Το εκστόμισε τις προάλλες ο αμήχανος υπουργός Πολιτισμού της κυβέρνησης, ότι η κρίση μάς έκανε «περισσότερο...
Ελληνες, περισσότερο Ευρωπαίους, περισσότερο πολίτες του κόσμου». Κάτι έπρεπε να πει και αυτός ο καημένος, για να διασκεδάσει κάπως την αμηχανία του, αφού οι πολιτικοί οφείλουν πάντα να έχουν κάτι εύηχο να πουν όταν δεν έχουν τίποτε να πράξουν. Το γεγονός, πάντως, είναι ότι ώσπου να ανακοινωθεί προχθές η απόφαση της κυβέρνησης ότι οι ευρωεκλογές θα γίνουν με σταυρό προτίμησης, εμείς -συρόμενοι στην κατεύθυνση της στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ- ετοιμαζόμασταν να κάνουμε ευρωεκλογές ομφαλοσκόπησης: κάτι παρεμφερές με μια πανελλαδική δημοσκόπηση, για όσους από το εκλογικό σώμα δεν βαριόντουσαν.
Εχω την εντύπωση, όμως, ότι η κατάργηση της λίστας και η εισαγωγή του σταυρού προτίμησης είναι εξέλιξη που προσφέρει την ευκαιρία να αλλάξουν οι όροι του παιχνιδιού, ώστε η αναμέτρηση να φύγει από το στενό πεδίο της εσωτερικής πολιτικής και να διεξαχθεί στο ευρύτερο πεδίο των σχέσεων της χώρας με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Αυτό θα ήταν το σωστό να συμβεί, για τον απλούστατο λόγο ότι έτσι η κρίση, γύρω από την οποία αναγκαστικά περιστρέφεται (και θα περιστρέφεται) η πολιτική συζήτηση, τίθεται τουλάχιστον στο πραγματικό πλαίσιό της. Τίθεται, δηλαδή, επί τη βάσει του διλήμματος αν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημά μας μοναχοί ή μαζί με τους άλλους. Από εκεί και πέρα, όλες οι υπόλοιπες διαστάσεις του θέματος (ποια Ευρώπη θέλουμε, με ποιους θεσμούς και ποιο υπόδειγμα για τη μελλοντική εξέλιξή της) μπορούν να ανοίξουν. Η βάση όμως είναι αν εμείς, στη γνωστή κατάσταση που βρισκόμαστε, βλέπουμε το μέλλον μας μέσα ή έξω. Νομίζω ότι και ο Watson το αντιλαμβάνεται αυτό αμέσως.
Βέβαια, για να ισχύσει αυτό, μία προϋπόθεση είναι απολύτως απαραίτητη. Συγκεκριμένα, ότι τα κόμματα, και ιδίως εκείνα που έχουν συμφέρον αν το δίλημμα επικρατήσει και δώσει τον τόνο στον προεκλογικό αγώνα, θα κατεβάσουν τους κατάλληλους υποψηφίους για έναν τέτοιο αγώνα. Υποψηφίους με ευρωπαϊκή παιδεία και εμπειρία, με ενδιαφέρον για τις ευρωπαϊκές εξελίξεις. Υποψηφίους ικανούς, με άλλα λόγια, να πάνε τη συζήτηση εκεί ―μια συζήτηση η οποία, σημειωτέον, θα γίνεται κυρίως μέσω των ΜΜΕ, αφού όλη η επικράτεια θα είναι μία εκλογική περιφέρεια. Ασφαλώς, αυτό σημαίνει ότι οι υποψηφιότητες-κράχτες στην προσέλκυση των οποίων συγκέντρωναν ώς τώρα τις προσπάθειες τους τα κόμματα μένουν εκτός. Τέρμα με τους ηθοποιούς, τους ποδοσφαιριστές και τους λοιπούς της συνομοταξίας των σελεμπριτάδων. Οσο και αν αυτό ακούγεται φρικτό για τον σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό, στις εκλογές αυτές δεν θα υπάρχει θέση για την εμβληματική Βάνα Μπάρμπα. Σκληρό, το ξέρω ―αλλά τι να κάνουμε; Ευρώπη και Βάνα Μπάρμπα είναι όροι ασύμβατοι: contradictio in terminis...
Φαληρεύς
Ελληνες, περισσότερο Ευρωπαίους, περισσότερο πολίτες του κόσμου». Κάτι έπρεπε να πει και αυτός ο καημένος, για να διασκεδάσει κάπως την αμηχανία του, αφού οι πολιτικοί οφείλουν πάντα να έχουν κάτι εύηχο να πουν όταν δεν έχουν τίποτε να πράξουν. Το γεγονός, πάντως, είναι ότι ώσπου να ανακοινωθεί προχθές η απόφαση της κυβέρνησης ότι οι ευρωεκλογές θα γίνουν με σταυρό προτίμησης, εμείς -συρόμενοι στην κατεύθυνση της στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ- ετοιμαζόμασταν να κάνουμε ευρωεκλογές ομφαλοσκόπησης: κάτι παρεμφερές με μια πανελλαδική δημοσκόπηση, για όσους από το εκλογικό σώμα δεν βαριόντουσαν.
Εχω την εντύπωση, όμως, ότι η κατάργηση της λίστας και η εισαγωγή του σταυρού προτίμησης είναι εξέλιξη που προσφέρει την ευκαιρία να αλλάξουν οι όροι του παιχνιδιού, ώστε η αναμέτρηση να φύγει από το στενό πεδίο της εσωτερικής πολιτικής και να διεξαχθεί στο ευρύτερο πεδίο των σχέσεων της χώρας με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Αυτό θα ήταν το σωστό να συμβεί, για τον απλούστατο λόγο ότι έτσι η κρίση, γύρω από την οποία αναγκαστικά περιστρέφεται (και θα περιστρέφεται) η πολιτική συζήτηση, τίθεται τουλάχιστον στο πραγματικό πλαίσιό της. Τίθεται, δηλαδή, επί τη βάσει του διλήμματος αν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημά μας μοναχοί ή μαζί με τους άλλους. Από εκεί και πέρα, όλες οι υπόλοιπες διαστάσεις του θέματος (ποια Ευρώπη θέλουμε, με ποιους θεσμούς και ποιο υπόδειγμα για τη μελλοντική εξέλιξή της) μπορούν να ανοίξουν. Η βάση όμως είναι αν εμείς, στη γνωστή κατάσταση που βρισκόμαστε, βλέπουμε το μέλλον μας μέσα ή έξω. Νομίζω ότι και ο Watson το αντιλαμβάνεται αυτό αμέσως.
Βέβαια, για να ισχύσει αυτό, μία προϋπόθεση είναι απολύτως απαραίτητη. Συγκεκριμένα, ότι τα κόμματα, και ιδίως εκείνα που έχουν συμφέρον αν το δίλημμα επικρατήσει και δώσει τον τόνο στον προεκλογικό αγώνα, θα κατεβάσουν τους κατάλληλους υποψηφίους για έναν τέτοιο αγώνα. Υποψηφίους με ευρωπαϊκή παιδεία και εμπειρία, με ενδιαφέρον για τις ευρωπαϊκές εξελίξεις. Υποψηφίους ικανούς, με άλλα λόγια, να πάνε τη συζήτηση εκεί ―μια συζήτηση η οποία, σημειωτέον, θα γίνεται κυρίως μέσω των ΜΜΕ, αφού όλη η επικράτεια θα είναι μία εκλογική περιφέρεια. Ασφαλώς, αυτό σημαίνει ότι οι υποψηφιότητες-κράχτες στην προσέλκυση των οποίων συγκέντρωναν ώς τώρα τις προσπάθειες τους τα κόμματα μένουν εκτός. Τέρμα με τους ηθοποιούς, τους ποδοσφαιριστές και τους λοιπούς της συνομοταξίας των σελεμπριτάδων. Οσο και αν αυτό ακούγεται φρικτό για τον σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό, στις εκλογές αυτές δεν θα υπάρχει θέση για την εμβληματική Βάνα Μπάρμπα. Σκληρό, το ξέρω ―αλλά τι να κάνουμε; Ευρώπη και Βάνα Μπάρμπα είναι όροι ασύμβατοι: contradictio in terminis...
Φαληρεύς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου