Δεν το περίμενα. Δεν ήμουν καν προετοιμασμένη. Πώς να φανταστώ ότι ένα χειροκρότημα θα μπορούσε να μου προξενήσει τόσο τρόμο. Ασε που τη στιγμή που το έβλεπα, θυμήθηκα τον...
στίχο «είμαστε ακόμα ζωντανοί, κι αν μας αντέξει το σκοινί, θα φανεί στο χειροκρότημα». Αυτοστιγμεί, ένα σκοτεινό ρίγος διαπέρασε τη ραχοκοκαλιά μου, ανείπωτες σκέψεις κατσικώθηκαν στο κεφάλι μου, έφτυσα τον κόρφο μου και αφέθηκα στον ζόφο της εικόνας.
Ενα μάτσο ηλικιωμένοι (ή μήπως όχι μόνο;) να χειροκροτούν τον τέως (που να με πάρει και να με σηκώσει), καθώς προσερχόταν μετά της τέως βασιλοσυζύγου του στην εξόδιο ακολουθία τού, επίσης πρώην, πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη... αποδεικνύοντας πως «είναι ακόμα ζωντανοί»!
Δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Ημουν, βλέπεις, πολύ μικρή και μου είχε κάνει μεγάλη εντύπωση. Μόλις είχα μπει στο Γυμνάσιο και με το σχολείο είχαμε πάει θέατρο. Δίπλα μου καθόταν η αγαπημένη μου φιλόλογος.
Μολιέρο θα βλέπαμε. Καθώς βγαίνουν οι ηθοποιοί στη σκηνή, όλοι χειροκροτήσαμε. Η κ. Παπαευθυμίου όχι. «Γιατί δεν χειροκροτάτε;» τη ρωτάω. «Γιατί περιμένω να δω αν το αξίζουν». Η φράση αυτή μου εντυπώθηκε στο μυαλό και μέχρι σήμερα μαζί της πορεύομαι... και εκτός θεάτρου.
Ο,τι και να λέμε, το να επευφημούν βασιλείς, δικτάτορες, θεούς και κοσμοκράτορες τη σήμερον, ιδία βουλήσει, δίχως κανέναν εξωτερικό εξαναγκασμό, με βγάζει εκτός εαυτού. Ισως γιατί θυμάμαι όσα έχω διαβάσει και ακούσει από ανθρώπους που έζησαν το τι σημαίνει να είσαι εξορία και φυλακές για δεκαετίες, να μην μπορείς να ζήσεις, να βρεις δουλειά και να κατατρέχουν εσένα και όλη σου την οικογένεια επειδή δεν τους «χειροκροτούσες».
Προσωπικά, παρόμοια βιώματα δεν έχω. Αν είχα, μάλλον θ' άντεχα σήμερα παρόμοιες σκηνές «λαϊκού ενθουσιασμού». Δυστυχώς ή ευτυχώς(;), ανήκω σε μια γενιά που έχει την πολυτέλεια και να απογοητεύεται και να θυμώνει με αντίστοιχα και μη περιστατικά, χωρίς να κινδυνεύει η ζωή της αν το φανερώσει δημοσίως.
Και μπορεί οι ιστορικές συγκρίσεις να μην είναι μήτε πολιτικά μήτε επιστημονικά ορθές, ωστόσο δεν μπορώ να μην νιώθω πως ναι, είναι δείγμα πολυτέλειας η απογοήτευση της γενιάς μου σε σχέση με τις προαναφερθείσες. Οι άνθρωποι τότε δεν είχαν χρόνο να απογοητευθούν και να το 'θελαν. Είχαν μόνο μια επιλογή: ν' αγωνιστούν ή να υποκύψουν και να γίνουν σαν αυτούς που τους διαφέντευαν.
Εδώ, πια, χωράει μεγάλη συζήτηση. Στο πώς, δηλαδή, μπορείς ν' αντιπαλέψεις αυτό ή αυτούς που δεσμεύουν (ή δέσμευαν, εν προκειμένω) την ελευθερία, τα όνειρα, τις επιθυμίες, το παρόν και το μέλλον σου, χωρίς να γίνεις μια απ' τα ίδια. Δίχως να τους μοιάσεις, χωρίς να γίνεις σαν τα μούτρα τους. Δεν είναι εύκολο. Αλλά και πάλι, είναι τόσο δύσκολο;
«Ο άνθρωπος δεν είναι παρά ένα σφάλμα που σκέφτεται. Κάθε εποχή της ζωής είναι μια έκδοση που διορθώνει την προηγούμενη και η οποία επίσης θα διορθωθεί, μέχρι την οριστική έκδοση, που ο εκδότης θα τη δώσει δωρεάν στα σκουλήκια». Τάδε έφη ο Μασάντο ντε Ασίς, Βραζιλιάνος επιφανής συγγραφέας του 19ου αι., του οποίου το βιβλίο «Ρεαλιστική τριλογία» μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Gutenberg.
Κολλάει ταμάμ στην κουβέντα μας, μιας και με κηδείες έχουμε να κάνουμε και με σφάλματα. Και μάλιστα, χειροκροτούμενα.
Μη γελιόμαστε. Οσο και αν νομίζουμε ότι εμείς «διαφέρουμε», όσο σίγουροι κι αν είμαστε για την ακεραιότητα της πάρτης μας, η απόσταση μεταξύ του χειροκροτητή και του απογοητευμένου μόνο μεγάλη δεν είναι.
Ειδικά όταν εμμένουμε στην εξαιρετικά σκληρή (ακόμη κι αν είναι δικαιολογημένη), περίκλειστη και ανένδοτη απογοήτευσή μας, χωρίς να παρουσιάζουμε καμία ουσιαστική (πόσω μάλλον γνήσια αγωνιστική, άρα και αλληλέγγυα) εναλλακτική. Εν τω μεταξύ, ο νεποτισμός στην πολιτική καλά κρατεί (58 χρόνια πολιτικός ήταν ο αποδημήσας και τα παιδιά του προχωρούν στα ίδια βήματα) και δεκάδες μίντια πάνε στα χέρια ενός!
Οχι, η απόσταση δεν είναι μεγάλη. Με μια δρασκελιά τη μηδενίζουν όσοι ήταν (και όσοι τους βοήθησαν να είναι αυτό που ήταν). Και, έτσι που το πάμε, στο τσακ είναι να 'ρθουν ξανά... σαν άλλοτε...
Νόρα Ράλλη
στίχο «είμαστε ακόμα ζωντανοί, κι αν μας αντέξει το σκοινί, θα φανεί στο χειροκρότημα». Αυτοστιγμεί, ένα σκοτεινό ρίγος διαπέρασε τη ραχοκοκαλιά μου, ανείπωτες σκέψεις κατσικώθηκαν στο κεφάλι μου, έφτυσα τον κόρφο μου και αφέθηκα στον ζόφο της εικόνας.
Ενα μάτσο ηλικιωμένοι (ή μήπως όχι μόνο;) να χειροκροτούν τον τέως (που να με πάρει και να με σηκώσει), καθώς προσερχόταν μετά της τέως βασιλοσυζύγου του στην εξόδιο ακολουθία τού, επίσης πρώην, πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη... αποδεικνύοντας πως «είναι ακόμα ζωντανοί»!
Δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Ημουν, βλέπεις, πολύ μικρή και μου είχε κάνει μεγάλη εντύπωση. Μόλις είχα μπει στο Γυμνάσιο και με το σχολείο είχαμε πάει θέατρο. Δίπλα μου καθόταν η αγαπημένη μου φιλόλογος.
Μολιέρο θα βλέπαμε. Καθώς βγαίνουν οι ηθοποιοί στη σκηνή, όλοι χειροκροτήσαμε. Η κ. Παπαευθυμίου όχι. «Γιατί δεν χειροκροτάτε;» τη ρωτάω. «Γιατί περιμένω να δω αν το αξίζουν». Η φράση αυτή μου εντυπώθηκε στο μυαλό και μέχρι σήμερα μαζί της πορεύομαι... και εκτός θεάτρου.
Ο,τι και να λέμε, το να επευφημούν βασιλείς, δικτάτορες, θεούς και κοσμοκράτορες τη σήμερον, ιδία βουλήσει, δίχως κανέναν εξωτερικό εξαναγκασμό, με βγάζει εκτός εαυτού. Ισως γιατί θυμάμαι όσα έχω διαβάσει και ακούσει από ανθρώπους που έζησαν το τι σημαίνει να είσαι εξορία και φυλακές για δεκαετίες, να μην μπορείς να ζήσεις, να βρεις δουλειά και να κατατρέχουν εσένα και όλη σου την οικογένεια επειδή δεν τους «χειροκροτούσες».
Προσωπικά, παρόμοια βιώματα δεν έχω. Αν είχα, μάλλον θ' άντεχα σήμερα παρόμοιες σκηνές «λαϊκού ενθουσιασμού». Δυστυχώς ή ευτυχώς(;), ανήκω σε μια γενιά που έχει την πολυτέλεια και να απογοητεύεται και να θυμώνει με αντίστοιχα και μη περιστατικά, χωρίς να κινδυνεύει η ζωή της αν το φανερώσει δημοσίως.
Και μπορεί οι ιστορικές συγκρίσεις να μην είναι μήτε πολιτικά μήτε επιστημονικά ορθές, ωστόσο δεν μπορώ να μην νιώθω πως ναι, είναι δείγμα πολυτέλειας η απογοήτευση της γενιάς μου σε σχέση με τις προαναφερθείσες. Οι άνθρωποι τότε δεν είχαν χρόνο να απογοητευθούν και να το 'θελαν. Είχαν μόνο μια επιλογή: ν' αγωνιστούν ή να υποκύψουν και να γίνουν σαν αυτούς που τους διαφέντευαν.
Εδώ, πια, χωράει μεγάλη συζήτηση. Στο πώς, δηλαδή, μπορείς ν' αντιπαλέψεις αυτό ή αυτούς που δεσμεύουν (ή δέσμευαν, εν προκειμένω) την ελευθερία, τα όνειρα, τις επιθυμίες, το παρόν και το μέλλον σου, χωρίς να γίνεις μια απ' τα ίδια. Δίχως να τους μοιάσεις, χωρίς να γίνεις σαν τα μούτρα τους. Δεν είναι εύκολο. Αλλά και πάλι, είναι τόσο δύσκολο;
«Ο άνθρωπος δεν είναι παρά ένα σφάλμα που σκέφτεται. Κάθε εποχή της ζωής είναι μια έκδοση που διορθώνει την προηγούμενη και η οποία επίσης θα διορθωθεί, μέχρι την οριστική έκδοση, που ο εκδότης θα τη δώσει δωρεάν στα σκουλήκια». Τάδε έφη ο Μασάντο ντε Ασίς, Βραζιλιάνος επιφανής συγγραφέας του 19ου αι., του οποίου το βιβλίο «Ρεαλιστική τριλογία» μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Gutenberg.
Κολλάει ταμάμ στην κουβέντα μας, μιας και με κηδείες έχουμε να κάνουμε και με σφάλματα. Και μάλιστα, χειροκροτούμενα.
Μη γελιόμαστε. Οσο και αν νομίζουμε ότι εμείς «διαφέρουμε», όσο σίγουροι κι αν είμαστε για την ακεραιότητα της πάρτης μας, η απόσταση μεταξύ του χειροκροτητή και του απογοητευμένου μόνο μεγάλη δεν είναι.
Ειδικά όταν εμμένουμε στην εξαιρετικά σκληρή (ακόμη κι αν είναι δικαιολογημένη), περίκλειστη και ανένδοτη απογοήτευσή μας, χωρίς να παρουσιάζουμε καμία ουσιαστική (πόσω μάλλον γνήσια αγωνιστική, άρα και αλληλέγγυα) εναλλακτική. Εν τω μεταξύ, ο νεποτισμός στην πολιτική καλά κρατεί (58 χρόνια πολιτικός ήταν ο αποδημήσας και τα παιδιά του προχωρούν στα ίδια βήματα) και δεκάδες μίντια πάνε στα χέρια ενός!
Οχι, η απόσταση δεν είναι μεγάλη. Με μια δρασκελιά τη μηδενίζουν όσοι ήταν (και όσοι τους βοήθησαν να είναι αυτό που ήταν). Και, έτσι που το πάμε, στο τσακ είναι να 'ρθουν ξανά... σαν άλλοτε...
Νόρα Ράλλη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου