Σε όποιον θα ρωτούσε ή θα αναρωτιόταν μήπως είναι τελικά πολλά τρία βιβλία για τον Οδυσσέα Ελύτη μέσα στις γιορτές θα απαντούσαμε ότι και τα τρία θα έπρεπε να είναι...
κάτι περισσότερο από αναμενόμενα – για διαφορετικούς βέβαια λόγους το καθένα.
Το πρώτο, με τον τίτλο «Αναζητώντας τη Δέκατη Τέταρτη Ομορφιά», το υπογράφει η Ιουλίτα Ηλιοπούλου και θα κυκλοφορήσει σε λίγο καιρό.
Το δεύτερο είναι τα πρακτικά της ημερίδας «Οδυσσέας Ελύτης: 100 χρόνια από τη γέννησή του» που έγινε στη Λευκωσία τον Νοέμβριο του 2011 (κυκλοφορεί σε λίγες ημέρες).
Το τρίτο με τον τίτλο «Ελύτης εποχούμενος» (κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο) το υπογράφει ο μελετητής και δοκιμιογράφος Ηλίας Καφάογλου.
Με την ιδιαίτερή του σημασία το κάθε βιβλίο, το βάρος πέφτει αναμφισβήτητα στο πρώτο, στο «Αναζητώντας τη Δέκατη Τέταρτη Ομορφιά» της Ιουλίτας Ηλιοπούλου – και βέβαια για λόγους τελείως διάφορους σε σχέση με αυτούς που θα μπορούσε να φανταστεί ο καθένας.
Η ίδια σημειώνει στον πρόλογο του βιβλίου:
«Θέλω να πιστεύω ότι το βιβλίο αυτό αποτελεί μια αφετηρία στη δική μου περιπέτεια κατανόησης και ερμηνείας του πολύπτυχου έργου του Οδυσσέα Ελύτη, ένα σημείο εκκίνησης στην αναζήτηση της σοφίας του λόγου του, στην αναζήτηση της Δέκατης Τέταρτης Ομορφιάς της ποίησής του».
Οσο αφοπλιστικός στη σεμνότητά του ακούγεται ο λόγος που παρακίνησε την κυρία Ηλιοπούλου να γράψει τα κείμενά της για τον Ελύτη, άλλο τόσο ο αναγνώστης –χωρίς να μπορεί κανείς να τον κατηγορήσει γι’ αυτό – έχει τρομακτικά αυξημένες προσδοκίες, αφού ως γνωστόν υπήρξε η ίδια για πολλά χρόνια σύντροφός του– και επιπλέον ποιήτρια και μάλιστα πολύ σημαντική.
Τόσο σημαντική ώστε διαβάζοντας κανείς τα ποιήματά της αποκλείεται να αναγνωρίσει σε αυτά μια άμεση ή έμμεση επίδραση του δημιουργού των «Προσανατολισμών».
Επόμενο είναι λοιπόν ο αναγνώστης διαβάζοντας τα κείμενα της κυρίας Ηλιοπούλου να περιμένει να μείνει άφωνος ή έστω να εκπλαγεί με μια παρατήρησή της ή με μια αποκάλυψή της –ποιητικά εννοούμε βεβαίως– που δεν είχε συναντήσει ποτέ άλλοτε ώς τώρα, ακόμη και αν έχει διαβάσει το σύνολο των κειμένων – και είναι άπειρα – που έχουν γραφεί για τον Οδυσσέα Ελύτη.
Επιβεβαιώνει ή διαψεύδει την προσδοκία αυτή το βιβλίο «Αναζητώντας τη Δέκατη Τέταρτη Ομορφιά»;
Επειδή ένα «ναι» ή ένα «όχι» θα ακουγόταν ως κάτι αντιποιητικά και απάνθρωπα αφοριστικό, προτιμότερο να σκύψουμε πάνω στα ίδια τα κείμενα του βιβλίου, με μια εισαγωγική παρατήρηση που θα μας βοηθήσει να ζυγίσουμε ακόμη καλύτερα τα πράγματα.
Το γεγονός ότι η κυρία Ηλιοπούλου αυστηρά «επιβάλλει», κυρίως χάρη σε μιαν ατμόσφαιρα που δημιουργεί το βιβλίο της, να αντιμετωπισθούν τα κείμενά της για τον Ελύτη όπως τα κείμενα ενός εμβριθούς κριτικού ή λεπταίσθητου ποιητή σημαίνει πολλά.
Αν μάλιστα συνέβαινε να αγνοεί κανείς πρόσωπα και πράγματα δεν θα διανοούνταν ενώ θα διάβαζε το «Αναζητώντας τη Δέκατη Τέταρτη Ομορφιά» ότι υπήρξε οποιαδήποτε άλλη σχέση με τον Οδυσσέα Ελύτη πέραν εκείνης που αισθάνεται να διατηρεί ένας δημιουργός με έναν άλλον δημιουργό, αν και ανήκουν σε διαφορετικές εποχές και δεν έχουν ποτέ συναντηθεί.
Τίποτε το ανεκδοτολογικό ή το «από πρώτο χέρι» ή ακόμη το υποβολιμαίο, κάτι δηλαδή που της είχε εμπιστευθεί ο Ελύτης επειδή δεν το είχε δει να αναφέρεται σε όσα κείμενα ή μελέτες είχαν γραφεί ενόσο ζούσε ο ίδιος.
Πρόκειται για μια άκρως εμπνευσμένη προσωπική εργασία που αν μαγιά της είναι ο θαυμασμός, υπάρχει όπως θα μπορούσε να υπάρξει και για έναν άλλον ποιητή. Θα τον χαρακτήριζε μάλιστα κανείς ως έναν απολύτως δημιουργικό θαυμασμό καθώς κάνει τα επιμέρους κείμενα να διαβάζονται όπως τα κεφάλαια μιας ενιαίας μελέτης, που αν και αποκτά συχνά έναν εξειδικευμένο χαρακτήρα διατηρεί μια αξεπέραστη μαγεία.
Δεν αισθάνεται κανείς, αν και έχει να κάνει με μια μελέτη, ότι περπατάει πάνω σε ένα έδαφος δύσβατο και ολισθηρό όπου η εμβρίθεια και η σοφία ναρκοθετούν ή καταργούν την αναγνωστική απόλαυση. Αντίθετα η κυρία Ηλιοπούλου μάς προτείνει να εξερευνήσουμε μαζί ένα παρθένο δάσος, που η ίδια συμβαίνει να έχει ξαναπεράσει από μέσα του χωρίς όμως να το έχει πλήρως διεξέλθει.
Αναφέρουμε τους τίτλους μερικών κεφαλαίων για να γίνει ακόμη περισσότερο κατανοητό το τι ακριβώς εννοούμε. «Ut pictura poesis», «Στις εξοχές της ποίησης δεν έχουνε πια στέγες τα σπίτια», «Shelley - Ελύτης, ένας διάλογος», «Ο Ελύτης της Ευρώπης, η Ευρώπη του Ελύτη», «Η μυστική συνομιλία των πραγμάτων», «Η θεατρική διάσταση του ποιητικού λόγου του Οδυσσέα Ελύτη», «Η έννοια της ελληνικότητας στον Ελύτη», «Η ιερότητα στον Ελύτη», «Νύχτα άνοιξης στην Ανδρο με τον Ελύτη», «Οποιο φεγγάρι θελήσει να βγει, δεκτόν».
Ως ένα δείγμα γραφής της κυρίας Ηλιοπούλου όπου με σαφήνεια μας αποκρυπτογραφείται το βάθος, αλλά και μας προσφέρεται ένα βασικό κλειδί για να κατανοήσουμε την ποίηση του Ελύτη, παραθέτουμε ένα απόσπασμα από το κείμενό της «Για ένα μικρό μονοπάτι - ποίημα»:
«Αρχή και τέλος του κόσμου, μια Φύση μυστική, πολύλογη - «αρχή του κόσμου πράσινη» -, που μέσα από τους πολλούς κρυπτικούς της τρόπους σήμαινε το εδώ του κόσμου και προοιώνιζε το επέκεινα.
Το μυστήριό της στο απόλυτο φως έγινε για τον Ελύτη μια διαρκής μεταφυσική σπουδή με φυσικούς όρους.
Αλλαξε την ορατότητα, έκανε τις επιφάνειες διαπερατές από το βλέμμα και το νου, αποτίμησε διαφορετικά τα δεδομένα, πρόβαλε τη δυνατότητα μιας άλλης ανάγνωσης της ζωής.
Μέσα σ' ένα ευρύ πλαίσιο φυσικού πρασίνου ο Ελύτης καλλιεργεί τις λέξεις του, εφαρμόζει νόμους της οργανικής ύλης στη γραφή του, εγκλωβίζει σ' ένα φύλλο λουΐζας όλη την αγιότητα, δίνει ύλη στο αγαθό, το κάνει προσιτό στη συνείδησή μας».
Δεν επιλέξαμε στην τύχη το απόσπασμα αυτό. Μαζί με άλλα, εικονογραφεί με έναν έμμεσο - δηλαδή ποιητικό - τρόπο μια μεγάλη αλήθεια του ελυτικού έργου.
Ο δημιουργός του, αν λογαριαστεί ως ο αρχιτέκτονας ενός σύμπαντος, το οικοδόμησε με υλικά που, ενώ κυριαρχούσε σε αυτά, φρόντισε να τον καταπλήσσουν σαν να του ήταν άγνωστα.
Πέτυχε τα υλικά του να αναδύονται μέσα στη συνείδησή του αυθορμήτως, χωρίς να έχουν μια συγκεκριμένη ονομασία.
Με αποτέλεσμα, ενώ το σύμπαν του είχε θεωρητικά ολοκληρωθεί, οι λέξεις που προέκυπταν για να το εκφράσουν να ακούγονται ως ένα δικό του δημιούργημα. Και το ίδιο το σύμπαν κάτι αενάως δημιουργούμενο αφού οικοδομείται τη στιγμή που αποκαλύπτεται στον πλάστη του.
Οποιαδήποτε μελέτη του έργου του Ελύτη στο μέλλον δεν θα μπορεί να υπάρξει παρά σε σχέση και με το βιβλίο «Αναζητώντας τη Δέκατη Τέταρτη Ομορφιά» της Ιουλίτας Ηλιοπούλου.
Τόσο περισσότερο που η αποκρυπτογράφηση των κωδίκων ώστε να οικειωθεί κανείς πλήρως το έργο του δημιουργού της «Μαρίας Νεφέλης» δεν γίνεται φιλολογικά, αλλά ποιητικά. Ακριβώς όπως ο Ελύτης προσέγγισε τις μέγιστες φυσιογνωμίες του Θεόφιλου και του Παπαδιαμάντη.
Με τόση χειραγώγηση της αισθηματικής αναστάτωσης που του προκαλούσαν ώστε να έχουμε ως αποτέλεσμα κείμενα που θα τα χαρακτήριζε κανείς με την εξαίσια και πυκνά λυρική διατύπωση του Κώστα Καρυωτάκη: «Τα ψυχρά άνθη του νου».
ΤΑ ΝΕΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου