποίηση.
Τα τελευταία χρόνια, ο Λάκης Λαζόπουλος βρέθηκε εκτός τηλεόρασης, κάτι που για τους περισσότερους εξ ημών θεωρήθηκε ως μια απολύτως φυσιολογική εξέλιξη. Πολλοί από αυτούς οι οποίοι έκαναν θραύση τη δεκαετία του ‘90 έχουν πλέον εξαφανιστεί και υπάρχουν αρκετοί και καλοί λόγοι γι’ αυτό. Κάποιοι κούρασαν, άλλοι ξεγυμνώθηκαν, μερικοί απλά δεν είχαν κάτι άλλο να δώσουν. Στην περίπτωση του Λάκη, νομίζω ότι ήταν ένας συνδυασμός όλων των παραπάνω.
Τα τελευταία χρόνια, το Αλ Τσαντίρι του έμοιαζε περισσότερο με προπαγάνδα διανθισμένη με μερικά εύκολα αστεία από τα χαμηλότερα ράφια, παρά με σκεπτόμενη και αντικειμενική σάτιρα. Ο τηλεθεατής έβλεπε στην οθόνη του μία στοχοποιημένη και πλήρως χρωματισμένη καταγραφή της πραγματικότητας και μοιραία, κάποια στιγμή βαρέθηκε και έκλεισε την οθόνη του.
Μεταξύ μας άλλωστε, δεν ήταν καν αστείο πια αυτό που βλέπαμε.
Επειδή όμως η ελληνική τηλεόραση έχει ένα μοναδικό χάρισμα στο να επιμένει διαρκώς στα ίδια και τα ίδια πρόσωπα και κόνσεπτ, προσφέροντας ελάχιστες ευκαιρίες στο νέο ταλέντο, ο ANT1 αποφάσισε να επενδύσει στην μεγάλη επιστροφή των Μήτσων. Κοσμοϊστορικό γεγονός, αναμφίβολα, μόνο που από το 2001, όταν και είδαμε για τελευταία φορά τον Τζίμη, τη χήρα, τη γιαγιά και τους υπόλοιπους χαρακτήρες του κωμικού, έχουν αλλάξει πολλά και έχουν πέσει ακόμα περισσότερες μάσκες. Και όχι, το πρόβλημα με τους νέους Μήτσους δεν είναι ότι ο Λάκης και το υπόλοιπο καστ μεγάλωσε και ζάρωσε, όπως έθιξε αυτοσαρκαστικά ο ίδιος ο κωμικός στο σκετς με το οποίο άνοιξε την αυλαία της νέας εποχής. Το πρόβλημα είναι ότι μεγάλωσαν και ζάρωσαν τα αστεία και οι προθέσεις του και ότι το ίδιο το κοινό τον αποκαθήλωσε.
Στο σημείο αυτό, ο δικηγόρος του διαβόλου θα έρθει να μου τρίψει στη μούρη τα εντυπωσιακά νούμερα της πρεμιέρας του. Πρώτον, στην σημερινή κάκιστη ποιοτικά ελληνική τηλεόραση, ελάχιστα πράγματα μου λέει το ποια εκπομπή θα καταφέρει να αναδειχθεί η μονόφθαλμη ανάμεσα στους τυφλούς. Στην ίδια τηλεόραση που σαρώνει το Surviror και το Power of Love και που οι άνθρωποι που κατέχουν τις θέσεις-κλειδιά, επιμένουν να μας ξαναζεσταίνουν το ίδιο φαγητό που μας σερβίρουν τα τελευταία 20 χρόνια. Ε συγγνώμη, αλλά αυτό το φαγητό έχει πια χαλάσει και έχει αρχίσει να μυρίζει. Έτσι κι αλλιώς, το μεγαλύτερο κομμάτι του νεανικού και δυναμικού κοινού που κυνηγάνε με μανία κανάλια και διαφημιστικές, έχει κλείσει την τηλεόραση προ πολλού, αφήνοντας πίσω, τους γονείς και τις γιαγιάδες μας, οι οποίοι τον Λάκη συνήθισαν να βλέπουν, αυτόν θα συνεχίσουν να παρακολουθούν, έστω κι από συνήθεια ή επειδή δεν έχουν κάτι καλύτερο να κάνουν Σάββατο βράδυ.
Για να πάμε στο δια ταύτα, επειδή το χιούμορ είναι κάτι υποκειμενικό, η όποια ένστασή μου δεν αφορά το αν κάποιος βρήκε την πρεμιέρα του Λάκη αστεία και εμπνευσμένη. Μακάρι να ήταν αυτό το πρόβλημα. Προσωπικά, μειδίασα με 2-3 ατάκες, βρήκα έξυπνες άλλες τόσες και το υπόλοιπο κομμάτι της εκπομπής με βρήκε παγερά αδιάφορο. Επειδή έχω καλή διάθεση, δεν θα σχολιάσω καν την παρουσία του Tus(!) και τον πρόχειρο τρόπο που παρουσίασε τους νέους, μέσα από το πρίσμα ενός ανθρώπου που έχει χάσει κάθε επαφή μαζί τους.
Οι Μήτσοι της νέας εποχής, απευθύνονται στο ίδιο κοινό που τους έβλεπε πριν 20 χρόνια. Σε αυτούς ξέρει -ή τουλάχιστον ήξερε- να μιλήσει ο Λαζόπουλος, σε αυτούς προσπαθεί να μιλήσει και τώρα, σε μια γλώσσα που για τον υπόλοιπο κόσμο έχει πάρα πολλές άγνωστες λέξεις. Μακάρι όμως να ήταν έστω αυτό το πρόβλημα. Θα το εντάσσαμε απλά σε κάποια από τις κατηγορίες των αμέτρητων προβλημάτων της ελληνικής τηλεόρασης και θα προχωρούσαμε τις ζωές μας.
Όχι, άλλο είναι το πρόβλημα. Το γεγονός ότι ο Λάκης Λαζόπουλος επέστρεψε στην ελληνική τηλεόραση για να κρίνει και να σατιρίσει, λες και τα τελευταία χρόνια δεν συνέβησαν ποτέ, προσωπικά με ξεπερνάει. Το γεγονός πως δίπλα του βρίσκεται ο Παύλος Χαϊκάλης, λες και έχουμε ξεχάσει ποιος είναι και σε τι γραφικότητες πρωταγωνίστησε, το βρίσκω εξωφρενικό, εξοργιστικό και στα όρια του υποκριτικού. Και όλα αυτά δεν πρόκειται να σταματήσουν να ισχύουν, ακόμη κι αν τα κείμενα των Μήτσων αγγίξουν τα κωμικά επίπεδα των Monty Python. Κάτι που αν κρίνω απ’ όσα είδα στην πρεμιέρα, δεν υπάρχει κάποια σοβαρή πιθανότητα να συμβεί.
Το γεγονός ότι οι Δέκα Μικροί Μήτσοι επέστρεψαν στο πρόγραμμα τηλεοπτικού καναλιού 17 χρόνια μετά το τέλος τους, είναι πρόβλημα της ελληνικής τηλεόρασης. Το γεγονός ότι ο Λάκης Λαζόπουλος επέστρεψε για κρίνει και να σατιρίσει, έστω και με μια μικρή διάθεση αυτοσαρκασμού, είναι πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας.
Κωνσταντίνος Αμπατζής
popcode.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου