Μια μαύρη τρύπα στην ιστοριογραφία…
Μια σταγόνα ιστορίας, από τον Δημήτρη Ψαρρά, στο βιβλίο που κυκλοφόρησε μαζί με την Εφημερίδα των Συντακτών, με τον τίτλο «Το μυστικό του εθνάρχη».
Ένα βιβλίο με εξαιρετικό ενδιαφέρον, που φωτίζει μια περίοδο της ιστορίας του Καραμανλή και συγκεκριμένα την σχέση που είχε με το δικτατορικό καθεστώς της 21ης Απριλίου.
Όπως αναφέρεται στην εισαγωγή του βιβλίου:
Είχε φροντίσει...
βέβαια εγκαίρως και ο ίδιος (ο Καραμανλής) να προσδώσει στην πολιτική καριέρα του τα στοιχεία που επιθυμούσε, επεξεργαζόμενος τα πειστήρια της υστεροφημίας του πολύ πριν αποχωρήσει από την ενεργό δράση. Σ’ αυτό τον βοήθησε το παράδοξο ιντερμέδιο, η περίοδος 1963-1974, κατά την οποία βρέθηκε εκτός Ελλάδας με δική του επιλογή. Σ’ όλο αυτό το διάστημα δεν έπαυε να δηλώνει προς όλους ότι η αποχώρησή του από την πολιτική ήταν οριστική. Ανεξάρτητα από τον βαθμό που το πίστευε ο ίδιος, η δήλωση αυτή ήταν μια σταθερή καταφυγή τού πρώην πρωθυπουργού στην ασφάλεια της απομόνωσής του. Και αυτή η απομόνωση συνοδευόταν από την επίμονη προσπάθειά του να συγκεντρώσει και να διασώσει όσα στοιχεία πίστευε ότι θα επιβεβαίωναν την εικόνα που είχε ο ίδιος για τον εαυτό του και θα αποστόμωναν τους κάθε λογής αντιπάλους του, εκείνους που θεωρούσε υπεύθυνους για την πρόωρη -αλλά όπως αποδείχτηκε καθόλου οριστική- πολιτική αποστράτευσή του.
Παρά το γεγονός ότι έχουν αφιερωθεί τόσες βιογραφικές σελίδες, τόσα συνέδρια και τόσες εκδόσεις στον Κωνσταντίνο Καραμανλή, παραμένει σχεδόν ανεξερεύνητη η ιδιαίτερη σχέση του με την προετοιμασία, την εγκαθίδρυση, τη στερέωση και την πτώση της δικτατορίας του 1967. Πολλά ερωτήματα διατηρούνται και ως προς την προσωπική του σχέση με στελέχη του δικτατορικού καθεστώτος και κυρίως ως προς το περιεχόμενο των συνομιλιών στενών συνεργατών του με την ηγετική ομάδα των πραξικοπηματιών και τον ίδιο τον Παπαδόπουλο.
Διαθέτουμε, βέβαια, πολλές έμμεσες αναλύσεις ή ανολοκλήρωτες περιγραφές της περιόδου που ο Καραμανλής βρισκόταν στη Ζυρίχη και εν συνεχεία στο Παρίσι και από εκεί επιχειρούσε να καθοδηγήσει το παλιό του κόμμα, την ΕΡΕ, αλλά και να επηρεάσει τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα. Ομως οι αναφορές αυτές μοιάζουν αποσπασματικές και είναι ελάχιστα πειστικές, διότι βρίθουν κενών, αντιφάσεων και σκοτεινών σημείων. Λες και το ζήτημα αυτό πρέπει να εξαιρεθεί από τη σύγχρονη ιστοριογραφία, προκειμένου να μη θιγεί η υστεροφημία του μεγάλου ηγέτη.
Αλλά τι είχε να κρύψει ο Κ. Καραμανλής και οι εγκεκριμένοι βιογράφοι του; Πολύ απλά το γεγονός ότι η στάση του απέναντι στο ενδεχόμενο του πραξικοπήματος και στη συνέχεια ο ρόλος του την περίοδο της ακμής της δικτατορίας δεν συμβαδίζουν με τη μεταπολιτευτική εικόνα του πολιτικού που «αποκατέστησε τη δημοκρατία και τον κοινοβουλευτισμό». Βέβαια, δεν ισχύει ούτε ο ισχυρισμός κάποιων αντιπάλων του ότι ο Καραμανλής ταυτίστηκε με τη χούντα. Το «μυστικό» του είναι ότι επιδίωξε να διατηρήσει ίσες αποστάσεις από τους πραξικοπηματίες και την αντιδικτατορική αντίσταση, θεωρώντας ότι μ’ αυτόν τον τρόπο θα άνοιγε ο δρόμος για τη δική του επιστροφή με τους όρους που ο ίδιος είχε θέσει και προς τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές. Η τελική εξέλιξη μοιάζει να τον δικαιώνει. Οπως θα δούμε, όμως, στο τέλος του κειμένου, αυτή η εκτίμηση υποκρύπτει μια επιπόλαιη ανάγνωση της Ιστορίας.
Πιστός εξαρχής στο δόγμα του ότι από τη διατήρηση της δικτατορίας θα ήταν ακόμα χειρότερη η επιστροφή στο προδικτατορικό πολιτικό σύστημα, ο Καραμανλής απέφυγε συστηματικά να κλείσει τους διαύλους επικοινωνίας με το καθεστώς. Οπως διαπιστώνει κανείς από το δικό του Αρχείο, σ’ αυτόν ταιριάζει απόλυτα ο χαρακτηρισμός «γεφυροποιός» που επωμίστηκε αυτόβουλα ο Ευάγγελος Αβέρωφ και εκείνον συνοδεύει μέχρι σήμερα.
Ο κύριος λόγος που μέχρι σήμερα το «μυστικό» παραμένει ασφαλές είναι βέβαια πρώτα απ’ όλα ότι φρόντισε εγκαίρως ο ίδιος ο Καραμανλής να το διαφυλάξει σε ένα προστατευμένο περιβάλλον. Και ανέλαβε να γράψει μόνος του ή να υπαγορεύσει «σημειώματα» και «μνημόνια» για τις πιο κρίσιμες και δυσνόητες επιλογές του εκείνα τα σκοτεινά χρόνια, ενώ επέβλεψε προσωπικά, με τη σχολαστικότητα που πάντοτε τον διέκρινε, την έκδοση των πρώτων και πιο κρίσιμων βιογραφιών του. Οπως αποκαλύπτει στις αναμνήσεις του ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, ήταν εκείνος που «μισοέγραψε όλο το βιβλίο του Genevoix “Η Ελλάς του Καραμανλή”». 1
Αλλά και όταν κάποια από αυτές τις βιογραφίες -οι οποίες, σημειωτέον, εκδόθηκαν πρώτα εκτός Ελλάδας- περιελάμβανε κάποιες ανεπιθύμητες διατυπώσεις, το φάρμακο βρισκόταν εύκολα. Οι διατυπώσεις άλλαζαν ως διά μαγείας στην ελληνική μετάφραση. Ο Παύλος Τζερμιάς έχει εντοπίσει πολλές διαφορές στην ελληνική μετάφραση του Μασσίπ, σε σχέση με το γαλλικό πρωτότυπο, αλλά και ένα τυπογραφικό λάθος που αλλάζει την ουσία στην ελληνική μετάφραση του Γουντχάουζ. 2
Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι η μεταπολιτευτική εικόνα του Καραμανλή ως ενός Ευρωπαίου δημοκράτη λαϊκού ηγέτη δεν χωρά εύκολα στο προφίλ ενός μνησίκακου αποσυρμένου πολιτικού, ο οποίος μηχανορραφεί από μακριά, θεωρώντας τον εαυτό του προδομένο από τον λαό του, τους συνεργάτες και το κόμμα του. Αλλά όσο δεν είναι ορθό να υποτιμάται ο προσωπικός του ρόλος στον τρόπο που επιτεύχθηκε η δημοκρατική τομή μετά την παράδοση της εξουσίας από τους στρατιωτικούς στη δική του κυβέρνηση, άλλο τόσο παραπλανητική είναι η προσπάθεια να ερμηνευτεί η στάση του απέναντι στη δικτατορία με εφόδια δανεισμένα από τη μεταπολιτευτική περίοδο.
Μπορεί να διακρίνει κανείς τρεις περιόδους στην προσωπική σχέση του Καραμανλή με την κατάλυση της δημοκρατίας στη χώρα:
– Η πρώτη, η οποία δεν θα μας απασχολήσει εδώ, εντοπίζεται κατά την περίοδο της πρώτης οκταετίας της πρωθυπουργίας του. Οπως έχει αναλυθεί αλλού, σε αποφάσεις της πολιτικής ηγεσίας εκείνης της περιόδου οφείλεται το κλίμα που επέτρεψε τη «συνωμοσία» στις Ενοπλες Δυνάμεις. Οχι μόνο τα σχέδια, αλλά ακόμα και οι πρωταγωνιστές του πραξικοπήματος υπήρξαν δημιουργήματα εκείνης της οκταετίας.3
– Η δεύτερη περίοδος περιλαμβάνει τα πρώτα χρόνια του εκπατρισμού του Καραμανλή. Ηταν η εποχή που άρχισε να συζητείται η «εκτροπή» από τον κοινοβουλευτισμό ως αναγκαία λύση για την αντιμετώπιση της πολιτικής κρίσης. Εδώ η παρέμβαση του Καραμανλή είναι καθοριστική, αν και αδικαιολόγητα υποτιμημένη.
– Η τρίτη και πιο σημαντική βέβαια περίοδος περιλαμβάνει τις ενέργειες, τις δηλώσεις και τις σιωπές του Καραμανλή μετά την εκδήλωση του πραξικοπήματος έως και την κατάρρευσή του. Από την αναλυτική και όχι επιλεκτική παράθεση των σχετικών τεκμηρίων προκύπτει η ιδιαίτερη προσωπική του στάση και η επιμονή του να παραμένει στην γκρίζα περιοχή ανάμεσα στους πραξικοπηματίες και την αντίσταση, υπηρετώντας την προοπτική της επανόδου με τους δικούς του όρους.
Η αλήθεια είναι ότι ο Καραμανλής αντιμετώπισε εξαρχής το ενδεχόμενο «εκτροπής» και στη συνέχεια την ίδια τη δικτατορία ως μια ευκαιρία να γίνουν πράξη όσα επιχείρησε με τη συνταγματική τομή που σχεδίαζε και την ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας που θεωρούσε όρο απαραίτητο για να κυβερνηθεί η χώρα. Οπως κι αν το ονομάσει κανείς, «γέφυρα», «μεταβατική κυβέρνηση» ή ό,τι άλλο, ο ιδρυτής της ΕΡΕ παρέμεινε σταθερός σ’ αυτό του το σχέδιο, αδιαφορώντας για τις συνέπειες της στάσης του στους συνεργάτες και τους οπαδούς του.
Η εντελώς προσωπική αυτή στάση είναι και ο λόγος που οι επίσημοι βιογράφοι του νιώθουν αμηχανία όταν αναφέρονται σ’ αυτήν την περίοδο και προτιμούν συνήθως να την ξεπερνούν με λίγες λέξεις. Αυτός είναι ο λόγος που τα περισσότερα από τα ντοκουμέντα που παρουσιάζονται σ’ αυτό το βιβλίο έρχονται για πρώτη φορά στη δημοσιότητα. Υπάρχουν βέβαια και οι εξαιρέσεις. Και σ’ αυτές πρέπει να αναφερθεί το άρθρο του Σωτήρη Ριζά, στο οποίο αναλύονται οι τρεις τάσεις που είχαν διαμορφωθεί στο εσωτερικό της ΕΡΕ, μετά την εκλογική ήττα του 1964 και ειδικά κατά το δεύτερο εξάμηνο του 1966.
Σύμφωνα μ’ αυτή την ανάλυση, η πρώτη τάση ήταν των Πιπινέλη και Ροδόπουλου, «που υποστήριζαν την εκτροπή από τον κοινοβουλευτισμό», και η δεύτερη, που ακολουθούσε ο διάδοχος του Καραμανλή στην ηγεσία του κόμματος Κανελλόπουλος και τα περισσότερα στελέχη της ΕΡΕ, «ταυτιζόταν με τη διατήρηση του κοινοβουλευτισμού». Η τρίτη τάση ήταν η αντίληψη του αυτοεξόριστου ιδρυτή της ΕΡΕ για την ανάγκη «συνταγματικής μεταρρύθμισης μέσω του διορισμού μιας κυβέρνησης εκτάκτων εξουσιών». Σύμφωνα με τον ιστορικό, αυτή η επιλογή προϋπέθετε την ανοχή του Κέντρου ή τμήματός του, «καθώς σε άλλη περίπτωση θα ισοδυναμούσε με εκτροπή και επιβολή μιας παράταξης με δικτατορικές μεθόδους». 4
Στις εξαιρέσεις περιλαμβάνεται και η μονογραφία του Παύλου Τζερμιά, ο οποίος επιχειρεί μεν να προσδώσει σαφή αντιδικτατορικό χαρακτήρα στον τρόπο που πολιτευόταν από το Παρίσι ο Καραμανλής, αλλά δεν παραλείπει να εισφέρει σημαντικά στοιχεία για το αντίθετο. Κύριο μειονέκτημα της μελέτης αυτής είναι ότι δεν έχει λάβει υπόψη της τα σημαντικά στοιχεία που περιλαμβάνονται στην αλληλογραφία του Καραμανλή με τους συνεργάτες του. 5 Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει με την τρίτη εξαίρεση, το βιβλίο του Αλέξανδρου Βέλιου, το οποίο αποτελεί μια ανθολογία της αλληλογραφίας του εκπατρισμένου ηγέτη και εκδόθηκε πριν από την επίσημη δημοσίευση του Αρχείου του.6
Ο Βέλιος δεν διστάζει να αναφερθεί στη «νομιμότυπο εκτροπή» που επιδίωκε ο Καραμανλής, καθώς και στη δική του «γέφυρα» προς τη χούντα. Και, παρά το γεγονός ότι το υλικό τού είχε παρασχεθεί από το ίδρυμα Καραμανλή, το βιβλίο του απουσιάζει επιδεικτικά από την επίσημη λίστα βιογραφιών του Καραμανλή που παραθέτει ο ιστότοπός του. 7
Τελευταία εξαίρεση συναντάμε στην παρέμβαση του ερευνητή Σπάρου Δραΐνα για τη «λύση Καραμανλή» στο διεθνές επιστημονικό συνέδριο που διοργανώθηκε από το Ιδρυμα Καραμανλή το 2007. Η αγγλόγλωσση αυτή παρέμβαση περιλαμβάνεται στην τρίτομη έκδοση των Πρακτικών του Συνεδρίου και οι επτά σελίδες της αποτελούν τη μόνη αναφορά στο ζήτημα, σε σύνολο 1.664 σελίδων. 8
Προτίμησα να περιλάβω εκτενή αποσπάσματα των επιστολών και των άλλων ντοκουμέντων που έρχονται εδώ για πρώτη φορά στη δημοσιότητα. Παρά τη δυσκολία που προκαλεί αυτή η επιλογή στον ειρμό της ανάγνωσης, πρόκειται για μια αναγκαστική επιλογή, διότι μ’ αυτόν τον τρόπο αφενός μεν καθίσταται σαφέστερη η προβληματική του Καραμανλή, αφετέρου δε αποφεύγεται η υποψία ότι πρόκειται για αυθαίρετη συρραφή σπαραγμάτων που δεν αποδίδουν ορθά τις σκέψεις του.
Για το αδημοσίευτο αρχειακό υλικό που περιλαμβάνεται σ’ αυτόν τον τόμο, οφείλω πρώτα απ’ όλα να ευχαριστήσω τον Τάσο Κωστόπουλο, με τον οποίο ανταλλάσσουμε από πολύ καιρό σκέψεις και στοιχεία για την περίοδο αυτή, τους συναδέλφους Νικόλα Ζηργάνο και Γιώργο Πετρόπουλο, οι οποίοι μου πρόσφεραν πρόσβαση στους Ατομικούς Φακέλους που διατηρούσε για τον Καραμανλή και τον Αβέρωφ η χουντική Ασφάλεια, και βέβαια τους υπευθύνους του Ιδρύματος Καραμανλή για την απρόσκοπτη πρόσβαση στο Αρχείο του...
Το απόσπασμα από την protinews.blogspot.gr
Μια σταγόνα ιστορίας, από τον Δημήτρη Ψαρρά, στο βιβλίο που κυκλοφόρησε μαζί με την Εφημερίδα των Συντακτών, με τον τίτλο «Το μυστικό του εθνάρχη».
Ένα βιβλίο με εξαιρετικό ενδιαφέρον, που φωτίζει μια περίοδο της ιστορίας του Καραμανλή και συγκεκριμένα την σχέση που είχε με το δικτατορικό καθεστώς της 21ης Απριλίου.
Όπως αναφέρεται στην εισαγωγή του βιβλίου:
Είχε φροντίσει...
βέβαια εγκαίρως και ο ίδιος (ο Καραμανλής) να προσδώσει στην πολιτική καριέρα του τα στοιχεία που επιθυμούσε, επεξεργαζόμενος τα πειστήρια της υστεροφημίας του πολύ πριν αποχωρήσει από την ενεργό δράση. Σ’ αυτό τον βοήθησε το παράδοξο ιντερμέδιο, η περίοδος 1963-1974, κατά την οποία βρέθηκε εκτός Ελλάδας με δική του επιλογή. Σ’ όλο αυτό το διάστημα δεν έπαυε να δηλώνει προς όλους ότι η αποχώρησή του από την πολιτική ήταν οριστική. Ανεξάρτητα από τον βαθμό που το πίστευε ο ίδιος, η δήλωση αυτή ήταν μια σταθερή καταφυγή τού πρώην πρωθυπουργού στην ασφάλεια της απομόνωσής του. Και αυτή η απομόνωση συνοδευόταν από την επίμονη προσπάθειά του να συγκεντρώσει και να διασώσει όσα στοιχεία πίστευε ότι θα επιβεβαίωναν την εικόνα που είχε ο ίδιος για τον εαυτό του και θα αποστόμωναν τους κάθε λογής αντιπάλους του, εκείνους που θεωρούσε υπεύθυνους για την πρόωρη -αλλά όπως αποδείχτηκε καθόλου οριστική- πολιτική αποστράτευσή του.
Παρά το γεγονός ότι έχουν αφιερωθεί τόσες βιογραφικές σελίδες, τόσα συνέδρια και τόσες εκδόσεις στον Κωνσταντίνο Καραμανλή, παραμένει σχεδόν ανεξερεύνητη η ιδιαίτερη σχέση του με την προετοιμασία, την εγκαθίδρυση, τη στερέωση και την πτώση της δικτατορίας του 1967. Πολλά ερωτήματα διατηρούνται και ως προς την προσωπική του σχέση με στελέχη του δικτατορικού καθεστώτος και κυρίως ως προς το περιεχόμενο των συνομιλιών στενών συνεργατών του με την ηγετική ομάδα των πραξικοπηματιών και τον ίδιο τον Παπαδόπουλο.
Διαθέτουμε, βέβαια, πολλές έμμεσες αναλύσεις ή ανολοκλήρωτες περιγραφές της περιόδου που ο Καραμανλής βρισκόταν στη Ζυρίχη και εν συνεχεία στο Παρίσι και από εκεί επιχειρούσε να καθοδηγήσει το παλιό του κόμμα, την ΕΡΕ, αλλά και να επηρεάσει τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα. Ομως οι αναφορές αυτές μοιάζουν αποσπασματικές και είναι ελάχιστα πειστικές, διότι βρίθουν κενών, αντιφάσεων και σκοτεινών σημείων. Λες και το ζήτημα αυτό πρέπει να εξαιρεθεί από τη σύγχρονη ιστοριογραφία, προκειμένου να μη θιγεί η υστεροφημία του μεγάλου ηγέτη.
Αλλά τι είχε να κρύψει ο Κ. Καραμανλής και οι εγκεκριμένοι βιογράφοι του; Πολύ απλά το γεγονός ότι η στάση του απέναντι στο ενδεχόμενο του πραξικοπήματος και στη συνέχεια ο ρόλος του την περίοδο της ακμής της δικτατορίας δεν συμβαδίζουν με τη μεταπολιτευτική εικόνα του πολιτικού που «αποκατέστησε τη δημοκρατία και τον κοινοβουλευτισμό». Βέβαια, δεν ισχύει ούτε ο ισχυρισμός κάποιων αντιπάλων του ότι ο Καραμανλής ταυτίστηκε με τη χούντα. Το «μυστικό» του είναι ότι επιδίωξε να διατηρήσει ίσες αποστάσεις από τους πραξικοπηματίες και την αντιδικτατορική αντίσταση, θεωρώντας ότι μ’ αυτόν τον τρόπο θα άνοιγε ο δρόμος για τη δική του επιστροφή με τους όρους που ο ίδιος είχε θέσει και προς τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές. Η τελική εξέλιξη μοιάζει να τον δικαιώνει. Οπως θα δούμε, όμως, στο τέλος του κειμένου, αυτή η εκτίμηση υποκρύπτει μια επιπόλαιη ανάγνωση της Ιστορίας.
Πιστός εξαρχής στο δόγμα του ότι από τη διατήρηση της δικτατορίας θα ήταν ακόμα χειρότερη η επιστροφή στο προδικτατορικό πολιτικό σύστημα, ο Καραμανλής απέφυγε συστηματικά να κλείσει τους διαύλους επικοινωνίας με το καθεστώς. Οπως διαπιστώνει κανείς από το δικό του Αρχείο, σ’ αυτόν ταιριάζει απόλυτα ο χαρακτηρισμός «γεφυροποιός» που επωμίστηκε αυτόβουλα ο Ευάγγελος Αβέρωφ και εκείνον συνοδεύει μέχρι σήμερα.
Ο κύριος λόγος που μέχρι σήμερα το «μυστικό» παραμένει ασφαλές είναι βέβαια πρώτα απ’ όλα ότι φρόντισε εγκαίρως ο ίδιος ο Καραμανλής να το διαφυλάξει σε ένα προστατευμένο περιβάλλον. Και ανέλαβε να γράψει μόνος του ή να υπαγορεύσει «σημειώματα» και «μνημόνια» για τις πιο κρίσιμες και δυσνόητες επιλογές του εκείνα τα σκοτεινά χρόνια, ενώ επέβλεψε προσωπικά, με τη σχολαστικότητα που πάντοτε τον διέκρινε, την έκδοση των πρώτων και πιο κρίσιμων βιογραφιών του. Οπως αποκαλύπτει στις αναμνήσεις του ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, ήταν εκείνος που «μισοέγραψε όλο το βιβλίο του Genevoix “Η Ελλάς του Καραμανλή”». 1
Αλλά και όταν κάποια από αυτές τις βιογραφίες -οι οποίες, σημειωτέον, εκδόθηκαν πρώτα εκτός Ελλάδας- περιελάμβανε κάποιες ανεπιθύμητες διατυπώσεις, το φάρμακο βρισκόταν εύκολα. Οι διατυπώσεις άλλαζαν ως διά μαγείας στην ελληνική μετάφραση. Ο Παύλος Τζερμιάς έχει εντοπίσει πολλές διαφορές στην ελληνική μετάφραση του Μασσίπ, σε σχέση με το γαλλικό πρωτότυπο, αλλά και ένα τυπογραφικό λάθος που αλλάζει την ουσία στην ελληνική μετάφραση του Γουντχάουζ. 2
Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι η μεταπολιτευτική εικόνα του Καραμανλή ως ενός Ευρωπαίου δημοκράτη λαϊκού ηγέτη δεν χωρά εύκολα στο προφίλ ενός μνησίκακου αποσυρμένου πολιτικού, ο οποίος μηχανορραφεί από μακριά, θεωρώντας τον εαυτό του προδομένο από τον λαό του, τους συνεργάτες και το κόμμα του. Αλλά όσο δεν είναι ορθό να υποτιμάται ο προσωπικός του ρόλος στον τρόπο που επιτεύχθηκε η δημοκρατική τομή μετά την παράδοση της εξουσίας από τους στρατιωτικούς στη δική του κυβέρνηση, άλλο τόσο παραπλανητική είναι η προσπάθεια να ερμηνευτεί η στάση του απέναντι στη δικτατορία με εφόδια δανεισμένα από τη μεταπολιτευτική περίοδο.
Μπορεί να διακρίνει κανείς τρεις περιόδους στην προσωπική σχέση του Καραμανλή με την κατάλυση της δημοκρατίας στη χώρα:
– Η πρώτη, η οποία δεν θα μας απασχολήσει εδώ, εντοπίζεται κατά την περίοδο της πρώτης οκταετίας της πρωθυπουργίας του. Οπως έχει αναλυθεί αλλού, σε αποφάσεις της πολιτικής ηγεσίας εκείνης της περιόδου οφείλεται το κλίμα που επέτρεψε τη «συνωμοσία» στις Ενοπλες Δυνάμεις. Οχι μόνο τα σχέδια, αλλά ακόμα και οι πρωταγωνιστές του πραξικοπήματος υπήρξαν δημιουργήματα εκείνης της οκταετίας.3
– Η δεύτερη περίοδος περιλαμβάνει τα πρώτα χρόνια του εκπατρισμού του Καραμανλή. Ηταν η εποχή που άρχισε να συζητείται η «εκτροπή» από τον κοινοβουλευτισμό ως αναγκαία λύση για την αντιμετώπιση της πολιτικής κρίσης. Εδώ η παρέμβαση του Καραμανλή είναι καθοριστική, αν και αδικαιολόγητα υποτιμημένη.
– Η τρίτη και πιο σημαντική βέβαια περίοδος περιλαμβάνει τις ενέργειες, τις δηλώσεις και τις σιωπές του Καραμανλή μετά την εκδήλωση του πραξικοπήματος έως και την κατάρρευσή του. Από την αναλυτική και όχι επιλεκτική παράθεση των σχετικών τεκμηρίων προκύπτει η ιδιαίτερη προσωπική του στάση και η επιμονή του να παραμένει στην γκρίζα περιοχή ανάμεσα στους πραξικοπηματίες και την αντίσταση, υπηρετώντας την προοπτική της επανόδου με τους δικούς του όρους.
Η αλήθεια είναι ότι ο Καραμανλής αντιμετώπισε εξαρχής το ενδεχόμενο «εκτροπής» και στη συνέχεια την ίδια τη δικτατορία ως μια ευκαιρία να γίνουν πράξη όσα επιχείρησε με τη συνταγματική τομή που σχεδίαζε και την ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας που θεωρούσε όρο απαραίτητο για να κυβερνηθεί η χώρα. Οπως κι αν το ονομάσει κανείς, «γέφυρα», «μεταβατική κυβέρνηση» ή ό,τι άλλο, ο ιδρυτής της ΕΡΕ παρέμεινε σταθερός σ’ αυτό του το σχέδιο, αδιαφορώντας για τις συνέπειες της στάσης του στους συνεργάτες και τους οπαδούς του.
Η εντελώς προσωπική αυτή στάση είναι και ο λόγος που οι επίσημοι βιογράφοι του νιώθουν αμηχανία όταν αναφέρονται σ’ αυτήν την περίοδο και προτιμούν συνήθως να την ξεπερνούν με λίγες λέξεις. Αυτός είναι ο λόγος που τα περισσότερα από τα ντοκουμέντα που παρουσιάζονται σ’ αυτό το βιβλίο έρχονται για πρώτη φορά στη δημοσιότητα. Υπάρχουν βέβαια και οι εξαιρέσεις. Και σ’ αυτές πρέπει να αναφερθεί το άρθρο του Σωτήρη Ριζά, στο οποίο αναλύονται οι τρεις τάσεις που είχαν διαμορφωθεί στο εσωτερικό της ΕΡΕ, μετά την εκλογική ήττα του 1964 και ειδικά κατά το δεύτερο εξάμηνο του 1966.
Σύμφωνα μ’ αυτή την ανάλυση, η πρώτη τάση ήταν των Πιπινέλη και Ροδόπουλου, «που υποστήριζαν την εκτροπή από τον κοινοβουλευτισμό», και η δεύτερη, που ακολουθούσε ο διάδοχος του Καραμανλή στην ηγεσία του κόμματος Κανελλόπουλος και τα περισσότερα στελέχη της ΕΡΕ, «ταυτιζόταν με τη διατήρηση του κοινοβουλευτισμού». Η τρίτη τάση ήταν η αντίληψη του αυτοεξόριστου ιδρυτή της ΕΡΕ για την ανάγκη «συνταγματικής μεταρρύθμισης μέσω του διορισμού μιας κυβέρνησης εκτάκτων εξουσιών». Σύμφωνα με τον ιστορικό, αυτή η επιλογή προϋπέθετε την ανοχή του Κέντρου ή τμήματός του, «καθώς σε άλλη περίπτωση θα ισοδυναμούσε με εκτροπή και επιβολή μιας παράταξης με δικτατορικές μεθόδους». 4
Στις εξαιρέσεις περιλαμβάνεται και η μονογραφία του Παύλου Τζερμιά, ο οποίος επιχειρεί μεν να προσδώσει σαφή αντιδικτατορικό χαρακτήρα στον τρόπο που πολιτευόταν από το Παρίσι ο Καραμανλής, αλλά δεν παραλείπει να εισφέρει σημαντικά στοιχεία για το αντίθετο. Κύριο μειονέκτημα της μελέτης αυτής είναι ότι δεν έχει λάβει υπόψη της τα σημαντικά στοιχεία που περιλαμβάνονται στην αλληλογραφία του Καραμανλή με τους συνεργάτες του. 5 Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει με την τρίτη εξαίρεση, το βιβλίο του Αλέξανδρου Βέλιου, το οποίο αποτελεί μια ανθολογία της αλληλογραφίας του εκπατρισμένου ηγέτη και εκδόθηκε πριν από την επίσημη δημοσίευση του Αρχείου του.6
Ο Βέλιος δεν διστάζει να αναφερθεί στη «νομιμότυπο εκτροπή» που επιδίωκε ο Καραμανλής, καθώς και στη δική του «γέφυρα» προς τη χούντα. Και, παρά το γεγονός ότι το υλικό τού είχε παρασχεθεί από το ίδρυμα Καραμανλή, το βιβλίο του απουσιάζει επιδεικτικά από την επίσημη λίστα βιογραφιών του Καραμανλή που παραθέτει ο ιστότοπός του. 7
Τελευταία εξαίρεση συναντάμε στην παρέμβαση του ερευνητή Σπάρου Δραΐνα για τη «λύση Καραμανλή» στο διεθνές επιστημονικό συνέδριο που διοργανώθηκε από το Ιδρυμα Καραμανλή το 2007. Η αγγλόγλωσση αυτή παρέμβαση περιλαμβάνεται στην τρίτομη έκδοση των Πρακτικών του Συνεδρίου και οι επτά σελίδες της αποτελούν τη μόνη αναφορά στο ζήτημα, σε σύνολο 1.664 σελίδων. 8
Προτίμησα να περιλάβω εκτενή αποσπάσματα των επιστολών και των άλλων ντοκουμέντων που έρχονται εδώ για πρώτη φορά στη δημοσιότητα. Παρά τη δυσκολία που προκαλεί αυτή η επιλογή στον ειρμό της ανάγνωσης, πρόκειται για μια αναγκαστική επιλογή, διότι μ’ αυτόν τον τρόπο αφενός μεν καθίσταται σαφέστερη η προβληματική του Καραμανλή, αφετέρου δε αποφεύγεται η υποψία ότι πρόκειται για αυθαίρετη συρραφή σπαραγμάτων που δεν αποδίδουν ορθά τις σκέψεις του.
Για το αδημοσίευτο αρχειακό υλικό που περιλαμβάνεται σ’ αυτόν τον τόμο, οφείλω πρώτα απ’ όλα να ευχαριστήσω τον Τάσο Κωστόπουλο, με τον οποίο ανταλλάσσουμε από πολύ καιρό σκέψεις και στοιχεία για την περίοδο αυτή, τους συναδέλφους Νικόλα Ζηργάνο και Γιώργο Πετρόπουλο, οι οποίοι μου πρόσφεραν πρόσβαση στους Ατομικούς Φακέλους που διατηρούσε για τον Καραμανλή και τον Αβέρωφ η χουντική Ασφάλεια, και βέβαια τους υπευθύνους του Ιδρύματος Καραμανλή για την απρόσκοπτη πρόσβαση στο Αρχείο του...
Το απόσπασμα από την protinews.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου