Γιώργος Σταματόπουλος
Τον συναντούσαμε κάθε καλοκαίρι στην παλιά πόλη στα Χανιά, στο ιστορικό καφέ του...
...δημοτικού κήπου και σε παραλίες του Νότου. Κρατούσε πάντα τη συνεταιριστική εφημερίδα -αυστηρός στην κριτική του και ενθουσιώδης για το όλο αποτέλεσμα. Σοβαρός και μετρημένος με ένα ιδιότυπο, υπαινικτικό χιούμορ.
Κοφτερή πολιτική σκέψη, κόντρα (αν και με μια διστακτικότητα) στις αυθαιρεσίες των εξουσιών, κάτι που φαινόταν και στα ρεπορτάζ του: σφαιρικά, κριτικά, αντικειμενικά. Μελετηρός και διαβασμένος, προσηνής, ευγενικός, ψύχραιμος. Πάντα φιλικός και πάντα διακριτικός, πρόθυμος να παράσχει οποιαδήποτε βοήθεια, με ειλικρινή φιλοξενία και σπάνια εντιμότητα.
«Κουμπωμένος» κάπως στην αρχή με τους συνομιλητές του, απελευθερωνόταν όταν απλωνόταν η συζήτηση σε θέματα γενικής πολιτικής -γενικού ενδιαφέροντος. Πραγματικά είναι να απορεί κανείς ότι όλα αυτά χαρακτήριζαν έναν δημοσιογράφο και μάλιστα της κρατικής τηλεόρασης, μια και ο κόσμος νομίζει ότι οι περισσότεροι δημοσιογράφοι αδιαφορούν για την τιμιότητα και «υπηρετούν» συμφέροντα άλλα από αυτά της κοινωνίας.
Ο Νίκος Γρυλλάκης, που εγκατέλειψε τον μάταιο τούτο κόσμο το περασμένο Σάββατο μόλις στα πενήντα πέντε του χρόνια, διέσωσε με τη δουλειά του και το ήθος του την τιμή της πολυτραυματισμένης και πολύπαθης, περιφρονημένης και απαξιωμένης από πολλούς δημοσιογραφίας σε όλα αυτά τα τριάντα χρόνια, που την υπηρέτησε με αφοσίωση και πραγματική αγάπη για το δημόσιο (;) αγαθό της πληροφορίας.
Δεν υπάρχουν σήμερα πολλοί διαβασμένοι και ολιγόλογοι δημοσιογράφοι -αντιθέτως θα λέγαμε. Μίλαγε, εννοείται, όταν χρειαζόταν και όταν ήθελε να υποστηρίξει τη γνώμη του. Αντιμετώπιζες, νόμιζες, έναν σχεδόν ντροπαλό, ήρεμο άνθρωπο αλλά με τόσο πάθος για την είδηση και την ολότητά της. Θρήνος τώρα στην ελληνική τηλεόραση, θρήνος και στην ιδιαίτερη πατρίδα του.
Πώς να αναπληρωθεί αυτή η τιμιότητα, αυτό το πάθος για δουλειά, αυτή η εμμονή με την πραγματική είδηση, που πρέπει να δίνεται (έτσι πίστευε και πάλευε γι’ αυτό) με τον πιο άμεσο τρόπο, λιτά, κατανοητά από τον καθέναν;
Την τελευταία φορά στον κήπο στα Χανιά, έλαμπε -όλο για το δίχρονο παιδάκι του μιλούσε (κελαηδούσε).
Αφειδώλευτα μετέδιδε τις εμπειρίες του στους νεότερους, χωρίς κομπασμό, ελεύθερος από μίζερους ανταγωνισμούς και άλλες σκοπιμότητες. Χάνονται νωρίς πολλοί καλοί άνθρωποι -είναι μεγάλη απώλεια για την πάσχουσα και λοιδορούμενη δημοσιογραφία ο θάνατος -και πώς τιθασεύεται ο πόνος όσων μένουν πίσω; (Δεν τιθασεύεται όταν ο νεκρός είναι ακριβός).
Απλώς διασκορπίζεται η λύπη και στα μέλη του σώματος και στα σπλάχνα -η σιωπή δεν βοηθά, όταν ο θάνατος είναι ξαφνικός, όταν με τόση βία αφαιρεί ζωές που πασχίζουν για μια αλήθεια, την όποια αλήθεια μπορεί να κατακτήσει ένα επάγγελμα μέσα από γνήσιους επαγγελματίες (γενναίους και ερωτικούς -παθιασμένους).
Το θλιβερό μαντάτο ακούστηκε στις κορυφές της Πίνδου και φτερούγισε στις βουνοπλαγιές, απόκοσμο, αλλόκοτο -τόσο δραματικά αληθινό και ανθρώπινο. Τι είναι ο άνθρωπος;
Πηγή: efsyn.gr
Τον συναντούσαμε κάθε καλοκαίρι στην παλιά πόλη στα Χανιά, στο ιστορικό καφέ του...
...δημοτικού κήπου και σε παραλίες του Νότου. Κρατούσε πάντα τη συνεταιριστική εφημερίδα -αυστηρός στην κριτική του και ενθουσιώδης για το όλο αποτέλεσμα. Σοβαρός και μετρημένος με ένα ιδιότυπο, υπαινικτικό χιούμορ.
Κοφτερή πολιτική σκέψη, κόντρα (αν και με μια διστακτικότητα) στις αυθαιρεσίες των εξουσιών, κάτι που φαινόταν και στα ρεπορτάζ του: σφαιρικά, κριτικά, αντικειμενικά. Μελετηρός και διαβασμένος, προσηνής, ευγενικός, ψύχραιμος. Πάντα φιλικός και πάντα διακριτικός, πρόθυμος να παράσχει οποιαδήποτε βοήθεια, με ειλικρινή φιλοξενία και σπάνια εντιμότητα.
«Κουμπωμένος» κάπως στην αρχή με τους συνομιλητές του, απελευθερωνόταν όταν απλωνόταν η συζήτηση σε θέματα γενικής πολιτικής -γενικού ενδιαφέροντος. Πραγματικά είναι να απορεί κανείς ότι όλα αυτά χαρακτήριζαν έναν δημοσιογράφο και μάλιστα της κρατικής τηλεόρασης, μια και ο κόσμος νομίζει ότι οι περισσότεροι δημοσιογράφοι αδιαφορούν για την τιμιότητα και «υπηρετούν» συμφέροντα άλλα από αυτά της κοινωνίας.
Ο Νίκος Γρυλλάκης, που εγκατέλειψε τον μάταιο τούτο κόσμο το περασμένο Σάββατο μόλις στα πενήντα πέντε του χρόνια, διέσωσε με τη δουλειά του και το ήθος του την τιμή της πολυτραυματισμένης και πολύπαθης, περιφρονημένης και απαξιωμένης από πολλούς δημοσιογραφίας σε όλα αυτά τα τριάντα χρόνια, που την υπηρέτησε με αφοσίωση και πραγματική αγάπη για το δημόσιο (;) αγαθό της πληροφορίας.
Δεν υπάρχουν σήμερα πολλοί διαβασμένοι και ολιγόλογοι δημοσιογράφοι -αντιθέτως θα λέγαμε. Μίλαγε, εννοείται, όταν χρειαζόταν και όταν ήθελε να υποστηρίξει τη γνώμη του. Αντιμετώπιζες, νόμιζες, έναν σχεδόν ντροπαλό, ήρεμο άνθρωπο αλλά με τόσο πάθος για την είδηση και την ολότητά της. Θρήνος τώρα στην ελληνική τηλεόραση, θρήνος και στην ιδιαίτερη πατρίδα του.
Πώς να αναπληρωθεί αυτή η τιμιότητα, αυτό το πάθος για δουλειά, αυτή η εμμονή με την πραγματική είδηση, που πρέπει να δίνεται (έτσι πίστευε και πάλευε γι’ αυτό) με τον πιο άμεσο τρόπο, λιτά, κατανοητά από τον καθέναν;
Την τελευταία φορά στον κήπο στα Χανιά, έλαμπε -όλο για το δίχρονο παιδάκι του μιλούσε (κελαηδούσε).
Αφειδώλευτα μετέδιδε τις εμπειρίες του στους νεότερους, χωρίς κομπασμό, ελεύθερος από μίζερους ανταγωνισμούς και άλλες σκοπιμότητες. Χάνονται νωρίς πολλοί καλοί άνθρωποι -είναι μεγάλη απώλεια για την πάσχουσα και λοιδορούμενη δημοσιογραφία ο θάνατος -και πώς τιθασεύεται ο πόνος όσων μένουν πίσω; (Δεν τιθασεύεται όταν ο νεκρός είναι ακριβός).
Απλώς διασκορπίζεται η λύπη και στα μέλη του σώματος και στα σπλάχνα -η σιωπή δεν βοηθά, όταν ο θάνατος είναι ξαφνικός, όταν με τόση βία αφαιρεί ζωές που πασχίζουν για μια αλήθεια, την όποια αλήθεια μπορεί να κατακτήσει ένα επάγγελμα μέσα από γνήσιους επαγγελματίες (γενναίους και ερωτικούς -παθιασμένους).
Το θλιβερό μαντάτο ακούστηκε στις κορυφές της Πίνδου και φτερούγισε στις βουνοπλαγιές, απόκοσμο, αλλόκοτο -τόσο δραματικά αληθινό και ανθρώπινο. Τι είναι ο άνθρωπος;
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου