Στο βασίλειο της υπερβολής ζει τις τελευταίες μέρες η χώρα, με την (βεβαρημένου παρελθόντος) αντιπολίτευση να καταλογίζει στην κυβέρνηση μέχρι και το προπατορικό αμάρτημα και με κυβερνητικά στελέχη να εκτιμούν ότι μια πολιτική συγκέντρωση «κινείται εχθρικά στη χώρα» ή...
ότι «βρίσκεται στα όρια της συνταγματικής ανοχής».
Η αντιπολίτευση, μόλις εννέα μήνες μετά τις εκλογές, ζητά να φύγει η κυβέρνηση, την οποία κατηγορεί για αυταρχισμό, αντιδημοκρατικότητα, αλαζονεία, αλλά και για ολοκληρωτισμό (Σ. Βούλτεψη).
Φυσικά οι πολίτες δεν είναι Λωτοφάγοι και θυμούνται ορισμένα βασικά πράγματα. Οπως για παράδειγμα ότι το κίνημα των πλατειών (όποια γνώμη και εάν έχει κάποιος γι’ αυτό) αντιμετωπίστηκε από την κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου με απρόκλητη βία, τόνους χημικών, τρομοκρατία και προβοκάτσιες.
Ενα κλίμα που πραγματικά έτεινε στην αντίληψη να αντιμετωπίζει τους συμμετέχοντες στις κινητοποιήσεις σαν «εχθρό-λαό».
Ολοι θυμούνται, επίσης, τον επικουρικό στα ΜΑΤ ρόλο των χρυσαυγιτών τραμπούκων και την άψογη επιχειρησιακή συνεργασία τους. Η ακόμα την ταύτιση, ελέω συστημικών ΜΜΕ, πολλών κινητοποιήσεων με τους κουκουλοφόρους και τις καταστροφές, αλλά και το αίτημα πολιτικών και θεσμικών εκπροσώπων των τότε κυβερνώντων κομμάτων να απαγορευτούν οι διαδηλώσεις στο κέντρο της πόλης.
Φυσικά εκείνο το κλίμα εντασσόταν στην ευρύτερη αντιμετώπιση των πραγματικών και μαζικών κινημάτων ανά τον κόσμο, καθώς η ωμή αστυνομική καταστολή ήταν η επιλογή των διαφόρων καθεστώτων ανά τον κόσμο: στην Ελλάδα με τους Αγανακτισμένους, στην Ισπανία με τους Indignados, στις ΗΠΑ με το Occupy Wall Street, στις αραβικές χώρες με τα κινήματα της «αραβικής άνοιξης».
Σήμερα οι συνθήκες σαφώς και δεν είναι οι ίδιες. Παρά τη συνέχιση των μνημονίων και της λιτότητας, τα μαζικά κοινωνικά κινήματα που εξέφρασαν την οργή των από κάτω και κωδικοποιήθηκαν με το «ya basta» (φτάνει πια, αρκετά) βρίσκονται σε ύφεση.
Αντίθετα, βρίσκεται σ’ εξέλιξη μια επιχείρηση υποκίνησης και αποσταθεροποίησης από τις «φιλελεύθερες και μεταρρυθμιστικές δυνάμεις», δηλαδή κυρίως τους εκπροσώπους του ancien regime, το οποίο βούλιαξε στην πολιτική αναξιοπιστία και στη διαφθορά.
Σήμερα αυτοί οι εκπρόσωποι, βλέποντας ότι οι κυρίαρχες ευρωπαϊκές ελίτ προτιμούν οπορτουνιστικά και για τους δικούς τους λόγους τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, συμπεριφέρονται σαν απατημένοι σύζυγοι και εξαντλούν το υβρεολόγιό τους στην τελευταία.
Το πολιτικά παράδοξο είναι ότι η δική τους πολιτική απελπισία προκαλεί μιαν υπεραντίδραση στην άλλη πλευρά, η οποία καταφεύγει σε υπερβολές όπως οι δηλώσεις των Φίλη – Γεροβασίλη και δείχνει έλλειψη στοιχειώδους αυτοπεποίθησης. Η πολιτική ανασφάλεια της κυβέρνησης προέρχεται από το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αποκοπεί από την κινηματική του βάση, η οποία επιδεικνύει μια πολιτική ανοχή, που δεν έχει όμως απεριόριστο ορίζοντα.
Τα κινήματα δεν δημιουργούνται α λα καρτ και αυτό όφειλε να το γνωρίζει η αντιπολίτευση, η οποία «απέχει» μεν, οργανώνει δε τις κινητοποιήσεις. Οσο για την κυβέρνηση, οφείλει να εξηγεί, να πείθει και να κινητοποιεί και όχι να καταγγέλλει και να ανακαλύπτει «συνωμοσίες».Στο βασίλειο της υπερβολής ζει τις τελευταίες μέρες η χώρα, με την (βεβαρημένου παρελθόντος) αντιπολίτευση να καταλογίζει στην κυβέρνηση μέχρι και το προπατορικό αμάρτημα και με κυβερνητικά στελέχη να εκτιμούν ότι μια πολιτική συγκέντρωση «κινείται εχθρικά στη χώρα» ή ότι «βρίσκεται στα όρια της συνταγματικής ανοχής».
Η αντιπολίτευση, μόλις εννέα μήνες μετά τις εκλογές, ζητά να φύγει η κυβέρνηση, την οποία κατηγορεί για αυταρχισμό, αντιδημοκρατικότητα, αλαζονεία, αλλά και για ολοκληρωτισμό (Σ. Βούλτεψη).
Φυσικά οι πολίτες δεν είναι Λωτοφάγοι και θυμούνται ορισμένα βασικά πράγματα. Οπως για παράδειγμα ότι το κίνημα των πλατειών (όποια γνώμη και εάν έχει κάποιος γι’ αυτό) αντιμετωπίστηκε από την κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου με απρόκλητη βία, τόνους χημικών, τρομοκρατία και προβοκάτσιες.
Ενα κλίμα που πραγματικά έτεινε στην αντίληψη να αντιμετωπίζει τους συμμετέχοντες στις κινητοποιήσεις σαν «εχθρό-λαό».
Ολοι θυμούνται, επίσης, τον επικουρικό στα ΜΑΤ ρόλο των χρυσαυγιτών τραμπούκων και την άψογη επιχειρησιακή συνεργασία τους. Η ακόμα την ταύτιση, ελέω συστημικών ΜΜΕ, πολλών κινητοποιήσεων με τους κουκουλοφόρους και τις καταστροφές, αλλά και το αίτημα πολιτικών και θεσμικών εκπροσώπων των τότε κυβερνώντων κομμάτων να απαγορευτούν οι διαδηλώσεις στο κέντρο της πόλης.
Φυσικά εκείνο το κλίμα εντασσόταν στην ευρύτερη αντιμετώπιση των πραγματικών και μαζικών κινημάτων ανά τον κόσμο, καθώς η ωμή αστυνομική καταστολή ήταν η επιλογή των διαφόρων καθεστώτων ανά τον κόσμο: στην Ελλάδα με τους Αγανακτισμένους, στην Ισπανία με τους Indignados, στις ΗΠΑ με το Occupy Wall Street, στις αραβικές χώρες με τα κινήματα της «αραβικής άνοιξης».
Σήμερα οι συνθήκες σαφώς και δεν είναι οι ίδιες. Παρά τη συνέχιση των μνημονίων και της λιτότητας, τα μαζικά κοινωνικά κινήματα που εξέφρασαν την οργή των από κάτω και κωδικοποιήθηκαν με το «ya basta» (φτάνει πια, αρκετά) βρίσκονται σε ύφεση.
Αντίθετα, βρίσκεται σ’ εξέλιξη μια επιχείρηση υποκίνησης και αποσταθεροποίησης από τις «φιλελεύθερες και μεταρρυθμιστικές δυνάμεις», δηλαδή κυρίως τους εκπροσώπους του ancien regime, το οποίο βούλιαξε στην πολιτική αναξιοπιστία και στη διαφθορά.
Σήμερα αυτοί οι εκπρόσωποι, βλέποντας ότι οι κυρίαρχες ευρωπαϊκές ελίτ προτιμούν οπορτουνιστικά και για τους δικούς τους λόγους τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, συμπεριφέρονται σαν απατημένοι σύζυγοι και εξαντλούν το υβρεολόγιό τους στην τελευταία.
Το πολιτικά παράδοξο είναι ότι η δική τους πολιτική απελπισία προκαλεί μιαν υπεραντίδραση στην άλλη πλευρά, η οποία καταφεύγει σε υπερβολές όπως οι δηλώσεις των Φίλη – Γεροβασίλη και δείχνει έλλειψη στοιχειώδους αυτοπεποίθησης. Η πολιτική ανασφάλεια της κυβέρνησης προέρχεται από το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αποκοπεί από την κινηματική του βάση, η οποία επιδεικνύει μια πολιτική ανοχή, που δεν έχει όμως απεριόριστο ορίζοντα.
Τα κινήματα δεν δημιουργούνται α λα καρτ και αυτό όφειλε να το γνωρίζει η αντιπολίτευση, η οποία «απέχει» μεν, οργανώνει δε τις κινητοποιήσεις. Οσο για την κυβέρνηση, οφείλει να εξηγεί, να πείθει και να κινητοποιεί και όχι να καταγγέλλει και να ανακαλύπτει «συνωμοσίες»...
Τάσος Τσακίρογλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου