Κεντρικό θέμα για το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ είναι η αναντιστοιχία μεταξύ εκλογικής επιτυχίας, ιδεολογικής επιρροής και κομματικής βάσης. Η Αριστερά είναι η σκέψη στην πράξη.
Η διαμόρφωση του οράματος και η...
επεξεργασία του προγράμματος είναι αποτέλεσμα θεωρητικής γνώσης και ιδεολογικής αντιπαράθεσης.
Πράξη χωρίς θεωρία καταλήγει σε βολονταρισμό, την πίστη ότι αν προσπαθήσουμε μπορούμε να πετύχουμε τα πάντα, μια άποψη που βρίσκεται πίσω από τα λάθη της περασμένης χρονιάς.
Θεωρία χωρίς πράξη πάλι οδηγεί στην «όμορφη ψυχή» του Χέγκελ. Κρατάμε τα χέρια μας καθαρά και τη θεωρία αλώβητη, εγκαταλείποντας την ενεργό πράξη με τις δυσκολίες και τους απαραίτητους συμβιβασμούς που επιτρέπουν να συνεχίζεται ο πόλεμος παρά την ήττα στη μάχη.
Η πολιτική ιδεολογία αλλά και η κομματική αρχιτεκτονική αποτυγχάνουν αν δεν απορρέουν από την κοινωνική πραγματικότητα (το πρόβλημα με τον νεοφιλελευθερισμό) ή αν δεν μπορούν να εκφράσουν αποτελεσματικά τις λαϊκές αγωνίες (το πρόβλημα με το ΚΚΕ).
Ας αρχίσουμε λοιπόν εξετάζοντας τις αλλαγές στην εργασία και την ταξική διαστρωμάτωση του ύστερου καπιταλισμού. Ο πρώιμος Μαρξ εισήγαγε στο Grundrisse την έννοια της «γενικής διάνοιας», της διαδικασίας και του προϊόντος της συλλογικής γνώσης, γλώσσας και επικοινωνίας.
Στον βιομηχανικό καπιταλισμό οι μηχανές ήταν δημιουργήματα της επιστήμης και τεχνολογίας ενσωματώνοντας νεκρή εργατική δύναμη και σταθερό κεφάλαιο. Σήμερα η γενική διάνοια έχει ριζοσπαστικοποιηθεί και αποτελεί βασική παραγωγική δύναμη.
Η επιστήμη, η νοητική εργασία και δικτύωση, οι ιδέες, οι λέξεις και τα συναισθήματα αποκτούν άμεση υλική πραγματικότητα και εμπορευματική αξία. Η γενική διάνοια δεν βρίσκεται πια στο σταθερό κεφάλαιο των μηχανών, αλλά ενσωματωμένη στη ζωή των εργαζόμενων.
Ταυτόχρονα η μεταφορά της παραγωγής στον αναπτυσσόμενο κόσμο έχει μειώσει τον αριθμό των αγροτών και έχει εξαφανίσει σχεδόν την κλασική εργατική τάξη. Ο τεχνολογικός αυτοματισμός και η μεταφορά της βιομηχανίας κάνουν την ανεργία συστημική και μόνιμη.
Οι εξελίξεις αυτές έχουν αλλάξει ριζικά κοινωνία και πολιτική. Η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού είναι μισθωτοί εργαζόμενοι.
Οι ταξικές διαφοροποιήσεις εξαρτώνται από την ύπαρξη δουλειάς, το επίπεδο του μισθού και την ικανοποίηση από την εργασία - η πλειοψηφία των ανθρώπων στη Δύση δηλώνει ότι δεν ενδιαφέρεται για τη δουλειά της.
Η κοινωνία λοιπόν διατρέχεται από διαφορές, εντάσεις και συγκρούσεις μεταξύ τάξεων, κλάδων, επαγγελμάτων και ιδεολογιών που δεν ακολουθούν την κλασική μαρξιστική ανάλυση: δημόσιοι εναντίον ιδιωτικών υπαλλήλων, υψηλόμισθοι εναντίον χαμηλόμισθων, αυτο-απασχολούμενοι εναντίον υπαλλήλων, άνεργοι εναντίον εργαζόμενων, Ελληνες εναντίον μεταναστών.
Αυτή η πολυδιάσπαση δεν επιτρέπει την παλιότερη αντιστοίχιση τάξης, ιδεολογίας και κόμματος και έχει συνεισφέρει στην κρίση της πολιτικής εκπροσώπησης. Το είδαμε πρόσφατα με τους αναπληρωτές καθηγητές. Δύο κατηγορίες ανέργων βρέθηκαν αντιμέτωποι για λίγες προσωρινές δουλειές. Η αριστερή ιδεολογία υποστηρίζει και τις δύο, αλλά η κυβέρνηση αναγκάστηκε να πάρει το μέρος της μίας.
Σ’ αυτές τις συνθήκες μια ηγεμονική παρέμβαση αναγνωρίζει τις πολλαπλές εντάσεις στο κοινωνικό σώμα και την έλλειψη ταξικής ένταξης και αριστερόστροφης ιδεολογίας. Το κόμμα δεν αντιπροσωπεύει, αλλά πρέπει να δημιουργήσει κοινωνικά και εκφράσει πολιτικά τη μεγαλύτερη δυνατή συμμαχία με τη σύγκλιση πολλών κοινωνικών μερών στον «λαϊκό» πόλο.
Ο λαός δεν υπάρχει ως πολιτικό υποκείμενο πριν από την παρέμβαση. Δημιουργείται κάθε φορά που η κοινωνία διαιρείται πολιτικά με τη σύγκλιση κλάδων, τάξεων και επαγγελμάτων στον ένα πόλο και την απαραίτητη αντιπαράθεσή τους με τους «από πάνω», τις ελίτ, την εξουσία, τη λιτότητα.
Για να πετύχει αυτή η «ηγεμονική διαίρεση», το πολιτικό υποκείμενο πρέπει να προωθήσει μια κεντρική γραμμή χωρισμού της κοινωνίας που μπορεί να ουδετεροποιεί, έστω και προσωρινά, την ποικιλομορφία των εντάσεων και αντιθέσεων στον λαϊκό πόλο. Τα μέρη αποδέχονται ότι η διαχωριστική γραμμή με τους απέναντι είναι πιο σημαντική από τις τοπικές και κλαδικές αντιπαλότητες και συμφέροντα.
Ετσι ένα σύνολο αιτημάτων, πολύμορφων αγώνων και ποικιλόμορφων δυσαρεσκειών συγκεντρώνονται σε κοινό τόπο και χρόνο. Τι θα εμφανιστεί ως αντίπαλο δέος και εκφραστής της εξουσίας κάθε φορά -οι Ελληνες ολιγάρχες, οι ευρωπαϊκές ελίτ, η λιτότητα, ο ιμπεριαλισμός- είναι αντικείμενο πολιτικού υπολογισμού και συγκυρίας.
Αυτή τη σύγκλιση πέτυχε η αντιμνημονιακή ιδεολογία και γι’ αυτό συκοφαντείται τόσο πολύ σήμερα. Μετά το τρίτο Μνημόνιο, η γραμμή διαίρεσης ράγισε, η συμπόρευση των προηγούμενων χρόνων διαλύθηκε και η ταυτότητα του αντίπαλου μπερδεύτηκε.
Ποια διαχωριστική γραμμή μπορεί να ξαναφτιάξει τον λαϊκό πόλο σήμερα; Στις καταλήψεις του 2011 και το δημοψήφισμα η σύγκλιση δημιουργήθηκε με το τρίπτυχο «όχι στη λιτότητα» (το οικονομικό-κοινωνικό), εθνική ανεξαρτησία (το πατριωτικό) και άμεση δημοκρατία (λαϊκή κυριαρχία - κυριολεκτικά με τους Αγανακτισμένους, θεσμικά στο δημοψήφισμα).
Μια ηγεμονική πολιτική πρέπει να συμπυκνώσει πάλι τις τρεις αυτές κατευθύνσεις, αλλά το περιεχόμενό τους πρέπει να τροποποιηθεί κατάλληλα. Πρέπει λοιπόν να σχεδιάσουμε το νέο μεσο-μακροπρόθεσμο αριστερό αφήγημα, που μπορεί να ενώσει πάλι τον λαϊκό πόλο -ακόμη και τους απογοητευμένους της συμφωνίας- και να δώσει νέα πνοή στην κυβέρνηση. Είναι δύσκολο έργο αλλά και κριτήριο επιτυχίας του συνεδρίου.
Η «απάντηση» στις διαδράσεις του ύστερου καπιταλισμού
Τα κόμματα φθίνουν παντού. Στη Μεγάλη Βρετανία, το Συντηρητικό Κόμμα έχει 110.000 μέλη, ενώ το Εργατικό παρέπαιε μέχρι τη ριζική αλλαγή της οργάνωσης με τον Κόρμπιν.
Η κλασική κομματική μορφή ανταποκρινόταν στην οργάνωση της παραγωγής σε μεγάλες εργασιακές μονάδες και της πολιτικής σε κεντρικούς χώρους - Βουλή, υπουργεία, συνδικάτα, κομματικά γραφεία. Η χωρική συγκέντρωση συμπληρωνόταν με την περιοδική συμπύκνωση του πολιτικού χρόνου γύρω από εκλογές, επετείους ή μεγάλες εργατικές εκδηλώσεις.
Ο χρόνος και ο χώρος της παραγωγικής διαδικασίας όμως άλλαξαν και η πολιτική αποκεντρώνεται και γίνεται στις γειτονιές, τις τοπικές οργανώσεις, τους χώρους δουλειάς. Η άυλη παραγωγή στηρίζεται σε δικτυώσεις μεταξύ αγνώστων, σε οριζόντιες συνεργασίες, σε εύπλαστες και συνεχείς επικοινωνίες χωρίς πολιτικές ή συνδικαλιστικές συγκλίσεις.
Ο ύστερος καπιταλισμός προωθεί διαδράσεις αλλά όχι πολιτική συμπόρευση, επικοινωνία αλλά όχι ιδεολογικές ταυτότητες, συνεργασίες βασισμένες στην εξατομίκευση. Για να σπάσει αυτό, πρέπει να μεταφέρουμε στην πολιτική τις γνώσεις, δεξιότητες και πρακτικές που μαθαίνουμε για τη δουλειά μας. Χρειαζόμαστε ένα νέο κόμμα που εγκαταλείπει την ασφάλεια του πρωτόκολλου και της επετηρίδας και γίνεται κομμάτι της γενικής διάνοιας.
Το κόμμα πρέπει να έχει εύπλαστη μορφή, πορώδεις παρυφές και διαφανείς διαδικασίες που επιτρέπουν τη συνεχή αλληλλεπίδραση με το περιβάλλον. Αφήνοντας την ασφάλεια της ρουτίνας, πρέπει να γίνει εργαστήρι πειραματισμού δομών, ιδεών, μεθόδων.
Νέα είδη κομματικής λειτουργίας πρέπει να συμπληρώσουν τις κλασικές οργανώσεις. Μια ιδέα είναι η δημιουργία τοπικών οριζόντιων, φυσικών ή ηλεκτρονικών, «κύκλων φίλων». Οι φίλοι συμμετέχουν σε κομματικές διαδικασίες, αν το επιθυμούν, αλλά δεν έχουν δικαίωμα ψήφου.
Οι κύκλοι εξετάζουν γενικά θεματικά αντικείμενα όπως το Σύνταγμα, το περιβάλλον, την κοινωνική οικονομία ή πιο εξειδικευμένα όπως την τοπική αλληλεγγύη σε πρόσφυγες, τη ΒΙΟΜΕ κ.λπ. Στους κύκλους συμμετέχουν πολίτες που δεν είναι μέλη, αλλά επιθυμούν να βοηθήσουν λόγω γνώσης ή ενδιαφέροντος.
Τα πορίσματα και οι προτάσεις τους προωθούνται στο κόμμα για υιοθέτηση και εφαρμογή. Ετσι το κόμμα γίνεται «συλλογικός διανοούμενος», οι οργανώσεις το κόμμα στον χώρο τους και η κοινωνία συμμετέχει ενεργά στην προσπάθεια κοινωνικού μετασχηματισμού...
Κώστας Δουζίνας, Βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, καθηγητής Πολιτικής και Νομικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, efsyn.gr
Η διαμόρφωση του οράματος και η...
επεξεργασία του προγράμματος είναι αποτέλεσμα θεωρητικής γνώσης και ιδεολογικής αντιπαράθεσης.
Πράξη χωρίς θεωρία καταλήγει σε βολονταρισμό, την πίστη ότι αν προσπαθήσουμε μπορούμε να πετύχουμε τα πάντα, μια άποψη που βρίσκεται πίσω από τα λάθη της περασμένης χρονιάς.
Θεωρία χωρίς πράξη πάλι οδηγεί στην «όμορφη ψυχή» του Χέγκελ. Κρατάμε τα χέρια μας καθαρά και τη θεωρία αλώβητη, εγκαταλείποντας την ενεργό πράξη με τις δυσκολίες και τους απαραίτητους συμβιβασμούς που επιτρέπουν να συνεχίζεται ο πόλεμος παρά την ήττα στη μάχη.
Η πολιτική ιδεολογία αλλά και η κομματική αρχιτεκτονική αποτυγχάνουν αν δεν απορρέουν από την κοινωνική πραγματικότητα (το πρόβλημα με τον νεοφιλελευθερισμό) ή αν δεν μπορούν να εκφράσουν αποτελεσματικά τις λαϊκές αγωνίες (το πρόβλημα με το ΚΚΕ).
Ας αρχίσουμε λοιπόν εξετάζοντας τις αλλαγές στην εργασία και την ταξική διαστρωμάτωση του ύστερου καπιταλισμού. Ο πρώιμος Μαρξ εισήγαγε στο Grundrisse την έννοια της «γενικής διάνοιας», της διαδικασίας και του προϊόντος της συλλογικής γνώσης, γλώσσας και επικοινωνίας.
Στον βιομηχανικό καπιταλισμό οι μηχανές ήταν δημιουργήματα της επιστήμης και τεχνολογίας ενσωματώνοντας νεκρή εργατική δύναμη και σταθερό κεφάλαιο. Σήμερα η γενική διάνοια έχει ριζοσπαστικοποιηθεί και αποτελεί βασική παραγωγική δύναμη.
Η επιστήμη, η νοητική εργασία και δικτύωση, οι ιδέες, οι λέξεις και τα συναισθήματα αποκτούν άμεση υλική πραγματικότητα και εμπορευματική αξία. Η γενική διάνοια δεν βρίσκεται πια στο σταθερό κεφάλαιο των μηχανών, αλλά ενσωματωμένη στη ζωή των εργαζόμενων.
Ταυτόχρονα η μεταφορά της παραγωγής στον αναπτυσσόμενο κόσμο έχει μειώσει τον αριθμό των αγροτών και έχει εξαφανίσει σχεδόν την κλασική εργατική τάξη. Ο τεχνολογικός αυτοματισμός και η μεταφορά της βιομηχανίας κάνουν την ανεργία συστημική και μόνιμη.
Οι εξελίξεις αυτές έχουν αλλάξει ριζικά κοινωνία και πολιτική. Η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού είναι μισθωτοί εργαζόμενοι.
Οι ταξικές διαφοροποιήσεις εξαρτώνται από την ύπαρξη δουλειάς, το επίπεδο του μισθού και την ικανοποίηση από την εργασία - η πλειοψηφία των ανθρώπων στη Δύση δηλώνει ότι δεν ενδιαφέρεται για τη δουλειά της.
Η κοινωνία λοιπόν διατρέχεται από διαφορές, εντάσεις και συγκρούσεις μεταξύ τάξεων, κλάδων, επαγγελμάτων και ιδεολογιών που δεν ακολουθούν την κλασική μαρξιστική ανάλυση: δημόσιοι εναντίον ιδιωτικών υπαλλήλων, υψηλόμισθοι εναντίον χαμηλόμισθων, αυτο-απασχολούμενοι εναντίον υπαλλήλων, άνεργοι εναντίον εργαζόμενων, Ελληνες εναντίον μεταναστών.
Αυτή η πολυδιάσπαση δεν επιτρέπει την παλιότερη αντιστοίχιση τάξης, ιδεολογίας και κόμματος και έχει συνεισφέρει στην κρίση της πολιτικής εκπροσώπησης. Το είδαμε πρόσφατα με τους αναπληρωτές καθηγητές. Δύο κατηγορίες ανέργων βρέθηκαν αντιμέτωποι για λίγες προσωρινές δουλειές. Η αριστερή ιδεολογία υποστηρίζει και τις δύο, αλλά η κυβέρνηση αναγκάστηκε να πάρει το μέρος της μίας.
Σ’ αυτές τις συνθήκες μια ηγεμονική παρέμβαση αναγνωρίζει τις πολλαπλές εντάσεις στο κοινωνικό σώμα και την έλλειψη ταξικής ένταξης και αριστερόστροφης ιδεολογίας. Το κόμμα δεν αντιπροσωπεύει, αλλά πρέπει να δημιουργήσει κοινωνικά και εκφράσει πολιτικά τη μεγαλύτερη δυνατή συμμαχία με τη σύγκλιση πολλών κοινωνικών μερών στον «λαϊκό» πόλο.
Ο λαός δεν υπάρχει ως πολιτικό υποκείμενο πριν από την παρέμβαση. Δημιουργείται κάθε φορά που η κοινωνία διαιρείται πολιτικά με τη σύγκλιση κλάδων, τάξεων και επαγγελμάτων στον ένα πόλο και την απαραίτητη αντιπαράθεσή τους με τους «από πάνω», τις ελίτ, την εξουσία, τη λιτότητα.
Για να πετύχει αυτή η «ηγεμονική διαίρεση», το πολιτικό υποκείμενο πρέπει να προωθήσει μια κεντρική γραμμή χωρισμού της κοινωνίας που μπορεί να ουδετεροποιεί, έστω και προσωρινά, την ποικιλομορφία των εντάσεων και αντιθέσεων στον λαϊκό πόλο. Τα μέρη αποδέχονται ότι η διαχωριστική γραμμή με τους απέναντι είναι πιο σημαντική από τις τοπικές και κλαδικές αντιπαλότητες και συμφέροντα.
Ετσι ένα σύνολο αιτημάτων, πολύμορφων αγώνων και ποικιλόμορφων δυσαρεσκειών συγκεντρώνονται σε κοινό τόπο και χρόνο. Τι θα εμφανιστεί ως αντίπαλο δέος και εκφραστής της εξουσίας κάθε φορά -οι Ελληνες ολιγάρχες, οι ευρωπαϊκές ελίτ, η λιτότητα, ο ιμπεριαλισμός- είναι αντικείμενο πολιτικού υπολογισμού και συγκυρίας.
Αυτή τη σύγκλιση πέτυχε η αντιμνημονιακή ιδεολογία και γι’ αυτό συκοφαντείται τόσο πολύ σήμερα. Μετά το τρίτο Μνημόνιο, η γραμμή διαίρεσης ράγισε, η συμπόρευση των προηγούμενων χρόνων διαλύθηκε και η ταυτότητα του αντίπαλου μπερδεύτηκε.
Ποια διαχωριστική γραμμή μπορεί να ξαναφτιάξει τον λαϊκό πόλο σήμερα; Στις καταλήψεις του 2011 και το δημοψήφισμα η σύγκλιση δημιουργήθηκε με το τρίπτυχο «όχι στη λιτότητα» (το οικονομικό-κοινωνικό), εθνική ανεξαρτησία (το πατριωτικό) και άμεση δημοκρατία (λαϊκή κυριαρχία - κυριολεκτικά με τους Αγανακτισμένους, θεσμικά στο δημοψήφισμα).
Μια ηγεμονική πολιτική πρέπει να συμπυκνώσει πάλι τις τρεις αυτές κατευθύνσεις, αλλά το περιεχόμενό τους πρέπει να τροποποιηθεί κατάλληλα. Πρέπει λοιπόν να σχεδιάσουμε το νέο μεσο-μακροπρόθεσμο αριστερό αφήγημα, που μπορεί να ενώσει πάλι τον λαϊκό πόλο -ακόμη και τους απογοητευμένους της συμφωνίας- και να δώσει νέα πνοή στην κυβέρνηση. Είναι δύσκολο έργο αλλά και κριτήριο επιτυχίας του συνεδρίου.
Η «απάντηση» στις διαδράσεις του ύστερου καπιταλισμού
Τα κόμματα φθίνουν παντού. Στη Μεγάλη Βρετανία, το Συντηρητικό Κόμμα έχει 110.000 μέλη, ενώ το Εργατικό παρέπαιε μέχρι τη ριζική αλλαγή της οργάνωσης με τον Κόρμπιν.
Η κλασική κομματική μορφή ανταποκρινόταν στην οργάνωση της παραγωγής σε μεγάλες εργασιακές μονάδες και της πολιτικής σε κεντρικούς χώρους - Βουλή, υπουργεία, συνδικάτα, κομματικά γραφεία. Η χωρική συγκέντρωση συμπληρωνόταν με την περιοδική συμπύκνωση του πολιτικού χρόνου γύρω από εκλογές, επετείους ή μεγάλες εργατικές εκδηλώσεις.
Ο χρόνος και ο χώρος της παραγωγικής διαδικασίας όμως άλλαξαν και η πολιτική αποκεντρώνεται και γίνεται στις γειτονιές, τις τοπικές οργανώσεις, τους χώρους δουλειάς. Η άυλη παραγωγή στηρίζεται σε δικτυώσεις μεταξύ αγνώστων, σε οριζόντιες συνεργασίες, σε εύπλαστες και συνεχείς επικοινωνίες χωρίς πολιτικές ή συνδικαλιστικές συγκλίσεις.
Ο ύστερος καπιταλισμός προωθεί διαδράσεις αλλά όχι πολιτική συμπόρευση, επικοινωνία αλλά όχι ιδεολογικές ταυτότητες, συνεργασίες βασισμένες στην εξατομίκευση. Για να σπάσει αυτό, πρέπει να μεταφέρουμε στην πολιτική τις γνώσεις, δεξιότητες και πρακτικές που μαθαίνουμε για τη δουλειά μας. Χρειαζόμαστε ένα νέο κόμμα που εγκαταλείπει την ασφάλεια του πρωτόκολλου και της επετηρίδας και γίνεται κομμάτι της γενικής διάνοιας.
Το κόμμα πρέπει να έχει εύπλαστη μορφή, πορώδεις παρυφές και διαφανείς διαδικασίες που επιτρέπουν τη συνεχή αλληλλεπίδραση με το περιβάλλον. Αφήνοντας την ασφάλεια της ρουτίνας, πρέπει να γίνει εργαστήρι πειραματισμού δομών, ιδεών, μεθόδων.
Νέα είδη κομματικής λειτουργίας πρέπει να συμπληρώσουν τις κλασικές οργανώσεις. Μια ιδέα είναι η δημιουργία τοπικών οριζόντιων, φυσικών ή ηλεκτρονικών, «κύκλων φίλων». Οι φίλοι συμμετέχουν σε κομματικές διαδικασίες, αν το επιθυμούν, αλλά δεν έχουν δικαίωμα ψήφου.
Οι κύκλοι εξετάζουν γενικά θεματικά αντικείμενα όπως το Σύνταγμα, το περιβάλλον, την κοινωνική οικονομία ή πιο εξειδικευμένα όπως την τοπική αλληλεγγύη σε πρόσφυγες, τη ΒΙΟΜΕ κ.λπ. Στους κύκλους συμμετέχουν πολίτες που δεν είναι μέλη, αλλά επιθυμούν να βοηθήσουν λόγω γνώσης ή ενδιαφέροντος.
Τα πορίσματα και οι προτάσεις τους προωθούνται στο κόμμα για υιοθέτηση και εφαρμογή. Ετσι το κόμμα γίνεται «συλλογικός διανοούμενος», οι οργανώσεις το κόμμα στον χώρο τους και η κοινωνία συμμετέχει ενεργά στην προσπάθεια κοινωνικού μετασχηματισμού...
Κώστας Δουζίνας, Βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, καθηγητής Πολιτικής και Νομικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου