της Ευρωζώνης...
Μετά το Brexit και τις αμερικανικές εκλογές το ιταλικό δημοψήφισμα της Κυριακής περιγράφεται από τους αναλυτές ως μια διαδικασία που θα κρίνει το μέλλον της ευρωζώνης. Εάν οι...
Ιταλοί ψηφίσουν «ναι» στη συνταγματική αναθεώρηση τότε η χώρα θα μεταρρυθμιστεί εκ βάθρων. Εάν ψηφίσουν όμως «όχι», η ετυμηγορία τους θα μπορούσε να δρομολογήσει την αρχή του τέλους για την ευρωζώνη.
Οι Ιταλοί προσέρχονται στις κάλπες στις 4 Δεκεμβρίου για μία σειρά συνταγματικών αλλαγών. Το ιταλικό δημοψήφισμα από πολλούς χαρακτηρίζεται ως η πιο σημαντική διαδικασία μετά το τέλος του Β Παγκοσμίου Πολέμου,
Πολιτικοί αναλυτές θεωρούν ότι μετά το Brexit και τις αμερικανικές εκλογές το ιταλικό δημοψήφισμα είναι μια διαδικασία που θα κρίνει το μέλλον της ευρωζώνης.
Εάν οι Ιταλοί ψηφίσουν «ναι» στη συνταγματική αναθεώρηση τότε η χώρα θα μεταρρυθμιστεί εκ βάθρων. Εάν ψηφίσουν όμως «όχι», η ετυμηγορία τους θα μπορούσε να δρομολογήσει εξελίξεις για την ευρωζώνη.
Νευρικότητα στις χρηματαγορές
Οι περισσότερες δημοσκοπήσεις κλίνουν προς το «όχι». Αυτό σημαίνει ψαλίδισμα του αριθμού των γερουσιαστών και των εξουσιών της Γερουσίας, κάτι που θα μπορούσε να διευκολύνει το έργο της κυβέρνησης. Σε συνδυασμό με το νόμο που πέρασε το καλοκαίρι, η ιταλική κυβέρνηση ακόμη και με ένα εκλογικό ποσοστό 40% θα μπορούσε να καταλάβει την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών, κάτι που θα διευκόλυνε τις μεταρρυθμιστικές της προσπάθειες. Και εδώ είναι η διαχρονική αδυναμία της ιταλικής πολιτικής ζωής, με 63 κυβερνήσεις σε 70 χρόνια. «Πολύ συχνά οι κυβερνήσεις αποτυγχάνουν ακριβώς τη στιγμή που προσπαθούν να κάνουν μεταρρυθμίσεις», τονίζει στη DW ο Κρίστιαν Ντούνστμαν, καθηγητής Οικονομίας στο University of College στο Λονδίνο. «Είδαμε τα τελευταία χρόνια ότι σημαντικές και αναγκαίες μεταρρυθμίσεις εφαρμόστηκαν με πολύ κόπο».
Οι χρηματαγορές αντιδρούν με νευρικότητα εν όψει του δημοψηφίσματος, ένδειξη ότι επικρατεί πλήρης ανασφάλεια. Το επιχείρημα είναι ότι ένα «όχι» θα ήταν νίκη των λαϊκιστών και των ευρωσκεπτικιστών, που θα μπορούσαν να ανέλθουν κάποια στιγμή στην εξουσία. Η πιθανότητα ότι η Ιταλία θα μπορούσε να εγκαταλείψει την ευρωζώνη εκτιμάται από την συμβουλευτική εταιρεία επενδύσεων Sentix στα 19,3%. Ποτέ άλλοτε αυτό το ποσοστό δεν εμφανιζόταν τόσο υψηλό.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα το έχει η ευρωζώνη
Οι αναλυτές ωστόσο επαινούν τον πρωθυπουργό Ματέο Ρέντσι. «Έχει κινήσει πολλά πράγματα προς τη σωστή κατεύθυνση, όπως την τροποποίηση του εργασιακού», σημειώνει ο Ντούνστμαν. «Με τις νέες ρυθμίσεις διευκολύνονται οι επιχειρήσεις στις απολύσεις και προβλέπονται φοροελαφρύνσεις στους μικρομεσαίους». Η κακή οικονομική κατάσταση αποδυναμώνει τη θέση του Ρέντσι, το 12% των Ιταλών μαστίζεται από την ανεργία, ενώ στους νέους το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 40%. Το δημόσιο χρέος έχει σκαρφαλώσει στο 130% του ΑΕΠ και είναι το δεύτερο υψηλότερο μετά από αυτό της Ελλάδας. Άρα ένα «όχι» στο δημοψήφισμα δίνει σε πολλούς τη δυνατότητα να πουν όχι στις νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις, όχι στα μέτρα λιτότητας, όχι στο κατεστημένο, όχι στο ευρώ και την ΕΕ.
«Το προηγούμενο Τραμπ μας έδειξε ότι μπορεί κανείς να νικήσει τους πάντες και τα πάντα», υποστηρίζει ο Ματέο Σαλβίνι, επικεφαλής της ακροδεξιάς Λέγκα του Βορρά. Βέβαια για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αρνητική έκβαση του ιταλικού δημοψηφίσματος θα σήμαινε σοκ για τις χρηματαγορές, που θα μπορούσε να επιτείνει η δυσεπίλυτη κρίση των ιταλικών τραπεζών. Εντούτοις το μεγαλύτερο πρόβλημα δεν είναι το δημοψήφισμα, αλλά η οικονομική στασιμότητα, επισημαίνουν αναλυτές. Διότι, σε οικονομική παραλυσία δεν βρίσκεται μόνο η Ιταλία, αλλά ολόκληρη η ευρωζώνη.
Το στοίχημα του Ρέντσι
Ο Ρέντσι μπορεί να επιθυμεί με το δημοψήφισμα της Κυριακής να αλλάξει το πολιτικό σύστημα που όπως υποστηρίζει παραλύει την πολιτική ζωή της χώρας, αλλά οι ψηφοφόροι δεν φαίνεται να έχουν πειστεί καθώς οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι θα υπερισχύσει το «όχι» γράφει η DW.
Ο Ιταλός πρωθυπουργός επικεντρώνει την καμπάνια του στη «σιωπηλή πλειοψηφία» και λέει ότι τώρα είναι η κατάλληλη ώρα για τις αλλαγές, αλλά οι ψηφοφόροι δεν θα ψηφίσουν για ένα απλό «ναι» ή «όχι» στο ερώτημα για συνταγματικές αλλαγές που θέτει το δημοψήφισμα.
Ο Ρέντσι έχει πει ότι θα παραιτηθεί εάν χάσει το δημοψήφισμα. Τον περασμένο Ιούνιο είπε ότι οι συνταγματικές αλλαγές είναι «η μητέρα όλων των μαχών» και χωρίς να υπάρχει λόγος συνέδεσε το δικό του πολιτικό μέλλον με το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Ήταν μία ύβρις, η οποία μετέτρεψε το δημοψήφισμα σε ψήφο εμπιστοσύνης, με αποτέλεσμα όσοι δεν θέλουν τον Ρέντσι να τείνουν να ψηφίσουν «όχι» την ερχόμενη Κυριακή.
Εάν η κυβέρνηση αποτύχει θα πληγώσει άσχημα μια χώρα του πυρήνα της ΕΕ, η οποία βυθίζεται στο χρέος, σε μία περίοδο που η Ευρώπη βρίσκεται σε κρίση. Ήδη η Κεντρική Τράπεζα της Ιταλίας κατέγραψε «ισχυρή άνοδο της ανασφάλειας» των διεθνών αγορών. Το spread των ιταλικών ομολόγων, η διαφορά σε σχέση με τα γερμανικά, έχει διπλασιαστεί από την αρχή του έτους και έχει μειωθεί η εμπιστοσύνη στην ιταλική οικονομία. Οικονομολόγοι όπως ο νομπελίστας Στίγκλιτς και ο Γερμανός Ζιν, ήδη μιλούν για την έξοδο της χώρας από το ευρώ.
Ο Ρέντσι είναι υπέρ της παραμονής, αλλά εάν χάσει κανείς δεν ξέρει τι θα συμβεί, ένα δημοψήφισμα μπορεί να ακολουθήσει και η ενδεχόμενη αποχώρηση της τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας από την Ευρωζώνη δεν θα απειλήσει μόνο το νόμισμα, αλλά ολόκληρη την ΕΕ.
Το ντόμινο που θα ακολουθήσει χρησιμοποιείται από τον πρωθυπουργό και τους συμμάχους του ως προειδοποίηση για την ψήφο της Κυριακής και το παρουσιάζουν το δημοψήφισμα με το δίλημμα υπέρ της σταθερότητας ή υπέρ της καταστροφής.
Ο Ρέντσι κατά τη διάρκεια της θητείας του έχει δώσει εξαντλητικές μάχες σε τρία μέτωπα. Ενάντια στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, μεγάλο τμήμα της ιταλικής αντιπολίτευσης και της αριστερής πτέρυγας του κόμματός του. Αυτό λένε γερουσιαστές του κόμματός του τον έχει κάνει να χάσει την ψυχραιμία του και ο δυναμικός, νεαρός Ματτέο που φάνηκε το 2014 έτοιμος να σηκώσει τα μανίκια και να πέσει στη δουλειά, έχασε τη δυνατότητα να ακούει και έχασε το δρόμο του.
Η κυβέρνηση του Ρέντσι καθιέρωσε το επίδομα πρόνοιας 84 δολαρίων για όσους παίρνουν χαμηλό μισθό, έκανε αλλαγές στην αγορά εργασίας και δημιούργησε χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας, αν και πολλές από αυτές προσωρινές. Έκανε μεταρρυθμίσεις στο δικαστικό σύστημα και ολοκλήρωσε την 7ετή περίοδο παρακμής και η οικονομία αναπτύσσεται αν και με μικρούς ρυθμούς.
Άρα γιατί οι Ιταλοί είναι έτοιμοι να του πουν όχι. Οι κριτικές που δέχεται λένε ότι ο χειρότερος εχθρός του είναι ο ίδιος του ο εαυτός. Μόλις 23 ημέρες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του είπε ότι η Ιταλία θα διεκδικήσει τον ηγετικό ρόλο στην Ευρώπη που δικαιούται και έχει όπως αναφέρουν, πέσει θύμα του “εγώ του” και της ευκολίας με την οποία λέει σημαντικά πράγματα.
Ακόμη και ο πρώην καθηγητής του στο πανεπιστήμιο της Φλορεντίας, λέει ότι μετέτρεψε τις αλλαγές στο Σύνταγμα σε μάχη για το δικό του πολιτικό μέλλον και τις καταδίκασε σε επιστολή του που υπογράφουν 56 ακόμη καθηγητές πανεπιστημίου.
Οι αλλαγές που ζητάει ο Ρέντσι θα έχουν ως αποτέλεσμα να περιορίσουν τον αριθμό της άνω βουλής από τα 315 μέλη στα 100, δεν θα εκλέγονται απευθείας και θα περιοριστούν οι αρμοδιότητές τους. Η ανησυχία των Συνταγματολόγων είναι ότι οι αλλαγές θα δώσουν πολύ μεγαλύτερη ισχύ στην κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό.
Ο Ρέντσι και οι συνεργάτες άρχισαν να ξανασκέφτονται το ζήτημα, μόνο όταν το κόμμα του Γκρίλλο κέρδισε τους δήμους στη Ρώμη και το Τορίνο τον περασμένο Ιούνιο. Αν και είπε ότι οι τοπικές εκλογές δεν καθορίζουν την κεντρική πολιτική σκηνή, ο ελέφαντας είχε μόλις μπει στο δωμάτιο.
Τι θα συνέβαινε εάν αυτές οι ενισχυμένες κυβερνητικές αρμοδιότητες έπεφταν σε λάθος χέρια.
Ο Γκρίλλο είναι αυτή τη στιγμή ένας από τους πιο τοξικούς αντιπάλους του Ρέντσι. Γυρνάει τη χώρα κάνοντας εκστρατεία κατά των αλλαγών στις πλατείες των πόλεων, και χρησιμοποιεί συνθήματα όπως ο περιορισμός των βουλευτικών αποζημιώσεων αντί του διαμελισμού της γερουσίας.
Όμως ο Γκρίλλο δεν είναι ο μόνος αντίπαλος του Ρέντσι. Αντιμετωπίζει σκληρή κριτική από την ριζοσπαστική Αριστερά, που ποτέ δε τον συμπάθησε, όσο και από τους συντηρητικούς Χριστιανοδημοκράτες, από τους ακροδεξιούς της Λέγκας του Βορά, αλλά και από τους μορφωμένους της μεσαίας τάξης που τον χαρακτηρίζουν ως ένα ταλαντούχο άξεστο.
Ο πρώην αρχισυντάκτης της Corriere della Sera λέει ότι το δημοψήφισμα της 4ης Δεκεμβρίου εξελίχθηκε σε ένα δημοψήφισμα για το έργο της κυβέρνησης, αλλά και για την οικονομία. Μόνο το 2015 το χρέος έχει αυξηθεί κατά 36 δισ. ευρώ και η Ιταλία επιβιώνει εξαιτίας της πολιτικής της ΕΚΤ και του Ντράγκι. Τι θα γίνει όμως το 2019 όταν λήξει η θητεία του Ντράγκι, τα πράγματα εδώ θα οδηγηθούν σε ένα πλήρες αδιέξοδο, αναφέρει χαρακτηριστικά.
Bloomberg: Οι Ιταλοί πρέπει να φερθούν έξυπνα
Στο δημοψήφισμα της Κυριακής οι Ιταλοί ψηφίζουν για δύο ζητήματα, το πρώτο, εάν συμφωνούν με τις προτάσεις του Ρέντσι για αλλαγές στο Σύνταγμα της χώρας και το δεύτερο, εάν η χώρα επιθυμεί να συνεχίσει να βρίσκεται στην εξουσία ο Ρέντσι, ο οποίος μετέτρεψε το δημοψήφισμα σε ψήφο εμπιστοσύνης. Και στα δύο ερωτήματα οι Ιταλοί πρέπει να απαντήσουν «ναι» γράφει το Bloomberg.
Αρχικά πρέπει να αναλογιστούμε τα πλεονεκτήματα των αλλαγών. Το σχέδιο του Ρέντσι είναι περίπλοκο και δεν το έχει εξηγήσει σωστά, αλλά η ανάγκη για τις αλλαγές είναι καθαρή. Για πολλά χρόνια η Ιταλία αδυνατεί να παρουσιάσει ένα βιώσιμο και συμπαγές πολιτικό πρόγραμμα. Οι αλλαγές στο Σύνταγμα έχουν στόχο να βελτιώσουν την κατάσταση σε αυτόν τον τομέα, κυρίως περιορίζοντας την εξουσία της Γερουσίας και μεταφέροντας κάποιες αρμοδιότητες από την περιφέρεια στην κεντρική κυβέρνηση. Το καθαρό αποτέλεσμα θα είναι να ενισχυθούν οι εξουσίες της κυβέρνησης.
Η κριτική που ασκείται στον Ρέντσι αναφέρει ότι αυτές οι αλλαγές είναι μεγάλες. Ειδικά όταν έρχεται το θέμα στις αλλαγές του εκλογικού νόμου και υποστηρίζουν ότι θα υποβαθμίσει τον έλεγχο που ασκείται προς την κυβέρνηση και τις ισορροπίες. Με βάση τα ιταλικά δεδομένα οι αλλαγές μοιάζουν ριζοσπαστικές αλλά δεν είναι, όταν γίνεται σύγκριση με άλλες χώρες.
Το ιταλικό σύστημα είναι αυτό που ξεφεύγει περισσότερο από την κανονικότητα. Σε κάθε άλλη Ευρωπαϊκή χώρα, το τυπικό είναι ότι το δεύτερο κοινοβούλιο έχει συμπληρωματικό ρόλο. Η εξουσία βρίσκεται στις κυβερνήσεις όπου έχουν ανεμπόδιστη ισχύ. Με τις αλλαγές η Ιταλία θα μοιάζει περισσότερο στο Βρετανικό και Γερμανικό σύστημα που κανείς δεν μπορεί να το χαρακτηρίσει αντιδημοκρατικό.
Τι γίνεται στην περίπτωση του Ρέντσι; Έκανε λάθος να μετατρέψει το δημοψήφισμα σε ψήφο εμπιστοσύνης, μία θέση που επιχείρησε να μετριάσει. Πολλοί ψηφοφόροι εάν επιβεβαιωθούν οι δημοσκοπήσεις, θα ψηφίσουν με αυτό το σκεπτικό. Ο Ρέντσι ως μετριοπαθής και αξιόπιστος μεταρρυθμιστής παραμένει η καλύτερη επιλογή για τη χώρα.
Η πιο αληθοφανής βραχυπρόθεσμη εναλλακτική είναι ακόμη μία υπηρεσιακή κυβέρνηση χωρίς πραγματική λαϊκή εντολή. Το χειρότερο σενάριο είναι τρομακτικό, εκλογές, οι οποίες θα φέρουν τον λαϊκιστή Γκρίλλο στην εξουσία. Ο Γκρίλλο έχει μιλήσει για την εθνικοποίηση των ιταλικών τραπεζών, την έξοδο της χώρας από το ευρώ και έχει μιλήσει για διάφορες άλλες αντικαπιταλιστικές πρωτοβουλίες. Και αυτό δεν είναι ακριβώς αυτό που χρειάζεται η Ιταλία και η Ευρώπη.
Κατά κάποιο τρόπο, η προοπτική που ανοίγεται για τον Γκρίλο είναι ένα επιχείρημα κατά των Συνταγματικών αλλαγών που προτείνει ο Ρέντσι. Και εάν αυτές οι αλλαγές απορριφθούν θα είναι θετικό στοιχείο απέναντι στο ενδεχόμενο να ανέλθουν κάποια στιγμή στην εξουσία οι λαϊκιστές. Ακόμη και αν επικρατήσει το «όχι» θα είναι μία νίκη για τον Γκρίλλο, και θα μοιάζει πιο ασφαλές να διατηρηθεί το σύστημα που θα μπορούσε να τον «πνίξει» πολιτικά. Κάποιος μπορεί να αναγνωρίσει το δίλημμα, αλλά θυμηθείτε ότι μιλάμε για μη λειτουργική πολιτική που είχε ως αποτέλεσμα την άνοδο του Γκρίλλο. Η καλύτερη θεραπεία για τον ασταμάτητο λαϊκισμό είναι μία καλύτερη κυβέρνηση, και η ατελείωτη πολιτική παράλυση ακυρώνει τις φιλοδοξίες για την ανάπτυξη μιας οικονομίας που έχει τη δυναμική να είναι μία από τις πιο ζωτικές της Ευρώπης.
Η δημοτικότητα του Ρέντσι έχει μειωθεί και η τακτική που ακολούθησε στο δημοψήφισμα δεν έχει βοηθήσει. Δυστυχώς υπάρχουν πολλές πιθανότητες να ηττηθεί την Κυριακή. Αλλά εάν οι Ιταλοί φερθούν έξυπνα δεν θα το αφήσουν να συμβεί, καταλήγει το άρθρο...
topontiki.gr
Μετά το Brexit και τις αμερικανικές εκλογές το ιταλικό δημοψήφισμα της Κυριακής περιγράφεται από τους αναλυτές ως μια διαδικασία που θα κρίνει το μέλλον της ευρωζώνης. Εάν οι...
Ιταλοί ψηφίσουν «ναι» στη συνταγματική αναθεώρηση τότε η χώρα θα μεταρρυθμιστεί εκ βάθρων. Εάν ψηφίσουν όμως «όχι», η ετυμηγορία τους θα μπορούσε να δρομολογήσει την αρχή του τέλους για την ευρωζώνη.
Οι Ιταλοί προσέρχονται στις κάλπες στις 4 Δεκεμβρίου για μία σειρά συνταγματικών αλλαγών. Το ιταλικό δημοψήφισμα από πολλούς χαρακτηρίζεται ως η πιο σημαντική διαδικασία μετά το τέλος του Β Παγκοσμίου Πολέμου,
Πολιτικοί αναλυτές θεωρούν ότι μετά το Brexit και τις αμερικανικές εκλογές το ιταλικό δημοψήφισμα είναι μια διαδικασία που θα κρίνει το μέλλον της ευρωζώνης.
Εάν οι Ιταλοί ψηφίσουν «ναι» στη συνταγματική αναθεώρηση τότε η χώρα θα μεταρρυθμιστεί εκ βάθρων. Εάν ψηφίσουν όμως «όχι», η ετυμηγορία τους θα μπορούσε να δρομολογήσει εξελίξεις για την ευρωζώνη.
Νευρικότητα στις χρηματαγορές
Οι περισσότερες δημοσκοπήσεις κλίνουν προς το «όχι». Αυτό σημαίνει ψαλίδισμα του αριθμού των γερουσιαστών και των εξουσιών της Γερουσίας, κάτι που θα μπορούσε να διευκολύνει το έργο της κυβέρνησης. Σε συνδυασμό με το νόμο που πέρασε το καλοκαίρι, η ιταλική κυβέρνηση ακόμη και με ένα εκλογικό ποσοστό 40% θα μπορούσε να καταλάβει την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών, κάτι που θα διευκόλυνε τις μεταρρυθμιστικές της προσπάθειες. Και εδώ είναι η διαχρονική αδυναμία της ιταλικής πολιτικής ζωής, με 63 κυβερνήσεις σε 70 χρόνια. «Πολύ συχνά οι κυβερνήσεις αποτυγχάνουν ακριβώς τη στιγμή που προσπαθούν να κάνουν μεταρρυθμίσεις», τονίζει στη DW ο Κρίστιαν Ντούνστμαν, καθηγητής Οικονομίας στο University of College στο Λονδίνο. «Είδαμε τα τελευταία χρόνια ότι σημαντικές και αναγκαίες μεταρρυθμίσεις εφαρμόστηκαν με πολύ κόπο».
Οι χρηματαγορές αντιδρούν με νευρικότητα εν όψει του δημοψηφίσματος, ένδειξη ότι επικρατεί πλήρης ανασφάλεια. Το επιχείρημα είναι ότι ένα «όχι» θα ήταν νίκη των λαϊκιστών και των ευρωσκεπτικιστών, που θα μπορούσαν να ανέλθουν κάποια στιγμή στην εξουσία. Η πιθανότητα ότι η Ιταλία θα μπορούσε να εγκαταλείψει την ευρωζώνη εκτιμάται από την συμβουλευτική εταιρεία επενδύσεων Sentix στα 19,3%. Ποτέ άλλοτε αυτό το ποσοστό δεν εμφανιζόταν τόσο υψηλό.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα το έχει η ευρωζώνη
Οι αναλυτές ωστόσο επαινούν τον πρωθυπουργό Ματέο Ρέντσι. «Έχει κινήσει πολλά πράγματα προς τη σωστή κατεύθυνση, όπως την τροποποίηση του εργασιακού», σημειώνει ο Ντούνστμαν. «Με τις νέες ρυθμίσεις διευκολύνονται οι επιχειρήσεις στις απολύσεις και προβλέπονται φοροελαφρύνσεις στους μικρομεσαίους». Η κακή οικονομική κατάσταση αποδυναμώνει τη θέση του Ρέντσι, το 12% των Ιταλών μαστίζεται από την ανεργία, ενώ στους νέους το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 40%. Το δημόσιο χρέος έχει σκαρφαλώσει στο 130% του ΑΕΠ και είναι το δεύτερο υψηλότερο μετά από αυτό της Ελλάδας. Άρα ένα «όχι» στο δημοψήφισμα δίνει σε πολλούς τη δυνατότητα να πουν όχι στις νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις, όχι στα μέτρα λιτότητας, όχι στο κατεστημένο, όχι στο ευρώ και την ΕΕ.
«Το προηγούμενο Τραμπ μας έδειξε ότι μπορεί κανείς να νικήσει τους πάντες και τα πάντα», υποστηρίζει ο Ματέο Σαλβίνι, επικεφαλής της ακροδεξιάς Λέγκα του Βορρά. Βέβαια για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αρνητική έκβαση του ιταλικού δημοψηφίσματος θα σήμαινε σοκ για τις χρηματαγορές, που θα μπορούσε να επιτείνει η δυσεπίλυτη κρίση των ιταλικών τραπεζών. Εντούτοις το μεγαλύτερο πρόβλημα δεν είναι το δημοψήφισμα, αλλά η οικονομική στασιμότητα, επισημαίνουν αναλυτές. Διότι, σε οικονομική παραλυσία δεν βρίσκεται μόνο η Ιταλία, αλλά ολόκληρη η ευρωζώνη.
Το στοίχημα του Ρέντσι
Ο Ρέντσι μπορεί να επιθυμεί με το δημοψήφισμα της Κυριακής να αλλάξει το πολιτικό σύστημα που όπως υποστηρίζει παραλύει την πολιτική ζωή της χώρας, αλλά οι ψηφοφόροι δεν φαίνεται να έχουν πειστεί καθώς οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι θα υπερισχύσει το «όχι» γράφει η DW.
Ο Ιταλός πρωθυπουργός επικεντρώνει την καμπάνια του στη «σιωπηλή πλειοψηφία» και λέει ότι τώρα είναι η κατάλληλη ώρα για τις αλλαγές, αλλά οι ψηφοφόροι δεν θα ψηφίσουν για ένα απλό «ναι» ή «όχι» στο ερώτημα για συνταγματικές αλλαγές που θέτει το δημοψήφισμα.
Ο Ρέντσι έχει πει ότι θα παραιτηθεί εάν χάσει το δημοψήφισμα. Τον περασμένο Ιούνιο είπε ότι οι συνταγματικές αλλαγές είναι «η μητέρα όλων των μαχών» και χωρίς να υπάρχει λόγος συνέδεσε το δικό του πολιτικό μέλλον με το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Ήταν μία ύβρις, η οποία μετέτρεψε το δημοψήφισμα σε ψήφο εμπιστοσύνης, με αποτέλεσμα όσοι δεν θέλουν τον Ρέντσι να τείνουν να ψηφίσουν «όχι» την ερχόμενη Κυριακή.
Εάν η κυβέρνηση αποτύχει θα πληγώσει άσχημα μια χώρα του πυρήνα της ΕΕ, η οποία βυθίζεται στο χρέος, σε μία περίοδο που η Ευρώπη βρίσκεται σε κρίση. Ήδη η Κεντρική Τράπεζα της Ιταλίας κατέγραψε «ισχυρή άνοδο της ανασφάλειας» των διεθνών αγορών. Το spread των ιταλικών ομολόγων, η διαφορά σε σχέση με τα γερμανικά, έχει διπλασιαστεί από την αρχή του έτους και έχει μειωθεί η εμπιστοσύνη στην ιταλική οικονομία. Οικονομολόγοι όπως ο νομπελίστας Στίγκλιτς και ο Γερμανός Ζιν, ήδη μιλούν για την έξοδο της χώρας από το ευρώ.
Ο Ρέντσι είναι υπέρ της παραμονής, αλλά εάν χάσει κανείς δεν ξέρει τι θα συμβεί, ένα δημοψήφισμα μπορεί να ακολουθήσει και η ενδεχόμενη αποχώρηση της τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας από την Ευρωζώνη δεν θα απειλήσει μόνο το νόμισμα, αλλά ολόκληρη την ΕΕ.
Το ντόμινο που θα ακολουθήσει χρησιμοποιείται από τον πρωθυπουργό και τους συμμάχους του ως προειδοποίηση για την ψήφο της Κυριακής και το παρουσιάζουν το δημοψήφισμα με το δίλημμα υπέρ της σταθερότητας ή υπέρ της καταστροφής.
Ο Ρέντσι κατά τη διάρκεια της θητείας του έχει δώσει εξαντλητικές μάχες σε τρία μέτωπα. Ενάντια στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, μεγάλο τμήμα της ιταλικής αντιπολίτευσης και της αριστερής πτέρυγας του κόμματός του. Αυτό λένε γερουσιαστές του κόμματός του τον έχει κάνει να χάσει την ψυχραιμία του και ο δυναμικός, νεαρός Ματτέο που φάνηκε το 2014 έτοιμος να σηκώσει τα μανίκια και να πέσει στη δουλειά, έχασε τη δυνατότητα να ακούει και έχασε το δρόμο του.
Η κυβέρνηση του Ρέντσι καθιέρωσε το επίδομα πρόνοιας 84 δολαρίων για όσους παίρνουν χαμηλό μισθό, έκανε αλλαγές στην αγορά εργασίας και δημιούργησε χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας, αν και πολλές από αυτές προσωρινές. Έκανε μεταρρυθμίσεις στο δικαστικό σύστημα και ολοκλήρωσε την 7ετή περίοδο παρακμής και η οικονομία αναπτύσσεται αν και με μικρούς ρυθμούς.
Άρα γιατί οι Ιταλοί είναι έτοιμοι να του πουν όχι. Οι κριτικές που δέχεται λένε ότι ο χειρότερος εχθρός του είναι ο ίδιος του ο εαυτός. Μόλις 23 ημέρες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του είπε ότι η Ιταλία θα διεκδικήσει τον ηγετικό ρόλο στην Ευρώπη που δικαιούται και έχει όπως αναφέρουν, πέσει θύμα του “εγώ του” και της ευκολίας με την οποία λέει σημαντικά πράγματα.
Ακόμη και ο πρώην καθηγητής του στο πανεπιστήμιο της Φλορεντίας, λέει ότι μετέτρεψε τις αλλαγές στο Σύνταγμα σε μάχη για το δικό του πολιτικό μέλλον και τις καταδίκασε σε επιστολή του που υπογράφουν 56 ακόμη καθηγητές πανεπιστημίου.
Οι αλλαγές που ζητάει ο Ρέντσι θα έχουν ως αποτέλεσμα να περιορίσουν τον αριθμό της άνω βουλής από τα 315 μέλη στα 100, δεν θα εκλέγονται απευθείας και θα περιοριστούν οι αρμοδιότητές τους. Η ανησυχία των Συνταγματολόγων είναι ότι οι αλλαγές θα δώσουν πολύ μεγαλύτερη ισχύ στην κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό.
Ο Ρέντσι και οι συνεργάτες άρχισαν να ξανασκέφτονται το ζήτημα, μόνο όταν το κόμμα του Γκρίλλο κέρδισε τους δήμους στη Ρώμη και το Τορίνο τον περασμένο Ιούνιο. Αν και είπε ότι οι τοπικές εκλογές δεν καθορίζουν την κεντρική πολιτική σκηνή, ο ελέφαντας είχε μόλις μπει στο δωμάτιο.
Τι θα συνέβαινε εάν αυτές οι ενισχυμένες κυβερνητικές αρμοδιότητες έπεφταν σε λάθος χέρια.
Ο Γκρίλλο είναι αυτή τη στιγμή ένας από τους πιο τοξικούς αντιπάλους του Ρέντσι. Γυρνάει τη χώρα κάνοντας εκστρατεία κατά των αλλαγών στις πλατείες των πόλεων, και χρησιμοποιεί συνθήματα όπως ο περιορισμός των βουλευτικών αποζημιώσεων αντί του διαμελισμού της γερουσίας.
Όμως ο Γκρίλλο δεν είναι ο μόνος αντίπαλος του Ρέντσι. Αντιμετωπίζει σκληρή κριτική από την ριζοσπαστική Αριστερά, που ποτέ δε τον συμπάθησε, όσο και από τους συντηρητικούς Χριστιανοδημοκράτες, από τους ακροδεξιούς της Λέγκας του Βορά, αλλά και από τους μορφωμένους της μεσαίας τάξης που τον χαρακτηρίζουν ως ένα ταλαντούχο άξεστο.
Ο πρώην αρχισυντάκτης της Corriere della Sera λέει ότι το δημοψήφισμα της 4ης Δεκεμβρίου εξελίχθηκε σε ένα δημοψήφισμα για το έργο της κυβέρνησης, αλλά και για την οικονομία. Μόνο το 2015 το χρέος έχει αυξηθεί κατά 36 δισ. ευρώ και η Ιταλία επιβιώνει εξαιτίας της πολιτικής της ΕΚΤ και του Ντράγκι. Τι θα γίνει όμως το 2019 όταν λήξει η θητεία του Ντράγκι, τα πράγματα εδώ θα οδηγηθούν σε ένα πλήρες αδιέξοδο, αναφέρει χαρακτηριστικά.
Bloomberg: Οι Ιταλοί πρέπει να φερθούν έξυπνα
Στο δημοψήφισμα της Κυριακής οι Ιταλοί ψηφίζουν για δύο ζητήματα, το πρώτο, εάν συμφωνούν με τις προτάσεις του Ρέντσι για αλλαγές στο Σύνταγμα της χώρας και το δεύτερο, εάν η χώρα επιθυμεί να συνεχίσει να βρίσκεται στην εξουσία ο Ρέντσι, ο οποίος μετέτρεψε το δημοψήφισμα σε ψήφο εμπιστοσύνης. Και στα δύο ερωτήματα οι Ιταλοί πρέπει να απαντήσουν «ναι» γράφει το Bloomberg.
Αρχικά πρέπει να αναλογιστούμε τα πλεονεκτήματα των αλλαγών. Το σχέδιο του Ρέντσι είναι περίπλοκο και δεν το έχει εξηγήσει σωστά, αλλά η ανάγκη για τις αλλαγές είναι καθαρή. Για πολλά χρόνια η Ιταλία αδυνατεί να παρουσιάσει ένα βιώσιμο και συμπαγές πολιτικό πρόγραμμα. Οι αλλαγές στο Σύνταγμα έχουν στόχο να βελτιώσουν την κατάσταση σε αυτόν τον τομέα, κυρίως περιορίζοντας την εξουσία της Γερουσίας και μεταφέροντας κάποιες αρμοδιότητες από την περιφέρεια στην κεντρική κυβέρνηση. Το καθαρό αποτέλεσμα θα είναι να ενισχυθούν οι εξουσίες της κυβέρνησης.
Η κριτική που ασκείται στον Ρέντσι αναφέρει ότι αυτές οι αλλαγές είναι μεγάλες. Ειδικά όταν έρχεται το θέμα στις αλλαγές του εκλογικού νόμου και υποστηρίζουν ότι θα υποβαθμίσει τον έλεγχο που ασκείται προς την κυβέρνηση και τις ισορροπίες. Με βάση τα ιταλικά δεδομένα οι αλλαγές μοιάζουν ριζοσπαστικές αλλά δεν είναι, όταν γίνεται σύγκριση με άλλες χώρες.
Το ιταλικό σύστημα είναι αυτό που ξεφεύγει περισσότερο από την κανονικότητα. Σε κάθε άλλη Ευρωπαϊκή χώρα, το τυπικό είναι ότι το δεύτερο κοινοβούλιο έχει συμπληρωματικό ρόλο. Η εξουσία βρίσκεται στις κυβερνήσεις όπου έχουν ανεμπόδιστη ισχύ. Με τις αλλαγές η Ιταλία θα μοιάζει περισσότερο στο Βρετανικό και Γερμανικό σύστημα που κανείς δεν μπορεί να το χαρακτηρίσει αντιδημοκρατικό.
Τι γίνεται στην περίπτωση του Ρέντσι; Έκανε λάθος να μετατρέψει το δημοψήφισμα σε ψήφο εμπιστοσύνης, μία θέση που επιχείρησε να μετριάσει. Πολλοί ψηφοφόροι εάν επιβεβαιωθούν οι δημοσκοπήσεις, θα ψηφίσουν με αυτό το σκεπτικό. Ο Ρέντσι ως μετριοπαθής και αξιόπιστος μεταρρυθμιστής παραμένει η καλύτερη επιλογή για τη χώρα.
Η πιο αληθοφανής βραχυπρόθεσμη εναλλακτική είναι ακόμη μία υπηρεσιακή κυβέρνηση χωρίς πραγματική λαϊκή εντολή. Το χειρότερο σενάριο είναι τρομακτικό, εκλογές, οι οποίες θα φέρουν τον λαϊκιστή Γκρίλλο στην εξουσία. Ο Γκρίλλο έχει μιλήσει για την εθνικοποίηση των ιταλικών τραπεζών, την έξοδο της χώρας από το ευρώ και έχει μιλήσει για διάφορες άλλες αντικαπιταλιστικές πρωτοβουλίες. Και αυτό δεν είναι ακριβώς αυτό που χρειάζεται η Ιταλία και η Ευρώπη.
Κατά κάποιο τρόπο, η προοπτική που ανοίγεται για τον Γκρίλο είναι ένα επιχείρημα κατά των Συνταγματικών αλλαγών που προτείνει ο Ρέντσι. Και εάν αυτές οι αλλαγές απορριφθούν θα είναι θετικό στοιχείο απέναντι στο ενδεχόμενο να ανέλθουν κάποια στιγμή στην εξουσία οι λαϊκιστές. Ακόμη και αν επικρατήσει το «όχι» θα είναι μία νίκη για τον Γκρίλλο, και θα μοιάζει πιο ασφαλές να διατηρηθεί το σύστημα που θα μπορούσε να τον «πνίξει» πολιτικά. Κάποιος μπορεί να αναγνωρίσει το δίλημμα, αλλά θυμηθείτε ότι μιλάμε για μη λειτουργική πολιτική που είχε ως αποτέλεσμα την άνοδο του Γκρίλλο. Η καλύτερη θεραπεία για τον ασταμάτητο λαϊκισμό είναι μία καλύτερη κυβέρνηση, και η ατελείωτη πολιτική παράλυση ακυρώνει τις φιλοδοξίες για την ανάπτυξη μιας οικονομίας που έχει τη δυναμική να είναι μία από τις πιο ζωτικές της Ευρώπης.
Η δημοτικότητα του Ρέντσι έχει μειωθεί και η τακτική που ακολούθησε στο δημοψήφισμα δεν έχει βοηθήσει. Δυστυχώς υπάρχουν πολλές πιθανότητες να ηττηθεί την Κυριακή. Αλλά εάν οι Ιταλοί φερθούν έξυπνα δεν θα το αφήσουν να συμβεί, καταλήγει το άρθρο...
topontiki.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου