Tου Σπύρου Σεραφείμ
Ίτσι μπίτσι
Το μπικίνι (γαλλική, αλλά και αγγλική λέξη, αρχικά δήλωνε το ύφασμα που εφαρμόζει στο σώμα και τύλιγαν το νεογέννητο) πήρε το όνομά του από την ατόλη Μπικίνι (νήσοι Μάρσαλ, οι οποίοι το 1977 απέκτησαν την ανεξαρτησία τους από τους Αμερικανούς) που...
βρίσκεται στον Ειρηνικό Ωκεανό, μεταξύ της Χαβάης και της Παπούα-Νέα Γουινέα. Το τοπωνύμιο αποδόθηκε στο προκλητικό μαγιό από το Γάλλο Λουί Ρεάρ, επειδή εκείνη την εποχή το αμερικάνικο ναυτικό πραγματοποιούσε πυρηνικές δοκιμές στην ατόλη αυτή. Έτσι και ο Ρεάρ προσδοκούσε ότι το εν λόγω μαγιό θα έκανε την εμφάνιση των γυναικών «εκρηκτική».
Ο Ρεάρ δεν έβρισκε κανένα μοντέλο που να τολμά να το φορέσει. Τη λύση έδωσε, τελικά, η Μισελίν Μπερναρντινί, μία αισθησιακή χορεύτρια, που εργαζόταν στο Καζίνο του Παρισιού.
Το πρώτο μπικίνι, τελικά, κάνει την εμφάνισή του στις πασαρέλες του Παρισιού, στις 3 Ιουνίου 1946. Χρειάστηκαν δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια μέχρι να γίνει αποδεκτό στις ΗΠΑ. Πέντε χρόνια αργότερα, το 1951, η χρήση του απαγορεύτηκε στον διεθνή διαγωνισμό ομορφιάς για την ανάδειξη της Μις Υφηλίου. Το μπικίνι της Μπαρντό στην ταινία του 1957 «Και ο Θεός έπλασε τη γυναίκα» απογείωσε τις πωλήσεις αυτών των μαγιό, ενώ το 1960, έγινε και τραγούδι και έκανε τεράστια επιτυχία με τη φωνή του Μπράιαν Χίλαντ στο «Itsy Bitsy Teenie Weenie Yellow Polka Dot Bikini». Στις 18 Σεπτεμβρίου 1984 θα πέθαινε ο εφευρέτης του, ο Λουί Ρεάρ, σε ηλικία 88 ετών.
Ένα αντίο, σε πόδια
Αυτό που φοράμε στα πόδια μας, η σαγιονάρα, στα γιαπωνέζικα σημαίνει «αντίο». Αυτή η λέξη θα γίνει γνωστή στη Δύση μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν ο συγγραφέας James Albert Michener έγραψε το μυθιστόρημα «Sayonara». Το 1957, ο σκηνοθέτης Joshua Logan θα μεταφέρει το μυθιστόρημα αυτό στον κινηματογράφο, με μεγάλη επιτυχία για την εποχή. Είναι μία ρομαντική ταινία με τον Μάρλον Μπράντο στο ρόλο ενός Αμερικανού πιλότου που ερωτεύεται μία Γιαπωνέζα (την Ουμέκι Μιγιόσι), αλλά την εγκαταλείπει, εξ ου και ο τίτλος «σαγιονάρα», όπερ «αντίο».
Οι γιαπωνέζες ηθοποιοί της ταινίας φοράνε τα παραδοσιακά τους υποδήματα που μοιάζουν με τις παντόφλες που αργότερα ονομάστηκαν «σαγιονάρες» και από τότε θα σημειώσουν μεγάλη εμπορική επιτυχία στη Δύση. Αυτή η λέξη για αυτές τις παντόφλες παρέμεινε, κυρίως, στην Ελλάδα, αφού οι αγγλόφωνοι τις ονομάζουν «flip-flops», οι Γάλλοι «tong» και οι Ιταλοί «infradito».
Η παντόφλα, αντίστοιχα, πιθανώς να ετυμολογείται από το «πάντα + φελλός», δηλαδή «εξ ολοκλήρου από φελλό». Στα ιταλικά ονομάζεται pantofola.
Κάνεις το βαρύ...
...Πεπόνι, το οποίο ανήκει στην ποικιλία reticulates, στην οικογένεια των κολοκυνθοειδών. Είναι ένα από τα πιο διαδεδομένα καλοκαιρινά φρούτα και στα αρχαία ονομαζόταν «πέπων» (ο κοινός). Ο πέπων (του πέπονος) σήμαινε «ώριμος». Η Κίνα έχει την μεγαλύτερη παραγωγή πεπονιών στον κόσμο και ακολουθούν η Ισπανία, η Τουρκία, το Ισραήλ και οι Η.Π.Α. Στην Ελλάδα, συνολικά, καλλιεργούνται, περίπου, 65.000 στρέμματα, με την ετήσια παραγωγή να φτάνει τους 20.000 τόνους.
Το πεπόνι - που δίνει, περίπου, 34 θερμίδες ανά 100 γραμμάρια - είναι πλούσιο σε κάλιο, λειτουργεί κατά συνέπεια κατά του φουσκώματος, έχει διουρητική δράση - λόγω του υψηλού ποσοστού νερού που εμπεριέχει, συμβάλλει στη ρύθμιση της καρδιακής λειτουργίας, καθώς και της αρτηριακής πίεσης.
Στην αρχαιότητα, το πεπόνι είχε καλλυντικές ιδιότητες, τις οποίες κάποιοι αξιοποιούν ακόμη και σήμερα, με τις φλούδες πεπονιού ως μάσκες προσώπου. Η φλούδα του φρούτου θεωρείται ότι τονώνει το δέρμα και βοηθά στη μείωση της ακμής κατά την εφηβεία.
protagon.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου