Στις αρχές Νοεμβρίου θα ξεκινήσει, τελικά, τη λειτουργία της η νέα ελεγκτική υπηρεσία που θα εποπτεύεται από...
τους οικονομικούς εισαγγελείς, θα απαρτίζεται από 135 ελεγκτές και θα έχει την αρμοδιότητα να ερευνά εξονυχιστικά μεγάλες υποθέσεις φοροδιαφυγής και άλλων οικονομικών εγκλημάτων ποινικού χαρακτήρα.
Σύμφωνα με τον σχεδιασμό του υπουργείου Οικονομικών, η νέα αυτή υπηρεσία, η οποία θα λειτουργεί υπό τη μορφή ενός νέου, μικρού και ευέλικτου, «ΣΔΟΕ», θα μπορεί να συλλαμβάνει και να ανακρίνει υπόπτους για την τέλεση ποινικών φορολογικών αδικημάτων, αλλά δεν θα έχει δικαίωμα να επιβάλλει φόρους και πρόστιμα στους ελεγχόμενους.
Στη νέα αυτή υπηρεσία θα μεταφερθούν και θα συγκεντρωθούν οι διεσπαρμένες στο Κέντρο Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου (ΚΕΦΟΜΕΠ), στο Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (ΚΕΜΕΕΠ) και στις ΔΟΥ της χώρας 4.700 παραγγελίες των οικονομικών εισαγγελέων για φορολογικούς ελέγχους σε οικονομικά ισχυρούς Έλληνες φορολογούμενους υπόπτους για φοροδιαφυγή και αδικαιολόγητο πλουτισμό, οι οποίες έχουν μείνει ακόμη ανεκτέλεστες.
Πάντως, τον τελικό λόγο για το εάν πράγματι διεπράχθη φοροδιαφυγή ή όχι στις υποθέσεις που θα ερευνά η νέα ελεγκτική δομή θα εξακολουθούν να τον έχουν οι υπηρεσίες της ΑΑΔΕ, προς τις οποίες θα πρέπει να διαβιβάζει η καινούργια αυτή υπηρεσία τα πορίσματά της για επανέλεγχο, έκδοση πράξεων επιβολής φόρων-προστίμων και είσπραξη.
Όπως ήδη έχει αποκαλύψει η «Ν» από τα μέσα Ιουλίου, το σχέδιο νόμου για τη σύσταση της νέας υπηρεσίας ελέγχου μεγάλων υποθέσεων οικονομικού εγκλήματος, το οποίο έχουν ετοιμάσει τα συναρμόδια υπουργεία Δικαιοσύνης και Οικονομικών, προβλέπει, μεταξύ άλλων, τα εξής:
1 Κύρια αποστολή της νέας ελεγκτικής υπηρεσίας θα είναι η εκτέλεση παραγγελιών που θα ανατίθενται από τον εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος με αντικείμενο την έρευνα τέλεσης εγκλημάτων φοροδιαφυγής ή λοιπών οικονομικών αδικημάτων, η συμβολή στην καταπολέμηση εστιών οικονομικού εγκλήματος και κυρίως η πάταξη της φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής και η βελτίωση της φορολογικής συμμόρφωσης φυσικών και νομικών προσώπων.
Ειδικότερα, η υπηρεσία θα είναι αρμόδια για:
α) Τη διενέργεια -κατόπιν παραγγελιών του εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος- επιθεωρήσεων, τακτικών ή εκτάκτων ελέγχων, επανελέγχων και ερευνών, προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης για την τέλεση φορολογικών και οικονομικών εγκλημάτων, που διαπράττονται σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου, της εθνικής οικονομίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανεξαρτήτως του τρόπου τελέσεως.
β) Τη διενέργεια φορολογικών ελέγχων σε φυσικά και νομικά πρόσωπα όλης της επικράτειας, κατόπιν παραγγελιών του εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος, για τον εντοπισμό εισοδημάτων και περιουσιακών στοιχείων που δεν έχουν δηλωθεί.
γ) Τη σύνταξη πορισματικών εκθέσεων σε εκτέλεση των εισαγγελικών παραγγελιών που της ανατίθενται.
δ) Την επιδίωξη της πλήρους επίτευξης των στόχων των ελέγχων που έχουν τεθεί από τον εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος, σύμφωνα με το επιχειρησιακό σχέδιο της Υπηρεσίας.
ε) Τη διενέργεια διασταυρώσεων, την ανάλυση και τη θέσπιση κριτηρίων κινδύνου, καθώς και τον συνεχή προσδιορισμό, αναπροσδιορισμό και βελτίωση των κριτηρίων επιλογής των προς έλεγχο υποθέσεων.
στ) Τη διοικητική υποστήριξη και μέριμνα, την εξασφάλιση των υλικών και του εξοπλισμού, που απαιτούνται για την εύρυθμη λειτουργία της Υπηρεσίας σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες.
2 Η Υπηρεσία θα μπορεί να προβαίνει σε:
α) Έρευνες εγγράφων και λοιπών στοιχείων στις επαγγελματικές εγκαταστάσεις του ελεγχόμενου καθώς και σε έρευνες άλλων χώρων εκτός επαγγελματικής απασχόλησης του ελεγχόμενου, όταν υπάρχουν στοιχεία ή βάσιμες υπόνοιες για την τέλεση οικονομικών παραβάσεων, έπειτα από συναίνεση του ελεγχόμενου ή προηγούμενη άδεια του αρμόδιου εισαγγελέα. Όταν πρόκειται για έρευνα σε κατοικία, είναι πάντοτε απαραίτητη η παρουσία εκπροσώπου της δικαστικής αρχής.
β) Συλλήψεις και ανακρίσεις προσώπων και έρευνες μεταφορικών μέσων, αγαθών, καταστημάτων, αποθηκών, οικιών και λοιπών χώρων, καθώς και στη διενέργεια ειδικών ανακριτικών πράξεων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις ισχύουσες κάθε φορά ειδικές διατάξεις και τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, για τα αδικήματα που προβλέπονται από τη σχετική νομοθεσία και ανάγονται στην αρμοδιότητά της.
γ) Κατασχέσεις βιβλίων, εγγράφων, αγαθών, μέσων μεταφοράς και άλλων στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων και ηλεκτρονικών μέσων αποθήκευσης και μεταφοράς δεδομένων.
δ) Δεσμεύσεις τραπεζικών λογαριασμών και περιουσιακών στοιχείων, σε ειδικές περιπτώσεις κατά τις οποίες κρίνεται αναγκαία η διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου ή σε περιπτώσεις οικονομικού εγκλήματος και μεγάλης έκτασης φοροδιαφυγής και λαθρεμπορίου.
3 Οι ελεγκτές της υπηρεσίας θα έχουν πρόσβαση και θα μπορούν να λαμβάνουν οποιαδήποτε πληροφορία ή στοιχείο που αφορά ή σχετίζεται με την άσκηση του έργου και της αποστολής τους, ύστερα από υπηρεσιακή εντολή, μη υποκείμενη σε περιορισμούς διατάξεων περί απορρήτου, υποχρεούμενη όμως στην τήρηση των διατάξεων περί εχεμύθειας του άρθρου 26 του Υπαλληλικού Κώδικα.
4 Οι αρμοδιότητες της υπηρεσίας θα εκτείνονται σε όλη την ελληνική επικράτεια και θα ασκούνται παράλληλα και ανεξάρτητα από άλλες υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών.
5 Για τη συγκρότηση της υπηρεσίας συνιστώνται 150 οργανικές θέσεις, εκ των οποίων οι 135 είναι θέσεις ελεγκτών και οι 15 είναι θέσεις διοικητικού προσωπικού. Η πλήρωση των θέσεων των ελεγκτών θα μπορεί να γίνει με απόσπαση ή μετάταξη, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης που κάθε φορά ισχύει...
naftemporiki.gr
τους οικονομικούς εισαγγελείς, θα απαρτίζεται από 135 ελεγκτές και θα έχει την αρμοδιότητα να ερευνά εξονυχιστικά μεγάλες υποθέσεις φοροδιαφυγής και άλλων οικονομικών εγκλημάτων ποινικού χαρακτήρα.
Σύμφωνα με τον σχεδιασμό του υπουργείου Οικονομικών, η νέα αυτή υπηρεσία, η οποία θα λειτουργεί υπό τη μορφή ενός νέου, μικρού και ευέλικτου, «ΣΔΟΕ», θα μπορεί να συλλαμβάνει και να ανακρίνει υπόπτους για την τέλεση ποινικών φορολογικών αδικημάτων, αλλά δεν θα έχει δικαίωμα να επιβάλλει φόρους και πρόστιμα στους ελεγχόμενους.
Στη νέα αυτή υπηρεσία θα μεταφερθούν και θα συγκεντρωθούν οι διεσπαρμένες στο Κέντρο Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου (ΚΕΦΟΜΕΠ), στο Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (ΚΕΜΕΕΠ) και στις ΔΟΥ της χώρας 4.700 παραγγελίες των οικονομικών εισαγγελέων για φορολογικούς ελέγχους σε οικονομικά ισχυρούς Έλληνες φορολογούμενους υπόπτους για φοροδιαφυγή και αδικαιολόγητο πλουτισμό, οι οποίες έχουν μείνει ακόμη ανεκτέλεστες.
Πάντως, τον τελικό λόγο για το εάν πράγματι διεπράχθη φοροδιαφυγή ή όχι στις υποθέσεις που θα ερευνά η νέα ελεγκτική δομή θα εξακολουθούν να τον έχουν οι υπηρεσίες της ΑΑΔΕ, προς τις οποίες θα πρέπει να διαβιβάζει η καινούργια αυτή υπηρεσία τα πορίσματά της για επανέλεγχο, έκδοση πράξεων επιβολής φόρων-προστίμων και είσπραξη.
Όπως ήδη έχει αποκαλύψει η «Ν» από τα μέσα Ιουλίου, το σχέδιο νόμου για τη σύσταση της νέας υπηρεσίας ελέγχου μεγάλων υποθέσεων οικονομικού εγκλήματος, το οποίο έχουν ετοιμάσει τα συναρμόδια υπουργεία Δικαιοσύνης και Οικονομικών, προβλέπει, μεταξύ άλλων, τα εξής:
1 Κύρια αποστολή της νέας ελεγκτικής υπηρεσίας θα είναι η εκτέλεση παραγγελιών που θα ανατίθενται από τον εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος με αντικείμενο την έρευνα τέλεσης εγκλημάτων φοροδιαφυγής ή λοιπών οικονομικών αδικημάτων, η συμβολή στην καταπολέμηση εστιών οικονομικού εγκλήματος και κυρίως η πάταξη της φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής και η βελτίωση της φορολογικής συμμόρφωσης φυσικών και νομικών προσώπων.
Ειδικότερα, η υπηρεσία θα είναι αρμόδια για:
α) Τη διενέργεια -κατόπιν παραγγελιών του εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος- επιθεωρήσεων, τακτικών ή εκτάκτων ελέγχων, επανελέγχων και ερευνών, προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης για την τέλεση φορολογικών και οικονομικών εγκλημάτων, που διαπράττονται σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου, της εθνικής οικονομίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανεξαρτήτως του τρόπου τελέσεως.
β) Τη διενέργεια φορολογικών ελέγχων σε φυσικά και νομικά πρόσωπα όλης της επικράτειας, κατόπιν παραγγελιών του εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος, για τον εντοπισμό εισοδημάτων και περιουσιακών στοιχείων που δεν έχουν δηλωθεί.
γ) Τη σύνταξη πορισματικών εκθέσεων σε εκτέλεση των εισαγγελικών παραγγελιών που της ανατίθενται.
δ) Την επιδίωξη της πλήρους επίτευξης των στόχων των ελέγχων που έχουν τεθεί από τον εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος, σύμφωνα με το επιχειρησιακό σχέδιο της Υπηρεσίας.
ε) Τη διενέργεια διασταυρώσεων, την ανάλυση και τη θέσπιση κριτηρίων κινδύνου, καθώς και τον συνεχή προσδιορισμό, αναπροσδιορισμό και βελτίωση των κριτηρίων επιλογής των προς έλεγχο υποθέσεων.
στ) Τη διοικητική υποστήριξη και μέριμνα, την εξασφάλιση των υλικών και του εξοπλισμού, που απαιτούνται για την εύρυθμη λειτουργία της Υπηρεσίας σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες.
2 Η Υπηρεσία θα μπορεί να προβαίνει σε:
α) Έρευνες εγγράφων και λοιπών στοιχείων στις επαγγελματικές εγκαταστάσεις του ελεγχόμενου καθώς και σε έρευνες άλλων χώρων εκτός επαγγελματικής απασχόλησης του ελεγχόμενου, όταν υπάρχουν στοιχεία ή βάσιμες υπόνοιες για την τέλεση οικονομικών παραβάσεων, έπειτα από συναίνεση του ελεγχόμενου ή προηγούμενη άδεια του αρμόδιου εισαγγελέα. Όταν πρόκειται για έρευνα σε κατοικία, είναι πάντοτε απαραίτητη η παρουσία εκπροσώπου της δικαστικής αρχής.
β) Συλλήψεις και ανακρίσεις προσώπων και έρευνες μεταφορικών μέσων, αγαθών, καταστημάτων, αποθηκών, οικιών και λοιπών χώρων, καθώς και στη διενέργεια ειδικών ανακριτικών πράξεων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις ισχύουσες κάθε φορά ειδικές διατάξεις και τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, για τα αδικήματα που προβλέπονται από τη σχετική νομοθεσία και ανάγονται στην αρμοδιότητά της.
γ) Κατασχέσεις βιβλίων, εγγράφων, αγαθών, μέσων μεταφοράς και άλλων στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων και ηλεκτρονικών μέσων αποθήκευσης και μεταφοράς δεδομένων.
δ) Δεσμεύσεις τραπεζικών λογαριασμών και περιουσιακών στοιχείων, σε ειδικές περιπτώσεις κατά τις οποίες κρίνεται αναγκαία η διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου ή σε περιπτώσεις οικονομικού εγκλήματος και μεγάλης έκτασης φοροδιαφυγής και λαθρεμπορίου.
3 Οι ελεγκτές της υπηρεσίας θα έχουν πρόσβαση και θα μπορούν να λαμβάνουν οποιαδήποτε πληροφορία ή στοιχείο που αφορά ή σχετίζεται με την άσκηση του έργου και της αποστολής τους, ύστερα από υπηρεσιακή εντολή, μη υποκείμενη σε περιορισμούς διατάξεων περί απορρήτου, υποχρεούμενη όμως στην τήρηση των διατάξεων περί εχεμύθειας του άρθρου 26 του Υπαλληλικού Κώδικα.
4 Οι αρμοδιότητες της υπηρεσίας θα εκτείνονται σε όλη την ελληνική επικράτεια και θα ασκούνται παράλληλα και ανεξάρτητα από άλλες υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών.
5 Για τη συγκρότηση της υπηρεσίας συνιστώνται 150 οργανικές θέσεις, εκ των οποίων οι 135 είναι θέσεις ελεγκτών και οι 15 είναι θέσεις διοικητικού προσωπικού. Η πλήρωση των θέσεων των ελεγκτών θα μπορεί να γίνει με απόσπαση ή μετάταξη, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης που κάθε φορά ισχύει...
naftemporiki.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου