Μεγαλοβδόμαδο πια. Εβδομάδα των παθών. Μια περίοδος που ο καθένας κάνει ταμείο με τη συνείδησή του. Με τα ανομολόγητα. Με...
όσα δεν τον αφήνει ο ανήφορος της καθημερινότητας να εξομολογηθεί στον εαυτό του. Αν για τη χριστιανική θεολογία το τέλος των παθών είναι η Σταύρωση και η Ανάσταση, δεν είναι βέβαιο πως το ίδιο συμβαίνει με τα πάθη όσων σταυρώνονται καθημερινά. Οσων ζουν στα κράσπεδα της κοινωνίας. Οσων χρησιμοποιούνται ως πτυελοδοχείο των υπολοίπων για τον εφησυχασμό της δικής τους συνείδησης.
Μεγάλη Τρίτη σήμερα. Είναι η ώρα της Κασσιανής. Μία φορά τον χρόνο τεντώνει το στέρνο της και ανασηκώνει τον τράχηλό της κοιτάζοντας προς το άπειρο του φύλου της αρνούμενη να υποταχθεί στις βουλές όσων απεργάζονταν τα δεσμά της.
Η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή, έγραψε αργότερα η ίδια. Ανέλαβε τον ιστορικό ρόλο να επωμιστεί τις «αμαρτίες» του φύλου της. Επέλεξε τον δρόμο του Γολγοθά, ήξερε τι σήμαινε αυτό.
Μεγάλη Τρίτη σήμερα κι ο νους πεταρίζει σ’ όσες γυναίκες αμάρτησαν μη υποτασσόμενες σε ταπεινώσεις. Σ’ εκείνες τις οροθετικές που κρεμάστηκαν στα μανταλάκια. Στις γυναίκες που βιάστηκαν και γίνονται βορά στην ανευθυνότητα και τους πρωτοσέλιδους τίτλους.
Μεγάλη Τρίτη σήμερα κι ο νους μου αγκιστρώθηκε για τα καλά στον τίτλο ενός καινούργιου βιβλίου. «Η μαντάμ του οίκου ανοχής». Συγγραφέας της η Αννα Μοροζίνη. Δεν ζήλεψε τη δόξα της επιτυχίας. Να βγάλει όσα την έκαιγαν επιθυμούσε. Δεν την ένοιαζε η αφηγηματική αρτιότητα. Στην ένατη δεκαετία της ηλικίας της πια ένιωσε την ανάγκη να υπερβεί τις κοινωνικές συμβατικότητες που της έφραζαν το στόμα. Να υπερασπιστεί τη μαντάμ που τη μεγάλωσε. Που άνοιξε την αγκαλιά της, όταν εγκαταλείφθηκε από τη μάνα της.
Υιοθετημένο παιδί μιας μαντάμ, μπόρεσε να σταθεί όρθια. Χάρη στην αγάπη που της δόθηκε αφειδώλευτα. Κι έτσι αποφάσισε να μιλήσει για τη μαντάμ. Για τη δική της μάνα. Δάνεισε το στόμα της στις ιστορίες όλων των γυναικών που πέρασαν από το σπίτι. Για να πουν όσα δεν μπόρεσαν. Σαν ένα τρισάγιο στις πληγές που πήραν μαζί τους.
Ηθελε όμως να στηλιτεύσει την υποκρισία. Της διπρόσωπης κοινωνίας που έπαιρνε τα οφέλη. Που έστελνε τους νεαρούς γόνους για άσκηση του ανδρισμού. Την ίδια στιγμή όμως στηλίτευε ως αμαρτωλό το επάγγελμα. Είχε σε κοινωνική καραντίνα τις επαγγελματίες του έρωτα.
Γυναίκες που χρησιμοποιήθηκαν ως αποδιοπομπαίοι τράγοι για τα ανομήματα της «καλής» κοινωνίας. Η συγγραφέας τις βγάζει στο λιακωτό με όλες τις πληγές τους. Με κατανόηση και αγάπη. Φαντάζομαι πως η Κασσιανή όταν έγραφε τον σημερινό τροπάριο θα είχε στο μυαλό της και το καθημερινό γολγοθά αυτών των γυναικών...
όσα δεν τον αφήνει ο ανήφορος της καθημερινότητας να εξομολογηθεί στον εαυτό του. Αν για τη χριστιανική θεολογία το τέλος των παθών είναι η Σταύρωση και η Ανάσταση, δεν είναι βέβαιο πως το ίδιο συμβαίνει με τα πάθη όσων σταυρώνονται καθημερινά. Οσων ζουν στα κράσπεδα της κοινωνίας. Οσων χρησιμοποιούνται ως πτυελοδοχείο των υπολοίπων για τον εφησυχασμό της δικής τους συνείδησης.
Μεγάλη Τρίτη σήμερα. Είναι η ώρα της Κασσιανής. Μία φορά τον χρόνο τεντώνει το στέρνο της και ανασηκώνει τον τράχηλό της κοιτάζοντας προς το άπειρο του φύλου της αρνούμενη να υποταχθεί στις βουλές όσων απεργάζονταν τα δεσμά της.
Η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή, έγραψε αργότερα η ίδια. Ανέλαβε τον ιστορικό ρόλο να επωμιστεί τις «αμαρτίες» του φύλου της. Επέλεξε τον δρόμο του Γολγοθά, ήξερε τι σήμαινε αυτό.
Μεγάλη Τρίτη σήμερα κι ο νους πεταρίζει σ’ όσες γυναίκες αμάρτησαν μη υποτασσόμενες σε ταπεινώσεις. Σ’ εκείνες τις οροθετικές που κρεμάστηκαν στα μανταλάκια. Στις γυναίκες που βιάστηκαν και γίνονται βορά στην ανευθυνότητα και τους πρωτοσέλιδους τίτλους.
Μεγάλη Τρίτη σήμερα κι ο νους μου αγκιστρώθηκε για τα καλά στον τίτλο ενός καινούργιου βιβλίου. «Η μαντάμ του οίκου ανοχής». Συγγραφέας της η Αννα Μοροζίνη. Δεν ζήλεψε τη δόξα της επιτυχίας. Να βγάλει όσα την έκαιγαν επιθυμούσε. Δεν την ένοιαζε η αφηγηματική αρτιότητα. Στην ένατη δεκαετία της ηλικίας της πια ένιωσε την ανάγκη να υπερβεί τις κοινωνικές συμβατικότητες που της έφραζαν το στόμα. Να υπερασπιστεί τη μαντάμ που τη μεγάλωσε. Που άνοιξε την αγκαλιά της, όταν εγκαταλείφθηκε από τη μάνα της.
Υιοθετημένο παιδί μιας μαντάμ, μπόρεσε να σταθεί όρθια. Χάρη στην αγάπη που της δόθηκε αφειδώλευτα. Κι έτσι αποφάσισε να μιλήσει για τη μαντάμ. Για τη δική της μάνα. Δάνεισε το στόμα της στις ιστορίες όλων των γυναικών που πέρασαν από το σπίτι. Για να πουν όσα δεν μπόρεσαν. Σαν ένα τρισάγιο στις πληγές που πήραν μαζί τους.
Ηθελε όμως να στηλιτεύσει την υποκρισία. Της διπρόσωπης κοινωνίας που έπαιρνε τα οφέλη. Που έστελνε τους νεαρούς γόνους για άσκηση του ανδρισμού. Την ίδια στιγμή όμως στηλίτευε ως αμαρτωλό το επάγγελμα. Είχε σε κοινωνική καραντίνα τις επαγγελματίες του έρωτα.
Γυναίκες που χρησιμοποιήθηκαν ως αποδιοπομπαίοι τράγοι για τα ανομήματα της «καλής» κοινωνίας. Η συγγραφέας τις βγάζει στο λιακωτό με όλες τις πληγές τους. Με κατανόηση και αγάπη. Φαντάζομαι πως η Κασσιανή όταν έγραφε τον σημερινό τροπάριο θα είχε στο μυαλό της και το καθημερινό γολγοθά αυτών των γυναικών...
Ευάγγελος Αυδίκος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου