Σε άρθρο της με τίτλο «Η Ελλάδα και οι πιστωτές της ξανά σε τροχιά σύγκρουσης» η αμερικανική «Wall Street Journal» σχολιάζει ότι τα δεινά που μαστίζουν την Ελλάδα υποχρεώνουν την ευρωζώνη να κάνει κάτι που σπανίως είναι σε θέση να κάνει: να...
λάβει μία συλλογική πολιτική απόφαση.
Σύμφωνα με τον αρθρογράφο του δημοσιεύματος, Σάιμον Νίξον, «σε μια ήπειρο που ταλανίζεται από πολλαπλές κρίσεις, η Ελλάδα παραμένει το λίκνο της ευρωπαϊκής δυσλειτουργίας».
Αν και η χώρα δεν πρωτοστατεί στα πρωτοσέλιδα τους τελευταίους μήνες, οι πολλαπλές προκλήσεις της έχουν θαφτεί κάτω από ένα κύμα πακέτων διάσωσης και εξακολουθεί να παραμένει ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την επιβίωση της ευρωζώνης, σχολιάζει ο Νίξον.
Και εξηγεί ότι αυτό συμβαίνει επειδή οι συνθήκες στην Ελλάδα υποχρεώνουν την ευρωζώνη να κάνει κάτι που μέχρι στιγμής εμφανίστηκε ανίκανη να κάνει, παρά μόνο υπό συνθήκες ακραίας οικονομικής πίεσης: να λάβει μια συλλογική πολιτική απόφαση.
Η πρώτη δοκιμή της ικανότητας λήψης αποφάσεων θα γίνει σήμερα στις Βρυξέλλες, στη συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης. Στο πλαίσιο αυτό, η απόφαση που πρέπει να λάβουν φαίνεται ξεκάθαρη: πρέπει να ολοκληρωθεί η δεύτερη αξιολόγηση του μνημονίου, που θα θέσει τους στόχους για τα υπόλοιπα δύο χρόνια του προγράμματος.
Η απόφαση αυτή, με τη σειρά της, θα ξεκλειδώσει την επόμενη δόση της χρηματοδότησης. Τα περιγράμματα αυτής της συμφωνίας είναι ήδη σε ισχύ: η Ελλάδα έχει λίγο-πολύ καταλήξει σε συμφωνία με τους πιστωτές -το ΔΝΤ, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την ΕΚΤ- ως προς το τι πρέπει να κάνει για να λάβει τα μετρητά.
Στην πραγματικότητα -όπως γράφει ο Nixon- η κατάσταση απέχει πολύ από το να είναι απλή. Η Γερμανία και η Ολλανδία έχουν υποσχεθεί στα κοινοβούλιά τους ότι δεν θα ζητήσουν περισσότερα χρήματα για την Ελλάδα, εκτός εάν το ΔΝΤ συνεχίσει να δανείζει την Ελλάδα. Όμως, το Ταμείο λέει ότι δεν θα πράξει κάτι τέτοιο εκτός αν πεισθεί ότι το βάρος του χρέους στην Ελλάδα είναι βιώσιμο.
«Για το ΔΝΤ, αυτό είναι ένα ζήτημα θεσμικής αξιοπιστίας. Έχει ήδη βάλει το όνομά του σε δύο αποτυχημένα προγράμματα και είναι αποφασισμένο να ενταχθεί σε ένα τρίτο πρόγραμμα μόνο εάν πειστεί ότι η Ελλάδα μπορεί να επιστρέψει στις αγορές στο τέλος του προγράμματος, με την οικονομική κυριαρχία της αποκατεστημένη».
Και αναρωτιέται: Μπορεί το ΔΝΤ και η ευρωζώνη να καταλήξουν σε μια συμφωνία που θα επαναφέρει το ΔΝΤ στο πρόγραμμα και θα επιτρέψει στη Γερμανία και στην Ολλανδία να υπογράψουν για την αξιολόγηση;
«Αυτό εξαρτάται από το εάν όλες οι πλευρές συμφωνήσουν στους μακροπρόθεσμους δημοσιονομικούς στόχους της Ελλάδας για μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος το 2018.
Σύμφωνα με τους όρους της τρέχουσας συμφωνίας, η Ελλάδα έχει δεσμευθεί για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% μεσοπρόθεσμα. Για τη Γερμανία το «μεσοπρόθεσμα» σημαίνει τουλάχιστον 10 χρόνια. Αλλά το ΔΝΤ είναι δύσπιστο ότι η Ελλάδα μπορεί να πετύχει το στόχο του 3,5% το 2018 και θα είναι περισσότερο άνετο με ένα στόχο 1,5% για την επόμενη δεκαετία.
Αλλά η συμφωνία σε αυτούς τους όρους είναι πολιτικά τοξική για τη Γερμανία δεδομένου ότι σύμφωνα με τους δημοσιονομικούς κανόνες της ευρωζώνης, πολλές χώρες θα πρέπει να τρέχουν παρόμοια μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα για πολλά χρόνια.
Βέβαια, όσο χαμηλότερος είναι ο στόχος για το έλλειμμα, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η ελάφρυνση του χρέους που θα μπορεί να ζητήσει η Ελλάδα».
Εν τω μεταξύ, υπογραμμίζει ο Νίξον, το παράθυρο ευκαιρίας για μια συμφωνία πιθανώς δεν θα είναι ανοιχτό για πολύ. Η Ολλανδία θα διεξαγάγει εθνικές εκλογές στα μέσα Μαρτίου, που σημαίνει ότι δεν θα είναι σε θέση να συμφωνήσει σε οποιαδήποτε συμφωνία από τις αρχές Φεβρουαρίου -οπότε το κοινοβούλιο διαλύεται- μέχρι να σχηματιστεί νέα κυβέρνηση συνασπισμού - ίσως όχι έως τον Μάιο.
Μέχρι τότε οι γαλλικές προεδρικές εκλογές θα είναι σε εξέλιξη δημιουργώντας περαιτέρω καθυστέρηση. Αλλά χωρίς συμφωνία πριν από το καλοκαίρι, η Αθήνα θα αρχίσει να αντιμετωπίζει εκ νέου περιορισμούς ρευστότητας, με συνέπειες για την ανάκαμψή της.
Κοινοτικοί αξιωματούχοι φοβούνται -συνεχίζει η WSJ- ότι υπάρχουν δύο εκβάσεις για την ελληνική υπόθεση.
Στο πρώτο σενάριο, η Γερμανία και το ΔΝΤ συμφωνούν σε μια συμβιβαστική λύση για τους στόχους του μεσοπρόθεσμου προγράμματος. Αλλά το τίμημα μιας τέτοιας συμφωνίας είναι ότι για κάθε έτος, πέραν του 2018, η Ελλάδα θα συνεχίσει να υποχρεούται σε πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% και το ΔΝΤ θα επιμείνει ότι η Αθήνα θα πρέπει να νομοθετήσει επαρκή πρόσθετα μέτρα λιτότητας για να πειστεί ότι ο στόχος θα επιτευχθεί.
Αλλά όπως έχουν τα πράγματα, δεν είναι καθαρό αν οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση θα είναι σε θέση να νομοθετήσει περαιτέρω μέτρα λιτότητας, αυξάνοντας την προοπτική νέας πολιτικής αστάθειας.
Το εναλλακτικό σενάριο είναι το αδιέξοδο να συνεχιστεί μέχρι το καλοκαίρι - και μετά τις γερμανικές εκλογές του Σεπτεμβρίου, αλλά μέχρι τότε η ζημιά για την ελληνική οικονομία πιθανότατα θα είναι τόσο μεγάλη ώστε θα απαιτηθεί ένα τέταρτο σχέδιο διάσωσης για να μείνει η Ελλάδα στο ευρώ.
Με αμφότερα τα σενάρια διακινδυνεύεται μια επανάληψη της ελληνικής κρίσης του περασμένου έτους. Η Ευρωζώνη διαθέτει πλέον ικανότητα λήψης αποφάσεων για να τη σταματήσει; αναρωτιέται καταλήγοντας ο αρθρογράφος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου