30.9.11

Επιβιωτές...

Δημήτρης Καμπουράκης

Κοιτάζω απ’ το παράθυρο. Αλαλιασμένοι άνθρωποι πάνε κι έρχονται σαν αθύρματα. Κινούνται στον χώρο σαν κακοπρογραμματισμένα ρομπότ που δεν ξέρουν γιατί υπάρχουν. Δεν χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια για να...

διαβάσω το συφοριασμένο τους μυαλό, για να βυθομετρήσω την ακρωτηριασμένη τους θέληση. Πως διάολο γίναμε έτσι όλοι μας μέσα σε δυο μόλις χρόνια, ρε; Σαν παιδάκια που ξάφνου απομείναμε ορφανά, απροστάτευτα, άστεγα. Σα να μας άρπαξε κάποιος απ’ το ζεστό παιδικό μας δωμάτιο και να μας πέταξε στους δρόμους για να επιβιώσουμε παλεύοντας με όλα τα αλάνια των σοκκακιών. Που να πάμε, πως να τα βγάλουμε πέρα; Ευχόμαστε ξαφνικά όλοι μας να ήμασταν μόνοι σ’ αυτή τη ζωή. Να μην είχαμε λέει παιδιά, γυναίκες, μανάδες, σπίτια, χρέη, υποχρεώσεις. Να είχαμε μόνο το τομάρι μας, αυτό το καλοταϊσμένο και πουπουλομαθημένο τομάρι μας, το άθλιο και απροετοίμαστο για κακουχίες.

Κάτω από την επιφανειακή οργή μας για όσους οδήγησαν τη γενιά μας ως εδώ, το βλέπω καθαρά ότι ελλοχεύει μια αυτοκαταστροφική δίνη. Με μια ακατανόητη εσωτερική κακία, φαντασιωνόμαστε να το σπρώξουμε αυτό το τομάρι καταμεσής στην άγρια αρένα της κρίσης, για να παλέψει δίχως ελπίδα. Αλλά να μπει στη χαμένη μάχη, χωρίς να φοβάται ότι με την ήττα του θα παρασύρει κι άλλους στον όλεθρο. Να ηττηθεί μόνο αυτό, να λιώσει, να εξαφανιστεί, χωρίς τον μακάβριο φόβο ότι θα διαλύσει και τους άλλους που είναι κρεμασμένοι πάνω του. Έτσι σκεφτόμαστε και αυτομαστιγωνόμαστε, εμείς που μέχρι πριν δυο χρόνια ήμασταν οι άρχοντες των αρχόντων, οι αισιόδοξοι των αισιόδοξων, οι γλεντζέδες των γλεντζέδων. Τι ενοχή κι αυτή... Τι φρίκη. Τι αδυσώπητη αδυναμία. Τι δειλία. Σε πόσο μεγάλη άρνηση της αγάπης που ως τώρα στήριζε τη ζωή μας, μπορεί να μας οδηγήσει μια σκατοκρίση; Πως μπορεί να αντιστρέψει τόσο πολύ τα πράγματα, που τα κίνητρα μας να γίνουν βαρίδια και οι περηφάνιες μας να γίνουν ενοχές; Τόσο πολύ χάσαμε το σθένος μας; Την αίσθηση της αξίας μας; Τόσο πολύ χάσαμε τον αυτοσεβασμό μας, που ενδόμυχα επιζητούμε την ολοκληρωτική ήττα μας; Τι διάολο, τόσο σκληρή είναι η κρούστα καλοπέρασης που έχει επικαθήσει πάνω μας; Τόσο δύσκολο είναι να την ξύσουμε, να την αποτινάξουμε; Τόσο επώδυνο, τόσο οδυνηρό; Ας ξυπνήσουμε, γαμώτο.

Κάτω από την νεοπλουτίστικη κρούστα μας υπάρχει πάντα ο επιβιωτής. Αυτός ο αδίστακτος Έλληνας. Μπορεί οι μικροαστοί πατεράδες μας να μας ανάθρεψαν ως «ευρωπαίους», οι παππούδες μας όμως ήταν κατσαπλιάδες, οι προ-παππούδες κατσικοκλέφτες και οι προ-προ-παππούδες μας ληστές στα περάσματα. Επιβίωσαν ρε, πείνασαν, πλούτισαν, ξαναφτώχυναν, σκότωσαν, μετάνιωσαν, προσευχήθηκαν, ξανασκότωσαν, μεγαλούργησαν, κυλίστηκαν στη λάσπη, μίσησαν, αγάπησαν, έκανα παιδιά, εγγόνια, ανάστησαν έθνος, έφτιαξαν κράτος... τα χάλασαν και τα ξανάφτιαξαν δέκα φορές, αλλά επιβίωσαν. Κι αν κάποιοι από κείνους εγκατέλειψαν, όλοι μαζί ως σύνολο τα κατάφεραν. Έμειναν στον αφρό, συνέχισαν. Με ποιό τρόπο να μείνουμε κι εμείς στον αφρό; Γιατί, εκείνοι ξέρανε τον τρόπο όταν βρεθήκανε στα δύσκολα; Ποιός τους τον έμαθε, ποιά ανάλυση ειδήμονος τους καθοδήγησε; Και ας μην πούμε στους εαυτούς μας ότι οι δικές μας εποχές είναι πολύ δύσκολες κι αυτή η κρίση πρωτόγνωρη, γιατί λέμε φούμαρα.

Κάθε κρίση σε κάθε εποχή, είναι καινούρια, άγνωστη, αχαρτογράφητη. Αλλά εκείνοι βρήκαν τον τρόπο εκατό φορές. Περηφάνια και αψηφισιά είχανε. Και μυαλό κοφτερό, πεινασμένο, αχόρταγο, εγκληματικό όταν έπρεπε, διπλωματικό όταν το ‘φερνε η ανάγκη. Αντί όμως να πέσουν σε μαζική κατάθλιψη, έβαλαν στόχο την επιβίωση και γι’ αυτό υπάρχουμε τώρα εμείς. Εμείς, οι δειλοί στην πρώτη κρίση...

protagon.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: