Με ενθουσιασμό διαπίστωσα πως ο αγαπητός Akenaton εγκαινίασε διάλογο για τα ουσιώδη. Σε αυτά τα πλαίσια ας μου επιτραπεί να διατυπώσω αντίρρηση, μήπως καταφέρω να συνεισφέρω στην γονιμότητα του διαλόγου. Ας είναι μόνο η αρχή!
Παίρνω το...
συγκεκριμένο άρθρο απλώς σαν αφορμή: εκεί εκφράζεται η διαπίστωση ότι όλοι οι λοιποί προσδιορισμοί της ευρύτερης παράταξης δεξιότερα του κέντρου καταλήγουν σε αδιέξοδο, και «μένει λοιπόν ο Φιλελευθερισμός». Δεν εντοπίζεται κανένα άλλο νοηματικό περιεχόμενο στον «συντηρητισμό» ως πολιτική ιδεολογία πλην της διατήρησης (συντήρησης) της ενδημούσας σήψης.
Ερώτηση πρώτη: συντηρητισμός είναι το να συντηρήσεις την κατάσταση της σημερινής Ελλάδας, ή να την αλλάξεις εντελώς; Εξ όσων γνωρίζω, οι «συντηρητικές» αξίες, οι αξίες που προτάσσει κατά προτεραιότητα ο «συντηρητισμός», είναι η αξιοσύνη και αξιοκρατία, η εργατικότητα, η παράδοση-παραδεδομένη πείρα αιώνων, η αξιοπρέπεια, η αξιοπρεπής αυτάρκεια, η φιλοτιμία. Δεν είναι η διατήρηση της υπάρχουσας κατάστασης. (Φυσικά, η Αριστερά δεν τις… αρνείται αυτές τις αξίες! Το ερώτημα όμως έγκειται στην ιεράρχηση των προτεραιοτήτων, και η Αριστερά προτάσσει πρωτίστως άλλες: την κοινωνική δικαιοσύνη, την «πάλη των τάξεων» κλπ.) Το λοιπόν, οι «συντηρητικές» αυτές αξίες είναι ό,τι ενδημεί στον σημερινό ελλαδικό δημόσιο βίο και χρήζει συντηρήσεως, ή ό,τι λείπει απελπιστικά και το χρειαζόμαστε επειγόντως; Προς τί η απόρριψη της «συντηρητικής» παράταξης λοιπόν; Πού αλλού στον κόσμο φοβάται αυτή η παράταξη να αυτοαποκληθεί «συντηρητική»;
Ερώτηση δεύτερη: εκθέτει ο ευφυέστατος αρθρογράφος με την γόνιμη πένα του κάποιους τίτλους ιδεολογιών για να τους απορρίψει στην συνέχεια, και καταλήγει πως «μένει λοιπόν ο Φιλελευθερισμός». Μα γιατί το «μενού» των ιδεολογιών μας το σερβίρουν κάποιοι άλλοι, οπότε εμείς απλώς διαλέγουμε από τον μπουφέ τους και ενίοτε δια της εις άτοπον απαγωγής καταλήγουμε στο «τελευταίο» που «μένει»; Γιατί δεν μπορούμε να διατυπώσουμε μόνοι μας τον ιθαγενή ιδεολογικοπολιτικό καημό μας, τί παραπάνω έχουν αυτοί από τους οποίους εισάγουμε ιδεολογίες από δεύτερο χέρι και τον διατυπώνουν-εξάγουν; Γιατί αυτοκαταδικαζόμαστε εκ προοιμίου στον μιμητισμό, διαλέγοντας από ιδεολογίες που άλλοι έθεσαν πριν από εμάς για εμάς;
Μη φοβάστε το φάντασμα της εσωστρέφειας: με όση τόλμη κι αν αυτοπροσδιοριστεί κάποιος ιδεολογικά, με όση παρρησία κι αν εκφράσει το όραμά του, πάλι εντάσσεται σε δεδομένο τόπο της τρέχουσας πολιτικής γεωγραφίας και διαλέγεται ευχερώς με όλους τους άλλους. Ίσως μάλιστα ευχερέστερα, διότι γνωρίζει καλύτερα ποιός είναι, πού πατά και τί επιζητεί. Απλώς, όχι με ιδεολογικά ρούχα Prêt-à-Porter, αλλά με τον προσωπικό ράφτη της ζείδωρης ιδεολογικής ετερότητάς του… (Παρεμπιπτόντως, αυτή δεν υποκαθίσταται με «μεταποιήσεις» και «μπαλώματα» στα έτοιμα ρούχα).
Ερώτηση τρίτη: ο εγκαινιάσας τον γόνιμο διάλογο αρθρογράφος ορίζει τον φιλελευθερισμό ως «ένα σύστημα που είναι κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του Ελληνισμού». Θεμέλιο και ιδρυτική αρχή του φιλελευθερισμού, αν δεν κάνω λάθος, είναι η παντοκρατορία του φυσικού ατόμου, της «ελευθερίας» του δια των «δικαιωμάτων» του. Η περιορισμένη, ίσως επιφανειακή και σίγουρα απλώς αφετηριακή προσπάθειά μου για την μελέτη της διαχρονίας του ελληνικού τρόπου, της ελληνικής πολιτισμικής ιδιαιτερότητας (εκτός κι αν «δεν υπάρχει κάτι τέτοιο», οπότε πάει αλλού το πράγμα) μου προσπορίζει την αίσθηση ότι ο ελληνισμός στέκεται ακριβώς στους αντίποδες αυτής της κοσμοθεωρίας (και μαρτυρεί ότι η ελευθερία εντοπίζεται στην σχέση, πολιτικά στην κοινότητα-σύναξη που φανερώνει τον στόχο της συνύπαρξης, η οποία δεν είναι απλώς «χρηστική» είτε πρόκειται για την αρχαιοελληνική Εκκλησία του Δήμου είτε για το κέντρο της μετέπειτα πολιτικής συνύπαρξης, την Εκκλησία των πιστών). Είναι ελληνικός ο φιλελευθερισμός; Συγκρινόμενος στανικά με κάποια «αντίθετη ιδεολογία», π.χ. τον σοσιαλισμό ή τον κρατισμό γενικότερα, ίσως· μα ποιός έθεσε κατ’ αρχήν αυτές τις συγκρίσεις; Ο φιλελευθερισμός γεννήθηκε σε κοινωνίες με τελείως διαφορετική κοινωνική εμπειρία και ριζικά άλλους ιστορικούς εθισμούς. Στην Ελλάδα εμφανίζεται μόνον ως εισαγόμενο προϊόν. Πόθεν προκύπτει το ότι «ως λαός δώσαμε τις αρχικές ιδέες και τα επιχειρήματα αυτών των ιδεολογικών ρευμάτων»; Επειδή οι αλλαχού εμπνευστές τους αρέσκονται να εντοπίζουν τις ρίζες των ιδεών τους στους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους (στους οποίους έχουν αποδοθεί οι πιο αντιφατικές μεταξύ τους ιδέες ανά τους αιώνες), παίρνοντας τη σκιά τους για το μπόϊ τους; Καλά κάνουν και το πιστεύουν, με γειά τους με χαρά τους, αλλά εμείς γιατί οφείλουμε να το δεχθούμε και να το αναπαραγάγουμε;
Το αν η αναγκαστική αυτοτοποθέτηση ως προς τις διεθνείς αγοραίες ιδεολογίες μας εξωθεί ενίοτε να αυτοπροσδιοριστούμε, εν όλω ή εν μέρει, ως «φιλελεύθεροι», αυτό είναι άλλη ιστορία, άλλοτε τέκνο της ανάγκης και άλλοτε της οργής. Άλλο όμως αυτό και άλλο το να εντοπίσουμε στο ολότελα ξένο φόρεμα το πραγματικό μας πρόσωπο!
Όσον αφορά στην σύγκριση αλλά και σύγκρουση συντηρητισμού-φιλελευθερισμού, δεν έχουμε παρά να αντιπαραθέσουμε τα σημεία όπου αυτοί συγκρούονται για να διαπιστώσουμε ότι η παράταξη δεξιώτερα του κέντρου είναι κυρίως και πρωτίστως συντηρητική στην βάση της, με την απλή ανοχή πινελιάς φιλελευθερισμού. Παραδείγματος χάριν: γάμοι ομοφυλοφίλων, ναι ή όχι; Πλήρης και άτεγκτος χωρισμός Εκκλησίας-Κράτους τύπου Γαλλίας, ναι ή όχι; Διάπλαση (συγκεκριμένου) ήθους με πρότυπα συγκεκριμένους ήρωες και μάρτυρες στην δημόσια παιδεία, ναι ή όχι; Και λοιπά και λοιπά. Με βάση τα παραπάνω, είναι ή δεν είναι η περίφημη «βάση» σαφώς συντηρητική και σαφώς όχι φιλελεύθερη; Μη γίνουμε σαν την Σοβιετική Ένωση, όπου όταν το πολιτ-μπιρό διαφωνούσε με τον λαό… αλλάζαμε λαό!
Ερώτηση τέταρτη: Διαφωτισμός. Κοσμοϊστορικής σημασίας απάντηση στις ιστορικές ανάγκες και στα πνευματικά και ιστορικά αιτήματα άλλων λαών και άλλων εποχών, σε άλλους τόπους. Έκτοτε οι λαοί που τόσο ωφελήθηκαν από αυτήν την επανάσταση των συνειδήσεων την αφομοίωσαν, γεύτηκαν τα θετικά της και βίωσαν τα όριά της, προχώρησαν, προόδευσαν, στάθηκαν κριτικά, απέρριψαν, ξαναδημιούργησαν, πάνε για άλλα. Έχουν περάσει και κάμποσοι αιώνες. Κανείς σήμερα στην Ευρώπη δεν προτάσσει τον «Διαφωτισμό» ως σύγχρονο ζητούμενο – πώς θα μπορούσε άλλωστε, αφού ακόμα και η διαπίστωση των ορίων του και των αδιεξόδων του έχει αναλυθεί μέχρι κορεσμού και έχουμε όλοι προχωρήσει παραπέρα. Το μεγάλο εθνικό όραμα για την Ελλάδα του 2013 θα είναι να ζήσουμε τον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό που δεν ζήσαμε όσο θα έπρεπε; Live your Enlightenment in Greece? Μα αυτό δεν προτάθηκε ως εθνικό όραμα από τον Σημίτη, τρόπον τινά; (Πέρα από τον Βενιζέλο πιο πριν, και τον Τρικούπη πιο πριν, και… και… και…) Το είδαμε αυτό το έργο, τον ζήσαμε τον «εκσυγχρονισμό»!
Όσον αφορά στον Κοραή, τον μη περιγραφέντα μα ευστόχως εικονισθέντα στο άρθρο:
Ο Αδαμάντιος Κοραής προσέφερε εν τέλει με το έργο του πολλά στην Επανάσταση (για την οποία τήρησε αρνητική στάση) και στο μετέπειτα ελεύθερο ελληνικό κράτος (στο οποίο δεν είχε πατήσει ποτέ ούτε προ απελευθερώσεως ούτε κατόπιν, παρά μόνο ως οστά), δεν τίθεται θέμα. Δεν νοιώθουμε την ανάγκη να του αποδώσουμε τον τίτλο που του απέδωσε ο μέγιστος Steven Runciman, αυτόν του «κακού δαίμονα του Ελληνισμού», ούτε όμως μπορούμε να μεταβούμε στο αντίθετο άκρο της ηρωοποίησής του και της ανάδειξής του σε πρότυπο, πόσω δε μάλλον στην ανάδειξή του ως ενός εκ των σημαντικώτερων λογίων του γένους, κάτι που επιχειρεί συστηματικά το μεταπρατικό ελλαδικό κράτος ως κρατική ιδεολογία (οσονούπω και πάλι, με την ονομασία του επερχομένου ομοσπονδιακού υπερ-πανεπιστημίου των Αθηνών). Αλλά πώς να το κάνουμε, ο άνθρωπος είχε συγκεκριμένη αντίληψη για τον Ελληνισμό και αυτή ήταν η αποθέωση του μιμητισμού και του μεταπρατισμού, η «Μετακένωση». Δηλαδή, η μίμηση ως εθνικός στόχος: πραγματικοί συνεχιστές των αρχαίων Ελλήνων είναι οι δυτικοευρωπαίοι, εμείς εκβαρβαριστήκαμε, άρα για να γίνουμε πραγματικοί Έλληνες πρέπει να μιμηθούμε όσο το δυνατόν πληρέστερα τους Ευρωπαίους. Όσο περισσότερο τους μιμούμαστε, τόσο περισσότερο Έλληνες γινόμαστε. Για το ζήτημα υφίσταται εκτενέστατη βιβλιογραφία που δεν διαγράφεται με μια μονοκοντυλιά.
Το δε πολιτικό «παράδειγμα» που προτείνει το σάρκωσε άλλωστε και ο ίδιος: μετά την απελευθέρωση πολέμησε λυσσαλέα (και ψευδωνύμως!) τον κυβερνήτη Καποδίστρια, ενώ με έναυσμα την δολοφονία αυτού του «απεχθούς προβλήματος» η ιδεολογική μειονότητα των κοραϊστών (μετά τον θάνατο του ίδιου του Κοραή) στελέχωσε, πρεσβείαις των πανευτυχών Βαυαρών και ινδαλμάτων τους, σχεδόν ολόκληρο τον κρατικό μηχανισμό, συνεχίζοντας αδιαπτώτως την αναπαραγωγή της, ως πλειοψηφίας πλέον. Ο κοραϊσμός είναι ιδεολογία που διαπερνά στον πυρήνα της σχεδόν κάθε κυρίαρχη ιδεολογία του νεοελληνικού κράτους και βασίζεται στις εξής αξιωματικές παραδοχές του ίδιου του Κοραή, είτε αυτές εκφράζονται ρητώς από τους συνεχιστές είτε υπορρήτως. Τις διατυπώνω με παιγνιώδη υπεραπλούστευση με εμπρηστικές διαθέσεις για την συζήτηση που ελπίζω να ακολουθήσει:
(α) η Δύση είναι πάντοτε πρώτη και για την ακρίβεια πιο ελληνική από εμάς, άρα εμάς μας πρέπει μόνο η μίμηση μήπως και καταφέρουμε να προσεγγίσουμε κάπως το πρωτότυπο. Τα πεφωτισμένα και λελαμπρυσμένα της Εσπερίας έθνη, τόσο κοντά κι όμως τόσο μακριά στην δική μας ιλαροτραγική οθωμανική βαρβαρότητα. Το απόλυτο ιδανικό είναι ένας εκδυτικισμός τον οποίο πάντα κυνηγάμε και ποτέ δεν φτάνουμε. Τρέχα μικρούλη!
(β) Ακόμα και η εισβολή και κατοχή –έστω απλώς πολιτισμική- από αυτά τα ανώτερα όντα της δυτικής Ευρώπης είναι ευκταία, είναι ευλογία από την οποία θα ωφεληθούμε (το γράφει ξεκάθαρα για τους Γάλλους αυτό, «δεν αντέχουν να βλέπουν την δυστυχία» οπότε… καταλαμβάνουν). Πρόκειται για απελευθέρωση που θα μας ξανακάνει πραγματικούς Έλληνες, σαν τους αρχαίους, δηλαδή δυτικοευρωπαίους. Η επιβολή των τρόπων και των εθισμών των δυτικοευρωπαίων επί του εθνικού μας σώματος συνιστά θεραπεία της αηδιαστικής αρρώστιας μας, της αρρώστιας μας να είμαστε αυτοί που δυστυχώς είμαστε.
(γ) Οποιαδήποτε άλλη αντίληψη φανερώνει το πόσο οπισθοδρομικοί, καθυστερημένοι και αξιοθρήνητοι είμαστε: έχουμε το Φως δίπλα μας, στην Δύση, και αντί να το κυνηγάμε το χλευάζουμε. Θα έπρεπε να ντρεπόμαστε που υπάρχουμε, ο μόνος λόγος για να αναπνέουμε είναι αφ’ ενός το ότι κάποτε περπάτησαν στα ίδια μέρη οι ένδοξοι αρχαίοι μας πρόγονοι, και αφ’ ετέρου ότι έχουμε την ευλογία να είμαστε κοντά στους μόνους και άξιους συνεχιστές τους, τους δυτικοευρωπαίους. Η σωτηρία βρίσκεται στη μίμηση. Για τον Κοραή, ακόμα και το καμπαναριό του χωριού ήταν «καθυστερημένο» μπροστά στο προοδευτικό ρολόϊ του ευρωπαϊκού χωριού. Κοίτα, είναι και χρήσιμο!
Από τον Στέλιο Ράμφο μέχρι τον Νίκο Δήμου, από τα κρατικά σχολικά βιβλία μέχρι τις αιρετικές πολιτικές φωνές αμφισβήτησης, από το εκσυγχρονιστικό σημιτιστάν μέχρι την φωτισμένη αστική δεξιά, από το επερχόμενο ομοσπονδιακό υπερ-πανεπιστήμιο μέχρι τον βλαχοδήμαρχο μεταξύ ρετσινών και μέχρι τους ιδεολόγους της φωτισμένης Αριστεράς, αυτές οι αντιλήψεις εντοπίζονται παντού και καρμπόν. Είμαστε που είμαστε καθυστερημένοι, οπισθοδρομικοί, αξιοθρήνητοι που δεν μιμηθήκαμε όταν έπρεπε, ας μιμηθούμε τουλάχιστον τώρα, έστω και με μερικούς αιώνες καθυστέρηση.
Η Αριστερά στην θεωρία και ιδεολογία της ήταν ούτως ή άλλως ανέκαθεν μεταπρατική και ετερόφωτη: σαφή πράγματα, ‘ξηγημένα, χωρίς περιθώρια παρεξηγήσεων. Η πραγματική τραγωδία συντελείται αενάως στον χώρο της Δεξιάς: οι κεφαλές της ήταν ανέκαθεν μεταπρατικές, βουτηγμένες στην λογική της «μετακένωσης» μέχρι το μεδούλι, ενώ η τάλαινα «βάση» είχε στο μεγαλύτερο μέρος της ως πρότυπο όχι τον Ευρωπαίο ή τον καρδινάλιο Βησσαρίωνα, αλλά τον θεοείκελο Μακρυγιάννη, αυτόν τον «οπισθοδρομικό» όλον Λαό (που το ΚΚΕ τον εξωπέταξε από λαϊκό ήρωα μόλις δημοσιεύθηκαν τα τεκμήρια της εκκλησιαστικής του ευσέβειας). Και όλο ελπίζει ο λαός ότι θα κλείσει αυτό το αβυσσαλέο χάσμα λόγω των «καλών προθέσεων» της παραταξιακής κορυφής, αγνοώντας το προφανές: πως αυτές οι δομές δεν αναπαράγονται τυχαία, ούτε παύουν από μόνες τους. Το μεταπρατικό κράτος (κάποτε του «αγγλικού», «γαλλικού» και «ρωσικού» κόμματος) είναι ξένο απέναντι στον λαό, εχθρικό απέναντι στην «οπισθοδρομική» υπόστασή του, και ο λαός το αντιλαμβάνεται ως κατακτητή: ονομάζει τους φόρους του «χαράτσια», ευφραίνεται όταν καταφέρνει να το κλέψει δια της φοροδιαφυγής, αντιλαμβάνεται την διάβρωσή του με την διαφθορά περίπου ως ηρωικό κλεφταρματολίκι. Μισή ντροπή του λαού, μισή ντροπή του κράτους!
Κλείνοντας θα ήθελα να ευχαριστήσω ξανά από καρδιάς τον αγαπητό Akenaton που άνοιξε μια τέτοια συζήτηση, συνιστά πραγματικό δώρημα. Έναυσμα για να συζητήσουμε την αναγκαιότητα της πνευματικής μας Παλιγγενεσίας, που θυσιάστηκε εξαιρετικά πρόωρα κάτω από τις λόγχες της βαυαρικής αντιβασιλείας. Αυτές οι συζητήσεις, συγκρούσεις και ζυμώσεις είναι που δομούν ιδεολογικά πολιτική Παράταξη, κατ’ αρχήν πάντα και με το ιστορικό τους βάθος, και όχι τα φληναφήματα που διατυπώνονται από τις κομματικές κυψέλες ακριβώς για να παρακαμφθεί στα γρήγορα το ερώτημα της ιδεολογίας. Αρκετά με τις παρακάμψεις!
Όμως, προσοχή: το διαρκές πνευματικό μας Μνημόνιο δεν αίρεται με εξορκισμούς και φοβέρες, αλλά μόνο με πρωτογενές πνευματικό πλεόνασμα…
Σωτήρης Μητραλέξης
http://www.antinews.gr
Παίρνω το...
συγκεκριμένο άρθρο απλώς σαν αφορμή: εκεί εκφράζεται η διαπίστωση ότι όλοι οι λοιποί προσδιορισμοί της ευρύτερης παράταξης δεξιότερα του κέντρου καταλήγουν σε αδιέξοδο, και «μένει λοιπόν ο Φιλελευθερισμός». Δεν εντοπίζεται κανένα άλλο νοηματικό περιεχόμενο στον «συντηρητισμό» ως πολιτική ιδεολογία πλην της διατήρησης (συντήρησης) της ενδημούσας σήψης.
Ερώτηση πρώτη: συντηρητισμός είναι το να συντηρήσεις την κατάσταση της σημερινής Ελλάδας, ή να την αλλάξεις εντελώς; Εξ όσων γνωρίζω, οι «συντηρητικές» αξίες, οι αξίες που προτάσσει κατά προτεραιότητα ο «συντηρητισμός», είναι η αξιοσύνη και αξιοκρατία, η εργατικότητα, η παράδοση-παραδεδομένη πείρα αιώνων, η αξιοπρέπεια, η αξιοπρεπής αυτάρκεια, η φιλοτιμία. Δεν είναι η διατήρηση της υπάρχουσας κατάστασης. (Φυσικά, η Αριστερά δεν τις… αρνείται αυτές τις αξίες! Το ερώτημα όμως έγκειται στην ιεράρχηση των προτεραιοτήτων, και η Αριστερά προτάσσει πρωτίστως άλλες: την κοινωνική δικαιοσύνη, την «πάλη των τάξεων» κλπ.) Το λοιπόν, οι «συντηρητικές» αυτές αξίες είναι ό,τι ενδημεί στον σημερινό ελλαδικό δημόσιο βίο και χρήζει συντηρήσεως, ή ό,τι λείπει απελπιστικά και το χρειαζόμαστε επειγόντως; Προς τί η απόρριψη της «συντηρητικής» παράταξης λοιπόν; Πού αλλού στον κόσμο φοβάται αυτή η παράταξη να αυτοαποκληθεί «συντηρητική»;
Ερώτηση δεύτερη: εκθέτει ο ευφυέστατος αρθρογράφος με την γόνιμη πένα του κάποιους τίτλους ιδεολογιών για να τους απορρίψει στην συνέχεια, και καταλήγει πως «μένει λοιπόν ο Φιλελευθερισμός». Μα γιατί το «μενού» των ιδεολογιών μας το σερβίρουν κάποιοι άλλοι, οπότε εμείς απλώς διαλέγουμε από τον μπουφέ τους και ενίοτε δια της εις άτοπον απαγωγής καταλήγουμε στο «τελευταίο» που «μένει»; Γιατί δεν μπορούμε να διατυπώσουμε μόνοι μας τον ιθαγενή ιδεολογικοπολιτικό καημό μας, τί παραπάνω έχουν αυτοί από τους οποίους εισάγουμε ιδεολογίες από δεύτερο χέρι και τον διατυπώνουν-εξάγουν; Γιατί αυτοκαταδικαζόμαστε εκ προοιμίου στον μιμητισμό, διαλέγοντας από ιδεολογίες που άλλοι έθεσαν πριν από εμάς για εμάς;
Μη φοβάστε το φάντασμα της εσωστρέφειας: με όση τόλμη κι αν αυτοπροσδιοριστεί κάποιος ιδεολογικά, με όση παρρησία κι αν εκφράσει το όραμά του, πάλι εντάσσεται σε δεδομένο τόπο της τρέχουσας πολιτικής γεωγραφίας και διαλέγεται ευχερώς με όλους τους άλλους. Ίσως μάλιστα ευχερέστερα, διότι γνωρίζει καλύτερα ποιός είναι, πού πατά και τί επιζητεί. Απλώς, όχι με ιδεολογικά ρούχα Prêt-à-Porter, αλλά με τον προσωπικό ράφτη της ζείδωρης ιδεολογικής ετερότητάς του… (Παρεμπιπτόντως, αυτή δεν υποκαθίσταται με «μεταποιήσεις» και «μπαλώματα» στα έτοιμα ρούχα).
Ερώτηση τρίτη: ο εγκαινιάσας τον γόνιμο διάλογο αρθρογράφος ορίζει τον φιλελευθερισμό ως «ένα σύστημα που είναι κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του Ελληνισμού». Θεμέλιο και ιδρυτική αρχή του φιλελευθερισμού, αν δεν κάνω λάθος, είναι η παντοκρατορία του φυσικού ατόμου, της «ελευθερίας» του δια των «δικαιωμάτων» του. Η περιορισμένη, ίσως επιφανειακή και σίγουρα απλώς αφετηριακή προσπάθειά μου για την μελέτη της διαχρονίας του ελληνικού τρόπου, της ελληνικής πολιτισμικής ιδιαιτερότητας (εκτός κι αν «δεν υπάρχει κάτι τέτοιο», οπότε πάει αλλού το πράγμα) μου προσπορίζει την αίσθηση ότι ο ελληνισμός στέκεται ακριβώς στους αντίποδες αυτής της κοσμοθεωρίας (και μαρτυρεί ότι η ελευθερία εντοπίζεται στην σχέση, πολιτικά στην κοινότητα-σύναξη που φανερώνει τον στόχο της συνύπαρξης, η οποία δεν είναι απλώς «χρηστική» είτε πρόκειται για την αρχαιοελληνική Εκκλησία του Δήμου είτε για το κέντρο της μετέπειτα πολιτικής συνύπαρξης, την Εκκλησία των πιστών). Είναι ελληνικός ο φιλελευθερισμός; Συγκρινόμενος στανικά με κάποια «αντίθετη ιδεολογία», π.χ. τον σοσιαλισμό ή τον κρατισμό γενικότερα, ίσως· μα ποιός έθεσε κατ’ αρχήν αυτές τις συγκρίσεις; Ο φιλελευθερισμός γεννήθηκε σε κοινωνίες με τελείως διαφορετική κοινωνική εμπειρία και ριζικά άλλους ιστορικούς εθισμούς. Στην Ελλάδα εμφανίζεται μόνον ως εισαγόμενο προϊόν. Πόθεν προκύπτει το ότι «ως λαός δώσαμε τις αρχικές ιδέες και τα επιχειρήματα αυτών των ιδεολογικών ρευμάτων»; Επειδή οι αλλαχού εμπνευστές τους αρέσκονται να εντοπίζουν τις ρίζες των ιδεών τους στους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους (στους οποίους έχουν αποδοθεί οι πιο αντιφατικές μεταξύ τους ιδέες ανά τους αιώνες), παίρνοντας τη σκιά τους για το μπόϊ τους; Καλά κάνουν και το πιστεύουν, με γειά τους με χαρά τους, αλλά εμείς γιατί οφείλουμε να το δεχθούμε και να το αναπαραγάγουμε;
Το αν η αναγκαστική αυτοτοποθέτηση ως προς τις διεθνείς αγοραίες ιδεολογίες μας εξωθεί ενίοτε να αυτοπροσδιοριστούμε, εν όλω ή εν μέρει, ως «φιλελεύθεροι», αυτό είναι άλλη ιστορία, άλλοτε τέκνο της ανάγκης και άλλοτε της οργής. Άλλο όμως αυτό και άλλο το να εντοπίσουμε στο ολότελα ξένο φόρεμα το πραγματικό μας πρόσωπο!
Όσον αφορά στην σύγκριση αλλά και σύγκρουση συντηρητισμού-φιλελευθερισμού, δεν έχουμε παρά να αντιπαραθέσουμε τα σημεία όπου αυτοί συγκρούονται για να διαπιστώσουμε ότι η παράταξη δεξιώτερα του κέντρου είναι κυρίως και πρωτίστως συντηρητική στην βάση της, με την απλή ανοχή πινελιάς φιλελευθερισμού. Παραδείγματος χάριν: γάμοι ομοφυλοφίλων, ναι ή όχι; Πλήρης και άτεγκτος χωρισμός Εκκλησίας-Κράτους τύπου Γαλλίας, ναι ή όχι; Διάπλαση (συγκεκριμένου) ήθους με πρότυπα συγκεκριμένους ήρωες και μάρτυρες στην δημόσια παιδεία, ναι ή όχι; Και λοιπά και λοιπά. Με βάση τα παραπάνω, είναι ή δεν είναι η περίφημη «βάση» σαφώς συντηρητική και σαφώς όχι φιλελεύθερη; Μη γίνουμε σαν την Σοβιετική Ένωση, όπου όταν το πολιτ-μπιρό διαφωνούσε με τον λαό… αλλάζαμε λαό!
Ερώτηση τέταρτη: Διαφωτισμός. Κοσμοϊστορικής σημασίας απάντηση στις ιστορικές ανάγκες και στα πνευματικά και ιστορικά αιτήματα άλλων λαών και άλλων εποχών, σε άλλους τόπους. Έκτοτε οι λαοί που τόσο ωφελήθηκαν από αυτήν την επανάσταση των συνειδήσεων την αφομοίωσαν, γεύτηκαν τα θετικά της και βίωσαν τα όριά της, προχώρησαν, προόδευσαν, στάθηκαν κριτικά, απέρριψαν, ξαναδημιούργησαν, πάνε για άλλα. Έχουν περάσει και κάμποσοι αιώνες. Κανείς σήμερα στην Ευρώπη δεν προτάσσει τον «Διαφωτισμό» ως σύγχρονο ζητούμενο – πώς θα μπορούσε άλλωστε, αφού ακόμα και η διαπίστωση των ορίων του και των αδιεξόδων του έχει αναλυθεί μέχρι κορεσμού και έχουμε όλοι προχωρήσει παραπέρα. Το μεγάλο εθνικό όραμα για την Ελλάδα του 2013 θα είναι να ζήσουμε τον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό που δεν ζήσαμε όσο θα έπρεπε; Live your Enlightenment in Greece? Μα αυτό δεν προτάθηκε ως εθνικό όραμα από τον Σημίτη, τρόπον τινά; (Πέρα από τον Βενιζέλο πιο πριν, και τον Τρικούπη πιο πριν, και… και… και…) Το είδαμε αυτό το έργο, τον ζήσαμε τον «εκσυγχρονισμό»!
Όσον αφορά στον Κοραή, τον μη περιγραφέντα μα ευστόχως εικονισθέντα στο άρθρο:
Ο Αδαμάντιος Κοραής προσέφερε εν τέλει με το έργο του πολλά στην Επανάσταση (για την οποία τήρησε αρνητική στάση) και στο μετέπειτα ελεύθερο ελληνικό κράτος (στο οποίο δεν είχε πατήσει ποτέ ούτε προ απελευθερώσεως ούτε κατόπιν, παρά μόνο ως οστά), δεν τίθεται θέμα. Δεν νοιώθουμε την ανάγκη να του αποδώσουμε τον τίτλο που του απέδωσε ο μέγιστος Steven Runciman, αυτόν του «κακού δαίμονα του Ελληνισμού», ούτε όμως μπορούμε να μεταβούμε στο αντίθετο άκρο της ηρωοποίησής του και της ανάδειξής του σε πρότυπο, πόσω δε μάλλον στην ανάδειξή του ως ενός εκ των σημαντικώτερων λογίων του γένους, κάτι που επιχειρεί συστηματικά το μεταπρατικό ελλαδικό κράτος ως κρατική ιδεολογία (οσονούπω και πάλι, με την ονομασία του επερχομένου ομοσπονδιακού υπερ-πανεπιστημίου των Αθηνών). Αλλά πώς να το κάνουμε, ο άνθρωπος είχε συγκεκριμένη αντίληψη για τον Ελληνισμό και αυτή ήταν η αποθέωση του μιμητισμού και του μεταπρατισμού, η «Μετακένωση». Δηλαδή, η μίμηση ως εθνικός στόχος: πραγματικοί συνεχιστές των αρχαίων Ελλήνων είναι οι δυτικοευρωπαίοι, εμείς εκβαρβαριστήκαμε, άρα για να γίνουμε πραγματικοί Έλληνες πρέπει να μιμηθούμε όσο το δυνατόν πληρέστερα τους Ευρωπαίους. Όσο περισσότερο τους μιμούμαστε, τόσο περισσότερο Έλληνες γινόμαστε. Για το ζήτημα υφίσταται εκτενέστατη βιβλιογραφία που δεν διαγράφεται με μια μονοκοντυλιά.
Το δε πολιτικό «παράδειγμα» που προτείνει το σάρκωσε άλλωστε και ο ίδιος: μετά την απελευθέρωση πολέμησε λυσσαλέα (και ψευδωνύμως!) τον κυβερνήτη Καποδίστρια, ενώ με έναυσμα την δολοφονία αυτού του «απεχθούς προβλήματος» η ιδεολογική μειονότητα των κοραϊστών (μετά τον θάνατο του ίδιου του Κοραή) στελέχωσε, πρεσβείαις των πανευτυχών Βαυαρών και ινδαλμάτων τους, σχεδόν ολόκληρο τον κρατικό μηχανισμό, συνεχίζοντας αδιαπτώτως την αναπαραγωγή της, ως πλειοψηφίας πλέον. Ο κοραϊσμός είναι ιδεολογία που διαπερνά στον πυρήνα της σχεδόν κάθε κυρίαρχη ιδεολογία του νεοελληνικού κράτους και βασίζεται στις εξής αξιωματικές παραδοχές του ίδιου του Κοραή, είτε αυτές εκφράζονται ρητώς από τους συνεχιστές είτε υπορρήτως. Τις διατυπώνω με παιγνιώδη υπεραπλούστευση με εμπρηστικές διαθέσεις για την συζήτηση που ελπίζω να ακολουθήσει:
(α) η Δύση είναι πάντοτε πρώτη και για την ακρίβεια πιο ελληνική από εμάς, άρα εμάς μας πρέπει μόνο η μίμηση μήπως και καταφέρουμε να προσεγγίσουμε κάπως το πρωτότυπο. Τα πεφωτισμένα και λελαμπρυσμένα της Εσπερίας έθνη, τόσο κοντά κι όμως τόσο μακριά στην δική μας ιλαροτραγική οθωμανική βαρβαρότητα. Το απόλυτο ιδανικό είναι ένας εκδυτικισμός τον οποίο πάντα κυνηγάμε και ποτέ δεν φτάνουμε. Τρέχα μικρούλη!
(β) Ακόμα και η εισβολή και κατοχή –έστω απλώς πολιτισμική- από αυτά τα ανώτερα όντα της δυτικής Ευρώπης είναι ευκταία, είναι ευλογία από την οποία θα ωφεληθούμε (το γράφει ξεκάθαρα για τους Γάλλους αυτό, «δεν αντέχουν να βλέπουν την δυστυχία» οπότε… καταλαμβάνουν). Πρόκειται για απελευθέρωση που θα μας ξανακάνει πραγματικούς Έλληνες, σαν τους αρχαίους, δηλαδή δυτικοευρωπαίους. Η επιβολή των τρόπων και των εθισμών των δυτικοευρωπαίων επί του εθνικού μας σώματος συνιστά θεραπεία της αηδιαστικής αρρώστιας μας, της αρρώστιας μας να είμαστε αυτοί που δυστυχώς είμαστε.
(γ) Οποιαδήποτε άλλη αντίληψη φανερώνει το πόσο οπισθοδρομικοί, καθυστερημένοι και αξιοθρήνητοι είμαστε: έχουμε το Φως δίπλα μας, στην Δύση, και αντί να το κυνηγάμε το χλευάζουμε. Θα έπρεπε να ντρεπόμαστε που υπάρχουμε, ο μόνος λόγος για να αναπνέουμε είναι αφ’ ενός το ότι κάποτε περπάτησαν στα ίδια μέρη οι ένδοξοι αρχαίοι μας πρόγονοι, και αφ’ ετέρου ότι έχουμε την ευλογία να είμαστε κοντά στους μόνους και άξιους συνεχιστές τους, τους δυτικοευρωπαίους. Η σωτηρία βρίσκεται στη μίμηση. Για τον Κοραή, ακόμα και το καμπαναριό του χωριού ήταν «καθυστερημένο» μπροστά στο προοδευτικό ρολόϊ του ευρωπαϊκού χωριού. Κοίτα, είναι και χρήσιμο!
Από τον Στέλιο Ράμφο μέχρι τον Νίκο Δήμου, από τα κρατικά σχολικά βιβλία μέχρι τις αιρετικές πολιτικές φωνές αμφισβήτησης, από το εκσυγχρονιστικό σημιτιστάν μέχρι την φωτισμένη αστική δεξιά, από το επερχόμενο ομοσπονδιακό υπερ-πανεπιστήμιο μέχρι τον βλαχοδήμαρχο μεταξύ ρετσινών και μέχρι τους ιδεολόγους της φωτισμένης Αριστεράς, αυτές οι αντιλήψεις εντοπίζονται παντού και καρμπόν. Είμαστε που είμαστε καθυστερημένοι, οπισθοδρομικοί, αξιοθρήνητοι που δεν μιμηθήκαμε όταν έπρεπε, ας μιμηθούμε τουλάχιστον τώρα, έστω και με μερικούς αιώνες καθυστέρηση.
Η Αριστερά στην θεωρία και ιδεολογία της ήταν ούτως ή άλλως ανέκαθεν μεταπρατική και ετερόφωτη: σαφή πράγματα, ‘ξηγημένα, χωρίς περιθώρια παρεξηγήσεων. Η πραγματική τραγωδία συντελείται αενάως στον χώρο της Δεξιάς: οι κεφαλές της ήταν ανέκαθεν μεταπρατικές, βουτηγμένες στην λογική της «μετακένωσης» μέχρι το μεδούλι, ενώ η τάλαινα «βάση» είχε στο μεγαλύτερο μέρος της ως πρότυπο όχι τον Ευρωπαίο ή τον καρδινάλιο Βησσαρίωνα, αλλά τον θεοείκελο Μακρυγιάννη, αυτόν τον «οπισθοδρομικό» όλον Λαό (που το ΚΚΕ τον εξωπέταξε από λαϊκό ήρωα μόλις δημοσιεύθηκαν τα τεκμήρια της εκκλησιαστικής του ευσέβειας). Και όλο ελπίζει ο λαός ότι θα κλείσει αυτό το αβυσσαλέο χάσμα λόγω των «καλών προθέσεων» της παραταξιακής κορυφής, αγνοώντας το προφανές: πως αυτές οι δομές δεν αναπαράγονται τυχαία, ούτε παύουν από μόνες τους. Το μεταπρατικό κράτος (κάποτε του «αγγλικού», «γαλλικού» και «ρωσικού» κόμματος) είναι ξένο απέναντι στον λαό, εχθρικό απέναντι στην «οπισθοδρομική» υπόστασή του, και ο λαός το αντιλαμβάνεται ως κατακτητή: ονομάζει τους φόρους του «χαράτσια», ευφραίνεται όταν καταφέρνει να το κλέψει δια της φοροδιαφυγής, αντιλαμβάνεται την διάβρωσή του με την διαφθορά περίπου ως ηρωικό κλεφταρματολίκι. Μισή ντροπή του λαού, μισή ντροπή του κράτους!
Κλείνοντας θα ήθελα να ευχαριστήσω ξανά από καρδιάς τον αγαπητό Akenaton που άνοιξε μια τέτοια συζήτηση, συνιστά πραγματικό δώρημα. Έναυσμα για να συζητήσουμε την αναγκαιότητα της πνευματικής μας Παλιγγενεσίας, που θυσιάστηκε εξαιρετικά πρόωρα κάτω από τις λόγχες της βαυαρικής αντιβασιλείας. Αυτές οι συζητήσεις, συγκρούσεις και ζυμώσεις είναι που δομούν ιδεολογικά πολιτική Παράταξη, κατ’ αρχήν πάντα και με το ιστορικό τους βάθος, και όχι τα φληναφήματα που διατυπώνονται από τις κομματικές κυψέλες ακριβώς για να παρακαμφθεί στα γρήγορα το ερώτημα της ιδεολογίας. Αρκετά με τις παρακάμψεις!
Όμως, προσοχή: το διαρκές πνευματικό μας Μνημόνιο δεν αίρεται με εξορκισμούς και φοβέρες, αλλά μόνο με πρωτογενές πνευματικό πλεόνασμα…
Σωτήρης Μητραλέξης
http://www.antinews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου