15.5.10

Tο βάρος στην οικονομία...

Νέα σελίδα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις φιλοδοξούν να ανοίξουν οι ηγέτες των δύο χωρών Γ. Παπανδρέου και Τ. Ερντογάν, με τη γνωστή παλιά συνταγή, που ρίχνει το βάρος στην εντατικοποίηση της συνεργασίας στην οικονομία και σε ένα ευρύ φάσμα των διμερών σχέσεων, με την ελπίδα ότι έτσι θα απενεργοποιηθεί η μόνιμη απειλή δημιουργίας έντασης στο Αιγαίο.Η ...
επίσκεψη του κ. Ερντογάν στην Αθήνα, στην οποία έχει προσδοθεί πανηγυρικός χαρακτήρας με αφορμή και τη συνεδρίαση του Ανώτατου Συμβουλίου Στρατηγικής Συνεργασίας (ιδέα που εφαρμόζει στις διμερείς σχέσεις της η Τουρκία), στο οποίο συμμετέχουν δέκα υπουργοί από τουρκικής πλευράς και οκτώ από ελληνικής, ήταν εστιασμένη και από τις δύο πλευρές στην οικονομική συνεργασία.

Ενδεικτικό πάντως του κλίματος εντός του οποίου πραγματοποιείται η δεύτερη από το 2004 επίσκεψη στην Ελλάδα του Τούρκου πρωθυπουργού Τ. Ερντογάν (σ.σ.: οι συνομιλίες δεν είχαν ολοκληρωθεί) είναι ότι από την Αθήνα γινόταν λόγος για «έναρξη μιας νέας διαδικασίας» και «τεστ» στο οποίο θα δοκιμασθεί η ειλικρίνεια των θετικών μηνυμάτων που στέλνει η τουρκική ηγεσία, ενώ ο Α. Νταβούτογλου τόνιζε (στο Haberturk) ότι θα επιδιωχθεί η δημιουργία «ατμόσφαιρας ψυχολογικής αλλαγής» και ο στόχος δεν είναι «ο μερικός περιορισμός των εντάσεων, αλλά η μεγιστοποίηση των πεδίων συνεργασίας, ώστε οι αντιλήψεις της έντασης να παραμείνουν στη σκέψη μόνο...».

Δεν είναι τυχαίο ότι στις συνεντεύξεις που παραχώρησαν οι δύο πρωθυπουργοί Γ. Παπανδρέου και Τ. Ερντογάν στο CNN Turk και ZAMAN και στη ΝΕΤ αντίστοιχα, εκτός από τη δήλωση θετικών προθέσεων και της αποφασιστικότητας για βελτίωση των διμερών σχέσεων, υπήρχαν σαφείς αναφορές και στα θέματα που αποτελούν τον σκληρό πυρήνα των ελληνοτουρκικών σχέσεων.

Ο κ. Παπανδρέου επεσήμανε ότι δεν μπορεί να υπάρξει εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων όσο υπάρχουν απειλές στο Αιγαίο εναντίον των ελληνικών νησιών και όσο υπάρχουν κατοχικές δυνάμεις στην Κύπρο, προσθέτοντας ότι βασικό ζήτημα είναι και η συμφωνία για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, ενώ από την πλευρά του ο κ. Ερντογάν ήταν ιδιαίτερα «διακριτικός», καθώς για τη μεν υφαλοκρηπίδα εξέφρασε τη γενική άποψη ότι πρέπει να «δούμε το Αιγαίο σαν θάλασσα που μας ενώνει και θάλασσα ειρήνης», ενώ αντίθετα ήταν πολύ συγκεκριμένος στο θέμα της καθημερινής αμφισβήτησης της ελληνικής κυριαρχίας, ζητώντας τον αφοπλισμό των μαχητικών των δύο χωρών που πετάνε στο Αιγαίο.

Η πρόταση αυτή η οποία επανέρχεται διαρκώς από τουρκικής πλευράς την τελευταία τουλάχιστον δεκαπενταετία (και έχει την υποστήριξη και των ΗΠΑ) δεν είναι τίποτα περισσότερο από απαίτηση νομιμοποίησης της παράνομης τουρκικής δραστηριότητας στο Αιγαίο, με την παραδοχή ότι η αιτία των εντάσεων και ο κίνδυνος κλιμάκωσής τους δεν είναι η παραβίαση του ελληνικού εναερίου χώρου και η υπερπτήση κατοικημένων ελληνικών νησιών, αλλά ο οπλισμός που φέρουν τα μαχητικά...

Σε ό,τι αφορά το θέμα (που λόγω της οικονομικής δυσπραγίας της χώρας μας) προβάλλεται ιδιαιτέρα, αυτό της αμοιβαίας μείωσης των εξοπλισμών, η ελληνική πλευρά, αφού ευνόησε τη διόγκωση των προσδοκιών, εξηγεί τώρα ότι η μείωση είναι ο στόχος και το τέλος της διαδρομής και όχι η αφετηρία. Η μείωση των εξοπλισμών δεν μπορεί να γίνει όσο υπάρχει η απειλή η οποία μάλιστα διατυπώνεται καθημερινά και έμπρακτα.

Στα πολιτικής φύσης προβλήματα κυριαρχεί φυσικά το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας και το οποίο πλέον έχει παραπεμφθεί στις Διερευνητικές επαφές.

Ομως και στο ζήτημα αυτό υπάρχουν θεμελιώδεις διαφορές: Η ελληνική πρόταση για εξεύρεση λύσης μέσω των συνομιλιών και σε περίπτωση που αυτές δεν καταλήξουν να υπάρξει προσφυγή εντός εύλογου διαστήματος στη Χάγη, προκαλεί μείζονα ερωτηματικά, καθώς ουσιαστικά δηλώνει ετοιμότητα παραπομπής στη Χάγη θεμάτων που άπτονται εθνικής κυριαρχίας και για τα οποία υπάρχει τουρκική απειλή ή αμφισβήτηση («γκρίζες ζώνες», επέκταση ελληνικών χωρικών υδάτων κ.λπ.).

Ανώτατο Συμβούλιο Στρατηγικής Συνεργασίας
Συμφωνίες «χαμηλής πολιτικής»

Οι αδυναμίες σε αυτή τη διαδικασία του Ανωτάτου Συμβουλίου Στρατηγικής Συνεργασίας, την οποία με πανηγυρικό τρόπο εγκαινίασαν οι δύο πρωθυπουργοί, φαίνονται και από την πενιχρή συγκομιδή της κοινής συνεδρίασης των δεκαοκτώ υπουργών. Η ελληνική κυβέρνηση, όμως, προχώρησε και σε μια αμφιλεγόμενη κίνηση καλής θέλησης, καθώς ικανοποίησε το τουρκικό αίτημα πολλών ετών για κατάργηση των θεωρήσεων για τα λεγόμενα «πράσινα» διαβατήρια, τα οποία έχουν όχι μόνο οι Τούρκοι διπλωμάτες αλλά και οι στρατιωτικοί και όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι, απόφαση που εκ των πραγμάτων δημιουργεί ερωτηματικά για τον αποτελεσματικό έλεγχο των όσων θα εισέρχονται ανενόχλητοι πλέον στη χώρα μας.

Στον κατάλογο των «συμφωνιών» περιλαμβάνονται, επίσης, η άρση των περιορισμών στους μεθοριακούς σταθμούς Καστανεών - Παζάρκουλε, μνημόνιο κατανόησης για την προώθηση της συνεργασίας σε θέματα επενδύσεων, διακήρυξη συνεργασίας για προώθηση οικονομικής και επιχειρηματικής συνεργασίας, κοινή διακήρυξη και μνημόνιο κατανόησης για θέματα... δασών, περιβάλλοντος, παιδείας, πολιτισμού και τουρισμού, συνεργασία μεταξύ των κρατικών ειδησεογραφικών πρακτορείων, κοινή αποστολή στο Πεκίνο για προσέλκυση τουριστών σε κοινά τουριστικά πακέτα.

Ενδεικτικό της δυστοκίας που υπήρχε αλλά και της προσπάθειας να γεμίσει το «άδειο κοστούμι» είναι ότι στο θέμα της λαθρομετανάστευσης, όπου η Τουρκία αρνείται να εφαρμόσει το πρωτόκολλο επανεισδοχής, μία από τις χθεσινές συμφωνίες ορίζει ότι θα υπάρξει και... λιμάνι επανεισδοχής (λες και το πρόβλημα μέχρι σήμερα ήταν ότι ο σταθμός παράδοσης για όσους λαθρομετανάστες δεχόταν πίσω η Τουρκία ήταν στον Εβρο).

Στα θέματα εκπαίδευσης, επίσης, οι δύο υπουργοί Παιδείας συμφώνησαν να ενεργοποιηθούν οι επιτροπές για την αλλαγή των σχολικών βιβλίων, ώστε να «υπάρχει κοινή προσέγγιση με βάση τα κριτήρια της Ουνέσκο...».

Νίκος Μελέτης ΕΘΝΟΣ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: