Παλιά, κι ο βασιλιάς γυμνός ήταν. Όπως όλοι οι άνθρωποι. Και οι εικόνες του Αδάμ και της Εύας το μαρτυρούν, και οι ανθρωπολόγοι μάς το βεβαιώνουν. Ρούχα μπορεί να μην φορούσαν, στολιζόντουσαν όμως. Και μετά...
έβαφαν πρόσωπο και σώμα. Και στη συνέχεια, έκαναν και τατουάζ. Ήταν οι πρώτες μορφές καλλωπισμού και ενδυμασίας. Πίστευαν πως έτσι προστατεύονταν από τα κακά πνεύματα και ταυτόχρονα προξενούσαν φόβο και θαυμασμό στα ζώα και τους άλλους ανθρώπους. Με το τέλος της παλαιολιθικής εποχής, όταν το κλίμα άρχισε να γίνεται ψυχρό, επινόησαν και τα πρώτα ρούχα.
Από τότε, και σε όλη την ιστορική διαδρομή του ανθρώπινου γένους, η ενδυμασία εκτός από χρηστική, έγινε και ταξική, και συναισθηματική, και μέσον επικοινωνίας. Το ένδυμα του βασιλιά σε σχέση με το ένδυμα του αγρότη, δίνει σαφές στίγμα του ποιος είναι ποιος και ποία η θέση του στην κοινωνία. Το ένδυμα του στρατιωτικού, του ιερέα και του δικαστή, επίσης δεν αφήνουν περιθώρια παρερμηνειών για το έργο που επιτελεί ο καθείς, και την εξουσία που έχει. Στη συνέχεια, με όχημα την ενδυμασία, επιβάλλεται και μια ξεχωριστή κόμμωση, στάση και περπάτημα για το κάθε άτομο, ώστε να εναρμονίζεται με τον ρόλο του.
Να λοιπόν που και η προσωπικότητα, συνδιαμορφώνεται από την ενδυμασία, η οποία σημαίνει τα κοινωνικά χαρακτηριστικά του ατόμου. Μια ταυτότητα είναι, όπου εγγράφονται εκείνα τα στοιχεία που δίνουν με σαφήνεια το στίγμα μας. Ηλικία, φύλο, ιστορική περίοδο, πολιτιστική και οικονομική κατάσταση, θρησκεία, εθνικότητα, και άλλα.
Σε παλιότερες εποχές όλα αυτά ήταν πολύ περισσότερο διακριτά. Στο θεατρικό έργο του Δ. Βυζάντιου «Βαβυλωνία» (1836) γίνεται λόγος για τη Βαβέλ των γλωσσικών ιδιωμάτων στο νέο ελληνικό κράτος μετά την απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό. Σε μια λοκάντα στο Ναύπλιο, κανένας δεν μπορεί να κατανοήσει κανέναν! Η ίδια Βαβέλ, απεικονίζεται και στην ενδυματολογική διάσταση του έργου. Ο φουστανελάς Πελοποννήσιος δίπλα στον Ανατολίτη, τον Χιώτη, τον Κύπριο με τις τοπικές τους ενδυμασίες, κι απέναντί τους ο φραγκοντυμένος Λογιώτατος και ο επτανήσιος αξιωματικός της αστυνομίας. Μύλος!
Προϊόντος του χρόνου, οι ενδυμασίες παγκόσμια ομογενοποιήθηκαν, με την ένδυση να αποτελεί μια κραταιά βιομηχανία. Από την εποχή των ατελιέ για τις Κυρίες της Αυλής, και τους μόδιστρους του 20ού αιώνα έως τις «φίρμες» που πουλούν πανάκριβα το σηματάκι τους σε ευδιάκριτο σημείο του ρούχου. Ρούχα που κοστίζουν ακριβά στον καταναλωτή, αλλά που παράγονται πάμφθηνα σε χώρες που επικρατεί εργασιακός μεσαίωνας και ανθεί η παιδική εργασία, όπως η Κίνα και η Ινδία, ή που κατασκευάζονται μέσα σε πλοία για να αποφεύγεται η φορολόγηση σε κάποιο συγκεκριμένο κράτος. Εργοστάσια που παράγουν τα «επώνυμα» ρούχα, ταυτόχρονα κατασκευάζουν και τα προϊόντα «μαϊμού». Με τους ίδιους εργάτες στις ίδιες μηχανές, μέσα στα ίδια κτήρια. Το Παρίσι εξακολουθεί να είναι η πρωτεύουσα της «υψηλής ραπτικής». Σε αυτήν την εποχή της παγκόσμιας κρίσης τα πανάκριβα φορέματα γίνονται ανάρπαστα. Το ίδιο και τα πιο φθηνά αλλά διόλου προσιτά στον πολύ κόσμο προϊόντα prêt a porter. Ένα άλλο σπουδαίο κεφάλαιο είναι εκείνο που αφορά το δέρμα και τη γούνα. Κύρια παραγωγική χώρα η Κίνα, όπου τα ζώα γδέρνονται ζωντανά, για να μην «τραυματίζεται» η γούνα και χάνει την αξία της!
Στον βαθμό που η ενδυμασία είναι ένα είδος εφαρμοσμένης τέχνης, που παράγει προϊόντα χρήσιμα για τη ζωή του ανθρώπου, φυσικό είναι να ακολουθεί τη μοίρα όλων των συναφών δραστηριοτήτων και να υπόκειται στο ίδιο οικονομικό καθεστώς. Πρέπει να παράγει προϊόντα που καταναλώνονται άμεσα και για βραχύ διάστημα. Σύντομα ο καταναλωτής θα πρέπει να αγοράσει πάλι ώστε να τροφοδοτεί με κέρδη τη βιομηχανία του ενδύματος. Γι' αυτή τη συχνή υπερκατανάλωση, επινοήθηκε η μόδα. Η ανάγκη για το νέο, το ελκυστικό και το χρηστικό στο ντύσιμο, στην υπηρεσία του κέρδους. Ο άνθρωπος ως καταναλωτής καλείται να προσαρμόζεται συνεχώς στη μόδα ξοδεύοντας χρήμα. Η μόδα, άλλωστε καλύπτει τους πάντες. Από το κοστούμι του συντηρητικού γραφειοκράτη μέχρι το σκισμένο τζιν του αντικομφορμιστή επαναστάτη.
Στη ζωή μας ντυνόμαστε με τα ρούχα των ρόλων που επιλέγουμε να παίξουμε μέσα στην κοινωνία. «Ενδυματολογούμε» την προσωπικότητά μας. Δημιουργούμε την εικόνα αυτού που πιστεύουμε ή που θέλουμε να είμαστε. Όπως ο βασιλιάς του παιδικού παραμυθιού.
Η αμείλικτη αγορά ενδυμασίας μας έχει επιβάλει τους όρους της. Δεν μπορούμε βέβαια να επιστρέψουμε στο βάψιμο του δέρματος αντί για ρούχο. Ας φροντίσουμε τουλάχιστον να φοράμε το ρούχο, και να μη μας φοράει αυτό...
avgi.gr
έβαφαν πρόσωπο και σώμα. Και στη συνέχεια, έκαναν και τατουάζ. Ήταν οι πρώτες μορφές καλλωπισμού και ενδυμασίας. Πίστευαν πως έτσι προστατεύονταν από τα κακά πνεύματα και ταυτόχρονα προξενούσαν φόβο και θαυμασμό στα ζώα και τους άλλους ανθρώπους. Με το τέλος της παλαιολιθικής εποχής, όταν το κλίμα άρχισε να γίνεται ψυχρό, επινόησαν και τα πρώτα ρούχα.
Από τότε, και σε όλη την ιστορική διαδρομή του ανθρώπινου γένους, η ενδυμασία εκτός από χρηστική, έγινε και ταξική, και συναισθηματική, και μέσον επικοινωνίας. Το ένδυμα του βασιλιά σε σχέση με το ένδυμα του αγρότη, δίνει σαφές στίγμα του ποιος είναι ποιος και ποία η θέση του στην κοινωνία. Το ένδυμα του στρατιωτικού, του ιερέα και του δικαστή, επίσης δεν αφήνουν περιθώρια παρερμηνειών για το έργο που επιτελεί ο καθείς, και την εξουσία που έχει. Στη συνέχεια, με όχημα την ενδυμασία, επιβάλλεται και μια ξεχωριστή κόμμωση, στάση και περπάτημα για το κάθε άτομο, ώστε να εναρμονίζεται με τον ρόλο του.
Να λοιπόν που και η προσωπικότητα, συνδιαμορφώνεται από την ενδυμασία, η οποία σημαίνει τα κοινωνικά χαρακτηριστικά του ατόμου. Μια ταυτότητα είναι, όπου εγγράφονται εκείνα τα στοιχεία που δίνουν με σαφήνεια το στίγμα μας. Ηλικία, φύλο, ιστορική περίοδο, πολιτιστική και οικονομική κατάσταση, θρησκεία, εθνικότητα, και άλλα.
Σε παλιότερες εποχές όλα αυτά ήταν πολύ περισσότερο διακριτά. Στο θεατρικό έργο του Δ. Βυζάντιου «Βαβυλωνία» (1836) γίνεται λόγος για τη Βαβέλ των γλωσσικών ιδιωμάτων στο νέο ελληνικό κράτος μετά την απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό. Σε μια λοκάντα στο Ναύπλιο, κανένας δεν μπορεί να κατανοήσει κανέναν! Η ίδια Βαβέλ, απεικονίζεται και στην ενδυματολογική διάσταση του έργου. Ο φουστανελάς Πελοποννήσιος δίπλα στον Ανατολίτη, τον Χιώτη, τον Κύπριο με τις τοπικές τους ενδυμασίες, κι απέναντί τους ο φραγκοντυμένος Λογιώτατος και ο επτανήσιος αξιωματικός της αστυνομίας. Μύλος!
Προϊόντος του χρόνου, οι ενδυμασίες παγκόσμια ομογενοποιήθηκαν, με την ένδυση να αποτελεί μια κραταιά βιομηχανία. Από την εποχή των ατελιέ για τις Κυρίες της Αυλής, και τους μόδιστρους του 20ού αιώνα έως τις «φίρμες» που πουλούν πανάκριβα το σηματάκι τους σε ευδιάκριτο σημείο του ρούχου. Ρούχα που κοστίζουν ακριβά στον καταναλωτή, αλλά που παράγονται πάμφθηνα σε χώρες που επικρατεί εργασιακός μεσαίωνας και ανθεί η παιδική εργασία, όπως η Κίνα και η Ινδία, ή που κατασκευάζονται μέσα σε πλοία για να αποφεύγεται η φορολόγηση σε κάποιο συγκεκριμένο κράτος. Εργοστάσια που παράγουν τα «επώνυμα» ρούχα, ταυτόχρονα κατασκευάζουν και τα προϊόντα «μαϊμού». Με τους ίδιους εργάτες στις ίδιες μηχανές, μέσα στα ίδια κτήρια. Το Παρίσι εξακολουθεί να είναι η πρωτεύουσα της «υψηλής ραπτικής». Σε αυτήν την εποχή της παγκόσμιας κρίσης τα πανάκριβα φορέματα γίνονται ανάρπαστα. Το ίδιο και τα πιο φθηνά αλλά διόλου προσιτά στον πολύ κόσμο προϊόντα prêt a porter. Ένα άλλο σπουδαίο κεφάλαιο είναι εκείνο που αφορά το δέρμα και τη γούνα. Κύρια παραγωγική χώρα η Κίνα, όπου τα ζώα γδέρνονται ζωντανά, για να μην «τραυματίζεται» η γούνα και χάνει την αξία της!
Στον βαθμό που η ενδυμασία είναι ένα είδος εφαρμοσμένης τέχνης, που παράγει προϊόντα χρήσιμα για τη ζωή του ανθρώπου, φυσικό είναι να ακολουθεί τη μοίρα όλων των συναφών δραστηριοτήτων και να υπόκειται στο ίδιο οικονομικό καθεστώς. Πρέπει να παράγει προϊόντα που καταναλώνονται άμεσα και για βραχύ διάστημα. Σύντομα ο καταναλωτής θα πρέπει να αγοράσει πάλι ώστε να τροφοδοτεί με κέρδη τη βιομηχανία του ενδύματος. Γι' αυτή τη συχνή υπερκατανάλωση, επινοήθηκε η μόδα. Η ανάγκη για το νέο, το ελκυστικό και το χρηστικό στο ντύσιμο, στην υπηρεσία του κέρδους. Ο άνθρωπος ως καταναλωτής καλείται να προσαρμόζεται συνεχώς στη μόδα ξοδεύοντας χρήμα. Η μόδα, άλλωστε καλύπτει τους πάντες. Από το κοστούμι του συντηρητικού γραφειοκράτη μέχρι το σκισμένο τζιν του αντικομφορμιστή επαναστάτη.
Στη ζωή μας ντυνόμαστε με τα ρούχα των ρόλων που επιλέγουμε να παίξουμε μέσα στην κοινωνία. «Ενδυματολογούμε» την προσωπικότητά μας. Δημιουργούμε την εικόνα αυτού που πιστεύουμε ή που θέλουμε να είμαστε. Όπως ο βασιλιάς του παιδικού παραμυθιού.
Η αμείλικτη αγορά ενδυμασίας μας έχει επιβάλει τους όρους της. Δεν μπορούμε βέβαια να επιστρέψουμε στο βάψιμο του δέρματος αντί για ρούχο. Ας φροντίσουμε τουλάχιστον να φοράμε το ρούχο, και να μη μας φοράει αυτό...
avgi.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου