Η πρωτοβουλία της Φώφης Γεννηματά για τη συνταγματική αναθεώρηση, όπως σημειώναμε και στο προηγούμενο φύλλο, αποτέλεσε μια «πολιτική όαση» για τον Αλέξη Τσίπρα, σε μια περίοδο που...
έχει ξεδιπλωθεί πιεστικά όλη η ατζέντα των εθνικών θεμάτων, εξελίσσεται η διαπραγμάτευση για το κλείσιμο της τέταρτης και τελευταίας αξιολόγησης, ενώ το προσφυγικό επανέρχεται στα «ραντάρ» του Μαξίμου.
Μετά την πρώτη αντίδραση του πρωθυπουργού διά της απάντησης στην επιστολή της επικεφαλής του Κινήματος Αλλαγής, ο Αλ. Τσίπρας χαιρέτισε εκ νέου την πρωτοβουλία αυτή από το Λαύριο το περασμένο Σάββατο, φροντίζοντας πάντα να αναδείξει τη διαχωριστική γραμμή με τον Ευάγγελο Βενιζέλο, τον οποίο μάλιστα υπέδειξε ως «εμπνευστή» του νόμου περί ευθύνης υπουργών. Επισημαίνεται πως την αλλαγή του άρθρου 86 με «εφαρμοστικό» τον γνωστό νόμο περί ευθύνης υπουργών, ο ΣΥΡΙΖΑ την έχει θέσει στις προτεραιότητες της συνταγματικής αναθεώρησης.
Το Μαξίμου δεν κρύβει άλλωστε πως στην κόντρα Φώφης - Βενιζέλου για τη Συνταγματική Αναθεώρηση βλέπει ένα δυνάμει ρήγμα της ηγεσίας με τα πρόσωπα που στον ΣΥΡΙΖΑ αποκαλούν «βαρίδια» (Βενιζέλο, Λοβέρδο), το οποίο μπορεί να βαθύνει και να απελευθερώσει τη δυνατότητα για πολιτικές ή και προγραμματικές συγκλίσεις μετά τις εκλογές.
Η νέα αυτή φάση στο πολιτικό φλερτ Τσίπρα - Φώφης, για να το πούμε σχηματικά, εντάσσεται σαφώς στον σταθερό προσανατολισμό του Μαξίμου να αποκόψει διά παντός τις δυνάμεις της Κεντροαριστεράς από τη Ν.Δ. εκμηδενίζοντας το ενδεχόμενο πιθανής μετεκλογικής σύμπλευσης σε περίπτωση μη επίτευξης αυτοδυναμίας της Ν.Δ. και, στον αντίποδα, διαμορφώνοντας το πεδίο για συγκλίσεις μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ και του Κινήματος Αλλαγής μετεκλογικά.
Ενδεχομένως σε αυτούς τους σταθερούς στόχους να προστίθεται και η ανάγκη για συγκλίσεις στο Σκοπιανό εφόσον επιτευχθεί συμφωνία και έρθει στη Βουλή, οπότε οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, με βάση τις επίσημες θέσεις τους, δεν θα τη στηρίξουν.
Πριν απ’ όλα η συνοχή
Πολλοί διαβάζουν την προσπάθεια διάνοιξης διαύλων με τη Γεννηματά, αλλά και τον Σταύρο Θεοδωράκη, με τον οποίον ο Τσίπρας συναντήθηκε πρόσφατα στο Μαξίμου, ως μηνύματα δυσαρέσκειας προς τον κυβερνητικό εταίρο Πάνο Καμμένο ή ακόμη ως ένδειξη αναζήτησης νέου κυβερνητικού εταίρου, παραπέμποντας σε «αντικατάσταση» του Καμμένου στην τρέχουσα κυβερνητική θητεία, κοινώς πριν από τις εκλογές.
Το σενάριο αυτό μοιάζει εξαιρετικά δύσκολο να περπατήσει διότι, ακόμη κι αν ο Τσίπρας ήθελε, ποιος θα έμπαινε σε μια τέτοια συνεργασία πριν μετρήσει τη δύναμή του στις εκλογές;
Από την άλλη, ο ίδιος ο Τσίπρας φαίνεται να θέτει αυτή τη στιγμή ως προτεραιότητα την κυβερνητική συνοχή, καθώς από τη διαχείριση στα κρίσιμα εθνικά ζητήματα είναι σαφές ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να ρισκάρει να «χύσει την καρδάρα με το γάλα» λίγο πριν από τη λήξη του προγράμματος. Ως εκ τούτου φροντίζει τα όποια σημεία διαφωνίας ή και σύγκρουσης με τον Καμμένο – όσο είναι δυνατόν – να μη βγαίνουν προς τα έξω ή και να εξομαλύνονται, όπως συνέβη με τη συνάντηση στο Μαξίμου πριν από μερικές μέρες, μετά την απόσταση που δημιουργήθηκε εξαιτίας των χειρισμών στην υπόθεση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών.
Στη συνάντηση αυτή φαίνεται πως επιχειρήθηκε ένα «restart» στις σχέσεις των δύο εταίρων, με τον Καμμένο να διεκδικεί, και μάλλον να κατοχυρώνει τις «κόκκινες γραμμές» του κόμματός του, όπως αποδεικνύεται εκ του αποτελέσματος: Ο υπουργός Άμυνας μετά το Μαξίμου δείχνει να έχει επανέλθει δριμύτερος όχι μόνο στο «επιχειρησιακό» επίπεδο, αλλά και σε επίπεδο δηλώσεων – ενίοτε χοντροκομμένων και χωρίς διπλωματικά «φίλτρα» – για το Σκοπιανό και τα ελληνοτουρκικά.
Χθες, ο πρωθυπουργός έκανε μια ήπια σύσταση για νηφαλιότητα (και δη προς πάσα κατεύθυνση και όχι στοχευμένα προς τον Καμμένο), παρά τις μάλλον εμπρηστικές δηλώσεις του υπουργού Άμυνας τη Δευτέρα σε συνομιλία που είχε με τους κοινοβουλευτικούς συντάκτες για τον «τρελό» σουλτάνο Ερντογάν, για την «προσχεδιασμένη» σύλληψη των δύο στρατιωτικών (κάνοντας ένα βήμα πέρα από τις θέσεις που διατυπώνει για «ομηρεία», τώρα υπονόησε «απαγωγή»), για κατασκευασμένα στοιχεία και για το ενδεχόμενο επιστροφής τους σε... 15 χρόνια.
Επίσης, το Μαξίμου διέψευσε κατηγορηματικά ως «ευφάνταστο» και χωρίς καμία σχέση με την πραγματικότητα δημοσίευμα που έκανε λόγο για τηλεφώνημα του πρωθυπουργού στον κυβερνητικό εταίρο, στο οποίο του εξέφρασε δυσαρέσκεια και του συνέστησε αυτοσυγκράτηση διότι τέτοιες δηλώσεις μπορεί να χρησιμοποιηθούν από την Άγκυρα για νέες προκλήσεις κατά της χώρας.
Τέλος στα σενάρια
Ταυτόχρονα οι χθεσινές αναφορές του πρωθυπουργού στους στόχους της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛΛ ερμηνεύθηκαν από ορισμένους ως μηνύματα με νόημα προς τον Καμμένο, αν και στην πραγματικότητα ο Τσίπρας επανέλαβε γνωστά πράγματα, δείχνοντας ουσιαστικά ότι η κυβερνητική συνεργασία εκτείνεται έως τις εκλογές, τις οποίες ο ίδιος τοποθέτησε τον Σεπτέμβριο του 2019 και όχι νωρίτερα, «ούτε καν στις ευρωεκλογές» – αιχμή προς τον πρόεδρο της Βουλής Νίκο Βούτση.
Ειδικότερα, ο Τσίπρας στους στόχους της κυβερνητικής συνεργασίας δεν συμπεριέλαβε μόνο το Μνημόνιο (στη λήξη του οποίου πολλοί βλέπουν ή επιθυμούν τη διάλυση της συγκυβέρνησης), αλλά και την «ανάκτηση της οικονομικής κυριαρχίας», αναφορά που παραπέμπει στην προσπάθεια σταθεροποίησης της οικονομίας μετά το Μνημόνιο.
Από την άλλη το «φλερτ» με Γεννηματά και Θεοδωράκη αξιοποιείται ως κλίμα από διάφορες πλευρές εντός κι εκτός ΣΥΡΙΖΑ. Αν και είναι γνωστή η επιθυμία και η παλαιότερη πρόταση της εσωκομματικής τάσης των «53» ο ΣΥΡΙΖΑ να χωρίσει τον δρόμο του από τους ΑΝΕΛΛ με την έξοδο από το Μνημόνιο και η κυβέρνηση να αναπροσανατολιστεί σε προοδευτικές κατευθύνσεις και συνεργασίες, σχετικές δημόσιες δηλώσεις από αυτή την πλευρά αποφεύγονται τον τελευταίο καιρό ή προσαρμόζονται στην επίσημη γραμμή.
Επίσης πρόσφατες δηλώσεις, όπως αυτές του Πάνου Σκουρλέτη ή του Δημήτρη Παπαδημούλη, προσεκτικά τοποθετούν το τέλος της συνεργασίας στο τέλος της κυβερνητικής θητείας.
«Παραφωνία» των ημερών φαίνεται πως υπήρξαν οι δηλώσεις του ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Στέλιου Κούλογλου, ο οποίος ταύτισε το τέλος της κυβερνητικής συνεργασίας με το τέλος του Μνημονίου. Κάτι που – δεδομένου ότι όπως προαναφέρθηκε δύσκολα παραπέμπει σε αλλαγή εταίρου «εν κινήσει» – δημιουργεί και κλίμα πρόωρων εκλογών. Οι δηλώσεις αυτές πυροδοτούν σενάρια για τέλος της σχέσης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛΛ σε βραχυπρόθεσμο ή ορατό ορίζοντα.
Το πραγματικό ερώτημα στο οποίο, αργά ή γρήγορα, θα κληθεί ο πρωθυπουργός να απαντήσει είναι αν αυτή η κυβέρνηση αντέχει (και όχι αν έχει νόημα και σκοπό, εφόσον αυτός διακηρυγμένα υπάρχει) έως το τέλος της θητείας της, το φθινόπωρο του 2019. Ή αν, με δεδομένες τις διαφωνίες και τις εντάσεις που προκαλούν μεταξύ των δύο εταίρων τα εθνικά ζητήματα τα οποία βρίσκονται σε έξαρση, η αντοχή της φθάνει ως την έξοδο από το πρόγραμμα, οπότε προβάλλει η διέξοδος των πρόωρων εκλογών...
έχει ξεδιπλωθεί πιεστικά όλη η ατζέντα των εθνικών θεμάτων, εξελίσσεται η διαπραγμάτευση για το κλείσιμο της τέταρτης και τελευταίας αξιολόγησης, ενώ το προσφυγικό επανέρχεται στα «ραντάρ» του Μαξίμου.
Μετά την πρώτη αντίδραση του πρωθυπουργού διά της απάντησης στην επιστολή της επικεφαλής του Κινήματος Αλλαγής, ο Αλ. Τσίπρας χαιρέτισε εκ νέου την πρωτοβουλία αυτή από το Λαύριο το περασμένο Σάββατο, φροντίζοντας πάντα να αναδείξει τη διαχωριστική γραμμή με τον Ευάγγελο Βενιζέλο, τον οποίο μάλιστα υπέδειξε ως «εμπνευστή» του νόμου περί ευθύνης υπουργών. Επισημαίνεται πως την αλλαγή του άρθρου 86 με «εφαρμοστικό» τον γνωστό νόμο περί ευθύνης υπουργών, ο ΣΥΡΙΖΑ την έχει θέσει στις προτεραιότητες της συνταγματικής αναθεώρησης.
Το Μαξίμου δεν κρύβει άλλωστε πως στην κόντρα Φώφης - Βενιζέλου για τη Συνταγματική Αναθεώρηση βλέπει ένα δυνάμει ρήγμα της ηγεσίας με τα πρόσωπα που στον ΣΥΡΙΖΑ αποκαλούν «βαρίδια» (Βενιζέλο, Λοβέρδο), το οποίο μπορεί να βαθύνει και να απελευθερώσει τη δυνατότητα για πολιτικές ή και προγραμματικές συγκλίσεις μετά τις εκλογές.
Η νέα αυτή φάση στο πολιτικό φλερτ Τσίπρα - Φώφης, για να το πούμε σχηματικά, εντάσσεται σαφώς στον σταθερό προσανατολισμό του Μαξίμου να αποκόψει διά παντός τις δυνάμεις της Κεντροαριστεράς από τη Ν.Δ. εκμηδενίζοντας το ενδεχόμενο πιθανής μετεκλογικής σύμπλευσης σε περίπτωση μη επίτευξης αυτοδυναμίας της Ν.Δ. και, στον αντίποδα, διαμορφώνοντας το πεδίο για συγκλίσεις μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ και του Κινήματος Αλλαγής μετεκλογικά.
Ενδεχομένως σε αυτούς τους σταθερούς στόχους να προστίθεται και η ανάγκη για συγκλίσεις στο Σκοπιανό εφόσον επιτευχθεί συμφωνία και έρθει στη Βουλή, οπότε οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, με βάση τις επίσημες θέσεις τους, δεν θα τη στηρίξουν.
Πριν απ’ όλα η συνοχή
Πολλοί διαβάζουν την προσπάθεια διάνοιξης διαύλων με τη Γεννηματά, αλλά και τον Σταύρο Θεοδωράκη, με τον οποίον ο Τσίπρας συναντήθηκε πρόσφατα στο Μαξίμου, ως μηνύματα δυσαρέσκειας προς τον κυβερνητικό εταίρο Πάνο Καμμένο ή ακόμη ως ένδειξη αναζήτησης νέου κυβερνητικού εταίρου, παραπέμποντας σε «αντικατάσταση» του Καμμένου στην τρέχουσα κυβερνητική θητεία, κοινώς πριν από τις εκλογές.
Το σενάριο αυτό μοιάζει εξαιρετικά δύσκολο να περπατήσει διότι, ακόμη κι αν ο Τσίπρας ήθελε, ποιος θα έμπαινε σε μια τέτοια συνεργασία πριν μετρήσει τη δύναμή του στις εκλογές;
Από την άλλη, ο ίδιος ο Τσίπρας φαίνεται να θέτει αυτή τη στιγμή ως προτεραιότητα την κυβερνητική συνοχή, καθώς από τη διαχείριση στα κρίσιμα εθνικά ζητήματα είναι σαφές ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να ρισκάρει να «χύσει την καρδάρα με το γάλα» λίγο πριν από τη λήξη του προγράμματος. Ως εκ τούτου φροντίζει τα όποια σημεία διαφωνίας ή και σύγκρουσης με τον Καμμένο – όσο είναι δυνατόν – να μη βγαίνουν προς τα έξω ή και να εξομαλύνονται, όπως συνέβη με τη συνάντηση στο Μαξίμου πριν από μερικές μέρες, μετά την απόσταση που δημιουργήθηκε εξαιτίας των χειρισμών στην υπόθεση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών.
Στη συνάντηση αυτή φαίνεται πως επιχειρήθηκε ένα «restart» στις σχέσεις των δύο εταίρων, με τον Καμμένο να διεκδικεί, και μάλλον να κατοχυρώνει τις «κόκκινες γραμμές» του κόμματός του, όπως αποδεικνύεται εκ του αποτελέσματος: Ο υπουργός Άμυνας μετά το Μαξίμου δείχνει να έχει επανέλθει δριμύτερος όχι μόνο στο «επιχειρησιακό» επίπεδο, αλλά και σε επίπεδο δηλώσεων – ενίοτε χοντροκομμένων και χωρίς διπλωματικά «φίλτρα» – για το Σκοπιανό και τα ελληνοτουρκικά.
Χθες, ο πρωθυπουργός έκανε μια ήπια σύσταση για νηφαλιότητα (και δη προς πάσα κατεύθυνση και όχι στοχευμένα προς τον Καμμένο), παρά τις μάλλον εμπρηστικές δηλώσεις του υπουργού Άμυνας τη Δευτέρα σε συνομιλία που είχε με τους κοινοβουλευτικούς συντάκτες για τον «τρελό» σουλτάνο Ερντογάν, για την «προσχεδιασμένη» σύλληψη των δύο στρατιωτικών (κάνοντας ένα βήμα πέρα από τις θέσεις που διατυπώνει για «ομηρεία», τώρα υπονόησε «απαγωγή»), για κατασκευασμένα στοιχεία και για το ενδεχόμενο επιστροφής τους σε... 15 χρόνια.
Επίσης, το Μαξίμου διέψευσε κατηγορηματικά ως «ευφάνταστο» και χωρίς καμία σχέση με την πραγματικότητα δημοσίευμα που έκανε λόγο για τηλεφώνημα του πρωθυπουργού στον κυβερνητικό εταίρο, στο οποίο του εξέφρασε δυσαρέσκεια και του συνέστησε αυτοσυγκράτηση διότι τέτοιες δηλώσεις μπορεί να χρησιμοποιηθούν από την Άγκυρα για νέες προκλήσεις κατά της χώρας.
Τέλος στα σενάρια
Ταυτόχρονα οι χθεσινές αναφορές του πρωθυπουργού στους στόχους της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛΛ ερμηνεύθηκαν από ορισμένους ως μηνύματα με νόημα προς τον Καμμένο, αν και στην πραγματικότητα ο Τσίπρας επανέλαβε γνωστά πράγματα, δείχνοντας ουσιαστικά ότι η κυβερνητική συνεργασία εκτείνεται έως τις εκλογές, τις οποίες ο ίδιος τοποθέτησε τον Σεπτέμβριο του 2019 και όχι νωρίτερα, «ούτε καν στις ευρωεκλογές» – αιχμή προς τον πρόεδρο της Βουλής Νίκο Βούτση.
Ειδικότερα, ο Τσίπρας στους στόχους της κυβερνητικής συνεργασίας δεν συμπεριέλαβε μόνο το Μνημόνιο (στη λήξη του οποίου πολλοί βλέπουν ή επιθυμούν τη διάλυση της συγκυβέρνησης), αλλά και την «ανάκτηση της οικονομικής κυριαρχίας», αναφορά που παραπέμπει στην προσπάθεια σταθεροποίησης της οικονομίας μετά το Μνημόνιο.
Από την άλλη το «φλερτ» με Γεννηματά και Θεοδωράκη αξιοποιείται ως κλίμα από διάφορες πλευρές εντός κι εκτός ΣΥΡΙΖΑ. Αν και είναι γνωστή η επιθυμία και η παλαιότερη πρόταση της εσωκομματικής τάσης των «53» ο ΣΥΡΙΖΑ να χωρίσει τον δρόμο του από τους ΑΝΕΛΛ με την έξοδο από το Μνημόνιο και η κυβέρνηση να αναπροσανατολιστεί σε προοδευτικές κατευθύνσεις και συνεργασίες, σχετικές δημόσιες δηλώσεις από αυτή την πλευρά αποφεύγονται τον τελευταίο καιρό ή προσαρμόζονται στην επίσημη γραμμή.
Επίσης πρόσφατες δηλώσεις, όπως αυτές του Πάνου Σκουρλέτη ή του Δημήτρη Παπαδημούλη, προσεκτικά τοποθετούν το τέλος της συνεργασίας στο τέλος της κυβερνητικής θητείας.
«Παραφωνία» των ημερών φαίνεται πως υπήρξαν οι δηλώσεις του ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Στέλιου Κούλογλου, ο οποίος ταύτισε το τέλος της κυβερνητικής συνεργασίας με το τέλος του Μνημονίου. Κάτι που – δεδομένου ότι όπως προαναφέρθηκε δύσκολα παραπέμπει σε αλλαγή εταίρου «εν κινήσει» – δημιουργεί και κλίμα πρόωρων εκλογών. Οι δηλώσεις αυτές πυροδοτούν σενάρια για τέλος της σχέσης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛΛ σε βραχυπρόθεσμο ή ορατό ορίζοντα.
Το πραγματικό ερώτημα στο οποίο, αργά ή γρήγορα, θα κληθεί ο πρωθυπουργός να απαντήσει είναι αν αυτή η κυβέρνηση αντέχει (και όχι αν έχει νόημα και σκοπό, εφόσον αυτός διακηρυγμένα υπάρχει) έως το τέλος της θητείας της, το φθινόπωρο του 2019. Ή αν, με δεδομένες τις διαφωνίες και τις εντάσεις που προκαλούν μεταξύ των δύο εταίρων τα εθνικά ζητήματα τα οποία βρίσκονται σε έξαρση, η αντοχή της φθάνει ως την έξοδο από το πρόγραμμα, οπότε προβάλλει η διέξοδος των πρόωρων εκλογών...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου