9.4.16

Οι λύκοι που φυλάνε τα πρόβατα...



Σε μια αξέχαστη σκηνή από την «Καζαμπλάνκα», ο θρυλικός λοχαγός Ρενό (Κλοντ Ρέινς) μπουκάρει νύχτα με τους αστυνομικούς του στο μπαρ του Ρικ (Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ), με σκοπό να το κλείσει, ώστε να πιέσει τον ιδιοκτήτη του να γίνει καταδότης.

Ο...
«Μπόγκι» διαμαρτύρεται: «Γιατί κλείνετε το μαγαζί; Τι έκανα;»

Ο Ρενό, φορώντας το υπηρεσιακό του ύφος, απαντά: «Είμαι σοκαρισμένος, αληθινά σοκαρισμένος που βλέπω ότι εδώ μέσα λειτουργούν τυχερά παιχνίδια!»

Εκείνη την ώρα όμως ο κρουπιέρης τού πασάρει μια δεσμίδα με λεφτά - «τα κέρδη σας, κύριε»!

Ο Ρενό, με χαμηλή φωνή, τον ευχαριστεί και τσεπώνει τα «μπικικίνια» από τον παράνομο τζόγο, αλλά αμέσως επανέρχεται: «Ολοι έξω, τώρα»!

Πού τη θυμήθηκα ο άτιμος αυτή την ξεκαρδιστική σεκάνς; Μα είναι φως φανάρι: η υποκρισία του Ρενό, αυτού του φιλμικού υποδείγματος της «θεσμικής» διπροσωπίας της εξουσίας, ταιριάζει γάντι με τα μεθεόρτια της αποκάλυψης των Panama Papers, του σκανδάλου-μαμούθ που ξεμπροστιάζει εδώ και λίγες μέρες την υποκρισία της παγκόσμιας πλουτοκρατίας και των νεοφιλελεύθερων απολογητών της όπου Γης.

Ούτε ένας, ούτε δύο, αλλά... 72 ηγέτες κρατών, εν ενεργεία ή πρώην, εμπλέκονται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στην υπόθεση των κρυμμένων σε offshore εταιρείες θησαυρών.

Και κανείς τους δεν είναι πιο εκτεθειμένος αυτή τη στιγμή από τον ηγέτη της Βρετανίας, τον πολύ Ντέιβιντ Κάμερον.

Οταν ξέσπασε το σκάνδαλο και αποκαλύφθηκε πως ο μακαρίτης πατέρας του Βρετανού πρωθυπουργού, ο Ιαν Κάμερον, διατηρούσε για τριάντα χρόνια υπεράκτιο επενδυτικό fund με κεφάλαια δεκάδων εκατομμυρίων λιρών στις Μπαχάμες, με το όνομα Blairmore, για το οποίο δεν πλήρωσε ποτέ ούτε μία στερλίνα φόρο, ο Κάμερον προσπάθησε να τη γλιτώσει με μια ξερή δήλωση, διαβεβαιώνοντας πως ο ίδιος δεν διέθετε καμία μετοχή, ούτε είναι κάτοχος offshore εταιρειών και ότι η όλη ιστορία δεν είναι παρά μια «ιδιωτική υπόθεση».

«Δεν έχω μετοχές. Λαμβάνω τον μισθό του πρωθυπουργού και έχω κάποιες αποταμιεύσεις από τις οποίες παίρνω κάποιους τόκους και έχω και ένα σπίτι» είπε ο ίδιος, όταν του τέθηκε το ερώτημα κατά τη διάρκεια συγκέντρωσης για την παραμονή της Βρετανίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση.

«Δεν διαθέτω μετοχές, ούτε offshore κοινοπραξίες ή ταμεία, τίποτα τέτοιο» επέμεινε.

Δυστυχώς γι’ αυτόν, μερικοί δημοσιογράφοι κάνουν ακόμη σωστά τη δουλειά τους. Κι έτσι την Πέμπτη ο Κάμερον αναγκάστηκε να καταπιεί αμάσητα τα όσα έλεγε την Τρίτη και να παραδεχτεί πως όντως τελικά κατείχε μετοχές στο χρυσοποίκιλτο... «πλυντήριο» του φοροφυγά πατέρα του.

Σε συνέντευξή του στο ITV News ο Κάμερον παραδέχτηκε ότι αυτός και η σύζυγός του είχαν μετοχές στην εταιρεία μέχρι το 2010, όταν τις πούλησαν για περίπου 30.000 λίρες: «Η Σαμάνθα και εγώ είχαμε έναν κοινό λογαριασμό και είχαμε 5.000 μετοχές στην Blairmore, τις οποίες πουλήσαμε τον Ιανουάριο του 2010... Εχω πληρώσει τον φόρο εισοδήματος επί των μερισμάτων αλλά υπήρχε κέρδος το οποίο ήταν μικρότερο από το ποσό που επιβάλλεται φόρος κεφαλαιακών κερδών και έτσι δεν πλήρωσα τον τελευταίο».

Τι έγινε όμως το 2010 και «ανάγκασε» τον Κάμερον και τη γυναίκα του να πουλήσουν το μερίδιό τους στην offshore με τα χρυσά αυγά;

Η πρώτη απάντηση, η εύκολη, είναι ότι ο εκλεκτός τού Ρούπερτ Μέρντοχ έγινε πρωθυπουργός και άρα έπρεπε να «στεγανοποιήσει» τις παλαιότερες αμαρτωλές δοσοληψίες του.

Η δεύτερη, και σοβαρότερη, αποκαλύφθηκε χθες από την Guardian: μετά τον θάνατο του πατέρα του, το 2010, ο Κάμερον ανησύχησε για την πιθανότητα φορολογικού ελέγχου και μετέφερε την έδρα τής Blairmore στην... Ιρλανδία: έτσι από τεχνικής άποψης η εταιρεία δεν είναι πλέον offshore, αλλά και πάλι -χάρη στους αστείους εταιρικούς φορολογικούς συντελεστές του Δουβλίνου- πληρώνει ελάχιστους ή καθόλου φόρους.

Κατά τα άλλα βέβαια, ο υποκριτής Κάμερον δεν είχε όλα αυτά τα χρόνια κανένα πρόβλημα να εμφανίζεται περίπου ως... σταυροφόρος της κάθαρσης του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος και διώκτης της φοροδιαφυγής: σε λίγες εβδομάδες θα φιλοξενήσει και σχετική σύνοδο κορυφής, όπου θα έχει την ευκαιρία να συζητήσει το θέμα με άλλους διάσημους εκλεγμένους «κλέφτες του Παναμά»...

Εννοείται πως το ζήτημα δεν αφορά μόνο τον Κάμερον: πελάτες της Blairmore είναι, όπως αποδεικνύεται, δεκάδες ζάπλουτοι Βρετανοί, μεταξύ των οποίων και γνωστοί σπόνσορες των προεκλογικών εκστρατειών του Συντηρητικού Κόμματος που είχαν παραχωρήσει τα λεφτά τους στον πατέρα του σημερινού πρωθυπουργού για να τα «αυγατίσει» χωρίς την... ενοχλητική φορολογία που πλήρωναν οι πληβείοι.

Εμπλέκονται ακόμη αρκετά πρωτοκλασάτα στελέχη των Τόρις με τις δικές τους offshore εταιρείες – ενώ άκρως αποκαλυπτική ήταν η στάση του υπουργού Οικονομικών, Τζορτζ Οσμπορν, ο οποίος εγκατέλειψε άρον άρον τηλεοπτική συνέντευξη όταν ο ρεπόρτερ τον πίεσε να διευκρινίσει ότι δεν συμμετέχει και ο ίδιος σε υπεράκτιες εταιρείες διαχείρισης ακινήτων!

Η δυσφορία του «ψαλιδοχέρη» Οσμπορν είναι δικαιολογημένη: η οικογένειά του φέρεται να χρησιμοποίησε offshore εταιρεία για ένα ντιλ που της απέφερε 6 εκατομμύρια λίρες!

Ολα αυτά θα ήταν απλώς ενοχλητικά, αν ο συγκεκριμένος θίασος από «ψαλιδοχέρηδες» νεοφιλελεύθερους πολιτικούς, τα ορφανά παιδιά της Θάτσερ και του Ρίγκαν, δεν ασχολούνταν όλα αυτά τα χρόνια -παράλληλα με τη... μετανάστευση των προσωπικών περιουσιών τους- με τη συστηματική διάλυση των εργασιακών κεκτημένων, το πετσόκομμα μισθών και συντάξεων, τη μαζική ιδιωτικοποίηση δημόσιου πλούτου και τη γενικότερη διάλυση της μεσαίας τάξης και του κράτους πρόνοιας σε ολόκληρο τον κόσμο, προκειμένου να βρεθούν τα χρήματα για να «διασωθούν» οι αμαρτωλές τράπεζες που έστησαν όλο αυτό το παγκόσμιο σύστημα των offshore – ένα σύστημα που το Spiegel αποκάλεσε δικαίως «παράλληλο κόσμο της πλουτοκρατίας».

Ενα σύμπλεγμα από φορολογικούς «παράδεισους» όπου, σύμφωνα με ανεξάρτητες πηγές, έχουν πλέον βρει «καταφύγιο» πάνω από 11 τρισεκατομμύρια δολάρια ιδιωτικού πλούτου!

Το δίπολο αυτό, ανεργία ή στην καλύτερη περίπτωση «ελαστική» και κακοπληρωμένη απασχόληση για τα εκατομμύρια νεόπτωχων εργαζομένων απ’ τη μια μεριά και από την άλλη μια παγκόσμια οικονομική ολιγαρχία που έχει μετατρέψει τον κόσμο σε ένα τεράστιο καζίνο με πριβέ εξωχώριες «θυρίδες» για το 1%, δεν μπορεί φυσικά να υποστηριχτεί από κανέναν.

Γι’ αυτό και το παγκόσμιο σύστημα ποντάρει πάλι στη συγκάλυψη, το κουτσομπολιό και την αδιαφορία, ώστε να ξεχαστούν ξανά οι πομπές του με τις μικρότερες δυνατές ζημιές για τους κρατούντες.

Οπως και στην «Καζαμπλάνκα» άλλωστε το... «λουκέτο» στο καζίνο του Ρικ είναι προσωρινό – ο Ρενό στο τέλος «καθαρίζει» για τον φίλο του, αφού πρώτα εκστομίζει την αθάνατη φράση: «Συνειδητοποιώντας τη σημασία της υπόθεσης, διέταξα τους άντρες μου να συλλάβουν τους διπλάσιους ύποπτους από το συνηθισμένο»!

Γιώργος Τσιάρας - Εφημερίδα των Συντακτών

Δεν υπάρχουν σχόλια: