Ο φετινός Αύγουστος θα παρέλθει μέσα στη ραστώνη του ελληνικού καλοκαιριού, τους καύσωνες και τις φωτιές. Ο λαός θα απολαύσει τα μπάνια του όπως-όπως κι αν...
δεν συμβεί το μοιραίο μεταξύ Καστελόριζου και κυπριακής ΑΟΖ, μετά τις 20 του μηνός τα κομματικά επιτελεία θα αρχίσουν να ετοιμάζουν τις «παραστάσεις» που θα ανεβάσουν στην ΔΕΘ. Τότε θα εγκαινιαστεί μια δραματικά κρίσιμη πολιτική σαιζόν.
Κρίσιμη όχι μόνο γιατί πρέπει μέσα στο Σεπτέμβριο να ψηφιστεί ένα μεγάλο πακέτο από τα 115 προαπαιτούμενα, ούτε μόνο γιατί θα γίνουν εκλογές στη Γερμανία. Ούτε καν γιατί θα αρχίσει (;) τον Οκτώβριο η 3η αξιολόγηση, ούτε βεβαίως γιατί θα τεθεί κάποια στιγμή θέμα ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών.
Κρίσιμη και ίσως καθοριστική θα είναι η πολιτική σαιζόν που θα αρχίσει τον Σεπτέμβριο, γιατί από την προετοιμασία και τις οικονομικές και πολιτικές συνθήκες που θα διαμορφωθούν μέχρι το τέλος της χρονιάς και στο πρώτο εξάμηνο του 2018, θα κριθεί εν πολλοίς το τι θα ακολουθήσει μετά. Θα κριθεί δηλαδή η έκβαση αυτού του ιδιόρρυθμου μεταμοντέρνου πολέμου στον οποίο έχει εμπλακεί η Ελλάδα μας. Υπενθυμίζουμε ότι το 3ο Μνημόνιο λήγει το καλοκαίρι του 2018.
Οι πολίτες βομβαρδιζόμαστε καθημερινά με τρομοκρατικές οικονομικές ειδήσεις και ανούσιες πολιτικολογίες. Υφιστάμεθα μια οργανωμένη προσπάθεια διασποράς της σύγχυσης και του διχασμού. Όσο, λοιπόν, ο Αύγουστος το επιτρέπει, είναι σκόπιμο να βάλουμε μια τάξη στη σκέψη μας, να δούμε πού πραγματικά στεκόμαστε και να σκεφτούμε λύσεις για τα προσωπικά και τα εθνικά μας ζητήματα.
Ένας soft εμφύλιος
Η Ελλάδα τελεί από το 2010 σε καθεστώς μειωμένης κυριαρχίας. Παράλληλα βούλιαξε σε μια πρωτοφανή ύφεση, η οποία οδήγησε στη ραγδαία υπερδιόγκωση της ανεργίας και στην δραστική αποεπένδυση, με τραγικές κοινωνικές συνέπειες που έχουν το ισοδύναμο βάρος ενός σύγχρονου πολέμου.
Ταυτόχρονα, τελεί σε μια κατάσταση soft εμφυλίου πολέμου. Η κρίση επανέφερε με ένταση στο προσκήνιο όλες τις ταξικές και διανοητικές διαφορές της ελληνικής κοινωνίας που είχαν θαφτεί κάτω από το απρόσμενο πακτωλό χρήματος των ευρωπαϊκών πακέτων. Πρόκειται για ένα soft εμφύλιο, ο οποίος διεξάγεται σε πολλά μέτωπα, αλλά τώρα θα σταθούμε σε ένα μέτωπο διαρκείας και ένα συγκυριακό, αλλά δομικό:
Το πρώτο μέτωπο αφορά το γεγονός ότι οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι πληρώνουν τα σπασμένα που προέκυψαν από την καταλήστευση της χώρας από τα συμφέροντα που έχουν βγάλει τα λάφυρα στο εξωτερικό με την ανοχή της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ.
Το δεύτερο μέτωπο του soft εμφύλιου που τις τελευταίες βδομάδες αναδύεται -και πάλι- δύσοσμο, έχει κέντρο την Δικαιοσύνη. Αφορά την συστηματική και ξεδιάντροπη κάλυψη ληστών του δημοσίου χρήματος, ναρκεμπόρων, εγκληματικών συμμοριών κ.ο.κ.
Πού στεκόμαστε τώρα
Επιτιθέμενοι είναι παράγοντες στη Δικαιοσύνη που καθυστερούν τη δικαστική διερεύνηση των καταλόγων μεγαλοφοροφυγάδων και εξαγωγέων παράνομου εισοδήματος, που καθυστερούν δίκες και που εξέδωσαν την αδιανόητη φιλοεργοδοτική απόφαση ότι η μη πληρωμή επί εξάμηνο εργαζόμενου δεν αποτελεί διατάραξη των εργασιακών σχέσεων!
Αυτός ο soft εμφύλιος δεν περιορίζεται σε αυτά τα δύο μέτωπα. Είναι πολυμέτωπος, αν και το κεντρικό του θέατρο είναι η προπαγάνδα των κυρίαρχων Μίντια που υπερασπίζονται υποκριτικά τη δημοκρατία, την ιδιωτική οικονομία, τις αξίες που όλοι ξέρουμε ποιοι βίασαν και ποδοπάτησαν.
Παρά το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης και της επιτυχούς δοκιμαστικής εξόδου στις αγορές και βεβαίως, παρά την αισιόδοξη ρητορική της κυβέρνησης, τίποτε δεν προμηνύει ότι η κοινωνία θα εισέλθει σε κάποια κανονικότητα. Στο καλό σενάριο τα νούμερα θα είναι όλο και καλύτερα, όλο και πιο αισιόδοξα για τους δανειστές, τις αγορές και τους επενδυτές. Μπορεί και η ανεργία να μειωθεί κάπως, αλλά με όρους δουλείας, ήτοι 400 ευρώ καθαρά με 10-12 ώρες δουλειάς ή με μερική απασχόληση. Η κοινωνία, όμως, θα παραμένει εγκλωβισμένη στα χρέη, στην απειλή της έξωσης και στους φόρους.
Συνεπώς, σε αυτό το πλαίσιο δεν μπορούν να υπάρξουν οι αναγκαίες κοινωνικές προϋποθέσεις για ουσιαστική ανάπτυξη. Ενδεχομένως ούτε για πολιτική σταθερότητα που αποτελεί επίσης βασική της προϋπόθεση. Οι αλλεπάλληλες αστοχίες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, σε συνδυασμό με την άγνοια των κανόνων του ευρωπαϊκού παιγνιδιού και την δραματική έλλειψη τεχνογνωσίας σε ότι αφορά τις τράπεζες και την ιδιωτική οικονομία, έχουν προκαλέσει την εξάτμιση του πολιτικού-εκλογικού της κεφαλαίου. Η ανάκτησή του είναι δύσκολη, αλλά όχι αδύνατη.
Τα Μνημόνια και το χρέος
Τα Μνημόνια όχι μόνο δεν έλυσαν το πρόβλημα του χρέους, αλλά το αύξησαν κατά 50 μονάδες του ΑΕΠ. Ούτε η ακραία εσωτερική υποτίμηση έλυσε το πρόβλημα της ανταγωνιστικότητας, ενώ η αποεπένδυση τρέχει με ρυθμό 10 δισ. ευρώ το χρόνο. Το χρέος παραμένει «εξαιρετικά μη βιώσιμο», όπως επαναβεβαίωσε το ΔΝΤ.
Η κα. Βελκουλέσκου τόνισε: «Μια στρατηγική μείωσης του χρέους που βασίζεται στη διατήρηση πρωτοφανών πρωτογενών πλεονασμάτων ή υψηλών ρυθμών αύξησης του ΑΕΠ για παρατεταμένες χρονικές περιόδους δεν είναι αξιόπιστη, ακόμη και με πλήρη εφαρμογή των προγραμματισμένων πολιτικών». Σημειωτέον ότι εάν το ΔΝΤ αποφανθεί οριστικά ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο και αποχωρήσει από το πρόγραμμα, τότε η Ελλάδα –κανονικά– πάει στο Club των Παρισίων…
Άρα, το ζήτημα του χρέους παραμένει ουσιαστικό και δεν μπορεί να το παραβλέψει καμια πολιτική ηγεσία ή οικονομική θεωρία. Επηρεάζει, άλλωστε, και το κόστος δανεισμού από τις αγορές.
Μετά την επερχόμενη εκλογική νίκη της κας Μέρκελ, θα αρχίσει και πάλι η συζήτηση για ρύθμιση του ελληνικού χρέους. Τότε, οι δανειστές θα ζητήσουν –μεταξύ άλλων– κούρεμα καταθέσεων (και κάτω από τις 100.000 ευρώ) και κούρεμα των συντάξεων στα επίπεδα των 300 ευρώ μικτά.
Θα προβάλουν το επιχείρημα ότι δεν μπορούν να διευκολύνουν την Ελλάδα χώρες, όπως η Τσεχία και η Σλοβενία, και η Ελλάδα να δίνει μεγαλύτερη σύνταξη από αυτές. Οιαδήποτε ρύθμιση γίνει θα συνδυαστεί με υποχρεώσεις που θα καταδυναστεύουν την κοινωνία και την οικονομία για πολύ, άσχετα εάν τα νούμερα αρχίσουν να ευημερούν...
Μάκης Ανδρονόπουλος (stavroslygeros.gr)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου