Το κλείσιμο της ΕΡΤ αποτελεί μια πρωτοπορία ελληνικής προέλευσης στην Ευρώπη σε δυο μέτωπα: δημιουργεί πιθανά ένα νομικό προηγούμενο στη χώρα και ένα πολιτικό προηγούμενο στην Ευρώπη.
Σε...
κανένα άλλο κράτος στην Ευρώπη δεν έχει φτάσει μια κυβέρνηση να προβεί σε ένα βήμα τόσο καταλυτικό και κατασταλτικό. Σε καμία άλλη χώρα στην Ευρώπη δεν έχει ακουστεί πολιτικός λόγος απαξιωτικός των ίδιων των πολιτών της και εργαζομένων. Και ποτέ ξανά δεν έχουμε δει πολιτική συμπεριφορά τόσο προκλητικά ανελεύθερη και ταπεινωτική προς τους πολίτες και ψηφοφόρους.
Ακόμα και στα μελανά σημεία της σύγχρονης ιστορίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης -βλέπε Ουγγαρία και Ιταλία- κάτι τέτοιο δεν έχει συμβεί. Η Ουγγαρία προκάλεσε την αντίδραση της Διεθνούς Αμνηστίας και τη διστακτική μεν, παρέμβαση δε, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με τον πρόσφατο νόμο των Μέσων, που ουσιαστικά φέρει τη δημόσια ραδιοτηλεόραση και την λειτουργία του ραδιοτηλεοπτικού συμβουλίου κάτω από τον έλεγχο του κυβερνώντος κόμματος. Ο νόμος αυτός φέρει δρακόντεια μέτρα κάτω από τα οποία δημοσιογράφοι και εφημερίδες μπορούν να καταδιωχθούν για οτιδήποτε. Η πρώην Ανατολική Ευρώπη βρίσκεται μόνιμα στην ατζέντα των κρίσιμων επικοινωνιακών hot spots διεθνών οργανισμών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθερίας της έκφρασης. Στην Ιταλία, η μακρόχρονη δυσλειτουργία της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης λόγω πολιτικών παρεμβάσεων και ο βαθμός συγκεντρωτισμού των μέσων κάτω από την ηγεμονία του Μπερλουσκόνι έγινε θέμα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Τώρα, ήρθε η σειρά της Ελλάδας να απασχολήσει με τέτοιον τρόπο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο της Ευρώπης, την EBU, την Αυστραλέζικη, Σλοβένικη, Ευρωπαϊκή -ακόμα και την Τουρκική- Ένωση Δημοσιογράφων, διεθνείς επιστημονικές οργανώσεις όπως την IAMCR, και δεκάδες εργατικές οργανώσεις. Όμως, κι ενώ επέρχεται μια κόπωση του κοινού, καθώς πλησιάζει και το καλοκαίρι, η σημασία του κλεισίματος της ΕΡΤ πρέπει να αναλυθεί μέσα από την οπτική γωνία των ευρύτερων επιπτώσεων που μπορεί να έχει στον χάρτη των Μέσων στην Ευρώπη.
Σίγουρα, το ότι η Ελλάδα σαν χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΟΑΣΕ έχει μείνει χωρίς δημόσια ραδιοτηλεόραση καθιστά μια ανωμαλία στην οικογένεια των δημοκρατικών πολιτευμάτων
Η δημόσια ραδιοτηλεόραση, και πλέον τα Δημόσια Μέσα, κατέχουν μια ειδική θέση στον συνταγματικό χάρτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδιαίτερα στο Πρωτόκολλο της Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης της Συνθήκης του Άμστερνταμ. Η θέση των Δημόσιων Μέσων στις Ευρωπαϊκές κοινωνίες και ο ρόλος τους στην ενημέρωση και στον πολιτισμό καθώς και η υποχρέωση των κρατών μελών για τη διαβίωση και ανάπτυξή τους φέρουν ειδική αναφορά στη συνθήκη. H ομαλή λειτουργία των Δημόσιων Μέσων είναι άμεσα συνυφασμένη με το Άρθρο 11 του Χάρτη Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της ΕΕ.
Το Συμβούλιο της Ευρώπης έχει ειδικά ψηφίσματα και η παγκόσμια υπογεγραμμένη Σύμβαση περί Πολιτισμικής Πολυμορφίας της UNESCO, την οποία υπέγραψε και η Ελλάδα, κάνει ξεχωριστή μνεία στα Δημόσια Μέσα. Η λίστα των παγκόσμιων οργάνων και Συμβάσεων που μιλούν για τη σημασία των Δημόσιων Μέσων, από την Ευρώπη μέχρι την Αφρική, τον Καναδά και την Ασία, περιοχές του κόσμου κάτω από πολύ διαφορετικές οικονομικές συνθήκες και πολιτικές αντιξοότητες, κάνει ξεκάθαρη μια πανανθρώπινη συμφωνία κρατών και κοινωνιών πολιτών, εκφρασμένη με ποικίλους νομικούς τρόπους, ότι τα Δημόσια Μέσα είναι τόσο σημαντικά όσο είναι το νερό, ο αέρας και το δικαίωμα στη ζωή για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.
Το ερώτημα αν το κλείσιμο της ΕΡΤ είναι νόμιμο ή όχι είναι βέβαια σημαντικό. Κι εκεί οι απόψεις διχάζονται, η δικαστική εξουσία αδυνατεί να πάρει μια συγκεκριμένη απόφαση, σα να πρόκειται για περίπτωση εν κενώ ηθικής. Το γεγονός ότι το Σύνταγμα τοποθετεί τη ραδιοτηλεόραση σε κατηγορία ξεχωριστή από τα άλλα μέσα, όσον αφορά την ελευθερία της έκφρασης, δε σημαίνει ότι επιτρέπει την αποσιώπησή της. Σίγουρα, το ότι η Ελλάδα σαν χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΟΑΣΕ έχει μείνει χωρίς δημόσια ραδιοτηλεόραση καθιστά μια ανωμαλία στην οικογένεια των δημοκρατικών πολιτευμάτων. Αντιπροσωπεύει επίσης μια εχθρική αντιμετώπιση ενός θεσμού και υλικού πλούτου, που ανήκει στο ελληνικό δημόσιο, δηλαδή σε κάθε Ελληνίδα και Έλληνα πολίτη παγκόσμια.
Η δημόσια ραδιοτηλεόραση κόντρα στο νόμο ανταγωνισμού
Οι δημόσιοι σταθμοί πειραματίζονται με δύσκολο περιεχόμενο αυτό που ονομάζουμε «horizon stretching» των πνευματικών και διανοητικών οριζόντων του κοινού παίρνοντας έτσι ρίσκα
Η βίαιη διακοπή της ΕΡΤ είναι μια ακραία αντίδραση στην ενοχλητική παρουσία της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης στην Ευρώπη. Από την αρχή δημιουργίας μιας κοινής αγοράς των Μέσων, από την οποία επωφελήθηκαν πρώτιστα οι ιδιωτικές εταιρείες, η ΕΕ βρίσκεται υπό συνεχή πίεση για να περιορίσει τη δράση και έκταση ανάπτυξης των δημόσιων μέσων. Η Συνθήκη του Άμστερνταμ αποτελεί τη μόνη διεθνή νομοθεσία, που επιβάλλει τη στήριξη της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης και το ρόλο της στην κοινωνική συνοχή, πολιτισμική πολυμορφία και δημοκρατία των εθνών και της Ευρώπης. Είναι το αποτέλεσμα μιας συνταρακτικής για τα δεδομένα κινητοποίησης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου –το οποίο βαριόμαστε να ψηφίσουμε- σε απάντηση προς τις ασφυκτικές πιέσεις από τον ιδιωτικό τομέα να αστυνομεύσει τη δημόσια ραδιοτηλεόραση.
Οι πιέσεις συνεχίζονται κανονικά μέχρι σήμερα και δεν πρόκειται να παύσουν. Με βάση τον νόμο του ανταγωνισμού και τα επιχειρήματα ότι η δημόσια ραδιοτηλεόραση στηρίζεται άδικα από το κράτος, ενώ οι ιδιωτικοί σταθμοί βασίζονται μόνο στις δυνάμεις τους, η δράση των Δημόσιων Μέσων πλέον είναι αντικείμενο εξέτασης στο μικροσκόπιο. Οι δημόσιες ραδιοτηλεοράσεις υπόκεινται σε ελέγχους: έλεγχο ποιότητας του περιεχομένου τους, αν οι νέες λειτουργίες τους έχουν δημόσια αξία (αυτό που ονομάζεται «ex ante» στη Ευρωπαϊκή νομική γλώσσα) και φυσικά αν είναι αντί-ανταγωνιστικές οι δράσεις τους. Πολλές επίσης έχουν συμβούλια πολιτών και ειδικών, έχουν την υποχρέωση να παράγουν ελληνικό και ευρωπαϊκό περιεχόμενο, να στηρίζουν ανεξάρτητες παραγωγές αλλά και να πειραματίζονται με δύσκολο περιεχόμενο, αυτό που ονομάζουμε «horizon stretching» των πνευματικών και διανοητικών οριζόντων του κοινού, παίρνοντας έτσι ρίσκα. Επίσης συντηρούν αρχεία, φιλαρμονικές, πολλαπλούς σταθμούς, φροντίζουν για καθολική κάλυψη και για “γούστα” που η αγορά αγνοεί και φοβάται.
Αν και οι ιδιωτικές τηλεοράσεις δεν είναι υποχρεωμένες να κάνουν τίποτα από τα παραπάνω, ωστόσο λαμβάνουν γενικά οικονομική στήριξη από το κράτος, όπως για παράδειγμα μέσω φορολογικών διευκολύνσεων. Η δημόσια τηλεόραση με τα πρωτοποριακά της περιεχόμενα δοκιμάζει, άτυπα και δωρεάν εννοείται, για λογαριασμό των ιδιωτικών, ποιά προγράμματα έχουν απήχηση στο κοινό. Οι ιδιωτικοί σταθμοί εξάλλου στηρίζονται οικονομικά από κάθε πολίτη μέσω συνδρομής, ακόμα κι από τη θέαση των προβαλλόμενων διαφημίσεων, στις οποίες οι θεατές αφιερώνουν τον χρόνο τους και την προσοχή τους δωρεάν παράγοντας έτσι άθελα τους τα κέρδη και έσοδα των ιδιωτικών αυτών επιχειρήσεων. Α ναι, και στην Ελλάδα τους επιτρέπεται να λειτουργούν χωρίς αδεία.
Υπάρχει αγεφύρωτο χάσμα μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών σταθμών στην Ελλάδα. Ενώ οι πρώτοι έχουν το τεχνικό know-how, την εμπειρία 75 ετών, την πρωτοποριακή παρουσία στην ψηφιακή εκπομπή και εξειδικευμένο προσωπικό, οι ιδιωτικοί, όντας όλοι χρεωμένοι, δεν έχουν τίποτα από τα παραπάνω σε βαθμό που να τους καθιστά ανταγωνιστικούς. Ίσως λοιπόν αυτή η αντίθεση και το αγεφύρωτο χάσμα, χρωματισμένα από κάποια σύνδρομα -άξια ψυχανάλυσης- της ηγεσίας ήταν άπλα too much...
Κατερίνα Σαρικάκη
Σε...
κανένα άλλο κράτος στην Ευρώπη δεν έχει φτάσει μια κυβέρνηση να προβεί σε ένα βήμα τόσο καταλυτικό και κατασταλτικό. Σε καμία άλλη χώρα στην Ευρώπη δεν έχει ακουστεί πολιτικός λόγος απαξιωτικός των ίδιων των πολιτών της και εργαζομένων. Και ποτέ ξανά δεν έχουμε δει πολιτική συμπεριφορά τόσο προκλητικά ανελεύθερη και ταπεινωτική προς τους πολίτες και ψηφοφόρους.
Ακόμα και στα μελανά σημεία της σύγχρονης ιστορίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης -βλέπε Ουγγαρία και Ιταλία- κάτι τέτοιο δεν έχει συμβεί. Η Ουγγαρία προκάλεσε την αντίδραση της Διεθνούς Αμνηστίας και τη διστακτική μεν, παρέμβαση δε, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με τον πρόσφατο νόμο των Μέσων, που ουσιαστικά φέρει τη δημόσια ραδιοτηλεόραση και την λειτουργία του ραδιοτηλεοπτικού συμβουλίου κάτω από τον έλεγχο του κυβερνώντος κόμματος. Ο νόμος αυτός φέρει δρακόντεια μέτρα κάτω από τα οποία δημοσιογράφοι και εφημερίδες μπορούν να καταδιωχθούν για οτιδήποτε. Η πρώην Ανατολική Ευρώπη βρίσκεται μόνιμα στην ατζέντα των κρίσιμων επικοινωνιακών hot spots διεθνών οργανισμών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθερίας της έκφρασης. Στην Ιταλία, η μακρόχρονη δυσλειτουργία της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης λόγω πολιτικών παρεμβάσεων και ο βαθμός συγκεντρωτισμού των μέσων κάτω από την ηγεμονία του Μπερλουσκόνι έγινε θέμα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Τώρα, ήρθε η σειρά της Ελλάδας να απασχολήσει με τέτοιον τρόπο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο της Ευρώπης, την EBU, την Αυστραλέζικη, Σλοβένικη, Ευρωπαϊκή -ακόμα και την Τουρκική- Ένωση Δημοσιογράφων, διεθνείς επιστημονικές οργανώσεις όπως την IAMCR, και δεκάδες εργατικές οργανώσεις. Όμως, κι ενώ επέρχεται μια κόπωση του κοινού, καθώς πλησιάζει και το καλοκαίρι, η σημασία του κλεισίματος της ΕΡΤ πρέπει να αναλυθεί μέσα από την οπτική γωνία των ευρύτερων επιπτώσεων που μπορεί να έχει στον χάρτη των Μέσων στην Ευρώπη.
Σίγουρα, το ότι η Ελλάδα σαν χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΟΑΣΕ έχει μείνει χωρίς δημόσια ραδιοτηλεόραση καθιστά μια ανωμαλία στην οικογένεια των δημοκρατικών πολιτευμάτων
Η δημόσια ραδιοτηλεόραση, και πλέον τα Δημόσια Μέσα, κατέχουν μια ειδική θέση στον συνταγματικό χάρτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδιαίτερα στο Πρωτόκολλο της Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης της Συνθήκης του Άμστερνταμ. Η θέση των Δημόσιων Μέσων στις Ευρωπαϊκές κοινωνίες και ο ρόλος τους στην ενημέρωση και στον πολιτισμό καθώς και η υποχρέωση των κρατών μελών για τη διαβίωση και ανάπτυξή τους φέρουν ειδική αναφορά στη συνθήκη. H ομαλή λειτουργία των Δημόσιων Μέσων είναι άμεσα συνυφασμένη με το Άρθρο 11 του Χάρτη Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της ΕΕ.
Το Συμβούλιο της Ευρώπης έχει ειδικά ψηφίσματα και η παγκόσμια υπογεγραμμένη Σύμβαση περί Πολιτισμικής Πολυμορφίας της UNESCO, την οποία υπέγραψε και η Ελλάδα, κάνει ξεχωριστή μνεία στα Δημόσια Μέσα. Η λίστα των παγκόσμιων οργάνων και Συμβάσεων που μιλούν για τη σημασία των Δημόσιων Μέσων, από την Ευρώπη μέχρι την Αφρική, τον Καναδά και την Ασία, περιοχές του κόσμου κάτω από πολύ διαφορετικές οικονομικές συνθήκες και πολιτικές αντιξοότητες, κάνει ξεκάθαρη μια πανανθρώπινη συμφωνία κρατών και κοινωνιών πολιτών, εκφρασμένη με ποικίλους νομικούς τρόπους, ότι τα Δημόσια Μέσα είναι τόσο σημαντικά όσο είναι το νερό, ο αέρας και το δικαίωμα στη ζωή για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.
Το ερώτημα αν το κλείσιμο της ΕΡΤ είναι νόμιμο ή όχι είναι βέβαια σημαντικό. Κι εκεί οι απόψεις διχάζονται, η δικαστική εξουσία αδυνατεί να πάρει μια συγκεκριμένη απόφαση, σα να πρόκειται για περίπτωση εν κενώ ηθικής. Το γεγονός ότι το Σύνταγμα τοποθετεί τη ραδιοτηλεόραση σε κατηγορία ξεχωριστή από τα άλλα μέσα, όσον αφορά την ελευθερία της έκφρασης, δε σημαίνει ότι επιτρέπει την αποσιώπησή της. Σίγουρα, το ότι η Ελλάδα σαν χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΟΑΣΕ έχει μείνει χωρίς δημόσια ραδιοτηλεόραση καθιστά μια ανωμαλία στην οικογένεια των δημοκρατικών πολιτευμάτων. Αντιπροσωπεύει επίσης μια εχθρική αντιμετώπιση ενός θεσμού και υλικού πλούτου, που ανήκει στο ελληνικό δημόσιο, δηλαδή σε κάθε Ελληνίδα και Έλληνα πολίτη παγκόσμια.
Η δημόσια ραδιοτηλεόραση κόντρα στο νόμο ανταγωνισμού
Οι δημόσιοι σταθμοί πειραματίζονται με δύσκολο περιεχόμενο αυτό που ονομάζουμε «horizon stretching» των πνευματικών και διανοητικών οριζόντων του κοινού παίρνοντας έτσι ρίσκα
Η βίαιη διακοπή της ΕΡΤ είναι μια ακραία αντίδραση στην ενοχλητική παρουσία της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης στην Ευρώπη. Από την αρχή δημιουργίας μιας κοινής αγοράς των Μέσων, από την οποία επωφελήθηκαν πρώτιστα οι ιδιωτικές εταιρείες, η ΕΕ βρίσκεται υπό συνεχή πίεση για να περιορίσει τη δράση και έκταση ανάπτυξης των δημόσιων μέσων. Η Συνθήκη του Άμστερνταμ αποτελεί τη μόνη διεθνή νομοθεσία, που επιβάλλει τη στήριξη της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης και το ρόλο της στην κοινωνική συνοχή, πολιτισμική πολυμορφία και δημοκρατία των εθνών και της Ευρώπης. Είναι το αποτέλεσμα μιας συνταρακτικής για τα δεδομένα κινητοποίησης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου –το οποίο βαριόμαστε να ψηφίσουμε- σε απάντηση προς τις ασφυκτικές πιέσεις από τον ιδιωτικό τομέα να αστυνομεύσει τη δημόσια ραδιοτηλεόραση.
Οι πιέσεις συνεχίζονται κανονικά μέχρι σήμερα και δεν πρόκειται να παύσουν. Με βάση τον νόμο του ανταγωνισμού και τα επιχειρήματα ότι η δημόσια ραδιοτηλεόραση στηρίζεται άδικα από το κράτος, ενώ οι ιδιωτικοί σταθμοί βασίζονται μόνο στις δυνάμεις τους, η δράση των Δημόσιων Μέσων πλέον είναι αντικείμενο εξέτασης στο μικροσκόπιο. Οι δημόσιες ραδιοτηλεοράσεις υπόκεινται σε ελέγχους: έλεγχο ποιότητας του περιεχομένου τους, αν οι νέες λειτουργίες τους έχουν δημόσια αξία (αυτό που ονομάζεται «ex ante» στη Ευρωπαϊκή νομική γλώσσα) και φυσικά αν είναι αντί-ανταγωνιστικές οι δράσεις τους. Πολλές επίσης έχουν συμβούλια πολιτών και ειδικών, έχουν την υποχρέωση να παράγουν ελληνικό και ευρωπαϊκό περιεχόμενο, να στηρίζουν ανεξάρτητες παραγωγές αλλά και να πειραματίζονται με δύσκολο περιεχόμενο, αυτό που ονομάζουμε «horizon stretching» των πνευματικών και διανοητικών οριζόντων του κοινού, παίρνοντας έτσι ρίσκα. Επίσης συντηρούν αρχεία, φιλαρμονικές, πολλαπλούς σταθμούς, φροντίζουν για καθολική κάλυψη και για “γούστα” που η αγορά αγνοεί και φοβάται.
Αν και οι ιδιωτικές τηλεοράσεις δεν είναι υποχρεωμένες να κάνουν τίποτα από τα παραπάνω, ωστόσο λαμβάνουν γενικά οικονομική στήριξη από το κράτος, όπως για παράδειγμα μέσω φορολογικών διευκολύνσεων. Η δημόσια τηλεόραση με τα πρωτοποριακά της περιεχόμενα δοκιμάζει, άτυπα και δωρεάν εννοείται, για λογαριασμό των ιδιωτικών, ποιά προγράμματα έχουν απήχηση στο κοινό. Οι ιδιωτικοί σταθμοί εξάλλου στηρίζονται οικονομικά από κάθε πολίτη μέσω συνδρομής, ακόμα κι από τη θέαση των προβαλλόμενων διαφημίσεων, στις οποίες οι θεατές αφιερώνουν τον χρόνο τους και την προσοχή τους δωρεάν παράγοντας έτσι άθελα τους τα κέρδη και έσοδα των ιδιωτικών αυτών επιχειρήσεων. Α ναι, και στην Ελλάδα τους επιτρέπεται να λειτουργούν χωρίς αδεία.
Υπάρχει αγεφύρωτο χάσμα μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών σταθμών στην Ελλάδα. Ενώ οι πρώτοι έχουν το τεχνικό know-how, την εμπειρία 75 ετών, την πρωτοποριακή παρουσία στην ψηφιακή εκπομπή και εξειδικευμένο προσωπικό, οι ιδιωτικοί, όντας όλοι χρεωμένοι, δεν έχουν τίποτα από τα παραπάνω σε βαθμό που να τους καθιστά ανταγωνιστικούς. Ίσως λοιπόν αυτή η αντίθεση και το αγεφύρωτο χάσμα, χρωματισμένα από κάποια σύνδρομα -άξια ψυχανάλυσης- της ηγεσίας ήταν άπλα too much...
Κατερίνα Σαρικάκη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου