15.1.18

Ο κίνδυνος του φορολογικού ανταγωνισμού...

για τον ανεπτυγμένο κόσμο...

Πριν από λίγες ημέρες ο Πρόεδρος Τραμπ προχώρησε σε μια σημαντική κίνηση που αφορά τη σημαντικότερη μείωση των...
φορολογικών συντελεστών στις ΗΠΑ από τα χρόνια της νεοφιλελεύθερης επανάστασης της δεκαετίας του 1980 επί Ρίγκαν. Μία ουσιώδης διάσταση της μεταρρύθμισης αυτής είναι η μείωση του συντελεστή επιχειρηματικών κερδών από 35% σε 20%, μια εξαιρετικά ριζοσπαστική κίνηση μέσω της οποίας ο Τραμπ υπόσχεται ότι θα επαναπατριστεί ένας μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων, ιδίως βιομηχανικών, οι οποίες έχουν φύγει στο εξωτερικό συχνά για φορολογικούς λόγους.

Η κίνηση προκάλεσε διαφορετικού είδους αντιδράσεις. Στις ΗΠΑ επισημάνθηκε ο κίνδυνος να αυξηθεί το δημόσιο χρέος της χώρας (λόγω μειωμένων φοροεσόδων) και να επιδεινωθεί η ήδη τεράστια ανισότητα στο εσωτερικό της. Εκτός ΗΠΑ, ιδίως σε χώρες με ισχυρό πλεονασματικό εμπορικό ισοζύγιο, όπως η Γερμανία, εκφράζεται ανησυχία για την τύχη των εξαγωγών τους εάν με τις παραπάνω ενέργειες οι ΗΠΑ ανακτήσουν ένα σημαντικό μέρος του χαμένου τα τελευταία περίπου σαράντα χρόνια παραγωγικού δυναμικού τους.

Αν και πιθανότατα τουλάχιστον μερικώς ορθές, οι εκτιμήσεις αυτές δεν φαίνεται να συλλαμβάνουν την ευρύτερη εικόνα, που θα μπορούσαμε να συνοψίσουμε ως έναν «αγώνα δρόμου προς τα κάτω» (race to the bottom») σε πλανητική κλίμακα. Καθώς η Γερμανία και οι χώρες της βόρειας Ευρώπης, οι χώρες της ανατολικής Ασίας, αλλά και το σύνολο σχεδόν των αναπτυγμένων οικονομιών του κόσμου θα αρχίζει να αισθάνεται τις συνέπειες των μέτρων Τραμπ, που θα μεταφράζονται πιθανώς σε σημαντική μείωση των εξαγωγών τους προς τις ΗΠΑ, θα δοθεί το εναρκτήριο λάκτισμα ενός νέου γύρου δυσμενών εξελίξεων.

Οι φορολογικοί συντελεστές σε σημαντικές ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Ιταλία, η Ισπανία, η Γαλλία, το Βέλγιο, η Γερμανία (αλλά και η Ελλάδα), βρίσκονται ανάμεσα στο 28% και το 34%. Ενώ λοιπόν πριν από τη μεταρρύθμιση Τραμπ βρίσκονταν σε επίπεδα ανταγωνιστικά των ΗΠΑ, τώρα πλέον θα μειονεκτούν σαφώς. Αναγκαστικά θα υπάρξουν ως αποτέλεσμα ένα μείγμα από ανταγωνιστικές μειώσεις εργατικών αμοιβών, ασφαλιστικών εισφορών, φοροεπιβαρύνσεων, με τελικό θύμα το κοινωνικό κράτος. Δεν θα ήταν ίσως παρακινδυνευμένο να προβλέψει κανείς ότι είτε μέσω μειώσεων του εργατικού κόστους, είτε μέσω νέων φορολογικών μειώσεων προς τις επιχειρήσεις θα υπάρξουν νέες δυσμενείς επιπτώσεις για τους εργαζόμενους διεθνώς, ενώ η διεθνής οικονομία θα παραμένει εγκλωβισμένη στην κρίση ως συνέπεια της μειούμενης ζήτησης σχεδόν σε πλανητική κλίμακα και της αυξανόμενης προσφοράς, που θα επιτρέψει νέα επεισόδια του «δόγματος του σοκ». Οι παραπάνω εξελίξεις θα οδηγήσουν σε περαιτέρω αύξηση των ήδη εκρηκτικών ανισοτήτων και της φτώχειας, επιταχύνοντας περαιτέρω τον δρόμο των ακροδεξιών κομμάτων διεθνώς και θα δυσκολέψουν την αντιμετώπιση της κλιματικής μεταβολής.

Το φορολογικό, κοινωνικό και οικολογικό ντάμπινγκ, τόσο των ΗΠΑ, όσο και άλλων σημαντικών χωρών, είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσει την ευημερία του πλανήτη σε μια αποφασιστική καθοδική τροχιά - όσο μάλιστα απουσιάζει μια συγκροτημένη απάντηση από κάποια άλλη μείζονα δύναμη του πλανήτη, όπως θα ήταν η Ε.Ε. Φυσικά, οι υποστηρικτές της μείωσης των φορολογικών συντελεστών έχουν έτοιμη την απάντηση: τα οικονομικά της «προς τα κάτω διάχυσης του πλούτου» (trickle down economics) ή οικονομικά της προσφοράς ή ριγκανόμικς. Η υπόσχεση όμως αυτή σήμερα ξέρουμε καλά και τεκμηριωμένα ότι δεν επαληθεύτηκε: όχι μόνο δεν υπήρξε διάχυση της ευημερίας, αλλά αντίθετα υπήρξε αύξηση της κοινωνικής πόλωσης.

Αν έτσι έχουν τα πράγματα, τι πρέπει να κάνει μια μικρή χώρα όπως η Ελλάδα; Είναι ώρα να τεθεί επί τάπητος διεθνώς το ζήτημα του ντάμπινγκ: φορολογικού, εργασιακού, κοινωνικοασφαλιστικού, οικολογικού. Αντιμετωπίζουμε διεθνώς ένα πρόβλημα αντίστοιχο με το κεϋνσιανό “παράδοξο της φειδούς”: το ατομικώς ωφέλιμο (η φορομείωση για χάρη της ανάπτυξης κάθε χώρας ξεχωριστά) οδηγεί σε συλλογική απώλεια (διεθνής στασιμότητα και κρίσεις). Πρόκειται για προβλήματα στα οποία μόνο η συλλογική συνεργασία μπορεί να προσφέρει λύσεις, ενώ ο ατομικός ή ο διακρατικός ανταγωνισμός απλά τα επιδεινώνει. Βρισκόμαστε πολύ μακριά από τον κόσμο της «αοράτου χειρός», αλλά επίσης δεν υπάρχουν κατά μόνας «κρατικές» λύσεις. Απαιτούνται συλλογικοί φορείς που να δράσουν αναλόγως στην Ελλάδα και διεθνώς. Η Ε.Ε. δεν θα πρέπει να πέσει στην παγίδα του ανταγωνισμού για τη μείωση των φορολογικών συντελεστών. Αντίθετα, θα πρέπει να συνεχίσει αυτό που μόλις ξεκίνησε, δηλαδή την απομόνωση των χωρών που λειτουργούν ως φορολογικοί παράδεισοι, και ταυτόχρονα να επιχειρήσει επιτέλους τη σύγκλιση των φορολογικών συντελεστών των κρατών - μελών της. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι το ευρωπαϊκό μεταπολεμικό οικονομικό θαύμα ταυτίστηκε με φοροσυντελεστές συχνά ακόμα και διπλάσιους από τους σημερινούς. Δυστυχώς, και στο επίπεδο της Ε.Ε. η πραγματικότητα διαφέρει από τις διακηρύξεις. Για παράδειγμα, η Γαλλία, ενώ θεωρητικά πρωτοστατεί στον φορολογικό εξορθολογισμό και στην αποφυγή του ανταγωνισμού επ' αυτού, παράλληλα ετοιμάζεται να προβεί σε κινήσεις πολύ παραπλήσιες με τις μεταρρυθμίσεις Τραμπ, εγκαινιάζοντας στην πράξη αυτό που αντιστρατεύεται στα λόγια.

Στη χώρα μας, η Ν.Δ. δυστυχώς βρίσκεται στην πρωτοπορία αυτού του διεθνούς ρεύματος φορομειώσεων, στοιχίζεται πίσω από τις δυνάμεις που οδηγούν σε νέα διεθνή κρίση και σε καταστροφή το κοινωνικό κράτος, ελπίζοντας αφελώς σε βραχυχρόνια οικονομικά οφέλη ή απλώς δημαγωγώντας πολιτικά. Η μείωση των φορολογικών συντελεστών, όσο κι αν ακούγεται ευχάριστα ως προεκλογικό σύνθημα, στην καλύτερη περίπτωση θα επέφερε μια βραχυπρόθεσμη οικονομική βελτίωση, όχι όμως σημαντική ούτε βιώσιμη (δες π.χ. Βουλγαρία, όπου οι φόροι είναι ελάχιστοι και η ανάπτυξη ασήμαντη). Είναι σαν να βλέπουμε το δέντρο (τη μικρή παροδική βελτίωση) και να χάνουμε από τα μάτια μας το δάσος: τη διαρκή επιδείνωση των παγκόσμιων οικονομιών, των ανισοτήτων, της φτώχειας, την οικολογικής υποβάθμισης, την καταστροφή του κοινωνικού κράτους.

Η κυβέρνηση, αντίθετα, οφείλει να αναλάβει πρωτοβουλίες στην Ελλάδα και διεθνώς, καθώς ιδεολογικά και προγραμματικά βρίσκεται στον αντίποδα μιας τέτοιας βραχύβιας λογικής. Εάν είχε βάση το επιχείρημα πως η αποφασιστική μείωση των φορολογικών συντελεστών θα προσέλκυε σημαντικό αριθμό ξένων επενδύσεων, ίσως θα ήταν σκόπιμο να ασκηθούν πολιτικές προς αυτή την κατεύθυνση. Όμως τα εμπειρικά δεδομένα δείχνουν ότι ο φορολογικός συντελεστής δεν είναι καθοριστικός για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων, αφού αυτές προτιμούν τις αναπτυγμένες χώρες και όχι τις λιγότερο ανεπτυγμένες που έχουν χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές.

Παρ’ όλα αυτά, σήμερα στη χώρα μας υπάρχουν αναμφίβολα περιθώρια μείωσης των φορολογικών συντελεστών. Τα παρόντα επίπεδα φορολογίας σε ορισμένες τουλάχιστον περιπτώσεις είναι υπερβολικά και η αιτία είναι ιδίως η άρνηση εκ μέρους των δανειστών μας για μια έγκαιρη και πειστική αναδιάρθρωση του χρέους αλλά και η αδυναμία είσπραξης των φόρων λόγω ανεπάρκειας του κρατικού μηχανισμού και λόγω της εκτεταμένης και κοινωνικώς νομιμοποιημένης φοροδιαφυγής, την οποία άλλωστε ευνοεί η δημαγωγική ρητορική της Ν.Δ. και της ΔΗ.ΣΥ. περί «υπερβολικά υψηλών φορολογικών συντελεστών». Η ρητορική αυτή, ειλικρινής ή προεκλογική, μπορεί να οδηγεί ηθελημένα ή αθέλητα σε δραστική μείωση του κοινωνικού κράτους και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Όλες οι πολιτικές δυνάμεις θα πρέπει να έχουν συνείδηση των κινδύνων που αναδύονται διεθνώς. Ας μην υπερθεματίζουμε τις πολιτικές Τραμπ. Ούτε σταθερή ανάπτυξη θα φέρουν ούτε την πολυπόθητη σταθερότητα...
 

Λ. Λαμπριανίδης, γενικός γραμματέας Στρατηγικών και Ιδιωτικών Επενδύσεων, avgi.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: