Ύστερα από μία ατυχή έκφραση του Αριστείδη Μπαλτά, το μακρινό 2015, η «αριστεία» έχει γίνει καραμέλα στο στόμα δεξιών και ακραίων κεντρώων. Έχουν...
κατακλύσει το δημόσιο λόγο με υστερικά ουρλιαχτά περί αριστείας, την οποία υποτίθεται εχθρεύεται η Αριστερά στην εμμονή της να τα εξισώσει όλα προς τα κάτω, ακυρώνοντας την ευεργετική ιεραρχία και επιβάλλοντας τη λογική της ήσσονος προσπάθειας. Την ίδια στιγμή εμφανίζουν τους εαυτούς τους ως υπερασπιστές της αξιοκρατίας, της σκληρής δουλειάς και της επιβράβευσης των αποτελεσμάτων.
Θεωρούν μάλιστα ότι βρήκαν λαβράκι, ένα πρώτης τάξης όπλο για να πλήξουν και να στριμώξουν την Αριστερά. Σου λέει ποιος δεν θέλει να επιβραβεύονται οι «άριστοι» και να είναι αυτοί που θα καταλαμβάνουν τις καίριες θέσεις στην κοινωνία και την οικονομία αντί των ανάξιων; Πιστεύουν ακράδαντα πως αν καταφέρουν να ταυτίσουν την Αριστερά με την αναξιοκρατία και την ανικανότητα θα έχουν πετύχει μία μεγάλη ιδεολογική νίκη εναντίον της.
Η προσπάθειά τους, ίσως θα είχε κάποιες πιθανότητες να πετύχει αν… δεν ήταν αυτοί που είναι. Υπάρχει στ’ αλήθεια κάποιος -που δεν είναι φανατικός οπαδός της Νέας Δημοκρατίας- ο οποίος ν’ ακούει τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τα άλλα στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης, του ΠΑΣΟΚ ή του Ποταμιού να μιλάνε για αριστεία και αξιοκρατία και να μη γελά ή να μην εξοργίζεται; Μιλάμε για ένα άτομο – τον Μητσοτάκη – του οποίου η φωτογραφία θα μπορούσε κάλλιστα να μπει στα λεξικά δίπλα στο λήμμα «οικογενειοκρατία» για να αποτυπώσει τέλεια το νόημα της λέξης. Και μιλάμε για κόμματα και πρόσωπα που κυβερνούσαν επί τέσσερις δεκαετίες και ταυτίστηκαν πλήρως με τις χειρότερες πρακτικές αναξιοκρατίας, διαφθοράς και φαυλότητας.
Αντί να τους αποφέρουν πολιτικά και ιδεολογικά κέρδη, οι κραυγές των δεξιών και των ακροκεντρώων περί «αριστείας», περισσότερο ζημιά τους κάνουν. Προκαλούν τον κόσμο με την υποκρισία τους, τον περιγελούν ξεδιάντροπα υπερασπιζόμενοι στα λόγια αξίες που τις καταπατούν προκλητικά στην πράξη.
Γιατί όμως επιμένουν τόσο εμμονικά σε μία τακτική που έχει τα αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που επιδιώκουν;
Δύο είναι οι λόγοι. Ο ένας είναι καθαρά ταξικός, υπερασπίζονται την ταξική τους θέση και τα προνόμια της. Η «αριστεία» εδώ είναι μετωνυμία της αριστοκρατίας, του πλούτου και του στάτους. Η παιδεία είναι ένας έντονα ταξικός θεσμός. Τείνουν να διακρίνονται και να «αριστεύουν» τα παιδιά των οικογενειών εκείνων που έχουν τα μέσα και μεγαλώνουν στο κατάλληλο περιβάλλον. Τα παιδιά δηλαδή των μεσαίων και ανώτερων στρωμάτων. Τα στοιχεία εδώ είναι αδυσώπητα, όσο αυξάνει το διαθέσιμο εισόδημα μίας κοινωνικής ομάδας τόσο βελτιώνονται οι σχολικές επιδόσεις των παιδιών της, τάση που γίνεται όλο και πιο έντονη όσο ανεβαίνουμε τις εκπαιδευτικές βαθμίδες.
Ο άλλος λόγος είναι περισσότερο ψυχολογικός και έχει να κάνει με την αυτοκατανόησή τους. Όσοι σκίζουν τα ιμάτιά τους για την αριστεία πιστεύουν ότι και οι ίδιοι είναι μεταξύ των αρίστων. Τι κι αν δεν έχουν να εμφανίσουν κανένα αξιόλογο έργο και βρίσκονται εκεί που βρίσκονται λόγω πλούτου, οικογένειας, ή πελατειακών δικτύων, πιστεύουν στ’ αλήθεια ότι οι θέσεις και τα προνόμια που απολαμβάνουν είναι αποτέλεσμα της ξεχωριστής αξίας τους και της σκληρής δουλειάς. Και φυσικά θεωρούν ότι ως άριστοι θα πρέπει αυτοδίκαια να κυβερνούν, οι ίδιοι και τα παιδιά τους.
Κάθε κριτική στην έννοια της «αριστείας» λοιπόν την εκλαμβάνουν ως μία ευθεία επίθεση τόσο στα ταξικά προνόμιά τους όσο και στο κοσμοείδωλό τους. Βέβαια η υστερία με την οποία αντιδρούν υποδεικνύει ότι έχουν συνείδηση πόσο κάλπικοι είναι οι ισχυρισμοί τους και πόσο πολύ απέχουν από την εξωραϊσμένη εικόνα που φιλοτεχνούν για τον εαυτό τους.
Αισθάνονται την απειλή ότι θα αποκαλυφθούν ανά πάσα στιγμή, όπως το παιδί που έφαγε κρυφά το γλυκό της γιαγιάς και προσπαθεί να το κρύψει με αστεία τεχνάσματα. Γι’ αυτό και χάνουν την ψυχραιμία τους και αντιδρούν σπασμωδικά. Όμως αυτό που προσπαθούν τόσο επιτακτικά να κρύψουν – το τίποτα τους δηλαδή βουτηγμένο σε πομφόλυγες αριστείας- είναι γνωστό στους πάντες. Ο «άριστος» είναι γυμνός...
Μανώλης Τασάκος
κατακλύσει το δημόσιο λόγο με υστερικά ουρλιαχτά περί αριστείας, την οποία υποτίθεται εχθρεύεται η Αριστερά στην εμμονή της να τα εξισώσει όλα προς τα κάτω, ακυρώνοντας την ευεργετική ιεραρχία και επιβάλλοντας τη λογική της ήσσονος προσπάθειας. Την ίδια στιγμή εμφανίζουν τους εαυτούς τους ως υπερασπιστές της αξιοκρατίας, της σκληρής δουλειάς και της επιβράβευσης των αποτελεσμάτων.
Θεωρούν μάλιστα ότι βρήκαν λαβράκι, ένα πρώτης τάξης όπλο για να πλήξουν και να στριμώξουν την Αριστερά. Σου λέει ποιος δεν θέλει να επιβραβεύονται οι «άριστοι» και να είναι αυτοί που θα καταλαμβάνουν τις καίριες θέσεις στην κοινωνία και την οικονομία αντί των ανάξιων; Πιστεύουν ακράδαντα πως αν καταφέρουν να ταυτίσουν την Αριστερά με την αναξιοκρατία και την ανικανότητα θα έχουν πετύχει μία μεγάλη ιδεολογική νίκη εναντίον της.
Η προσπάθειά τους, ίσως θα είχε κάποιες πιθανότητες να πετύχει αν… δεν ήταν αυτοί που είναι. Υπάρχει στ’ αλήθεια κάποιος -που δεν είναι φανατικός οπαδός της Νέας Δημοκρατίας- ο οποίος ν’ ακούει τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τα άλλα στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης, του ΠΑΣΟΚ ή του Ποταμιού να μιλάνε για αριστεία και αξιοκρατία και να μη γελά ή να μην εξοργίζεται; Μιλάμε για ένα άτομο – τον Μητσοτάκη – του οποίου η φωτογραφία θα μπορούσε κάλλιστα να μπει στα λεξικά δίπλα στο λήμμα «οικογενειοκρατία» για να αποτυπώσει τέλεια το νόημα της λέξης. Και μιλάμε για κόμματα και πρόσωπα που κυβερνούσαν επί τέσσερις δεκαετίες και ταυτίστηκαν πλήρως με τις χειρότερες πρακτικές αναξιοκρατίας, διαφθοράς και φαυλότητας.
Αντί να τους αποφέρουν πολιτικά και ιδεολογικά κέρδη, οι κραυγές των δεξιών και των ακροκεντρώων περί «αριστείας», περισσότερο ζημιά τους κάνουν. Προκαλούν τον κόσμο με την υποκρισία τους, τον περιγελούν ξεδιάντροπα υπερασπιζόμενοι στα λόγια αξίες που τις καταπατούν προκλητικά στην πράξη.
Γιατί όμως επιμένουν τόσο εμμονικά σε μία τακτική που έχει τα αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που επιδιώκουν;
Δύο είναι οι λόγοι. Ο ένας είναι καθαρά ταξικός, υπερασπίζονται την ταξική τους θέση και τα προνόμια της. Η «αριστεία» εδώ είναι μετωνυμία της αριστοκρατίας, του πλούτου και του στάτους. Η παιδεία είναι ένας έντονα ταξικός θεσμός. Τείνουν να διακρίνονται και να «αριστεύουν» τα παιδιά των οικογενειών εκείνων που έχουν τα μέσα και μεγαλώνουν στο κατάλληλο περιβάλλον. Τα παιδιά δηλαδή των μεσαίων και ανώτερων στρωμάτων. Τα στοιχεία εδώ είναι αδυσώπητα, όσο αυξάνει το διαθέσιμο εισόδημα μίας κοινωνικής ομάδας τόσο βελτιώνονται οι σχολικές επιδόσεις των παιδιών της, τάση που γίνεται όλο και πιο έντονη όσο ανεβαίνουμε τις εκπαιδευτικές βαθμίδες.
Ο άλλος λόγος είναι περισσότερο ψυχολογικός και έχει να κάνει με την αυτοκατανόησή τους. Όσοι σκίζουν τα ιμάτιά τους για την αριστεία πιστεύουν ότι και οι ίδιοι είναι μεταξύ των αρίστων. Τι κι αν δεν έχουν να εμφανίσουν κανένα αξιόλογο έργο και βρίσκονται εκεί που βρίσκονται λόγω πλούτου, οικογένειας, ή πελατειακών δικτύων, πιστεύουν στ’ αλήθεια ότι οι θέσεις και τα προνόμια που απολαμβάνουν είναι αποτέλεσμα της ξεχωριστής αξίας τους και της σκληρής δουλειάς. Και φυσικά θεωρούν ότι ως άριστοι θα πρέπει αυτοδίκαια να κυβερνούν, οι ίδιοι και τα παιδιά τους.
Κάθε κριτική στην έννοια της «αριστείας» λοιπόν την εκλαμβάνουν ως μία ευθεία επίθεση τόσο στα ταξικά προνόμιά τους όσο και στο κοσμοείδωλό τους. Βέβαια η υστερία με την οποία αντιδρούν υποδεικνύει ότι έχουν συνείδηση πόσο κάλπικοι είναι οι ισχυρισμοί τους και πόσο πολύ απέχουν από την εξωραϊσμένη εικόνα που φιλοτεχνούν για τον εαυτό τους.
Αισθάνονται την απειλή ότι θα αποκαλυφθούν ανά πάσα στιγμή, όπως το παιδί που έφαγε κρυφά το γλυκό της γιαγιάς και προσπαθεί να το κρύψει με αστεία τεχνάσματα. Γι’ αυτό και χάνουν την ψυχραιμία τους και αντιδρούν σπασμωδικά. Όμως αυτό που προσπαθούν τόσο επιτακτικά να κρύψουν – το τίποτα τους δηλαδή βουτηγμένο σε πομφόλυγες αριστείας- είναι γνωστό στους πάντες. Ο «άριστος» είναι γυμνός...
Μανώλης Τασάκος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου