Την αίσθηση ότι πλησιάζει η ημερομηνία λήξης του
ισχυρού διδύμου της Γερμανίας δημιουργούν οι τελευταίες δημοσκοπήσεις,
που εμφανίζουν τους Γερμανούς ψηφοφόρους απρόθυμους να ξαναδούν...
την Ανγκελα Μέρκελ στην καγκελαρία αλλά και τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στην προεδρία της Δημοκρατίας.
Παρότι αμφότεροι έχουν αποδείξει ότι μπορούν να αναγεννηθούν από τις «στάχτες» τους και να διατηρηθούν σε θέσεις εξουσίας, τα μηνύματα που τους στέλνουν οι πολίτες αυτήν τη στιγμή είναι μάλλον αποκαρδιωτικά. Σύμφωνα με δημοσκόπηση του Ινστιτούτου Insa, για λογαριασμό του περιοδικού «Cicero», το 63% των ερωτηθέντων τάσσεται κατά μιας τέταρτης θητείας της Ανγκελα Μέρκελ. Αν και το προηγούμενο διάστημα τα δημοσκοπικά της ποσοστά φάνηκαν να ανακάμπτουν, η τάση που διαφαίνεται εδώ και καιρό είναι μάλλον αρνητική ως προς την παραμονή της στην καγκελαρία μετά τις εθνικές εκλογές του 2017.
Το αρνητικό κλίμα απέναντί της αποδίδεται στους χειρισμούς της Μέρκελ στην προσφυγική κρίση, ωστόσο η αλήθεια είναι πως τους τελευταίους μήνες έχει καλλιεργηθεί, σχεδόν με συνέπεια θα έλεγε κανείς, η εντύπωση ότι πλησιάζει το τέλος της πολιτικής της σταδιοδρομίας. Το πρώτο σημάδι ήταν οι φήμες περί αποχώρησής της από την ενεργό πολιτική για να αναλάβει είτε ένα ευρωπαϊκό πόστο είτε τον ρόλο του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ.
Τα σενάρια αυτά έμοιαζαν εξωπραγματικά, με δεδομένη την υψηλότατη δημοφιλία της Μέρκελ και την εικόνα απόλυτης αφοσίωσης στην καγκελάριο από πλευράς στελεχών του CDU. Σταδιακά άρχισαν να φαίνονται οι πρώτες «ρωγμές» στο μέτωπο της ενότητας του κόμματος, και ξεκίνησαν οι εσωκομματικές βολές κατά της καγκελαρίου, κυρίως με αφορμή τη διαχείριση της προσφυγικής κρίσης στην Ευρώπη.
Μέσα σε λίγους μήνες οι προειδοποιητικές βολές μετατράπηκαν σε πραγματική ανταρσία, δημιουργώντας την αίσθηση ότι υπάρχει μια μεγάλη μερίδα δυσαρεστημένων στελεχών στους κόλπους της Ενωσης CDU/CSU, η οποία τελικά εκφράστηκε με μετωπική σύγκρουση ανάμεσα στους δύο ηγέτες, την Ανγκελα Μέρκελ και τον Χορστ Ζεεχόφερ. Αυτή η ρήξη δυσαρέστησε ιδιαιτέρως τους παραδοσιακούς ψηφοφόρους, που «τιμωρούν» και τα δύο κόμματα στις δημοσκοπήσεις με ιστορικά χαμηλά στα ποσοστά τους.
Μπορεί ο Ζεεχόφερ, με το γνωστό του ταμπεραμέντο, να βγήκε μπροστά στη σύγκρουση με τη Μέρκελ, ωστόσο ορισμένοι αναλυτές διακρίνουν μια υπόγεια μάχη εξουσίας με ακόμη έναν πιο δυνατό αντίπαλο: τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Υποψηφιότητα
Οταν κυκλοφόρησαν τα σενάρια για πιθανή υποψηφιότητα Σόιμπλε για την καγκελαρία, ο υπουργός Οικονομικών έσπευσε να τα διαψεύσει, χωρίς όμως στην ουσία να τα αποκλείει κατηγορηματικά. Ωστόσο η κίνηση αυτή δεν έμεινε αναπάντητη. Με αφορμή την απόφαση του Γιόαχιμ Γκάουκ να μην είναι υποψήφιος για δεύτερη θητεία στην προεδρία της Δημοκρατίας, αμέσως έπεσε το όνομα του Σόιμπλε στο τραπέζι ως πιθανού διαδόχου.
Στην ουσία επρόκειτο για μια πρόταση για τιμητική αποστρατεία, που έγινε από τον στενό συνεργάτη της Μέρκελ, Βόλφγκανγκ Μπόσμπαχ.
Οι πολίτες, όμως, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, δεν θέλουν να δουν τον Σόιμπλε σε αυτό τον ρόλο. Το 52% προτιμά τον Φραν Βάλτερ Σταϊνμάγιερ, τον Σοσιαλδημοκράτη υπουργό Εξωτερικών, και μόλις το 35% θα ήθελε τον Σόιμπλε πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Δημοσκοπήσεις
Βασική αιτία της πτώσης η προσφυγική κρίση
Μια πιο προσεκτική ματιά στις δημοσκοπήσεις φανερώνει τη δυσαρέσκεια των πολιτών από την πολιτική της Ανγκελα Μέρκελ αλλά και του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε σε διάφορα ζητήματα, πέραν του Προσφυγικού. Σαφώς η προσφυγική κρίση βρίσκεται στην κορυφή της ατζέντας και τη συντηρούν εκεί με τις εσωκομματικές τους διαμάχες υψηλόβαθμα κυβερνητικά στελέχη. Είναι, ωστόσο, σημαντικό το γεγονός ότι απορρίπτει μια νέα υποψηφιότητα Μέρκελ το 74,2% όσων έχουν μηνιαίο εισόδημα 1.000 ευρώ και κάτω, ενώ μόνο το 56,5% όσων έχουν μηνιαίο εισόδημα 4.000 ευρώ και πάνω. Ακόμη και στην οικονομικά ισχυρή Γερμανία υπάρχουν ολόκληρες ομάδες πληθυσμού που καταφέρνουν και επιβιώνουν μόνο χάρη στα προνοιακά επιδόματα, λόγω των δυσμενών εργασιακών συνθηκών για κάποιες κατηγορίες εργαζομένων. Τα συντηρητικά κόμματα, εξάλλου, βιώνουν, δημοσκοπικά τουλάχιστον, τις συνέπειες της εσωτερικής τους κόντρας. Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση που δημοσίευσε η εφημερίδα «Bild», το συνολικό ποσοστό που θα έπαιρναν οι Χριστιανοδημοκράτες και οι Χριστιανοκοινωνιστές εάν οι εκλογές διεξάγονταν αύριο θα έφτανε μόλις το 30,5%. Από την πτώση δεν ωφελείται ούτε το συγκυβερνών Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, που παραμένει καθηλωμένο στο 19,1%. Τα τρία κυβερνητικά κόμματα θα έφταναν συνολικά μόλις το 50%, δηλαδή 17% λιγότερο από το ποσοστό που συγκέντρωσαν στις προηγούμενες εθνικές εκλογές. Κερδισμένο από αυτή την πτώση είναι το ακροδεξιό, ξενοφοβικό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), το οποίο φτάνει ήδη το 15% σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Επίσης, το κόμμα των Φιλελευθέρων FDP θα κατάφερνε αυτήν τη φορά να εισέλθει στην Μπούντεσταγκ, καθώς συγκεντρώνει ποσοστό 7% στις προτιμήσεις. Οι Πράσινοι (Die Grunen) παραμένουν, όπως και το κόμμα της Αριστεράς Die Linke, σταθεροί στο 13% και 10% αντίστοιχα...
ΜΑΡΙΑ ΑΔΑΜΙΔΟΥ
την Ανγκελα Μέρκελ στην καγκελαρία αλλά και τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στην προεδρία της Δημοκρατίας.
Παρότι αμφότεροι έχουν αποδείξει ότι μπορούν να αναγεννηθούν από τις «στάχτες» τους και να διατηρηθούν σε θέσεις εξουσίας, τα μηνύματα που τους στέλνουν οι πολίτες αυτήν τη στιγμή είναι μάλλον αποκαρδιωτικά. Σύμφωνα με δημοσκόπηση του Ινστιτούτου Insa, για λογαριασμό του περιοδικού «Cicero», το 63% των ερωτηθέντων τάσσεται κατά μιας τέταρτης θητείας της Ανγκελα Μέρκελ. Αν και το προηγούμενο διάστημα τα δημοσκοπικά της ποσοστά φάνηκαν να ανακάμπτουν, η τάση που διαφαίνεται εδώ και καιρό είναι μάλλον αρνητική ως προς την παραμονή της στην καγκελαρία μετά τις εθνικές εκλογές του 2017.
Το αρνητικό κλίμα απέναντί της αποδίδεται στους χειρισμούς της Μέρκελ στην προσφυγική κρίση, ωστόσο η αλήθεια είναι πως τους τελευταίους μήνες έχει καλλιεργηθεί, σχεδόν με συνέπεια θα έλεγε κανείς, η εντύπωση ότι πλησιάζει το τέλος της πολιτικής της σταδιοδρομίας. Το πρώτο σημάδι ήταν οι φήμες περί αποχώρησής της από την ενεργό πολιτική για να αναλάβει είτε ένα ευρωπαϊκό πόστο είτε τον ρόλο του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ.
Τα σενάρια αυτά έμοιαζαν εξωπραγματικά, με δεδομένη την υψηλότατη δημοφιλία της Μέρκελ και την εικόνα απόλυτης αφοσίωσης στην καγκελάριο από πλευράς στελεχών του CDU. Σταδιακά άρχισαν να φαίνονται οι πρώτες «ρωγμές» στο μέτωπο της ενότητας του κόμματος, και ξεκίνησαν οι εσωκομματικές βολές κατά της καγκελαρίου, κυρίως με αφορμή τη διαχείριση της προσφυγικής κρίσης στην Ευρώπη.
Μέσα σε λίγους μήνες οι προειδοποιητικές βολές μετατράπηκαν σε πραγματική ανταρσία, δημιουργώντας την αίσθηση ότι υπάρχει μια μεγάλη μερίδα δυσαρεστημένων στελεχών στους κόλπους της Ενωσης CDU/CSU, η οποία τελικά εκφράστηκε με μετωπική σύγκρουση ανάμεσα στους δύο ηγέτες, την Ανγκελα Μέρκελ και τον Χορστ Ζεεχόφερ. Αυτή η ρήξη δυσαρέστησε ιδιαιτέρως τους παραδοσιακούς ψηφοφόρους, που «τιμωρούν» και τα δύο κόμματα στις δημοσκοπήσεις με ιστορικά χαμηλά στα ποσοστά τους.
Μπορεί ο Ζεεχόφερ, με το γνωστό του ταμπεραμέντο, να βγήκε μπροστά στη σύγκρουση με τη Μέρκελ, ωστόσο ορισμένοι αναλυτές διακρίνουν μια υπόγεια μάχη εξουσίας με ακόμη έναν πιο δυνατό αντίπαλο: τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Υποψηφιότητα
Οταν κυκλοφόρησαν τα σενάρια για πιθανή υποψηφιότητα Σόιμπλε για την καγκελαρία, ο υπουργός Οικονομικών έσπευσε να τα διαψεύσει, χωρίς όμως στην ουσία να τα αποκλείει κατηγορηματικά. Ωστόσο η κίνηση αυτή δεν έμεινε αναπάντητη. Με αφορμή την απόφαση του Γιόαχιμ Γκάουκ να μην είναι υποψήφιος για δεύτερη θητεία στην προεδρία της Δημοκρατίας, αμέσως έπεσε το όνομα του Σόιμπλε στο τραπέζι ως πιθανού διαδόχου.
Στην ουσία επρόκειτο για μια πρόταση για τιμητική αποστρατεία, που έγινε από τον στενό συνεργάτη της Μέρκελ, Βόλφγκανγκ Μπόσμπαχ.
Οι πολίτες, όμως, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, δεν θέλουν να δουν τον Σόιμπλε σε αυτό τον ρόλο. Το 52% προτιμά τον Φραν Βάλτερ Σταϊνμάγιερ, τον Σοσιαλδημοκράτη υπουργό Εξωτερικών, και μόλις το 35% θα ήθελε τον Σόιμπλε πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Δημοσκοπήσεις
Βασική αιτία της πτώσης η προσφυγική κρίση
Μια πιο προσεκτική ματιά στις δημοσκοπήσεις φανερώνει τη δυσαρέσκεια των πολιτών από την πολιτική της Ανγκελα Μέρκελ αλλά και του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε σε διάφορα ζητήματα, πέραν του Προσφυγικού. Σαφώς η προσφυγική κρίση βρίσκεται στην κορυφή της ατζέντας και τη συντηρούν εκεί με τις εσωκομματικές τους διαμάχες υψηλόβαθμα κυβερνητικά στελέχη. Είναι, ωστόσο, σημαντικό το γεγονός ότι απορρίπτει μια νέα υποψηφιότητα Μέρκελ το 74,2% όσων έχουν μηνιαίο εισόδημα 1.000 ευρώ και κάτω, ενώ μόνο το 56,5% όσων έχουν μηνιαίο εισόδημα 4.000 ευρώ και πάνω. Ακόμη και στην οικονομικά ισχυρή Γερμανία υπάρχουν ολόκληρες ομάδες πληθυσμού που καταφέρνουν και επιβιώνουν μόνο χάρη στα προνοιακά επιδόματα, λόγω των δυσμενών εργασιακών συνθηκών για κάποιες κατηγορίες εργαζομένων. Τα συντηρητικά κόμματα, εξάλλου, βιώνουν, δημοσκοπικά τουλάχιστον, τις συνέπειες της εσωτερικής τους κόντρας. Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση που δημοσίευσε η εφημερίδα «Bild», το συνολικό ποσοστό που θα έπαιρναν οι Χριστιανοδημοκράτες και οι Χριστιανοκοινωνιστές εάν οι εκλογές διεξάγονταν αύριο θα έφτανε μόλις το 30,5%. Από την πτώση δεν ωφελείται ούτε το συγκυβερνών Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, που παραμένει καθηλωμένο στο 19,1%. Τα τρία κυβερνητικά κόμματα θα έφταναν συνολικά μόλις το 50%, δηλαδή 17% λιγότερο από το ποσοστό που συγκέντρωσαν στις προηγούμενες εθνικές εκλογές. Κερδισμένο από αυτή την πτώση είναι το ακροδεξιό, ξενοφοβικό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), το οποίο φτάνει ήδη το 15% σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Επίσης, το κόμμα των Φιλελευθέρων FDP θα κατάφερνε αυτήν τη φορά να εισέλθει στην Μπούντεσταγκ, καθώς συγκεντρώνει ποσοστό 7% στις προτιμήσεις. Οι Πράσινοι (Die Grunen) παραμένουν, όπως και το κόμμα της Αριστεράς Die Linke, σταθεροί στο 13% και 10% αντίστοιχα...
ΜΑΡΙΑ ΑΔΑΜΙΔΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου