Την Τρίτη η Γερμανία - εκτός εξαιρετικού απροόπτου - θα έχει και πάλι κυβέρνηση. Η Άνγκελα Μέρκελ θα ορκιστεί για τρίτη φορά Καγκελάριος και οι 14 υπουργοί θα...
αναλάβουν τα νέα τους καθήκοντα. Σχεδόν ενενήντα ημέρες διαβουλεύσεων, παρασκηνίου και εσωκομματικών παιχνιδιών παίρνουν τέλος και το Βερολίνο καλείται να αποδείξει ότι ο συμβιβασμός που επιτεύχθηκε είναι λειτουργικός τόσο για το εσωτερικό της χώρας όσο και για την Ευρώπη.
Ο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, που έβλεπε στην συνεργασία με την κυρία Μέρκελ την πολιτική του διάσωση, θα γίνει επιτέλους Αντικαγκελάριος και πιθανότατα υπερ-υπουργός Οικονομίας και Ενέργειας, ελπίζοντας ότι ο ίδιος και το κόμμα του θα επιβιώσουν από τον πολιτικό «οδοστρωτήρα» που λέγεται «Μέρκελ».
Η νέα κυβέρνηση της Γερμανίας θα έχει, εάν επιβεβαιωθούν οι πληροφορίες, σημαντικές αλλαγές στην σύνθεσή της. Έξι υπουργεία για το CDU, έξι για το SPD και τρία για το CSU. Οι υπουργοί αναμένεται να ανακοινωθούν την Κυριακή, έπειτα από αίτημα των Σοσιαλδημοκρατών η συζήτηση για τα πρόσωπα να ξεκινήσει μετά την ολοκλήρωση της εσωκομματικής ψηφοφορίας, προκειμένου οι σύντροφοι «να μην ψηφίσουν τα πρόσωπα αλλά τις πολιτικές».
Το υπουργείο Οικονομικών αναμένεται πάντως να παραμείνει στα χέρια του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, όσο και αν οι Σοσιαλδημοκράτες απολάμβαναν τον τελευταίο μήνα να τον αποκαλούν «υπηρεσιακό». Ούτως ή άλλως και οι ίδιοι, σύμφωνα με πληροφορίες, ουδέποτε διεκδίκησαν σοβαρά το υπουργείο, ενώ η ηγεσία του SPD είχε παραδεχθεί ότι το κόμμα δεν διέθετε το κατάλληλο πρόσωπο. Σαν να μην έφτανε αυτό, δημοσκοπήσεις όλο αυτό το διάστημα έδειχναν ότι ακόμη και οι ψηφοφόροι του SPD προτιμούν τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε για τη θέση – ακόμη και από τον ίδιο τον Αρχηγό τους. Η πολιτική βεβαίως, κυρίως σε ό,τι αφορά την κρίση στην Ευρωζώνη, δεν αναμένεται να αλλάξει, απλώς επειδή θα ακούγονται και μερικές φωνές για ανάπτυξη. Η Προγραμματική Συμφωνία είναι σαφής και «φωνάζει» από μακριά ότι φέρει την υπογραφή του διδύμου Μέρκελ-Σόιμπλε.
Βέβαιος θα πρέπει να θεωρείται και ο Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ για το υπουργείο Εξωτερικών, στο οποίο θήτευσε και κατά τη προηγούμενη κυβερνητική συνεργασία Χριστιανοδημοκρατών/Χριστιανοκοινωνιστών και Σοσιαλδημοκρατών, το 2005. Το Βερολίνο ήθελε οπωσδήποτε ένα βαρύ όνομα για τη θέση, καθώς η Γερμανία αναζητεί - μάλλον αδέξια – ηγετικό βηματισμό στην διεθνή διπλωματία και παρέμβαση στα «μεγάλα» θέματα, όπως το Ιράν, την Μέση Ανατολή και το Αφγανιστάν, αλλά και στα Βαλκάνια. Παραδοσιακά οι γερμανοί Σοσιαλδημοκράτες υποστηρίζουν θέσεις που δεν εξυπηρετούν την Ελλάδα - προσέγγιση με την ΠΓΔΜ, άνοιγμα προς την Τουρκία, διάθεση «να τελειώνουμε» για το Κυπριακό.
Με το βλέμμα στις Ευρωεκλογές και στην Ελλάδα
Η Άγγελα Μέρκελ, η οποία τους τελευταίους τρεις μήνες κράτησε χαμηλό προφίλ περιορίζοντας τις δημόσιες εμφανίσεις και τις συνεντεύξεις της, αναμένεται να επανέλθει δυναμικά στην πρώτη γραμμή. Το επιτελείο της, τόσο στο κόμμα όσο και στην κυβέρνηση, έχει χαράξει την στρατηγική της Καγκελαρίου ως τις Ευρωεκλογές του Μαΐου. Η πίεση προς τις χώρες σε κρίση θα συνεχιστεί, όπως και η επιμονή στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Ειδικά όμως για την περίπτωση της Ελλάδας, το Βερολίνο έχει αποφασίσει «να δώσει κάτι» πριν από τις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, προκειμένου να στηρίξει την ελληνική κυβέρνηση ενόψει μιας δύσκολης αναμέτρησης. Αυτό το «κάτι» θα αφορά το χρέος, αλλά δεν θα συνιστά μόνιμη και ασφαλή λύση, και σίγουρα δεν θα είναι «κούρεμα». Θα μοιάζει περισσότερο με υπόσχεση για το μέλλον, παρά με ουσιαστική αντιμετώπιση του προβλήματος.
Πρώτη προτεραιότητα για την Άνγκελα Μέρκελ αποτελεί τώρα ο περιορισμός της δυναμικής που φαίνεται ότι αναπτύσσουν οι γερμανοί ευρωσκεπτικιστές της «Εναλλακτικής για την Γερμανία» ενόψει Ευρωεκλογών. Πρέπει λοιπόν οι Γερμανοί πάση θυσία να πειστούν ότι η Ευρώπη είναι «καλό πράγμα», ότι λειτουργεί, ότι λύνει προβλήματα και ότι προσφέρει την μοναδική εγγύηση ευημερίας.
Ταυτόχρονα η κυβέρνηση πρέπει να εμπεδώσει την εντύπωση ότι διαθέτει την πυγμή να επιβάλει την ορθή χρήση των χρημάτων των γερμανών φορολογουμένων από τους «τεμπέληδες» του Νότου. Σ’αυτό το πλαίσιο, το γεγονός ότι η Ελλάδα, με την εμφανή πρόοδο Ιρλανδίας, Ισπανίας και Πορτογαλίας, απομονώνεται και πάλι στην Ευρωζώνη ως «μοναδική περίπτωση», προκαλεί εκνευρισμό και στην Αθήνα και στο Βερολίνο, καθώς επιστρέφει σταδιακά η ρητορική του παρελθόντος.
Η διαμάχη με την τρόικα και η απροθυμία της Αθήνας εκλαμβάνονται στο Βερολίνο ως μπλόφα της κυβέρνησης, με τον «αέρα» του πρωτογενούς πλεονάσματος και το βλέμμα στις εκλογές, οι οποίες δεν επιτρέπουν θεαματικές κινήσεις. Η Ελλάδα ωστόσο κινδυνεύει για μια ακόμη φορά να συνθλιβεί στις συμπληγάδες των εσωτερικών γερμανικών σκοπιμοτήτων, όπως συνέβη και στην αρχή της κρίσης, όταν η κυρία Μέρκελ είχε να αντιμετωπίσει διαδοχικές κρίσιμες τοπικές εκλογές αλλά και τους τελευταίους μήνες ως τις εκλογές του Σεπτεμβρίου...
real.gr
αναλάβουν τα νέα τους καθήκοντα. Σχεδόν ενενήντα ημέρες διαβουλεύσεων, παρασκηνίου και εσωκομματικών παιχνιδιών παίρνουν τέλος και το Βερολίνο καλείται να αποδείξει ότι ο συμβιβασμός που επιτεύχθηκε είναι λειτουργικός τόσο για το εσωτερικό της χώρας όσο και για την Ευρώπη.
Ο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, που έβλεπε στην συνεργασία με την κυρία Μέρκελ την πολιτική του διάσωση, θα γίνει επιτέλους Αντικαγκελάριος και πιθανότατα υπερ-υπουργός Οικονομίας και Ενέργειας, ελπίζοντας ότι ο ίδιος και το κόμμα του θα επιβιώσουν από τον πολιτικό «οδοστρωτήρα» που λέγεται «Μέρκελ».
Η νέα κυβέρνηση της Γερμανίας θα έχει, εάν επιβεβαιωθούν οι πληροφορίες, σημαντικές αλλαγές στην σύνθεσή της. Έξι υπουργεία για το CDU, έξι για το SPD και τρία για το CSU. Οι υπουργοί αναμένεται να ανακοινωθούν την Κυριακή, έπειτα από αίτημα των Σοσιαλδημοκρατών η συζήτηση για τα πρόσωπα να ξεκινήσει μετά την ολοκλήρωση της εσωκομματικής ψηφοφορίας, προκειμένου οι σύντροφοι «να μην ψηφίσουν τα πρόσωπα αλλά τις πολιτικές».
Το υπουργείο Οικονομικών αναμένεται πάντως να παραμείνει στα χέρια του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, όσο και αν οι Σοσιαλδημοκράτες απολάμβαναν τον τελευταίο μήνα να τον αποκαλούν «υπηρεσιακό». Ούτως ή άλλως και οι ίδιοι, σύμφωνα με πληροφορίες, ουδέποτε διεκδίκησαν σοβαρά το υπουργείο, ενώ η ηγεσία του SPD είχε παραδεχθεί ότι το κόμμα δεν διέθετε το κατάλληλο πρόσωπο. Σαν να μην έφτανε αυτό, δημοσκοπήσεις όλο αυτό το διάστημα έδειχναν ότι ακόμη και οι ψηφοφόροι του SPD προτιμούν τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε για τη θέση – ακόμη και από τον ίδιο τον Αρχηγό τους. Η πολιτική βεβαίως, κυρίως σε ό,τι αφορά την κρίση στην Ευρωζώνη, δεν αναμένεται να αλλάξει, απλώς επειδή θα ακούγονται και μερικές φωνές για ανάπτυξη. Η Προγραμματική Συμφωνία είναι σαφής και «φωνάζει» από μακριά ότι φέρει την υπογραφή του διδύμου Μέρκελ-Σόιμπλε.
Βέβαιος θα πρέπει να θεωρείται και ο Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ για το υπουργείο Εξωτερικών, στο οποίο θήτευσε και κατά τη προηγούμενη κυβερνητική συνεργασία Χριστιανοδημοκρατών/Χριστιανοκοινωνιστών και Σοσιαλδημοκρατών, το 2005. Το Βερολίνο ήθελε οπωσδήποτε ένα βαρύ όνομα για τη θέση, καθώς η Γερμανία αναζητεί - μάλλον αδέξια – ηγετικό βηματισμό στην διεθνή διπλωματία και παρέμβαση στα «μεγάλα» θέματα, όπως το Ιράν, την Μέση Ανατολή και το Αφγανιστάν, αλλά και στα Βαλκάνια. Παραδοσιακά οι γερμανοί Σοσιαλδημοκράτες υποστηρίζουν θέσεις που δεν εξυπηρετούν την Ελλάδα - προσέγγιση με την ΠΓΔΜ, άνοιγμα προς την Τουρκία, διάθεση «να τελειώνουμε» για το Κυπριακό.
Με το βλέμμα στις Ευρωεκλογές και στην Ελλάδα
Η Άγγελα Μέρκελ, η οποία τους τελευταίους τρεις μήνες κράτησε χαμηλό προφίλ περιορίζοντας τις δημόσιες εμφανίσεις και τις συνεντεύξεις της, αναμένεται να επανέλθει δυναμικά στην πρώτη γραμμή. Το επιτελείο της, τόσο στο κόμμα όσο και στην κυβέρνηση, έχει χαράξει την στρατηγική της Καγκελαρίου ως τις Ευρωεκλογές του Μαΐου. Η πίεση προς τις χώρες σε κρίση θα συνεχιστεί, όπως και η επιμονή στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Ειδικά όμως για την περίπτωση της Ελλάδας, το Βερολίνο έχει αποφασίσει «να δώσει κάτι» πριν από τις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, προκειμένου να στηρίξει την ελληνική κυβέρνηση ενόψει μιας δύσκολης αναμέτρησης. Αυτό το «κάτι» θα αφορά το χρέος, αλλά δεν θα συνιστά μόνιμη και ασφαλή λύση, και σίγουρα δεν θα είναι «κούρεμα». Θα μοιάζει περισσότερο με υπόσχεση για το μέλλον, παρά με ουσιαστική αντιμετώπιση του προβλήματος.
Πρώτη προτεραιότητα για την Άνγκελα Μέρκελ αποτελεί τώρα ο περιορισμός της δυναμικής που φαίνεται ότι αναπτύσσουν οι γερμανοί ευρωσκεπτικιστές της «Εναλλακτικής για την Γερμανία» ενόψει Ευρωεκλογών. Πρέπει λοιπόν οι Γερμανοί πάση θυσία να πειστούν ότι η Ευρώπη είναι «καλό πράγμα», ότι λειτουργεί, ότι λύνει προβλήματα και ότι προσφέρει την μοναδική εγγύηση ευημερίας.
Ταυτόχρονα η κυβέρνηση πρέπει να εμπεδώσει την εντύπωση ότι διαθέτει την πυγμή να επιβάλει την ορθή χρήση των χρημάτων των γερμανών φορολογουμένων από τους «τεμπέληδες» του Νότου. Σ’αυτό το πλαίσιο, το γεγονός ότι η Ελλάδα, με την εμφανή πρόοδο Ιρλανδίας, Ισπανίας και Πορτογαλίας, απομονώνεται και πάλι στην Ευρωζώνη ως «μοναδική περίπτωση», προκαλεί εκνευρισμό και στην Αθήνα και στο Βερολίνο, καθώς επιστρέφει σταδιακά η ρητορική του παρελθόντος.
Η διαμάχη με την τρόικα και η απροθυμία της Αθήνας εκλαμβάνονται στο Βερολίνο ως μπλόφα της κυβέρνησης, με τον «αέρα» του πρωτογενούς πλεονάσματος και το βλέμμα στις εκλογές, οι οποίες δεν επιτρέπουν θεαματικές κινήσεις. Η Ελλάδα ωστόσο κινδυνεύει για μια ακόμη φορά να συνθλιβεί στις συμπληγάδες των εσωτερικών γερμανικών σκοπιμοτήτων, όπως συνέβη και στην αρχή της κρίσης, όταν η κυρία Μέρκελ είχε να αντιμετωπίσει διαδοχικές κρίσιμες τοπικές εκλογές αλλά και τους τελευταίους μήνες ως τις εκλογές του Σεπτεμβρίου...
real.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου