Εκτός από την πλαστική σακούλα, για την οποία τόσος λόγος έγινε τις τελευταίες μέρες, υπάρχει (ή μάλλον κάποτε υπήρχε) και η εφημερίδα ως υλικό συσκευασίας. Αυτό μας θύμισε η...
κλασική πια ταινία «Συνοικία το όνειρο», που προβλήθηκε στην ΕΤ2 ανήμερα των Θεοφανίων.
Εδώ ο Μάνος Κατράκης έχει στηθεί σε ένα πεζοδρόμιο, σε έναν πολυσύχναστο δρόμο στο εμπορικό κέντρο της Αθήνας, όπως μαντεύουμε από τις ταμπέλες των καταστημάτων: «Κομπία, φιγουρίνια, πλισσέ, αζούρ» και«Τερυλέν, δεν τσαλακώνει».
Στα πόδια του μια ταλαιπωρημένη ογκώδης βαλίτσα με το εμπόρευμα, χειμωνιάτικες μπλούζες και ζακέτες, κι εκείνος το διαλαλεί. «Πάρτε κόσμε, ξεπούλημα, από 75 τρία τάλιρα, από χρεοκοπία…» (Κάτι μας θυμίζουν τα λόγια του.)
Πλάι του δύο κράχτες, δύο πελάτες-μαϊμούδες, γείτονές του από τη συνοικία του Ασυρμάτου όπου έχει γυριστεί το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας, και λίγο πιο πέρα ο Αλέκος Αλεξανδράκης, ο Ρίκο, που κρατάει τσίλιες. Μερικοί περαστικοί τσιμπάνε και αγοράζουν. Και ο παράνομος μικροπωλητής τυλίγει το ρούχο σε μια ελαφρώς τσαλακωμένη εφημερίδα. Πλαστική σακούλα δεν βλέπουμε.
Κάποτε η χρησιμότητα της εφημερίδας επεκτεινόταν και πέραν της ανάγνωσης. Με αυτήν τύλιγαν οι μπακάληδες τύλιγαν τη ρέγγα, τον παστό μπακαλιάρο κ.ά. Στρατσόχαρτο, λαδόχαρτο, χαρτοσακούλες, σπάγγος ήταν τα κύρια υλικά συσκευασίας. Η μεταφορά των τροφίμων από το κατάστημα στο σπίτι γινόταν με το καλάθι, το δίχτυ, το ζεμπίλι, το ταγάρι, τον τορβά, με ανθεκτικές πάνινες τσάντες. Κατά τα άλλα, όσον αφορά τη διατροφή, κάθε άλλο παρά ειδυλλιακή ήταν εκείνη η εποχή αφού και αισχροκέρδεια υπήρχε και νοθεία και κλέψιμο στο ζύγι.
Ανατρέχοντας στον Τύπο και τα χρονογραφήματα της εποχής, δεν θα συναντήσουμε λέξεις όπως «καταναλωτής», «οικολογική ευαισθησία» ή «οργανικό» ή «βιολογικό» προϊόν, «ανακύκλωση», «μίνιμαλ» ενώ το «περιβάλλον» δεν είχε την ίδια έννοια που του δίνουμε σήμερα. Οι πελάτες προστάτευαν το περιβάλλον χωρίς να το ξέρουν και χωρίς να μπορούν να κάνουν κι αλλιώς. Αντί για τη βιομηχανία της ανακύκλωσης, υπήρχε η πλατιά διαδεδομένη πρακτική της επαναχρησιμοποίησης.
Η γενιά της Κατοχής έμαθε να μην πετάει τίποτα: γυάλινα μπουκάλια, φελλοί, χαρτί περιτυλίγματος, κορδελάκια, κουρελάκια, κουμπιά, φερμουάρ, μεταλλικά κουτιά από παυσίπονα, λεπτά ηλεκτρικά καλώδια, βίδες, καρφιά: όλα κάποια μέρα μπορούσαν να φανούν χρήσιμα.
Ήταν η οικολογία της φτώχειας, της στέρησης αλλά και της επινοητικότητας. Σήμερα η πλαστική σακούλα μίας χρήσεως, είτε παρέχεται δωρεάν είτε χρεώνεται, συμβολίζει το εφήμερο και το ευτελές που κυριαρχούν στη ζωή μας ή, έστω, σε αρκετές περιοχές της ζωής μας, π.χ. στον πολιτικό λόγο, την ψυχαγωγία, την ενημέρωση. Πέρα από τις υπαρκτές επιπτώσεις της στο περιβάλλον, συμβολίζει και την ομοιομορφία και την έλλειψη φαντασίας.
Ο τορβάς, λοιπόν, ξανάρχεται, όμως αυτή τη φορά σαν τσάντα από ανθεκτικό πλαστικό και με ντιζαϊνάτη όψη.
Αλήθεια, τι μπορεί να αγοράσει κανείς με 50 λεπτά; Ένα μικρό μπουκάλι νερό, ένα κουλούρι και, αν είμαστε τυχεροί, ένα ματσάκι μαϊντανό. Με 10 λεπτά; Ένα κουτί σπίρτα, μια τσίχλα. Να όμως που τώρα κάτι μπορούμε να αγοράσουμε μόνο με 4 λεπτά: μια πλαστική σακούλα. Ετσι, δεν αποκλείεται να ακούσουμε μπροστά στο ταμείο του σούπερ μάρκετ: «Δεν έχω ρέστα, να σας δώσω δύο σακούλες;»...
Μαριάννα Τζιαντζή
κλασική πια ταινία «Συνοικία το όνειρο», που προβλήθηκε στην ΕΤ2 ανήμερα των Θεοφανίων.
Εδώ ο Μάνος Κατράκης έχει στηθεί σε ένα πεζοδρόμιο, σε έναν πολυσύχναστο δρόμο στο εμπορικό κέντρο της Αθήνας, όπως μαντεύουμε από τις ταμπέλες των καταστημάτων: «Κομπία, φιγουρίνια, πλισσέ, αζούρ» και«Τερυλέν, δεν τσαλακώνει».
Στα πόδια του μια ταλαιπωρημένη ογκώδης βαλίτσα με το εμπόρευμα, χειμωνιάτικες μπλούζες και ζακέτες, κι εκείνος το διαλαλεί. «Πάρτε κόσμε, ξεπούλημα, από 75 τρία τάλιρα, από χρεοκοπία…» (Κάτι μας θυμίζουν τα λόγια του.)
Πλάι του δύο κράχτες, δύο πελάτες-μαϊμούδες, γείτονές του από τη συνοικία του Ασυρμάτου όπου έχει γυριστεί το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας, και λίγο πιο πέρα ο Αλέκος Αλεξανδράκης, ο Ρίκο, που κρατάει τσίλιες. Μερικοί περαστικοί τσιμπάνε και αγοράζουν. Και ο παράνομος μικροπωλητής τυλίγει το ρούχο σε μια ελαφρώς τσαλακωμένη εφημερίδα. Πλαστική σακούλα δεν βλέπουμε.
Κάποτε η χρησιμότητα της εφημερίδας επεκτεινόταν και πέραν της ανάγνωσης. Με αυτήν τύλιγαν οι μπακάληδες τύλιγαν τη ρέγγα, τον παστό μπακαλιάρο κ.ά. Στρατσόχαρτο, λαδόχαρτο, χαρτοσακούλες, σπάγγος ήταν τα κύρια υλικά συσκευασίας. Η μεταφορά των τροφίμων από το κατάστημα στο σπίτι γινόταν με το καλάθι, το δίχτυ, το ζεμπίλι, το ταγάρι, τον τορβά, με ανθεκτικές πάνινες τσάντες. Κατά τα άλλα, όσον αφορά τη διατροφή, κάθε άλλο παρά ειδυλλιακή ήταν εκείνη η εποχή αφού και αισχροκέρδεια υπήρχε και νοθεία και κλέψιμο στο ζύγι.
Ανατρέχοντας στον Τύπο και τα χρονογραφήματα της εποχής, δεν θα συναντήσουμε λέξεις όπως «καταναλωτής», «οικολογική ευαισθησία» ή «οργανικό» ή «βιολογικό» προϊόν, «ανακύκλωση», «μίνιμαλ» ενώ το «περιβάλλον» δεν είχε την ίδια έννοια που του δίνουμε σήμερα. Οι πελάτες προστάτευαν το περιβάλλον χωρίς να το ξέρουν και χωρίς να μπορούν να κάνουν κι αλλιώς. Αντί για τη βιομηχανία της ανακύκλωσης, υπήρχε η πλατιά διαδεδομένη πρακτική της επαναχρησιμοποίησης.
Η γενιά της Κατοχής έμαθε να μην πετάει τίποτα: γυάλινα μπουκάλια, φελλοί, χαρτί περιτυλίγματος, κορδελάκια, κουρελάκια, κουμπιά, φερμουάρ, μεταλλικά κουτιά από παυσίπονα, λεπτά ηλεκτρικά καλώδια, βίδες, καρφιά: όλα κάποια μέρα μπορούσαν να φανούν χρήσιμα.
Ήταν η οικολογία της φτώχειας, της στέρησης αλλά και της επινοητικότητας. Σήμερα η πλαστική σακούλα μίας χρήσεως, είτε παρέχεται δωρεάν είτε χρεώνεται, συμβολίζει το εφήμερο και το ευτελές που κυριαρχούν στη ζωή μας ή, έστω, σε αρκετές περιοχές της ζωής μας, π.χ. στον πολιτικό λόγο, την ψυχαγωγία, την ενημέρωση. Πέρα από τις υπαρκτές επιπτώσεις της στο περιβάλλον, συμβολίζει και την ομοιομορφία και την έλλειψη φαντασίας.
Ο τορβάς, λοιπόν, ξανάρχεται, όμως αυτή τη φορά σαν τσάντα από ανθεκτικό πλαστικό και με ντιζαϊνάτη όψη.
Αλήθεια, τι μπορεί να αγοράσει κανείς με 50 λεπτά; Ένα μικρό μπουκάλι νερό, ένα κουλούρι και, αν είμαστε τυχεροί, ένα ματσάκι μαϊντανό. Με 10 λεπτά; Ένα κουτί σπίρτα, μια τσίχλα. Να όμως που τώρα κάτι μπορούμε να αγοράσουμε μόνο με 4 λεπτά: μια πλαστική σακούλα. Ετσι, δεν αποκλείεται να ακούσουμε μπροστά στο ταμείο του σούπερ μάρκετ: «Δεν έχω ρέστα, να σας δώσω δύο σακούλες;»...
Μαριάννα Τζιαντζή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου