Η κυρίαρχη ευρωπαϊκή υποκρισία μπήκε στο στόχαστρο του Γιάννη Βαρουφάκη στην ομιλία του κατά τις προγραμματικές δηλώσεις. Μια υποκρισία που, όπως όπως έχουμε δει όλοι μας, εκφράζεται με τη γνωστή...
τεχνοκρατική διγλωσσία. Η μία γλώσσα χρησιμοποιείται όταν τα μικρόφωνα είναι κλειστά, οπότε και αναγνωρίζεται ότι η πολιτική της δημοσιονομικής πειθαρχίας και του φαύλου κύκλου του χρέους είναι απολύτως αδιέξοδη. Η άλλη γλώσσα, εκείνη της αλήθειας, διατυπώνεται όταν τα μικρόφωνα ανοίγουν, οπότε και το ελληνικό «πρόγραμμα» βαφτίζεται επιτυχημένο και αναπτυξιακό, σε πείσμα ακόμα και της στοιχειώδους λογικής που συμμερίζονται πλέον όλοι οι σοβαροί οικονομολόγοι ανεξαρτήτως σχολής στην οποία ανήκουν. Φυσικά αυτή η υποκρισία δεν είναι τυχαία, αλλά έχει συγκεκριμένο κοινωνικό και ταξικό πρόσημο, αφού οι κυρίαρχες ελίτ του ευρωπαϊκού Βορρά - υπό την μπαγκέτα του χρηματοπιστωτικού τομέα - όπως είπε και ο υπουργός Οικονομικών, αποκόμισαν τεράστια κέρδη και ενίσχυσαν την ηγεμονική τους θέση στην αγορά της ηπείρου. Η πρακτική αυτή εμφανίστηκε επικοινωνιακά ως δήθεν «ευρωπαϊκή αλληλεγγύη» μέσω κολοσσιαίων δανείων που έδεσαν ακόμα πιο γερά τις χώρες υπό επιτήρηση στο άρμα των ισχυρών και τούς επέβαλαν ένα καθεστώς εσωτερικής υποτίμησης που οδήγησε στην περίφημη ανθρωπιστική καταστροφή.
Πίσω απ' αυτή την επίφαση αλληλεγγύης βέβαια, στα κλειστά κονκλάβια των Βρυξελλών, κυριάρχησαν οι εκβιασμοί, οι απειλές και το ποδοπάτημα κάθε έννοιας εθνικής κυριαρχίας των «προβληματικών» χωρών. Κυρίαρχο μότο, όπως είπε, ο Γ. Βαρουφάκης, το «είτε υπογράφετε, είτε... (αποσιωπητικά)».
Η πολιτική αλλαγή στην Ελλάδα δίνει την ευκαιρία στην Ευρώπη να συζητήσει για τον εαυτό της και για το μέλλον της. Η υπηρεσία που προσφέρει σήμερα η Ελλάδα στην Ε.Ε είναι ότι ανοίγει μια δημόσια συζήτηση, στην οποία όλοι θα κληθούν ανοιχτά να τοποθετηθούν. Χωρίς μισόλογα, χωρίς περιφράσεις, χωρίς ευφημισμούς. Η κατά Αγκάμπεν «γυμνή ζωή» των χωρών του Νότου μπορεί να γίνει η αφορμή που θα αναγκάσει όλους να μιλήσουν με «γυμνή γλώσσα».
Ο υπουργός Οικονομικών, εκτός των μηνυμάτων προς την Ευρώπη, απευθύνθηκε και στο εσωτερικό της χώρας, αναζητώντας συναίνεση και συνεννόηση, με την επίκληση των διαχρονικών και διακομματικών ορόσημων της μεταπολιτευτικής Ελλάδας. Αναφέρθηκε στο όραμα του Κωνσταντίνου Καραμανλή για ένταξη στην ΕΟΚ, στο μότο του Ανδρέα Παπανδρέου ότι τον «γιέσμαν» δεν τον σέβεται ούτε το αφεντικό του, αλλά και στην επικριτική στάση του ΚΚΕ «προς την Ε.Ε των καρτέλ και των μονοπωλίων».
Κλείνοντας την ομιλία του χρησιμοποίησε την τακτική των ιστορικών αναφορών που χρησιμοποιεί και ο Αλέξης Τσίπρας και τόνισε ότι όταν θα είναι κλεισμένος στο μεθαυριανό Γιούρογκρουπ και θα διαπραγματεύεται, θα εύχεται να μην υπάρξει «ελληνική ψυχή» που να σκέφτεται όπως οι μαυραγορίτες «Βάστα Ρόμελ». Θύμισε έτσι ότι παρ' όλα αυτά οι δύο κόσμοι, στους οποίους αναφερόταν εσχάτως και ο Αντώνης Σαμαράς, υπάρχουν όντως και πως, παρά τη διάθεση συμβιβασμού και συναίνεσης, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ποιους εκπροσωπούμε και σε ποιους είμαστε «απέναντι».
Τάσος Τσακίρογλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου