Τις τελευταίες μέρες κάθε στιγμή μέσα στο Mega μοιάζει βγαλμένη από μυθιστορήματα, εκείνα που πολύ μετά το διάβασμα ξέμειναν ολομόναχα στα ράφια κι όταν εκείνος που τα πίστεψε περνάει από...
δίπλα τους, τότε μοιάζει να τον χτυπά ένα συναίσθημα θανατηφόρο, σκέτο ηλεκτρικό ρεύμα.
Μνήμες από το παρελθόν όλης της χώρας, απίθανες, ανείπωτες Μega-ιστορίες, όλες γραμμένες σε κάθε ράχη του πλανήτη, γεγονότα και στιγμές που πάγωσαν, έγιναν ένα με τα ίδια τα κορμιά των θερμαστών-εργατών του καναλιού.
Ένας τηλεοπτικός σταθμός -καθρέφτης ολάκερου του κόσμου, αυτό ήταν το Mega.
Μα είναι οι άνθρωποι, εκείνοι που πέρασαν χρόνια μαζί και τώρα στέκουν με τα χέρια σταυρωμένα, περιμένουν, αγωνιούν για εκείνον τον γενναίο, τον πιο θαρραλέο, που αφού πρώτα δέσει με αλυσίδες την εξώπορτα, αν και άθεος να κάνει ένα τρισάγιο και να βάλει το χοντρό λουκέτο.
Όλοι έχουν τα δίκια τους, πρώτα οι ιδιοκτήτες, που όπως δείχνουν τα πράματα φαίνεται πως το εγκατέλειψαν πρώτοι και στα βιαστικά.
Σα να ήταν πλοίο, ένα φορτηγό, με τα αμπάρια του γεμάτα εμπορεύματα, που πήρε γερή κλίση μεσοπέλαγα κι εκείνοι, αφού όπως φαίνεται δεν γνώριζαν από θάλασσες, τέτοια κύματα πάντοτε τους έφερναν ανακάτεμα και αναγούλα, πρώτοι λοιπόν φόρεσαν σκουρόχρωμα σωσίβια και έπειτα, στα κρυφά, μπήκαν σε μια βάρκα και άφησαν το πλήρωμα να παλεύει με τις μηχανές να μπάζουν θάλασσα.
Έπειτα ακολουθούν οι “ναυαγοσώστες”, τράπεζες και βέβαια οι αρχές του τόπου.
Αυτοί δεν βλέπουν τρόπο για να σώσουν το βαπόρι, μα ακόμη κι αν υπήρχε κάποια αόριστη ελπίδα, εκείνοι δείχνουν να την ξορκίζουν με ότι μέσο βρουν. Τρίβουν τα χέρια τους και χαίρονται μοναχά στο άκουσμα ενός τέτοιου ναυαγίου, αφού μέσα από τα τσακισμένα σωθικά του, σαn τα λυσσασμένα όρνια θα ξετρυπώσουν σάρκες, θα τις βαφτίσουν λαγούς με πετραχείλια και θα δικαιολογήσουν τη δική τους “τρανή” ανυπαρξία σε έναν κόσμο που κρύβεται και όλο κάτι περιμένει στη γωνιά.
Τελευταίο έρχεται το πλήρωμα, εκείνοι που ακόμη τριγυρνούν στα μουσκεμένα σαλόνια, ανεβοκατεβαίνουν από τις μηχανές και χαζεύουν αμίλητοι στα καταστρώματα. Ακόμη κάτι περιμένουν, αδημoνούν και όταν από μακριά σκάει καμμιά λάμψη, ελάχιστοι από το προσωπικό εξακολουθούν να διαβάζουν Θεικά μηνύματα, ενώ όλο και περισσότεροι νιώθουν τον κυκλώνα που πλησιάζει. Οι αστραπές και η καταιγίδα που σιμώνει και φέρνει τον Μega-κατακλυσμό και θα αρπάξει το ταλαίπωρο σκαρί στην αγκαλιά του.
Εδώ πνίγονται θεόρατα καράβια, εσύ ακόμη ανησυχείς για ένα “Μega” που έκανε ταξιδάκια πήγαινε-έλα μέσα στο Αιγαίο;
Φτάνει να δηλώσεις αόριστα “αριστερός”, έπειτα να ρίξεις “κόκκινη” μπογιά, από αυτή τη φτηνή, την πασχαλιάτικη, μέσα σε μια λιμνούλα και με κάθε σοβαρότητα να δηλώσεις πως είναι θάλασσα ελπίδας και υπάρχει ένας κόσμος που θα σε πιστέψει, ίσως μάλιστα φιλήσει ακόμη και τα χέρια σου.
Μπορεί να έμεινε μονάχα μια συμπάθεια, μια στάλα κόλλυβα κι αυτά από τους στενούς φίλους, γιατί είναι και κάτι κυβερνητικοί ροζ αγωνιστές που το ξορκίζουν, φτύνουν στον κόρφο τους, μόνο στην τρελή ιδέα ότι το Mega μπορεί να τα καταφέρει και να συνεχίσει τα ταξίδια του.
Όπως κι αν καταλήξει ο ημιθανής ασθενής, εμείς που ζούμε πάνω στο κορμί του νιώθουμε ακόμη τη βαριά ανάσα του, πλησιάζουμε ακόμη πιο κοντά, να αφουγκραστούμε τους ισχνούς παλμούς του και φέρνουμε στη μνήμη μας, ιστορίες σαν κάτι ξεκουτιασμένα γεροντάκια, μονολογούμε τις παλιές στιγμές μας. Κάπως έτσι δεν είναι, άραγε, τα στάδια του πένθους;..
Μανόλης Δημελλάς
aixmi.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου