Ηταν σε μία από τις συναντήσεις του τέως πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά με τη Γερμανίδα καγκελάριο που μερίδα του Τύπου είχε παρουσιάσει ως...
εικόνα της αυστηρής δασκάλας προς τον «κακό» της μαθητή.
Κι ήταν μόλις δύο μήνες πριν από τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015, τον Νοέμβριο του 2014, που ο τότε Ελληνας πρωθυπουργός προσήλθε στο Βερολίνο για ακόμη μια συνάντηση με προσδοκίες στήριξης από την Ανγκελα Μέρκελ, την οποία ωστόσο ποτέ δεν έλαβε.
Τα ντοκουμέντα της απόρρητης αλληλογραφίας, που δημοσιεύει σήμερα η «Εφ.Συν.», αποτελούν ίσως μία από τις αιτίες της συμπεριφοράς της καγκελαρίου.
Η γερμανική κυβέρνηση από το 2012 ακόμη είχε προσφέρει στην κυβέρνηση Σαμαρά, μέσω του δρος Μπόργιανς και με τη στήριξη του Β. Σόιμπλε, συνεργασία για επεξεργασία cd με ονόματα και Ελλήνων φοροφυγάδων, με καταθέσεις εκατομμυρίων ευρώ στο εξωτερικό, και με προφορική εντολή του γραφείου του τότε πρωθυπουργού ουδέποτε παρελήφθησαν.
Η εντολή για τη μη παραλαβή δόθηκε στον πρόξενό μας στη Γερμανία από τον τότε διευθυντή του γραφείου του Αντ. Σαμαρά, Κ. Μπούρα, όπως αποκαλύπτεται από την απόρρητη αλληλογραφία που δημοσιεύει σήμερα η «Εφ.Συν.».
Ερωτηθείς από την εφημερίδα μας ο και νυν διευθυντής του πολιτικού γραφείου του Αντ. Σαμαρά δήλωσε πως «δεν ξέρει καν αυτή τη λίστα. Αλλωστε, τέτοιου τύπου ενημερώσεις γίνονται διά της υπηρεσιακής οδού».
Πράγματι, δεν υπήρχε η «λίστα», αλλά υπήρχαν τα cd.
Ο πρόξενος όμως φρόντισε να καταστήσει γραπτώς ενήμερους και τον τότε υφυπουργό, υπεύθυνο για τις δαπάνες, Γ. Μαυραγάνη -ο οποίος επίσης δηλώνει στην «Εφ.Συν.» ότι δεν είχε καμία ενημέρωση- και βεβαίως τους προϊστάμενους του στο ΥΠΕΞ.
Κατά συνέπεια, εγείρονται πελώρια ερωτήματα. Κυρίαρχο, οι λόγοι για τους οποίους η κυβέρνηση Σαμαρά, διά του γραφείου του ίδιου του πρωθυπουργού, με προφορική εντολή αρνήθηκε να συνεργαστεί για τα επίμαχα cds.
Η εύκολη ερμηνεία θα μπορούσε να είναι ότι γνώριζε πως ο ελληνικός κρατικός μηχανισμός δεν είχε τη δυνατότητα να τα διερευνήσει.
Με τη μόνη διαφορά, όπως προκύπτει από όσα αργότερα είδαν το φως της δημοσιότητας, ότι οι Γερμανοί προσέφεραν και τεχνική υποστήριξη στη διερεύνηση του όλου θέματος. Και αυτή όμως αγνοήθηκε.
Οι λόγοι της άρνησης παραμένουν, λοιπόν, αδιευκρίνιστοι. Βεβαίως σήμερα έχει αποκαλυφθεί ότι ο στενός συνεργάτης του Αντ. Σαμαρά, Στ. Παπασταύρου, βρέθηκε, μέσω της λίστας Λαγκάρντ, με 5,4 εκατ. ευρώ στην HSBC Γενεύης και αναγκάστηκε να καταβάλει 3,3 εκατ. προκειμένου να «κλείσει» η υπόθεση.
Γεγονός όμως παραμένει ότι λίγους μήνες μετά τις εκλογές του Ιουνίου του 2012 η συγκυβέρνηση Σαμαρά - Βενιζέλου- Κουβέλη και στη συνέχεια Σαμαρά - Βενιζέλου στην πορεία από το 2012 ώς το 2015 προχώρησε, κατ’ εντολή των δανειστών, ανάμεσα στα άλλα σε κατάργηση του 13ου και 14ου μισθού, αύξηση φόρων, περικοπές μισθών και συντάξεων, ενώ επί των ημερών τους τουλάχιστον ένα εκατομμύριο, νέοι κυρίως, άνθρωποι προστέθηκαν στις στρατιές των ανέργων.
Το μόνο που μετρούσε εκείνη την εποχή ήταν η επίτευξη του περίφημου πρωτογενούς πλεονάσματος. Η ευημερία των αριθμών εναντίον της ευημερίας των ανθρώπων.
«Ουδέποτε συναντήθηκα, γνώρισα ή συνομίλησα ποτέ με τον κ. Νόρμπερτ Βάλτερ-Μπόργιανς και ουδεμία πρόθεση εκδηλώθηκε από την πλευρά του κρατιδίου για να μας παραδώσει λίστες με Ελληνες καταθέτες», δήλωσε πρόσφατα ο Γιάννης Στουρνάρας.
Ολα τα μέχρι στιγμής στοιχεία δείχνουν ότι δεν υπήρξε συνάντηση του Γερμανού υπουργού Οικονομικών της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας με τον τότε υπουργό Οικονομικών.
Οπως όμως αποδεικνύει σήμερα η «Εφ.Συν.», δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως υπήρχε όχι απλά εκδήλωση πρόθεσης για βοήθεια προς την ελληνική κυβέρνηση, αλλά και ύπαρξη συγκεκριμένων cd με στοιχεία φοροδιαφυγής, τα οποία γνώριζαν Ελληνες διπλωμάτες, υπουργοί της τότε κυβέρνησης και κυρίως το πρωθυπουργικό γραφείο.
«Δεν είχε να κάνει με κάποια λίστα. Εμείς πριν από τρία χρόνια προσφερθήκαμε να βοηθήσουμε να ενισχυθεί ο ελληνικός φορολογικός μηχανισμός με την εμπειρία που είχαμε» δήλωσε σε συνέντευξή του (ΣΚΑΪ, Ιστορίες, 26.1.2015) ο Μπόργιανς.
Η δήλωση αυτή οδήγησε στο αβίαστο συμπέρασμα δημοσιογράφων και ορισμένων πολιτικών πως δεν υπήρχε αυτή η λίστα έως την άνοιξη του 2015.
Στην ίδια εκπομπή, ο τότε υφυπουργός Γ. Μαυραγάνης ισχυρίζεται ότι «αυτά τα δεδομένα δεν υπήρχαν τότε.Δεν απεστάλη καμία ενημέρωση για τέτοιου είδους πληροφορίες». Ο ίδιος σε παλαιότερη απάντησή του στη Βουλή, τον Σεπτέμβριο του 2012, είχε χαρακτηρίσει «προϊόντα βιομηχανικής κατασκοπίας» τα περίφημα cd και ως εκ τούτου ως παρανόμως κτηθέντα και «μη αξιοποιήσιμα».
Αυτός όμως ήταν ο ισχυρισμός των ελβετικών τραπεζών, τον οποίο κατάφεραν να παρακάμψουν προς όφελός τους σειρά κρατών, όπως η Γερμανία και οι ΗΠΑ.
«Ποτέ δεν έγινε καμία κουβέντα για λίστα» δηλώνει και ο τότε υφυπουργός Εξωτερικών, Κωνσταντίνος Τσιάρας, ο οποίος επισκέφθηκε τον Μπόργιανς τον Ιανουάριο του 2013, τρεις μήνες μετά το έγγραφο του γενικού πρόξενου στο Ντίσελντορφ προς το γραφείο του τότε πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά.
Τεχνογνωσία
Ο Κ. Τσιάρας, ο οποίος ενημέρωσε για τη συνάντηση που είχε τότε τους αρμόδιους υπουργούς, αναφερόμενος στα γεγονότα της περιόδου, κάνει λόγο για παροχή τεχνογνωσίας και εκδήλωση πρόθεσης για το «αν θα θέλαμε να αξιοποιήσουμε τις τεχνικές γνώσεις του Μπόργιανς για ζητήματα που αφορούσαν καταθέσεις Ελλήνων».
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η πρόσφατη τοποθέτηση του τότε υφυπουργού Εξωτερικών, Δημήτρη Κούρκουλα, ο οποίος, απαντώντας σε ερώτηση βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, αρνείται ότι συνάντησε τον Μπόργιανς και επικαλείται τα λόγια του ίδιου του υπουργού Οικονομικών του γερμανικού κρατιδίου «περί μη ύπαρξης λίστας».
Τι ακριβώς συμβαίνει;
Ο σοσιαλδημοκράτης Βάλτερ Μπόργιανς είναι πολύ προσεκτικός και ακριβής στη διατύπωσή του.
Λίστα με αποκλειστικά στοιχεία Ελλήνων δεν υπήρχε τότε και δεν μπορούσε να υφίσταται ως τέτοια.
Υπήρχαν cd με πλήθος καταχωρίσεων, από τα οποία προέκυπταν χιλιάδες ύποπτες κινήσεις που αφορούσαν και ελληνικούς λογαριασμούς. Αυτός είναι και ο λόγος της πρώτης επαφής του Μπόργιανς με τις ελληνικές αρχές.
Η επεξεργασία αυτών των δεδομένων (data cleaning), που αποτελούνται από κωδικοποιημένους λογαριασμούς Ελλήνων με συγκεκριμένες ημερομηνίες, είναι η διαδικασία που υλοποιείται αυτήν την περίοδο, με ταχύτατους ρυθμούς, χάρη στην εντατική δουλειά των οικονομικών εισαγγελέων και των λιγοστών (για το εύρος των δεδομένων) εξειδικευμένων ελεγκτών.
Ο ίδιος ο Μπόργιανς εξάλλου έχει δηλώσει κατ’ εξακολούθηση πως προσπαθούσε να δώσει αυτά τα στοιχεία (cd) ώστε να γίνουν οι ταυτοποιήσεις εδώ και τρία χρόνια, χωρίς αποτέλεσμα μέχρι πρόσφατα.
Κατά τη διάρκεια εκείνης της πρώτης προσέγγισης στην Ελλάδα, είχε ξεσπάσει σάλος σχετικά με τη μη αξιοποίηση της λίστας Λαγκάρντ, στην οποία αναγράφονταν απευθείας ονόματα και διευθύνσεις.
Ηταν η εποχή που τα γερμανικά περιοδικά δεν σταματούσαν να μιλούν για τις αδήλωτες καταθέσεις Ελλήνων στην Ελβετία, ενώ μελέτη του χρηματοπιστωτικού οργανισμού Helvea είχε αποκαλύψει πως το 99% των χρημάτων των Ελλήνων στην Ελβετία είναι αδήλωτα.
Παράλληλα, τότε είχαν γίνει οι πρώτες επαφές και για την υπογραφή διακρατικής συμφωνίας με την Ελβετία (όπως είχαν κάνει Βρετανοί, Γερμανοί κ.ά.) για τη φορολόγηση των αδήλωτων καταθέσεων Ελλήνων.
Η συμφωνία μέχρι σήμερα έχει μείνει στα χαρτιά.
Ο πρώτος... θησαυρός
CD και στικάκι
Η δεύτερη απόπειρα προσέγγισης από πλευράς Ντίσελντορφ για τα στοιχεία φοροδιαφυγής Ελλήνων πραγματοποιείται λίγες εβδομάδες μετά την ανάληψη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛΛ., στο τέλος Φεβρουαρίου του 2015.
Η επί 25 χρόνια βουλευτής των σοσιαλδημοκρατών, Ζίγκριντ Σκαρπέλη-Σπερκ, η οποία διατηρεί στενές σχέσεις με τη χώρα μας (παντρεμένη με τον, θανόντα εν τω μεταξύ, Κώστα Σκαρπέλη, που τον καιρό της χούντας υπήρξε γραμματέας της οργάνωσης του ΚΚΕ εσωτερικού στη Γερμανία), συναντά στην Αθήνα τη Χ. Τριανταφυλλίδου, στενή συνεργάτιδα του πρωθυπουργικού γραφείου.
Την υπόθεση αναλαμβάνει η αντιπροεδρία της κυβέρνησης, σε συνεργασία με τον υπουργό Επικρατείας και τη Γενική Γραμματεία κατά της Διαφθοράς.
Αποτέλεσμα εκείνης της πρώτης συνάντησης ήταν η επίσκεψη στις 31 Μαΐου 2015 κλιμακίου Ελλήνων τεχνοκρατών (εμπειρογνώμονες υπουργείου Εξωτερικών, στελέχη της αντιπροεδρίας της κυβέρνησης, υπάλληλοι του ΣΔΟΕ κ.ά.) στο κρατίδιο της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας.
Μοναδικό πολιτικό πρόσωπο σε εκείνη τη συνάντηση, ο γενικός γραμματέας κατά της Διαφθοράς, Γιώργος Βασιλειάδης, ο οποίος συναντά τον Βάλτερ Μπόργιανς, θέτοντας τις βάσεις της συνεργασίας.
Η ελληνική αποστολή αντιλαμβάνεται ότι μπροστά της έχει έναν πραγματικό θησαυρό.
«Δεν σας κρύβω ότι υπήρχε κάποια καχυποψία στην αρχή της γνωριμίας μας από την πλευρά των Γερμανών, δεν ήταν σίγουροι πώς και αν θα αξιοποιήσουμε τα στοιχεία» εξηγεί ο Γ. Βασιλειάδης στην «Εφ.Συν.», ο οποίος τότε μαθαίνει για την ύπαρξη συγκεκριμένης λίστας με στοιχεία Ελλήνων υπόπτων για φοροδιαφυγή.
Αυτή η πρώτη επίσημη επαφή οδήγησε τον Νοέμβριο στην παράδοση των cd και σε αυτό που σήμερα αποκαλείται λίστα Μπόργιανς.
Υπενθυμίζεται πως τον Απρίλιο του 2015, ο τότε υπουργός Επικρατείας, Π. Νικολούδης, αρμόδιος για την καταπολέμηση της διαφθοράς, επισήμανε σε απάντηση κοινοβουλευτικής ερώτησης ότι ειδικά για τη λίστα Λαγκάρντ «ο έλεγχος είναι εξαιρετικά δύσκολος δεδομένου ότι η Ελβετία αρνείται να δώσει πληροφορίες, θεωρώντας ότι είναι παράνομα κτηθείσα η λίστα».
Το ζήτημα των «παρανόμως κτηθέντων στοιχείων» και τα προσκόμματα που βάζει η ευρωπαϊκή γραφειοκρατία είχαν επανέλθει ως σημεία τριβής, αλλά δεν εμπόδισαν την ελληνική πλευρά τους τελευταίους μήνες να αναπτύξει γέφυρες συνεργασίας με ξένες φορολογικές αρχές.
Τρεις μήνες μετά την παράδοση των στοιχείων από τη γερμανική πλευρά τον Νοέμβριο του 2015, 13.000 φυσικά και νομικά πρόσωπα βρίσκονται στο μικροσκόπιο των αρχών, ενώ ήδη έχουν σταλεί πάνω από 100 κλήσεις προς υπόπτους από τους οικονομικούς εισαγγελείς.
Ενα από τα τελευταία ευρήματα των διωκτικών αρχών είναι η αποκάλυψη πως πρόσωπο που εμπλέκεται στις μίζες των εξοπλιστικών εντοπίστηκε στη λίστα Ρηνανίας με καταθέσεις στην UBS.
Οι εισαγγελείς έχουν σχηματίσει πάνω από 200 δικογραφίες, καλώντας τους καταθέτες της λίστας ως υπόπτους τέλεσης των αξιόποινων πράξεων της φοροδιαφυγής και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα.
Η «λίστα των χαρτοφυλακίων»
Παράλληλα με τη λίστα Μπόργιανς, οι εισαγγελείς ασχολούνται με την αποκαλούμενη «λίστα των χαρτοφυλακίων». Οι καταθέτες σε αυτή τη λίστα φτάνουν τους 8.000, ο μέσος όρος των εμβασμάτων αγγίζει το ποσό των 10 εκατομμυρίων ευρώ, ενώ το συνολικό ύψος όλων των χαρτοφυλακίων υπολογίζεται ότι προσεγγίζει τα 2,5 δισ. ευρώ.
Ενα από τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία είναι η παρουσία κάποιων καταθετών τόσο στη λίστα Μπόργιανς (UBS) όσο και στη λίστα Φαλσιανί (HSBC).
Σύμφωνα δε με επεξεργασμένα στοιχεία της Διεθνούς Σύμπραξης Ερευνητών Δημοσιογράφων, υπάρχουν περισσότερες από 940 εταιρείες και πρόσωπα που συνδέονται με τους λογαριασμούς ελληνικού ενδιαφέροντος στην HSBC Γενεύης.
Η διαδικασία της «αυτοκαταγγελίας»
Τόσο στη Γερμανία όσο και σε άλλες χώρες που εκμεταλλεύονται ανάλογες λίστες, το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων δεν προκύπτει από την έρευνα των ίδιων των στοιχείων, όσο από το γεγονός πως οι ίδιοι οι πολίτες σπεύδουν να αυτοκαταγγελθούν για να γλιτώσουν τα χειρότερα.
Αυτή η διαδικασία έχει ήδη ξεκινήσει τις τελευταίες εβδομάδες, όμως η κρισιμότερη παράμετρος για να αποδώσει όλη η προσπάθεια το καλύτερο αποτέλεσμα είναι η ψήφιση της διάταξης για την «αυτοκαταγγελία».
Αυτό βέβαια προϋποθέτει την έγκριση των θεσμών, οι οποίοι στο πρόσφατο παρελθόν είχαν εκφράσει κάποιες αντιρρήσεις σχετικά με επιμέρους στοιχεία, όπως το ύψος του συντελεστή φορολόγησης.
Οι αντιρρήσεις μοιάζει να έχουν καμφθεί ενώ η διάταξη είναι έτοιμη, σύμφωνα με πληροφορίες της «Εφ.Συν.».
Ο Βάλτερ Μπόργιανς, ο οποίος έχει ακολουθήσει μια επιθετική και άκρως πετυχημένη στρατηγική στο θέμα της φοροδιαφυγής, οδήγησε με τον τρόπο αυτό 120.000 φορολογούμενους του μεγαλύτερου γερμανικού κρατιδίου να αυτοκαταγγελθούν για να μην υποστούν και ποινικές κυρώσεις.
Υπήρχε βέβαια το κατάλληλο νομικό πλαίσιο. Οι τεχνοκράτες των θεσμών θα χρησιμοποιούσαν γι’ αυτό τον όρο «διαρθρωτική μεταρρύθμιση» (structural reform).
Εχουν λοιπόν οποιονδήποτε λόγο να αντιτίθενται σε μια τόσο σημαντική μεταρρύθμιση;
Μετά από τρία χρόνια άκαρπων προσπαθειών του γερμανικού κράτους να δώσει τα cd με στοιχεία Ελλήνων υπόπτων, η σημερινή κυβέρνηση έδειξε τη βούλησή της να συνεργαστεί με τις γερμανικές αρχές στο θέμα της φοροδιαφυγής.
Η μπάλα είναι στο άλλο μισό του γηπέδου τώρα.
Η μεγάλη φορο-συγκάλυψη
Του Νικόλα Ζηργάνου
Στις 8 Οκτωβρίου 2012, ο γενικός πρόξενος της Ελλάδας στο Ντίσελντορφ λαμβάνει μία γραπτή πρόσκληση για κατ’ ιδίαν συνάντηση από τον υπουργό Οικονομικών της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, δρα Νόρμπερτ Βάλτερ Μπόργιανς, προκειμένου να συζητήσουν περί «οικονομικής κρίσεως και cd με στοιχεία καταθετών φοροφυγάδων».
Η πρόσκληση αναφέρει ως τόπο συνάντησης το γραφείο του Γερμανού υπουργού και προσδιορίζει το ραντεβού για δύο εβδομάδες μετά, στις 22 Οκτωβρίου.
Ο πρόξενος επικοινωνεί αμέσως τηλεφωνικά με τον δρα Μπόργιανς και ο Γερμανός υπουργός διευκρινίζει πως «η συνάντηση θα έχει ενημερωτικό χαρακτήρα» και «θα διαρκέσει περίπου μία ώρα».
Στη συνέχεια ο Ελληνας διπλωμάτης βολιδοσκοπεί τους προξένους της Ισπανίας και της Πορτογαλίας στο Ντίσελντορφ, αν έχουν λάβει κάποια πρόσκληση για συνάντηση με τον υπουργό Μπόργιανς, και λαμβάνει αρνητική απάντηση.
Το ραντεβού αφορά μόνο την ελληνική πλευρά.
Ο Ελληνας πρόξενος στέλνει την ίδια ημέρα, χωρίς χρονοτριβή, επείγον τηλεγράφημα στην πρεσβεία μας στο Βερολίνο, με κοινοποίηση στο διπλωματικό γραφείο του τότε πρωθυπουργού, Αντώνη Σαμαρά, και στην κεντρική υπηρεσία στο ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών και ενημερώνει σχετικά.
Στο τηλεγράφημα υπογραμμίζει: «Δεν δύναμαι γνωρίζω κίνητρα γερμανικής πλευράς που υπαγορεύουν ενδιαφέρον της για συνάντηση», και ζητάει οδηγίες από την Αθήνα και συμπληρωματικές πληροφορίες που θα του χρησιμεύσουν στη συνάντησή του με τον Γερμανό υπουργό.
Η υπενθύμιση
Εγγραφα για την λίστα Μπόργιανς ΕΦ.ΣΥΝ.
Ο πρόξενος δεν παραλείπει να θυμίσει στους παραλήπτες του τηλεγραφήματος την «εξαγορά cd ελβετικής τράπεζας από την κυβέρνηση της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, με ονόματα και τραπεζικούς λογαριασμούς περίπου 1.000 Γερμανών φοροφυγάδων με ποσά που υπερβαίνουν κατά περίπτωση ακόμη και εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ».
Είναι άγνωστο τι οδηγίες δόθηκαν στον πρόξενό μας, πάντως η συνάντηση με τον Γερμανό υπουργό Μπόργιανς έγινε κανονικά, όπως είχε προγραμματιστεί, στις 22 Οκτωβρίου.
Ο πρόξενος άκουσε τη γερμανική πρόταση (για τα επίμαχα cd, τα οποία περιελάμβαναν όχι μόνο Γερμανούς αλλά και στοιχεία για έλληνες καταθέτες της Ελβετικής τράπεζας UBS), αλλά δεν δεσμεύτηκε να απαντήσει πριν πάρει νέες οδηγίες από την Αθήνα.
Ο Μπόργιανς, πάντως, επανέρχεται στις 14 Νοεμβρίου 2012 με έγγραφό του προς τον Ελληνα πρόξενο και τον ενημερώνει πως «συζήτησε με τον ομοσπονδιακό υπουργό Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, την ιδέα να επισκεφθούν την Υπηρεσία Εσόδων της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας Ελληνες αξιωματούχοι», προφανώς για να συνεργαστούν σχετικά με τα cd με τους καταθέτες-ύποπτους για φοροδιαφυγή που έχουν στα χέρια τους οι γερμανικές αρχές.
Στην επιστολή του αναφέρει «με χαρά» πως «η πρωτοβουλία έχει την υποστήριξη του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε» και υπογραμμίζεται πως «θα ήταν ιδιαιτέρως ευτυχής αν η ελληνική κυβέρνηση συμφωνήσει».
Για τον συντονισμό των ενεργειών των δύο πλευρών, υποδεικνύει ως σύνδεσμο στέλεχος του γραφείου του και δίνει τηλέφωνο και email επαφής.
Είναι σαφές από το ύφος της επιστολής ότι η γερμανική πλευρά θεωρεί αυτονόητο πως η Αθήνα θα σπεύσει να συνεργαστεί με στόχο να επιφέρει αποφασιστικό πλήγμα στη φοροδιαφυγή και τη διαφθορά και πολύ σημαντικό όφελος για τα άδεια ταμεία του ελληνικού κράτους, την ώρα κατά την οποία στην Αθήνα η κυβέρνηση έκοβε μισθούς και συντάξεις.
Η... απόρριψη
Με μεγάλη καθυστέρηση, η Αθήνα, επιτέλους, αποφασίζει να απαντήσει στη γερμανική πλευρά.
Ο πρόξενος στο Ντίσελντορφ δέχεται τηλεφωνικές (!) οδηγίες από τον Κωνσταντίνο Μπούρα, διευθυντή του γραφείου του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, «να απορρίψει ευγενικά [sic] την πρόταση για ενδεχόμενη συνεργασία για το γνωστό θέμα» και να ενημερώσει σχετικά τον υπουργό Μπόργιανς.
Η Ελλάδα αρνείται τη συνεργασία χωρίς να υπάρχει οποιαδήποτε λογική εξήγηση.
Ο πρόξενος, όχι μόνο φαίνεται να διαφωνεί, αλλά κατανοεί και πως θα μείνει ακάλυπτος χωρίς γραπτή εντολή και, όντας έμπειρος, στέλνει στις 19 Νοεμβρίου 2012 εμπιστευτικό έγγραφο στον υφυπουργό Οικονομικών, Γιώργο Μαυραγάνη, αρμόδιο για τα έσοδα, με το οποίο τον πληροφορεί επισήμως για το τηλεφώνημα Μπούρα.
Εγγραφα για την λίστα Μπόργιανς ΕΦ.ΣΥΝ.
Ο Ελληνας πρόξενος στο Ντίσελντορφ προσπαθεί -σχεδόν με απελπισία- να επαναφέρει το θέμα με διπλωματικό τρόπο και γράφει:
«Ο Δρ. Βάλτερ Μπόργιανς επανήλθε σήμερα με επιστολή του, την οποία σας επισυνάπτω προς ενημέρωση και κατά την κρίση σας ενέργειες, σύμφωνα με την οποία η πρότασή του παραμένει ανοιχτή ευελπιστώντας στη θετική ανταπόκριση της δικής μας κυβερνήσεως. Προς επίρρωση, μάλιστα, επικαλείται την υποστήριξη του Ομοσπονδιακού Υπουργού Δρ. Σόιμπλε σε αυτήν του την πρωτοβουλία. Θα βρίσκομαι στη διάθεσή σας για κάθε νεώτερο δύναται προκύψει».
Για τα επόμενα τρία χρόνια, δεν προέκυψε τίποτα.
Εφημερίδα των Συντακτών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου