Δεν είναι ένας, είναι πολλοί και διάφοροι αυτοί που τράβηξαν το καπάκι της κατσαρόλας της τυφλής βίας στον πλανήτη και εκσφενδονίστηκαν τα καυτά στα μούτρα μας, στην...
καθημερινότητα μας. Το γεγονός είναι πως το έγκαυμα ξεκίνησε, καίει κι απλώνεται χωρίς σταματημό και δεν τολμάς πια να σκεφτείς πού, πώς και ποιο θα είναι το επόμενο σημείο, ποιος ο θύτης και ποιο το θύμα.
Αν στα προηγούμενα περιστατικά ξεμπέρδευε η αφέλεια και η μακαριότητα με ένα «Je suis Charlie», τώρα τι να πρωτοjesouis; Δε μπορεί να υπάρξει διάκριση: Je suis εγκλωβισμένος στο Χαλέπι; Je suis πρόσφυγας στο δρόμο, στα πέλαγα και στην παγωνιά; Je suis (ξανά αλλά γι’ άλλους λόγους) βερολινέζος σε υπαίθρια συγκέντρωση; Je suis Ρώσος πρέσβης; Je suis Κούρδος σε αναμονή πατρίδας; Δυσκολεύεσαι να το πεις αλλά τα μέτρα και τα σταθμά πρέπει να είναι αδυσώπητα: Je suis Τούρκος ανύποπτος στις τυφλές επιθέσεις στην ευάλωτη σε βρασμό γείτονα;
Κι έρχεται και η εικόνα της χρονιάς -ο καλοντυμένος εκτελεστής μέσα στη γκαλερί- να τα πει όλα ακόμη πιο συμβολικά κι από το Bataclan: δεν υπάρχει έλεος – εκεί, μπροστά από τους πίνακες, την ώρα της ανάσας, στο χώρο της Τέχνης, στο καθοριστικό όριο της διαφοράς του ευαίσθητου από τον μισαλλόδοξο επιλέγεται να γίνει το αιματοκύλισμα.
Από την άλλη, je suis νέος, φανατισμένος, θρησκόληπτος, ζωσμένος με βία κι ετοιμοθάνατος; Προσπαθείς να μπεις στο μυαλό του, στη θέση του, στο μίσος του και στη μεταφυσική του και δε γίνεται – είσαι άλλος κι απ’ αλλού. Αλλά δεν είναι θύμα κι αυτός;
Je suis εθισμένος – το ήθελαν και το πέτυχαν. Τα μάτια κι ο ψυχές συνηθίζουν σιγά σιγά το τυφλό αίμα σε βιντεάκια της ώρας της επίθεσης, σε replay απροειδοποίητου μακελειού, σε πλάνο πλάνο φρίκη. Επομένως je suis φοβισμένος και μάλιστα σε παρατεταμένη αναμονή, μια και ο εντός ολίγου πλανηταρχεύων Ντόναλντ «έχει κάποιες καλές ιδέες για την Συρία» ενώ προτείνει οφίτσιο Πολιτισμού στον Σιλβέστερ Σταλόνε (Je suis Ράμπο, je suis Ρόκι Μπαλμπόα άρα je suis αναλώσιμος).
Περνούν σε δεύτερη μοίρα όλα τα μικρά, ιθαγενή, καθημερινά je suis που ταλανίζουν: Je suis άνεργος, je suis άφραγκος, je suis συνταξιούχος, je suis έχασα -τη- ρύθμιση, je suis καμένο τρόλεϊ, je suis επίπεδο -διαλόγου-στη-Βουλή, je suis (ε, ναι κλαψ, λυγμ αλλά πρέπει…) Ευγενία, je suis Συριζαίος κοψοχέρης, je suis δεν-έχω-πού-να-πάω κεντρώος κι όλα τα je suis του κόσμου.
Ενα «je suis» υπερισχύει όσο κι αν είναι ευάλωτο απέναντι στο μίσος και στην τυφλή βία: je suis πολιτισμένος. Και μαζί με τις παραδοσιακές ευχές φέτος (ποια ειν’ αυτή η Μαίρη Κρίσμας, αναρωτιόταν η υπέργηρη γιαγιά φίλου), βοηθά και η παραφθορά-υπενθύμιση: Meres crissimes...
Στάθης Παχίδης
καθημερινότητα μας. Το γεγονός είναι πως το έγκαυμα ξεκίνησε, καίει κι απλώνεται χωρίς σταματημό και δεν τολμάς πια να σκεφτείς πού, πώς και ποιο θα είναι το επόμενο σημείο, ποιος ο θύτης και ποιο το θύμα.
Αν στα προηγούμενα περιστατικά ξεμπέρδευε η αφέλεια και η μακαριότητα με ένα «Je suis Charlie», τώρα τι να πρωτοjesouis; Δε μπορεί να υπάρξει διάκριση: Je suis εγκλωβισμένος στο Χαλέπι; Je suis πρόσφυγας στο δρόμο, στα πέλαγα και στην παγωνιά; Je suis (ξανά αλλά γι’ άλλους λόγους) βερολινέζος σε υπαίθρια συγκέντρωση; Je suis Ρώσος πρέσβης; Je suis Κούρδος σε αναμονή πατρίδας; Δυσκολεύεσαι να το πεις αλλά τα μέτρα και τα σταθμά πρέπει να είναι αδυσώπητα: Je suis Τούρκος ανύποπτος στις τυφλές επιθέσεις στην ευάλωτη σε βρασμό γείτονα;
Κι έρχεται και η εικόνα της χρονιάς -ο καλοντυμένος εκτελεστής μέσα στη γκαλερί- να τα πει όλα ακόμη πιο συμβολικά κι από το Bataclan: δεν υπάρχει έλεος – εκεί, μπροστά από τους πίνακες, την ώρα της ανάσας, στο χώρο της Τέχνης, στο καθοριστικό όριο της διαφοράς του ευαίσθητου από τον μισαλλόδοξο επιλέγεται να γίνει το αιματοκύλισμα.
Από την άλλη, je suis νέος, φανατισμένος, θρησκόληπτος, ζωσμένος με βία κι ετοιμοθάνατος; Προσπαθείς να μπεις στο μυαλό του, στη θέση του, στο μίσος του και στη μεταφυσική του και δε γίνεται – είσαι άλλος κι απ’ αλλού. Αλλά δεν είναι θύμα κι αυτός;
Je suis εθισμένος – το ήθελαν και το πέτυχαν. Τα μάτια κι ο ψυχές συνηθίζουν σιγά σιγά το τυφλό αίμα σε βιντεάκια της ώρας της επίθεσης, σε replay απροειδοποίητου μακελειού, σε πλάνο πλάνο φρίκη. Επομένως je suis φοβισμένος και μάλιστα σε παρατεταμένη αναμονή, μια και ο εντός ολίγου πλανηταρχεύων Ντόναλντ «έχει κάποιες καλές ιδέες για την Συρία» ενώ προτείνει οφίτσιο Πολιτισμού στον Σιλβέστερ Σταλόνε (Je suis Ράμπο, je suis Ρόκι Μπαλμπόα άρα je suis αναλώσιμος).
Περνούν σε δεύτερη μοίρα όλα τα μικρά, ιθαγενή, καθημερινά je suis που ταλανίζουν: Je suis άνεργος, je suis άφραγκος, je suis συνταξιούχος, je suis έχασα -τη- ρύθμιση, je suis καμένο τρόλεϊ, je suis επίπεδο -διαλόγου-στη-Βουλή, je suis (ε, ναι κλαψ, λυγμ αλλά πρέπει…) Ευγενία, je suis Συριζαίος κοψοχέρης, je suis δεν-έχω-πού-να-πάω κεντρώος κι όλα τα je suis του κόσμου.
Ενα «je suis» υπερισχύει όσο κι αν είναι ευάλωτο απέναντι στο μίσος και στην τυφλή βία: je suis πολιτισμένος. Και μαζί με τις παραδοσιακές ευχές φέτος (ποια ειν’ αυτή η Μαίρη Κρίσμας, αναρωτιόταν η υπέργηρη γιαγιά φίλου), βοηθά και η παραφθορά-υπενθύμιση: Meres crissimes...
Στάθης Παχίδης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου