Ελενα Ακρίτα
Αυτή την εβδομάδα θα μου επιτρέψετε να παραχωρήσω τη θέση μου σε ένα εξαιρετικό κείμενο ενός άγνωστου - σε μένα - ατόμου (δεν γνωρίζω καν αν είναι άντρας ή γυναίκα) που ανακάλυψα σε... ένα μπλογκ, το vytio.wordpress.com. Μου έκανε τεράστια εντύπωση κι ένιωσα την ανάγκη να το μοιραστώ μαζί σας. Λόγω περιορισμένου χώρου, αναγκαστικά θα κάνω λίγες περικοπές που δεν αλλοιώνουν - πιστεύω - την ουσία του κειμένου. Δεν γράφω περισσότερα για να μην "τρώω" τον διαθέσιμο χώρο. Διαβάστε, σκεφτείτε, προβληματιστείτε:
«Θα σε πετύχω τυχαία στον δρόμο. Καλησπέρα, τι κάνεις; Ολα καλά; Σκατά, τα ίδια, αντέχουμε. Θα περπατήσουμε μαζί.
Δεν ήμουν φτιαγμένος για αυτό, θα πεις. Δεν ήμουν φτιαγμένος να έρθω εδώ, να περπατήσω αυτούς τους δρόμους, να κοιτάξω αυτά τα πρόσωπα, να ζήσω αυτές τις μέρες. Δεν ήμουν φτιαγμένος να φοβάμαι μέσα στο τρένο, να απελπίζομαι στις κεντρικές λεωφόρους, να ελίσσομαι ανάμεσα στα πτώματα, να αποφεύγω τα απλωμένα χέρια, να παρατηρώ τα παραιτημένα πόδια. Δεν ήμουν φτιαγμένος να ζήσω αυτά τα χρόνια, αυτές τις ουρές, αυτές τις αγωνίες, αυτές τις φτώχειες. Δεν ήμουν φτιαγμένος για αυτό, θα πεις και θα σκέφτεσαι τις φωτογραφίες κάποιων διακοπών. Τότε που ήμαστε όλοι είκοσι και τίποτα δεν μπορούσε να πάει στραβά. Τίποτα δεν έμπαινε ανάμεσα στον εαυτό και την επιθυμία. Θα πεις. Ημουν φτιαγμένος για εκείνη τη μακρινή παραλία με την παράταιρη καντίνα, τις παγωμένες μπίρες και την πίτα κάτω απ' το αρμυρίκι. Για αυτοσχέδιες συναυλίες, μυστήριες γυναίκες, σπιτικά ποτά, αγέραστα καφενεία και νυχτερινές μπάρες.
Οι ώμοι μου ήταν φτιαγμένοι για ένα σακίδιο που θα ξυπνούσε στη μία μεριά του κόσμου και θα κοιμόταν στην άλλη. Το στόμα μου ήταν φτιαγμένο για να γελάει με φριχτά ανέκδοτα και να πίνει (άλλο) ένα τελευταίο κονιάκ και να φιλάει εξωτικούς λαιμούς, ξαπλωμένα χέρια και σεντονένια πόδια. Hμουν φτιαγμένος να γνωρίσω τη δυστυχία του κόσμου ως μυθιστόρημα, κακιά ανάμνηση, μελαγχολική ταινία και δυσπρόφερτο πετίσιον. Τώρα κάνω βόλτες σε έρημους δρόμους, πνιγμένους απ' τα εκατοντάδες ενοικιάζεται. Γράμματα στοιβάζονται σε εισόδους, ζητιάνοι και πρεζάκια στοιβάζονται σε πεζοδρόμια, άνεργοι στοιβάζονται σε βιογραφικά, μετανάστες στοιβάζονται σε στρατόπεδα.
Δεν ήμαστε φτιαγμένοι για να βαδίζουμε ατρόμητοι καταπάνω σε όλα τα ζόρια - λογαριασμοί, απολύσεις, ερημιές, μπάτσοι, φασίστες, βιβλιάρια υγείας. Εμείς υπολογίζαμε ότι θα κλαίγαμε μόνο από έρωτα ή εθιμοτυπικά, σε μεγάλες αθλητικές νίκες και επετείους. Αντε πότε πότε κι ένας θάνατος. Εμείς υπολογίζαμε ότι θα διαβάζαμε τους θεωρητικούς για λόγους κουλτούρας. Δεν περιμέναμε ότι πρέπει να βγάλουμε φωτιά απ' τις λέξεις, ότι πρέπει να περπατήσουμε ξανά μαζί σε χαμένες απεργίες, ότι πρέπει να ηττηθούμε όπως οι άλλοι, αυτοί που κάποτε θαυμάζαμε. Δεν περιμέναμε ότι η ζωή θα μας ζητήσει τον λόγο. Ισως κάναμε λάθος, ίσως ήμαστε αφελείς, ίσως συνοψίσαμε το όνειρο σε ό,τι χωρούσε στην αγοραστική μας δύναμη.
Δεν ήμαστε φτιαγμένοι για αυτό, θα σου πω.
Υστερα, θα κοιτάξουμε τριγύρω, τους δρόμους που περπατήσαμε. Καραγεώργη Σερβίας, Αιόλου, την Αθηνάς απ' την Ομόνοια ώς την Πλάκα. Περιφερόμενοι μετανάστες, μικρομάγαζα, βιοτεχνίες, παπατζήδες, ξεχασμένες κόκκινες σημαίες, πρεζάκια στην Κλαυθμώνος, στένσιλ "welcome to the dark side", δυο-τρία μπαράκια που κάποτε παραήπιες. Δεκέμβριος 2008 καθισμένος στην άσφαλτο… Δίπλα σου περνάει ένας και στο πλακάτ η Κούνεβα, την άλλη την πιάνουν ξαφνικά τα κλάματα… Βόλτες στη Σωκράτους, οι μαύρες σού μαυρίζουν την ψυχή, ένοχος γιατί μόλις βγήκες από το πάλαι ποτέ Σόουλ, πεταχτά φιλιά, μια γριά με αίματα και μάσκα σε κάποια διαδήλωση, μια ρακή στο Γιλμάζ στα Εξάρχεια, τα σουβλάκια των Κούρδων στην Κάνιγγος, ένας Πακιστανός που σου λέει "ευχαριστώ" σαν τρελός για ένα δίευρο. Κοιτάξαμε την πόλη μας, τους δρόμους που περπατήσαμε. Θα γυρίσεις με έναν θυμό, όλο χαμόγελο, και το τσιγάρο στο στόμα και θα μου πεις, μη φοβάσαι ρε. Από δω και πέρα δεν είμαστε φτιαγμένοι για να μας παγώνει ο φόβος. Από δω και πέρα είμαστε φτιαγμένοι για να ζήσουμε».
ΤΑΝΕΑ
Αυτή την εβδομάδα θα μου επιτρέψετε να παραχωρήσω τη θέση μου σε ένα εξαιρετικό κείμενο ενός άγνωστου - σε μένα - ατόμου (δεν γνωρίζω καν αν είναι άντρας ή γυναίκα) που ανακάλυψα σε... ένα μπλογκ, το vytio.wordpress.com. Μου έκανε τεράστια εντύπωση κι ένιωσα την ανάγκη να το μοιραστώ μαζί σας. Λόγω περιορισμένου χώρου, αναγκαστικά θα κάνω λίγες περικοπές που δεν αλλοιώνουν - πιστεύω - την ουσία του κειμένου. Δεν γράφω περισσότερα για να μην "τρώω" τον διαθέσιμο χώρο. Διαβάστε, σκεφτείτε, προβληματιστείτε:
«Θα σε πετύχω τυχαία στον δρόμο. Καλησπέρα, τι κάνεις; Ολα καλά; Σκατά, τα ίδια, αντέχουμε. Θα περπατήσουμε μαζί.
Δεν ήμουν φτιαγμένος για αυτό, θα πεις. Δεν ήμουν φτιαγμένος να έρθω εδώ, να περπατήσω αυτούς τους δρόμους, να κοιτάξω αυτά τα πρόσωπα, να ζήσω αυτές τις μέρες. Δεν ήμουν φτιαγμένος να φοβάμαι μέσα στο τρένο, να απελπίζομαι στις κεντρικές λεωφόρους, να ελίσσομαι ανάμεσα στα πτώματα, να αποφεύγω τα απλωμένα χέρια, να παρατηρώ τα παραιτημένα πόδια. Δεν ήμουν φτιαγμένος να ζήσω αυτά τα χρόνια, αυτές τις ουρές, αυτές τις αγωνίες, αυτές τις φτώχειες. Δεν ήμουν φτιαγμένος για αυτό, θα πεις και θα σκέφτεσαι τις φωτογραφίες κάποιων διακοπών. Τότε που ήμαστε όλοι είκοσι και τίποτα δεν μπορούσε να πάει στραβά. Τίποτα δεν έμπαινε ανάμεσα στον εαυτό και την επιθυμία. Θα πεις. Ημουν φτιαγμένος για εκείνη τη μακρινή παραλία με την παράταιρη καντίνα, τις παγωμένες μπίρες και την πίτα κάτω απ' το αρμυρίκι. Για αυτοσχέδιες συναυλίες, μυστήριες γυναίκες, σπιτικά ποτά, αγέραστα καφενεία και νυχτερινές μπάρες.
Οι ώμοι μου ήταν φτιαγμένοι για ένα σακίδιο που θα ξυπνούσε στη μία μεριά του κόσμου και θα κοιμόταν στην άλλη. Το στόμα μου ήταν φτιαγμένο για να γελάει με φριχτά ανέκδοτα και να πίνει (άλλο) ένα τελευταίο κονιάκ και να φιλάει εξωτικούς λαιμούς, ξαπλωμένα χέρια και σεντονένια πόδια. Hμουν φτιαγμένος να γνωρίσω τη δυστυχία του κόσμου ως μυθιστόρημα, κακιά ανάμνηση, μελαγχολική ταινία και δυσπρόφερτο πετίσιον. Τώρα κάνω βόλτες σε έρημους δρόμους, πνιγμένους απ' τα εκατοντάδες ενοικιάζεται. Γράμματα στοιβάζονται σε εισόδους, ζητιάνοι και πρεζάκια στοιβάζονται σε πεζοδρόμια, άνεργοι στοιβάζονται σε βιογραφικά, μετανάστες στοιβάζονται σε στρατόπεδα.
Δεν ήμαστε φτιαγμένοι για να βαδίζουμε ατρόμητοι καταπάνω σε όλα τα ζόρια - λογαριασμοί, απολύσεις, ερημιές, μπάτσοι, φασίστες, βιβλιάρια υγείας. Εμείς υπολογίζαμε ότι θα κλαίγαμε μόνο από έρωτα ή εθιμοτυπικά, σε μεγάλες αθλητικές νίκες και επετείους. Αντε πότε πότε κι ένας θάνατος. Εμείς υπολογίζαμε ότι θα διαβάζαμε τους θεωρητικούς για λόγους κουλτούρας. Δεν περιμέναμε ότι πρέπει να βγάλουμε φωτιά απ' τις λέξεις, ότι πρέπει να περπατήσουμε ξανά μαζί σε χαμένες απεργίες, ότι πρέπει να ηττηθούμε όπως οι άλλοι, αυτοί που κάποτε θαυμάζαμε. Δεν περιμέναμε ότι η ζωή θα μας ζητήσει τον λόγο. Ισως κάναμε λάθος, ίσως ήμαστε αφελείς, ίσως συνοψίσαμε το όνειρο σε ό,τι χωρούσε στην αγοραστική μας δύναμη.
Δεν ήμαστε φτιαγμένοι για αυτό, θα σου πω.
Υστερα, θα κοιτάξουμε τριγύρω, τους δρόμους που περπατήσαμε. Καραγεώργη Σερβίας, Αιόλου, την Αθηνάς απ' την Ομόνοια ώς την Πλάκα. Περιφερόμενοι μετανάστες, μικρομάγαζα, βιοτεχνίες, παπατζήδες, ξεχασμένες κόκκινες σημαίες, πρεζάκια στην Κλαυθμώνος, στένσιλ "welcome to the dark side", δυο-τρία μπαράκια που κάποτε παραήπιες. Δεκέμβριος 2008 καθισμένος στην άσφαλτο… Δίπλα σου περνάει ένας και στο πλακάτ η Κούνεβα, την άλλη την πιάνουν ξαφνικά τα κλάματα… Βόλτες στη Σωκράτους, οι μαύρες σού μαυρίζουν την ψυχή, ένοχος γιατί μόλις βγήκες από το πάλαι ποτέ Σόουλ, πεταχτά φιλιά, μια γριά με αίματα και μάσκα σε κάποια διαδήλωση, μια ρακή στο Γιλμάζ στα Εξάρχεια, τα σουβλάκια των Κούρδων στην Κάνιγγος, ένας Πακιστανός που σου λέει "ευχαριστώ" σαν τρελός για ένα δίευρο. Κοιτάξαμε την πόλη μας, τους δρόμους που περπατήσαμε. Θα γυρίσεις με έναν θυμό, όλο χαμόγελο, και το τσιγάρο στο στόμα και θα μου πεις, μη φοβάσαι ρε. Από δω και πέρα δεν είμαστε φτιαγμένοι για να μας παγώνει ο φόβος. Από δω και πέρα είμαστε φτιαγμένοι για να ζήσουμε».
ΤΑΝΕΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου