Σε ένα κομβικό σημείο που βρέθηκαν πολλοί προκάτοχοί του στο πρόσφατο παρελθόν, οι οποίοι ωστόσο δεν κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν μια τόσο μεγάλη και τόσο πολύπλευρη κρίση, είναι σήμερα ο πρωθυπουργός.
Ο Α. Σαμαράς καλείται να ... αποφασίσει στην πράξη πλέον εάν θα προχωρήσει μπροστά αγνοώντας το πολιτικό κόστος ή να κάνει πίσω, χάνοντας όμως (σήμερα) πολύ περισσότερα από μία ακόμη ευκαιρία για τη χώρα.
Ο ίδιος, ο οποίος γνωρίζει ότι η πορεία της χώρας θα κριθεί πλέον όχι από τα δημοσιονομικά μέτρα (καθώς άλλωστε και στο Μέγαρο Μαξίμου συμφωνούν ότι δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια για μια περιοριστική πολιτική), αλλά από την ταχύτητα και την αποτελεσματικότητα στην προώθηση των διαρθρωτικών αλλαγών, τις αποκρατικοποιήσεις και τον εκσυγχρονισμό του Δημοσίου, δηλώνει αποφασισμένος να προχωρήσει σε ρήξεις και τομές. «Δεν με απασχολεί το πολιτικό κόστος. Θα προχωρήσω και ας πέσω» ήταν μια φράση που χρησιμοποιούσε ο ίδιος στην εκκίνηση αυτής της προσπάθειας. Προφανώς, ο πρωθυπουργός θυμάται τη χαμένη ευκαιρία του κ. Κ. Σημίτη στο ασφαλιστικό το 2001, όταν η κυβέρνησή του έκανε πίσω μετά τις αντιδράσεις των συνδικαλιστικών ηγεσιών. Ή ακόμη και τη χαμένη ευκαιρία του κ. Καραμανλή για την επανίδρυση του κράτους, το 2004. Θυμάται ακόμη τη σημαντική καθυστέρηση που επέδειξε στη λήψη κρίσιμων αποφάσεων ο Γ. Παπανδρέου το 2010.
Εμπειροι πολιτικοί, που δεν είναι σήμερα στο Κοινοβούλιο, σημειώνουν -κάνοντας και αυτοκριτική- ότι εάν το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του (ηγεσίες, βουλευτές, κόμματα, συνδικαλιστές) είχε δείξει γενναιότητα και τόλμη και δεν νοιαζόταν μόνο για την εδραίωση της κυριαρχίας του, τώρα η κατάσταση στην Ελλάδα θα ήταν σαφώς καλύτερη.
Η συμμαχία
Με βάση αυτή την παραδοχή, την οποία και ο ίδιος ο πρωθυπουργός κάνει, η πολιτική των διαρθρωτικών αλλαγών, που δυστυχώς έχει αποφασιστεί μετά την πίεση της τρόικας, αποτελεί μονόδρομο. Αυτή την πεποίθηση εκφράζουν ο κ. Σαμαράς και οι στενοί του συνεργάτες που ζουν καθημερινά την πίεση για αλλαγές και μεταρρυθμίσεις. Το ερώτημα ωστόσο είναι το εάν το πολιτικό σύστημα και πιο συγκεκριμένα τα τρία κόμματα που στηρίζουν την κυβέρνηση και το πολιτικό τους προσωπικό είναι έτοιμα να ακολουθήσουν αυτόν τον ανηφορικό δρόμο. Η απάντηση δίδεται από τα ίδια τα γεγονότα των τελευταίων εβδομάδων. Το «λόμπι της συντήρησης» είναι εδώ και δίνει την τελευταία (;) μάχη χαρακωμάτων με στόχο να μην αλλάξει τίποτα. Το «λόμπι» αυτό αποτελείται:
Από βουλευτές που ενδιαφέρονται μόνο για την ικανοποίηση των αιτημάτων της εκλογικής τους πελατείας, θεωρώντας ότι αυτό θα τους εξασφαλίσει την επανεκλογή τους.
Από στελέχη κομμάτων που λειτουργούν περισσότερο σαν εκπρόσωποι συμφερόντων που πιέζουν για να επιβάλλουν αποφάσεις σε κρίσιμα ζητήματα, όπως είναι οι αποκρατικοποίησεις ή οι επενδύσεις από το εξωτερικό και λιγότερο ως εκπρόσωποι του λαού.
Από πρόσωπα που εκτιμούν ότι η εξυπηρέτηση των προσωπικών τους πολιτικών φιλοδοξιών «περνά» μέσα από την αποτυχία της τρικομματικής κυβέρνησης.
Από στελέχη που δεν έχουν ακόμη αντιληφθεί ότι η Ελλάδα πέρασε βίαια, δυστυχώς, σε μια άλλη εποχή όπου δεν χωρά η μικροπολιτική και πολύ δε περισσότερο δεν χωρά το «ναι» σε όλα.
Τα πρώτα δείγματα είναι ήδη ορατά. Δεν πέρασε πολύς καιρός από την ήμερα που ο Γ. Στουρνάρας κατήγγειλε δημόσια ότι δέχεται πιέσεις από βουλευτές όλων των κομμάτων, από εκπροσώπους της τοπικής αυτοδιοίκησης ή ακόμη και από την Εκκλησία προκειμένου να αλλάξει τον «χάρτη» των συγχωνεύσεων - καταργήσεων εφοριών. Ουσιαστικά το αίτημα εκείνων που ασκούσαν την πίεση είναι να προχωρήσει μεν η μεταρρύθμιση, αλλά όχι στη δική τους περιφέρεια! Ο υπουργός Οικονομικών όμως γίνεται στόχος και από τη δεύτερη ομάδα που αποτελεί μέρος του «λόμπι της συντήρησης». Από εκείνους που επιχειρούν να αποδημήσουν το πολιτικό του προφίλ, επειδή αδυνατούν να επιβάλουν αποφάσεις σε κρίσιμα ζητηματα, όπως είναι οι αποκρατικοποιήσεις.
Γύρω από τις κρατικές εταιρείες, «φιλέτα» κυρίως, έχει ξεκινήσει το τελευταίο διάστημα ένα μεγάλο «παιχνίδι». Σε αυτήν τη μάχη χρησιμοποιούνται όλα τα «όπλα». Ακόμη και η πολιτική κριτική προς εκείνον που ουσιαστικά θα κληθεί να πάρει τις τελικές αποφάσεις ή να κάνει την τελική εισήγηση. Κάνεις δεν το παραδέχεται, κανείς ίσως δεν μπορεί (ακόμη) να το αποδείξει, αλλά πίσω από τις εντεινόμενες πολιτικές επιθέσεις κατά του υπουργού Οικονομικών κρύβονται συμφέροντα, ειδικά μάλιστα όταν βρίσκονται σε εξέλιξη διαγωνισμοί για την ιδιωτικοποίηση μεγάλων εταιρειών όπως είναι ο ΟΠΑΠ ή η ΔΕΠΑ και ο ΔΕΣΦΑ.
Δεν είναι όμως μόνον αυτά τα προβλήματα τα οποία θα κληθεί να αντιμετωπίσει ο πρωθυπουργός. Μέχρι τον Ιούνιο το αργότερο θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί το μεγαλύτερο (εάν όχι όλο) μέρος των διαρθρωτικών αλλαγών. Κάθε βήμα όμως που κάνει -έστω και καταμετρημένα- η κυβέρνηση συναντά τις αντιδράσεις των συγκεκριμένων ομάδων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το σχέδιο για τη συγχώνευση-κατάργηση σχολών ΑΕΙ και ΤΕΙ. Την επομένη των επίσημων ανακοινώσεων του Κων. Αρβανιτόπουλου ξεκίνησαν οι αντιδράσεις. Βουλευτές και από τα τρία κυβερνητικά κόμματα (καθώς το λόμπι της συντήρησης ήταν και είναι... υπερκομματικό) ξεκίνησαν δημόσια και παρασκηνιακά τις πιέσεις για αλλαγές. Βουλευτές δήλωσαν δημόσια την Παρασκευή ότι δεν είναι κατά της συγκεκριμένης μεταρρύθμισης, αλλά αυτό που ζητούν είναι να εξαιρεθεί ο δικός τους νομός!
Γαϊτανάκι αντιδράσεων
Αντίστοιχες θα είναι οι αντιδράσεις και στο σχέδιο συγχωνεύσεων των νοσοκομείων που ήδη έχει καθυστερήσει σημαντικά λόγω της αναβλητικότητας που επιδεικνύει ο υπουργός Υγείας Ανδρ. Λυκουρέντζος. Το βέβαιον είναι ότι δεν θα μπορεί επ' άπειρον να αποφεύγει αυτή τη διαδικασία, καθώς αποτελεί (και αυτή) δέσμευση της χώρας έναντι της τρόικας. Το πρόβλημα όμως για τον κ. Λυκουρέντζο (όπως και για τον υπουργό Παιδείας) θα προέλθει καταρχάς μέσα από το κόμμα τους, τη ΝΔ, και αμέσως μετά από τους συνδικαλιστές. Ο κ. Σαμαράς έδωσε τη δική του κατεύθυνση με το «δόγμα πυγμής» που ακολούθησε με τη συνεργασία του Κ. Χατζηδάκη και του Ν. Δένδια στο θέμα της απεργίας στο μετρό και αυτό θα συνεχίσει να κάνει, εφόσον συναντά εμπόδια στον δρόμο των μεταρρυθμίσεων.
Για να υλοποιηθεί όμως η πολιτική αυτή που έχει αποφασιστεί και ψηφιστεί από τη Βουλή θα πρέπει οι υπουργοί και οι βουλευτές να εκπέμπουν έναν ενιαίο πολιτικό λόγο. Μόνο έτσι θα μπορούσε να απομονωθεί το παλιό και να αντικατασταθεί από το καινούργιο, κάτι που μέχρι στιγμής δεν φαίνεται να συμβαίνει. Σε κάθε θέμα που ανακύπτει υπάρχουν αντιδράσεις, σε κάθε μεταρρύθμιση που προωθείται υπάρχουν εμπόδια που βάζει το ίδιο το πολιτικό σύστημα, με τη στήριξη των συνδικαλιστών αλλά και της αντιπολίτευσης που θεωρεί ότι κάθε πρόβλημα της κυβέρνησης είναι για την ίδια ένα σκαλοπάτι που τη φέρνει πιο κοντά στην εξουσία.
Ο πρωθυπουργός δείχνει να είναι έτοιμος να προχωρήσει. Το κρίσιμο θέμα όμως είναι η ταχύτητα. Ο ίδιος έχει θέσει ως όριο για τις πρώτες μεγάλες αποκρατικοποιήσεις τον προσεχή Μάρτιο και για την ολοκλήρωση των διαρθρωτικών αλλαγών τον Ιούνιο.
Αν δεν προλάβει να στείλει το ξεκάθαρο μήνυμα ότι η περίοδος στασιμότητας στην Ελλάδα έχει τελειώσει, τότε η κατάσταση για τη χώρα, τον ίδιο και την κυβέρνησή του θα είναι ακόμη πιο δύσκολη. Τότε η τρόικα θα μετρά τον χρόνο και θα απαιτεί την επιβολή νέων μέτρων, η κοινωνία θα έχει φτάσει στα όριά της και η αντιπολίτευση θα επιμένει να αναλάβει την εξουσία. Ολα αυτά μέσα σε ένα εκρηκτικό κλίμα που θα έχει δημιουργηθεί εξαιτίας της ανέχειας και της νέας αποτυχίας. Σε μια τέτοια περίπτωση χαμένο θα είναι και το πολιτικό σύστημα, όπως χαμένοι είναι ήδη οι πολιτικοί των προηγούμενων κυβερνήσεων που επέλεξαν τη στασιμότητα, θεωρώντας ότι αυτή θα τους εξασφάλιζε μία ακόμη κοινοβουλευτική θητεία.
Νέα ροτα
Η «ψήφος» της ΔΗΜΑΡ
Με θετικά σχόλια αναφέρθηκαν στελέχη της ΔΗΜΑΡ στη δημόσια τοποθέτηση του υπουργού Οικονομικών Γ. Στουρνάρα σχετικά με τη φορολόγηση των ακινήτων. Παρά το γεγονός ότι στο παρελθόν η Αγ. Κωνσταντίνου είχε εκφράσει τη δυσαρέσκειά της για τις διαρροές στον Τύπο από το οικονομικό επιτελείο σχετικά με το φορολογικό νομοσχέδιο, αυτήν τη φορά οι θέσεις του υπουργού Οικονομικών είχαν τη στήριξη κύκλων της ΔΗΜΑΡ.
Τα στελέχη της Αγ. Κωνσταντίνου σημείωναν ότι ο υπουργός Οικονομικών έπρεπε να μιλήσει δημόσια για να καταγραφεί η αλήθεια σχετικά με τη φορολόγηση των ακινήτων, καθώς υποστηρίζουν ότι ο Γ. Στουρνάρας «στοχοποιήθηκε» από κύκλους και συμφέροντα τα οποία έχουν στην κατοχή τους μεγάλη ακίνητη περιουσία.
Η φορολογητέα αξία των ακινήτων σε όλη την επικράτεια, αναφέρουν οι πηγές της ΔΗΜΑΡ, αγγίζει το 1 τρισ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένων αγροτεμαχίων και οικοπέδων, ενώ ο φόρος που θα επιβληθεί αντιστοιχεί στο 3%ο επί του συνόλου. Σημειώνουν επίσης ότι διευρύνεται η φορολογική βάση με αποτέλεσμα να μειώνεται η επιβάρυνση στους μικροϊδιοκτήτες, ενώ υπογραμμίζουν ότι αποτελεί δέσμευση της χώρας η απόδοση 3 δισ. ευρώ ετησίως από τη φορολόγηση των ακινήτων, σημείο που τόνισε και ο υπουργός Οικονομικών στη δημόσια τοποθέτησή του.
Υπάρχει η εκτίμηση από τα στελέχη της ΔΗΜΑΡ ότι από το 2014 ο ενιαίος φόρος ακινήτων θα κατανεμηθεί δικαιότερα, καθώς η καταρχήν συμφωνία για την επιλογή αφορολόγητου ποσού στην αξία του ακινήτου που θα φτάνει τις 50.000 ευρώ εκλαμβάνεται από την Αγ. Κωνσταντίνου ως επιτυχία των πιέσεων που άσκησε το κόμμα αλλά και επιβεβαίωση της πολιτικής του υπουργείου Οικονομικών έτσι όπως εκφράστηκε από τον Γ. Στουρνάρα στη δημόσια τοποθέτησή του.
Η ΔΗΜΑΡ θα επιδιώξει να υπάρξει υψηλότερη φορολογία για τους κατόχους μεγάλης ακίνητης περιουσίας με τη θεσμοθέτηση κλιμάκων φορολόγησης, κάτι που φαίνεται να βρίσκει σύμφωνη την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών. Η ΔΗΜΑΡ θα στηρίξει και στο μέλλον κυβερνητικές επιλογές που θα στοχεύουν στη φορολόγηση του πλούτου, χωρίς αυτό να αποκλείει την κατάθεση ενστάσεων και διαφωνιών σε επιμέρους ζητήματα.
ethnos.gr
Ο Α. Σαμαράς καλείται να ... αποφασίσει στην πράξη πλέον εάν θα προχωρήσει μπροστά αγνοώντας το πολιτικό κόστος ή να κάνει πίσω, χάνοντας όμως (σήμερα) πολύ περισσότερα από μία ακόμη ευκαιρία για τη χώρα.
Ο ίδιος, ο οποίος γνωρίζει ότι η πορεία της χώρας θα κριθεί πλέον όχι από τα δημοσιονομικά μέτρα (καθώς άλλωστε και στο Μέγαρο Μαξίμου συμφωνούν ότι δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια για μια περιοριστική πολιτική), αλλά από την ταχύτητα και την αποτελεσματικότητα στην προώθηση των διαρθρωτικών αλλαγών, τις αποκρατικοποιήσεις και τον εκσυγχρονισμό του Δημοσίου, δηλώνει αποφασισμένος να προχωρήσει σε ρήξεις και τομές. «Δεν με απασχολεί το πολιτικό κόστος. Θα προχωρήσω και ας πέσω» ήταν μια φράση που χρησιμοποιούσε ο ίδιος στην εκκίνηση αυτής της προσπάθειας. Προφανώς, ο πρωθυπουργός θυμάται τη χαμένη ευκαιρία του κ. Κ. Σημίτη στο ασφαλιστικό το 2001, όταν η κυβέρνησή του έκανε πίσω μετά τις αντιδράσεις των συνδικαλιστικών ηγεσιών. Ή ακόμη και τη χαμένη ευκαιρία του κ. Καραμανλή για την επανίδρυση του κράτους, το 2004. Θυμάται ακόμη τη σημαντική καθυστέρηση που επέδειξε στη λήψη κρίσιμων αποφάσεων ο Γ. Παπανδρέου το 2010.
Εμπειροι πολιτικοί, που δεν είναι σήμερα στο Κοινοβούλιο, σημειώνουν -κάνοντας και αυτοκριτική- ότι εάν το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του (ηγεσίες, βουλευτές, κόμματα, συνδικαλιστές) είχε δείξει γενναιότητα και τόλμη και δεν νοιαζόταν μόνο για την εδραίωση της κυριαρχίας του, τώρα η κατάσταση στην Ελλάδα θα ήταν σαφώς καλύτερη.
Η συμμαχία
Με βάση αυτή την παραδοχή, την οποία και ο ίδιος ο πρωθυπουργός κάνει, η πολιτική των διαρθρωτικών αλλαγών, που δυστυχώς έχει αποφασιστεί μετά την πίεση της τρόικας, αποτελεί μονόδρομο. Αυτή την πεποίθηση εκφράζουν ο κ. Σαμαράς και οι στενοί του συνεργάτες που ζουν καθημερινά την πίεση για αλλαγές και μεταρρυθμίσεις. Το ερώτημα ωστόσο είναι το εάν το πολιτικό σύστημα και πιο συγκεκριμένα τα τρία κόμματα που στηρίζουν την κυβέρνηση και το πολιτικό τους προσωπικό είναι έτοιμα να ακολουθήσουν αυτόν τον ανηφορικό δρόμο. Η απάντηση δίδεται από τα ίδια τα γεγονότα των τελευταίων εβδομάδων. Το «λόμπι της συντήρησης» είναι εδώ και δίνει την τελευταία (;) μάχη χαρακωμάτων με στόχο να μην αλλάξει τίποτα. Το «λόμπι» αυτό αποτελείται:
Από βουλευτές που ενδιαφέρονται μόνο για την ικανοποίηση των αιτημάτων της εκλογικής τους πελατείας, θεωρώντας ότι αυτό θα τους εξασφαλίσει την επανεκλογή τους.
Από στελέχη κομμάτων που λειτουργούν περισσότερο σαν εκπρόσωποι συμφερόντων που πιέζουν για να επιβάλλουν αποφάσεις σε κρίσιμα ζητήματα, όπως είναι οι αποκρατικοποίησεις ή οι επενδύσεις από το εξωτερικό και λιγότερο ως εκπρόσωποι του λαού.
Από πρόσωπα που εκτιμούν ότι η εξυπηρέτηση των προσωπικών τους πολιτικών φιλοδοξιών «περνά» μέσα από την αποτυχία της τρικομματικής κυβέρνησης.
Από στελέχη που δεν έχουν ακόμη αντιληφθεί ότι η Ελλάδα πέρασε βίαια, δυστυχώς, σε μια άλλη εποχή όπου δεν χωρά η μικροπολιτική και πολύ δε περισσότερο δεν χωρά το «ναι» σε όλα.
Τα πρώτα δείγματα είναι ήδη ορατά. Δεν πέρασε πολύς καιρός από την ήμερα που ο Γ. Στουρνάρας κατήγγειλε δημόσια ότι δέχεται πιέσεις από βουλευτές όλων των κομμάτων, από εκπροσώπους της τοπικής αυτοδιοίκησης ή ακόμη και από την Εκκλησία προκειμένου να αλλάξει τον «χάρτη» των συγχωνεύσεων - καταργήσεων εφοριών. Ουσιαστικά το αίτημα εκείνων που ασκούσαν την πίεση είναι να προχωρήσει μεν η μεταρρύθμιση, αλλά όχι στη δική τους περιφέρεια! Ο υπουργός Οικονομικών όμως γίνεται στόχος και από τη δεύτερη ομάδα που αποτελεί μέρος του «λόμπι της συντήρησης». Από εκείνους που επιχειρούν να αποδημήσουν το πολιτικό του προφίλ, επειδή αδυνατούν να επιβάλουν αποφάσεις σε κρίσιμα ζητηματα, όπως είναι οι αποκρατικοποιήσεις.
Γύρω από τις κρατικές εταιρείες, «φιλέτα» κυρίως, έχει ξεκινήσει το τελευταίο διάστημα ένα μεγάλο «παιχνίδι». Σε αυτήν τη μάχη χρησιμοποιούνται όλα τα «όπλα». Ακόμη και η πολιτική κριτική προς εκείνον που ουσιαστικά θα κληθεί να πάρει τις τελικές αποφάσεις ή να κάνει την τελική εισήγηση. Κάνεις δεν το παραδέχεται, κανείς ίσως δεν μπορεί (ακόμη) να το αποδείξει, αλλά πίσω από τις εντεινόμενες πολιτικές επιθέσεις κατά του υπουργού Οικονομικών κρύβονται συμφέροντα, ειδικά μάλιστα όταν βρίσκονται σε εξέλιξη διαγωνισμοί για την ιδιωτικοποίηση μεγάλων εταιρειών όπως είναι ο ΟΠΑΠ ή η ΔΕΠΑ και ο ΔΕΣΦΑ.
Δεν είναι όμως μόνον αυτά τα προβλήματα τα οποία θα κληθεί να αντιμετωπίσει ο πρωθυπουργός. Μέχρι τον Ιούνιο το αργότερο θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί το μεγαλύτερο (εάν όχι όλο) μέρος των διαρθρωτικών αλλαγών. Κάθε βήμα όμως που κάνει -έστω και καταμετρημένα- η κυβέρνηση συναντά τις αντιδράσεις των συγκεκριμένων ομάδων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το σχέδιο για τη συγχώνευση-κατάργηση σχολών ΑΕΙ και ΤΕΙ. Την επομένη των επίσημων ανακοινώσεων του Κων. Αρβανιτόπουλου ξεκίνησαν οι αντιδράσεις. Βουλευτές και από τα τρία κυβερνητικά κόμματα (καθώς το λόμπι της συντήρησης ήταν και είναι... υπερκομματικό) ξεκίνησαν δημόσια και παρασκηνιακά τις πιέσεις για αλλαγές. Βουλευτές δήλωσαν δημόσια την Παρασκευή ότι δεν είναι κατά της συγκεκριμένης μεταρρύθμισης, αλλά αυτό που ζητούν είναι να εξαιρεθεί ο δικός τους νομός!
Γαϊτανάκι αντιδράσεων
Αντίστοιχες θα είναι οι αντιδράσεις και στο σχέδιο συγχωνεύσεων των νοσοκομείων που ήδη έχει καθυστερήσει σημαντικά λόγω της αναβλητικότητας που επιδεικνύει ο υπουργός Υγείας Ανδρ. Λυκουρέντζος. Το βέβαιον είναι ότι δεν θα μπορεί επ' άπειρον να αποφεύγει αυτή τη διαδικασία, καθώς αποτελεί (και αυτή) δέσμευση της χώρας έναντι της τρόικας. Το πρόβλημα όμως για τον κ. Λυκουρέντζο (όπως και για τον υπουργό Παιδείας) θα προέλθει καταρχάς μέσα από το κόμμα τους, τη ΝΔ, και αμέσως μετά από τους συνδικαλιστές. Ο κ. Σαμαράς έδωσε τη δική του κατεύθυνση με το «δόγμα πυγμής» που ακολούθησε με τη συνεργασία του Κ. Χατζηδάκη και του Ν. Δένδια στο θέμα της απεργίας στο μετρό και αυτό θα συνεχίσει να κάνει, εφόσον συναντά εμπόδια στον δρόμο των μεταρρυθμίσεων.
Για να υλοποιηθεί όμως η πολιτική αυτή που έχει αποφασιστεί και ψηφιστεί από τη Βουλή θα πρέπει οι υπουργοί και οι βουλευτές να εκπέμπουν έναν ενιαίο πολιτικό λόγο. Μόνο έτσι θα μπορούσε να απομονωθεί το παλιό και να αντικατασταθεί από το καινούργιο, κάτι που μέχρι στιγμής δεν φαίνεται να συμβαίνει. Σε κάθε θέμα που ανακύπτει υπάρχουν αντιδράσεις, σε κάθε μεταρρύθμιση που προωθείται υπάρχουν εμπόδια που βάζει το ίδιο το πολιτικό σύστημα, με τη στήριξη των συνδικαλιστών αλλά και της αντιπολίτευσης που θεωρεί ότι κάθε πρόβλημα της κυβέρνησης είναι για την ίδια ένα σκαλοπάτι που τη φέρνει πιο κοντά στην εξουσία.
Ο πρωθυπουργός δείχνει να είναι έτοιμος να προχωρήσει. Το κρίσιμο θέμα όμως είναι η ταχύτητα. Ο ίδιος έχει θέσει ως όριο για τις πρώτες μεγάλες αποκρατικοποιήσεις τον προσεχή Μάρτιο και για την ολοκλήρωση των διαρθρωτικών αλλαγών τον Ιούνιο.
Αν δεν προλάβει να στείλει το ξεκάθαρο μήνυμα ότι η περίοδος στασιμότητας στην Ελλάδα έχει τελειώσει, τότε η κατάσταση για τη χώρα, τον ίδιο και την κυβέρνησή του θα είναι ακόμη πιο δύσκολη. Τότε η τρόικα θα μετρά τον χρόνο και θα απαιτεί την επιβολή νέων μέτρων, η κοινωνία θα έχει φτάσει στα όριά της και η αντιπολίτευση θα επιμένει να αναλάβει την εξουσία. Ολα αυτά μέσα σε ένα εκρηκτικό κλίμα που θα έχει δημιουργηθεί εξαιτίας της ανέχειας και της νέας αποτυχίας. Σε μια τέτοια περίπτωση χαμένο θα είναι και το πολιτικό σύστημα, όπως χαμένοι είναι ήδη οι πολιτικοί των προηγούμενων κυβερνήσεων που επέλεξαν τη στασιμότητα, θεωρώντας ότι αυτή θα τους εξασφάλιζε μία ακόμη κοινοβουλευτική θητεία.
Νέα ροτα
Η «ψήφος» της ΔΗΜΑΡ
Με θετικά σχόλια αναφέρθηκαν στελέχη της ΔΗΜΑΡ στη δημόσια τοποθέτηση του υπουργού Οικονομικών Γ. Στουρνάρα σχετικά με τη φορολόγηση των ακινήτων. Παρά το γεγονός ότι στο παρελθόν η Αγ. Κωνσταντίνου είχε εκφράσει τη δυσαρέσκειά της για τις διαρροές στον Τύπο από το οικονομικό επιτελείο σχετικά με το φορολογικό νομοσχέδιο, αυτήν τη φορά οι θέσεις του υπουργού Οικονομικών είχαν τη στήριξη κύκλων της ΔΗΜΑΡ.
Τα στελέχη της Αγ. Κωνσταντίνου σημείωναν ότι ο υπουργός Οικονομικών έπρεπε να μιλήσει δημόσια για να καταγραφεί η αλήθεια σχετικά με τη φορολόγηση των ακινήτων, καθώς υποστηρίζουν ότι ο Γ. Στουρνάρας «στοχοποιήθηκε» από κύκλους και συμφέροντα τα οποία έχουν στην κατοχή τους μεγάλη ακίνητη περιουσία.
Η φορολογητέα αξία των ακινήτων σε όλη την επικράτεια, αναφέρουν οι πηγές της ΔΗΜΑΡ, αγγίζει το 1 τρισ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένων αγροτεμαχίων και οικοπέδων, ενώ ο φόρος που θα επιβληθεί αντιστοιχεί στο 3%ο επί του συνόλου. Σημειώνουν επίσης ότι διευρύνεται η φορολογική βάση με αποτέλεσμα να μειώνεται η επιβάρυνση στους μικροϊδιοκτήτες, ενώ υπογραμμίζουν ότι αποτελεί δέσμευση της χώρας η απόδοση 3 δισ. ευρώ ετησίως από τη φορολόγηση των ακινήτων, σημείο που τόνισε και ο υπουργός Οικονομικών στη δημόσια τοποθέτησή του.
Υπάρχει η εκτίμηση από τα στελέχη της ΔΗΜΑΡ ότι από το 2014 ο ενιαίος φόρος ακινήτων θα κατανεμηθεί δικαιότερα, καθώς η καταρχήν συμφωνία για την επιλογή αφορολόγητου ποσού στην αξία του ακινήτου που θα φτάνει τις 50.000 ευρώ εκλαμβάνεται από την Αγ. Κωνσταντίνου ως επιτυχία των πιέσεων που άσκησε το κόμμα αλλά και επιβεβαίωση της πολιτικής του υπουργείου Οικονομικών έτσι όπως εκφράστηκε από τον Γ. Στουρνάρα στη δημόσια τοποθέτησή του.
Η ΔΗΜΑΡ θα επιδιώξει να υπάρξει υψηλότερη φορολογία για τους κατόχους μεγάλης ακίνητης περιουσίας με τη θεσμοθέτηση κλιμάκων φορολόγησης, κάτι που φαίνεται να βρίσκει σύμφωνη την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών. Η ΔΗΜΑΡ θα στηρίξει και στο μέλλον κυβερνητικές επιλογές που θα στοχεύουν στη φορολόγηση του πλούτου, χωρίς αυτό να αποκλείει την κατάθεση ενστάσεων και διαφωνιών σε επιμέρους ζητήματα.
ethnos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου