Σε θεμελιώδες δόγμα της ευρωπαϊκής πολιτικής ανάγει την απαρέγκλιτη τήρηση του Μνημονίου ο επίτροπος Οικονομίας Ολι Ρεν. Υποσκελίζει την αναγνώριση των λαθών από την ηγεσία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Θεωρεί...
επιζήμια κάθε συζήτηση που θα οδηγούσε στις αναγκαίες διορθώσεις. Αποδίδει τις παρενέργειες στην πολιτική αβεβαιότητα και στην ελλιπή εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής
Πάγο σε συζήτηση για χαλάρωση των όρων του Μνημονίου και επαναδιαπραγμάτευση έβαλε ο επίτροπος Οικονομίας Ολι Ρεν με επίσημη τοποθέτησή του, στον απόηχο των συζητήσεων που πραγματοποιήθηκαν στο Eurogroup και στο ECOFIN.
Σε επιστολή του προς τους υπουργούς Οικονομικών της ΕΕ, τον πρόεδρο της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, την επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ, τον πρόεδρο τη ΕΤΕπ. Β. Χόγιερ και τους θεσμικούς παράγοντες της Ευρωζώνης, ο Ο. Ρεν επιμένει στην απαρέγκλιτη εφαρμογή του Μνημονίου και τονίζει ότι η συζήτηση για τους δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές είναι επιζήμια. Παράλληλα, επικαλούμενος την ευελιξία του Συμφώνου Σταθερότητας, υπογραμμίζει ότι υπάρχει παράθυρο για τροποποιήσεις σε επιμέρους πτυχές του προγράμματος, ιδίως με την πολιτική που εφαρμόζεται τώρα.
Ο κοινοτικός επίτροπος αποδίδει τον εκτροχιασμό που παρατηρήθηκε στο πρόσφατο παρελθόν στην πολιτική αβεβαιότητα που υπήρχε στην Ελλάδα καθώς και στην ελλιπή εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής, και όχι σε ενδεχόμενα λάθη σε σχέση με τους πολλαπλασιαστές. Σύμφωνα με τον κοινοτικό επίτροπο, η συζήτηση για τους δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές «δεν βοηθάει και κινδυνεύει να πλήξει την εμπιστοσύνη την οποία χτίσαμε με επίπονες προσπάθειες τα τελευταία χρόνια σε πολλές συνεδριάσεις που διήρκεσαν έως αργά τη νύχτα». Ο Ολι Ρεν σημειώνει ότι η συζήτηση αυτή, που αφορά τελικά τις οριακές επιπτώσεις που έχει η αλλαγή της δημοσιονομικής πολιτικής στην οικονομική ανάπτυξη, δεν μας έχει κάνει σοφότερους.
Η επιστολή του Ολι Ρεν προς τους υπουργούς Οικονομικών της ΕΕ
Η επιστολή του Ολι Ρεν προς τους υπουργούς Οικονομικών της ΕΕ
Μάλιστα, υπογραμμίζει ότι πρόσφατες μελέτες στο θέμα των δημοσιονομικών συντελεστών είναι εξαιρετικά περιορισμένης χρησιμότητας, ιδίως όταν μιλάμε για την περίπτωση της Ελλάδας.
Ο κοινοτικός επίτροπος αναφέρεται και στο άρθρο του επικεφαλής οικονομολόγου του ΔΝΤ Ολιβιέ Μπλανσάρ σε ελληνική εφημερίδα, όπου υπογράμμισε ότι το να συνδέουμε τις περιορισμένες επιδόσεις της Ελλάδας με τον σχεδιασμό του προγράμματος «συνιστά θεμελιώδη ριζική παρερμηνεία των ιστορικών δεδομένων και της έρευνας του ΔΝΤ σε ό,τι αφορά τους δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές».
Εξάλλου, ο Φινλανδός επίτροπος υπενθυμίζει στην επιστολή του ότι το 2009 το δημοσιονομικό έλλειμμα έφτασε στο 15,6% του ΑΕΠ και ότι οι αγορές δεν ήταν πλέον πρόθυμες να χρηματοδοτήσουν τα υψηλά επίπεδα χρέους της Ελλάδας. Αυτή η κατάσταση, σύμφωνα με τον Ολι Ρεν, οδήγησε στην έναρξη του προγράμματος οικονομικής προσαρμογής. Ωστόσο, όπως επισημαίνει, «η παρατεταμένη αβεβαιότητα και τα προβλήματα εφαρμογής τα πρώτα χρόνια του προγράμματος είχαν ως αποτέλεσμα η ελληνική οικονομία να μην επωφεληθεί από την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης που θα έπρεπε να είχε δημιουργήσει η δημοσιονομική προσαρμογή».
Στη συνέχεια, ο κοινοτικός επίτροπος τονίζει ότι «από το περασμένο καλοκαίρι το ελληνικό πρόγραμμα επανήλθε με αποφασιστικό τρόπο σε τροχιά». Οπως αναφέρει, μεγάλο τμήμα της προσπάθειας έχει τώρα επιτευχθεί στην Ελλάδα σε ζητήματα δημοσιονομικής σταθεροποίησης και εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων αναπτυξιακού χαρακτήρα. Ο Φινλανδός επίτροπος σημειώνει επίσης ότι η συμφωνία στο Eurogroup τον Δεκέμβριο για την Ελλάδα ήρε την επιζήμια αβεβαιότητα η οποία αιωρούνταν πάνω από τη χώρα για υπερβολικό χρονικό διάστημα και άνοιξε τον δρόμο για αποκατάσταση της εμπιστοσύνης.
Πάντως, ο Ολι Ρεν προειδοποιεί ότι «τώρα εναπόκειται στις ελληνικές αρχές να διασφαλίσουν μέσα από την αποτελεσματική εφαρμογή του προγράμματος μεταρρυθμίσεων ότι αυτή η εμπιστοσύνη θα συνεχίσει να ανακτάται».
Εξάλλου, ανοίγοντας παράθυρο για μελλοντικές θετικές παρεμβάσεις υπέρ της Ελλάδας, ο Ολι Ρεν αποσαφηνίζει ότι σε περίπτωση που παρουσιαστεί επιδείνωση της ανάπτυξης με αναπάντεχο τρόπο, τότε μια χώρα μπορεί να λάβει επιπλέον χρόνο για τη διόρθωση του ελλείμματος, υπό την προϋπόθεση ότι θα έχει εκπληρώσει τη συμπεφωνημένη δημοσιονομική και διαρθρωτική προσπάθεια. Στο πλαίσιο αυτό, υπενθυμίζει ότι παρόμοιες αποφάσεις ελήφθησαν τον προηγούμενο χρόνο για την Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ελλάδα.
Στην επιστολή του, ο Ολι Ρεν υπεραμύνεται της πολιτικής του Μνημονίου, υπογραμμίζοντας ότι «η κουλτούρα της σταθερότητας η οποία έχει ενσωματωθεί στην ενδυναμωμένη οικονομική διακυβέρνηση της Ευρώπης δεν αποτελεί τροχοπέδη για τη βιώσιμη και μακροπρόθεσμη ανάπτυξη, το αντίθετο μάλιστα: Η προσεκτική και στοχευμένη δημοσιονομική σταθεροποίηση σε έναν αξιόπιστο μεσοπρόθεσμο ορίζοντα δημιουργεί τις συνθήκες για βιώσιμη ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια».
Οπως έγινε γνωστό, κατά την τακτική εβδομαδιαία συνεδρίαση της Κομισιόν ο Ολι Ρεν είχε ενημερώσει τους ομολόγους του για τις αρχικές του προθέσεις να υπάρξει κοινό ανακοινωθέν της Κομισιόν, της ΕΚΤ και του ΔΝΤ με το οποίο θα εκφράζεται η ανάγκη για απαρέγκλιτη εφαρμογή του Μνημονίου.
ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ, ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΔΕΜΙΡΗΣ
ΕΘΝΟΣ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου