Πανεπιστημιακοί εξηγούν γιατί η δημοκρατία βρίσκεται σε κρίση...
Τρεις πανεπιστημιακοί εξηγούν γιατί η δημοκρατία βρίσκεται σε κρίση, ενώ ο αυταρχισμός, ο αναθεωρητισμός και η συνωμοσιολογία ακμάζουν....
Στις ΗΠΑ συζητείται το σενάριο «επανίδρυσης» του κράτους με το υπερσυντηρητικό «project 2025» και προξενητή τον βαθύπλουτο Ιλον Μασκ, στην Ιταλία η Δικαιοσύνη απέρριψε ως αντισυνταγματική τη συμφωνία της ακροδεξιάς κυβέρνησης Μελόνι για τη «νόμιμη» κράτηση μεταναστών σε στρατόπεδα στην Αλβανία αλλά η πρωθυπουργός σημειώνει ότι στην ουσία δεν θα τη σεβαστεί, στη Γαλλία ο πρόεδρος Μακρόν απέρριψε πρακτικά την ετυμηγορία του εκλογικού σώματος και σχημάτισε κυβέρνηση με δικούς του όρους και την ανοχή της ακροδεξιάς Λεπέν που υποτίθεται ότι πολεμούσε, στη Ρουμανία ακυρώθηκε ο πρώτος γύρος των εκλογών, στη Γεωργία αμφισβητείται το αποτέλεσμα των εκλογών, στη Μολδαβία κρίθηκε οριακά το αποτέλεσμα. Ποιος κυβερνά αυτούς τους τόπους;
Οταν μια δημοκρατία διαβρώνεται και διολισθαίνει, προκύπτει ένας ιδιαίτερος τύπος καθεστώτος τον οποίο οι ειδικοί αποκαλούν «αυταρχισμό». Αυτού του είδους οι μορφές διακυβέρνησης καταγράφουν άνοδο παγκοσμίως, τη στιγμή που οι βασικές αρχές του δημοκρατικού πολιτεύματος και της προστασίας των πολιτικών ελευθεριών βρίσκονται σε υποχώρηση.
Υπάρχουν διαφορετικές μορφές αυταρχισμού με ποικίλες ιδιαιτερότητες και τάσεις, όπως η διχαστική ρητορική, ο λαϊκισμός, η ψευδολογία και η καλλιέργεια φόβου. Ενα θεωρητικά δημοκρατικό καθεστώς τείνει να μεταμορφωθεί σε αυταρχικό όταν εμφανίζονται ηγέτες που κερδίζουν τεράστια δημοτικότητα περιφρονώντας τις θεμελιώδεις δημοκρατικές αρχές, χωρίς απαραιτήτως να προσφύγουν σε βία. Καθώς ο αυταρχισμός παρουσιάζεται σαν ένα βολικό καταφύγιο εν μέσω μιας κρίσης, όσο περισσότερο οι θεσμοί αποτυγχάνουν να ανταποκριθούν στις ανάγκες των πολιτών τόσο εκείνοι απομακρύνονται από τον δημόσιο βίο δίνοντας έδαφος σε ακραίες φωνές και έτσι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος.
Στα αυταρχικά καθεστώτα καταστρατηγούνται τα ατομικά δικαιώματα και υποβαθμίζεται ο ρόλος της ανεξάρτητης Δικαιοσύνης, όπως καταδεικνύεται μέσω και των σκανδάλων που έρχονται κατά καιρούς στο φως: από τα «βρόμικα» data της Cambridge Analytica και τη χειραγώγηση εκλογικών αποτελεσμάτων της Team Jorge μέχρι τις υποκλοπές και τις επιχειρήσεις προπαγάνδας της Majoritas.
H δημοκρατία βάλλεται επίσης από τη γιγάντωση των fake news. Ο νέος λαϊκισμός που έφερε τον Ντόναλντ Τραμπ ξανά στην προεδρία των ΗΠΑ βασίζεται στη συνωμοσιολογία, στις συκοφαντίες και στον ανορθολογισμό, τη στιγμή που η επιστημονική αλήθεια θεωρείται μέρος του «συστήματος».
Σε ορισμένες χώρες της Ευρώπης τα φιλοευρωπαϊκά κόμματα χάνουν έδαφος έναντι εκείνων που υιοθετούν τα αφηγήματα του Βλαντίμιρ Πούτιν και, όταν τα αποτελέσματα της κάλπης δεν συμβαδίζουν με τα δυτικά πρότυπα, αναπτύσσονται θεωρίες περί ρωσικής συνωμοσίας και νοθείας. Με τον τρόπο αυτό καλλιεργείται απάθεια απέναντι στα ίδια τα δημοκρατικά τους συστήματα.
Στη Ρουμανία, επί παραδείγματι, η νίκη στον πρώτο γύρο του ακροδεξιού Καλίν Γκεοργκέσκου, που θεωρείται ότι επιλέχθηκε από τους ψηφοφόρους μεταξύ άλλων επειδή δεν επιθυμούσε να εξακολουθήσει η χώρα να υποστηρίζει τη συνέχιση του πολέμου στην Ουκρανία, είχε συνέπεια να ακυρωθούν τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου λόγω υποψιών ρωσικής παρέμβασης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Κάτι αντίστοιχο συνέβη και στη Γεωργία, όπου μετά τη νίκη του φιλορωσικού κόμματος Γεωργιανό Ονειρο η αντιπολίτευση εξαπέλυσε καταγγελίες για νοθεία, άποψη την οποία ενστερνίστηκε πλήθος πολιτικών δυνάμεων στην Ευρώπη.
Αυταρχισμός με… δημοκρατικές μεθόδους
Για τον Αντώνη Κλάψη, αναπληρωτή καθηγητή Διεθνούς Ιστορίας και Διεθνούς Διπλωματίας στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και διδάκτορα Διπλωματικής Ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, «η δημοκρατία δεν είναι πουθενά δεδομένη, αλλά κάτι το οποίο ο λαός χρειάζεται να το υπερασπίζεται».
Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να υποσκάψει κάποιος μια δημοκρατία, ακόμη και τηρώντας τις δημοκρατικές διαδικασίες. «Στην Ελλάδα έχουμε μείνει στο παράδειγμα της δικτατορίας των συνταγματαρχών, ότι θα εμφανιστούν στρατιωτικοί με τανκς για να ανατρέψουν μια κυβέρνηση και να υφαρπάξουν την εξουσία. Αυτή δεν είναι η μόνη μέθοδος που κατατρώει μια δημοκρατία» εξηγεί ο ίδιος. Αντιθέτως, υπάρχει το ενδεχόμενο ακόμη και με τη χρήση και την αξιοποίηση των δημοκρατικών μεθόδων να προσπαθήσει κάποιος να νοθεύσει την ίδια τη δημοκρατική διαδικασία.
«Ο μεσοπόλεμος, για παράδειγμα, είναι γεμάτος με περιπτώσεις που οι δημοκρατίες κατέρρευσαν όχι επειδή ο στρατός ανέλαβε με τη βία την εξουσία, αλλά επειδή άνθρωποι που διέθεταν ένα λαϊκιστικό, ρατσιστικό, ξενοφοβικό ή άλλου είδους ακραίο προφίλ κατόρθωσαν να πείσουν μεγάλο κομμάτι της κοινής γνώμης να τους υποστηρίξει. Αφού αξιοποίησαν αυτού του είδους το περιθώριο που τους έδινε η ίδια η δημοκρατία, πήραν την εξουσία και επέβαλαν δικτατορίες. Μπορεί επίσης κάποιος να χρησιμοποιεί τους θεσμούς με σκοπό να υφαρπάξει την ψήφο των πολιτών για να ανέλθει στην εξουσία και μετά αξιοποιώντας αυτή την ψήφο να τη χειραγωγήσει» τονίζει.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα κατά τον Αντ. Κλάψη είναι η περίπτωση της Ρωσίας, όπου ο Πούτιν κερδίζει τις εκλογές με θηριώδη ποσοστά: «Τυπικά, η δημοκρατική διαδικασία ακολουθείται υπό την έννοια ότι οι πολίτες πηγαίνουν να ψηφίσουν, αλλά είναι εντελώς αμφίβολο αν υφίσταται αντιπολίτευση στην πραγματικότητα. Οχι γιατί δεν θέλει να υπάρχει, αλλά επειδή ο Ρώσος πρόεδρος δεν της επιτρέπει να υπάρχει. Επί της ουσίας, το αποτέλεσμα είναι προαποφασισμένο».
Σε άλλες περιπτώσεις, όπως σημειώνει ο Αντ. Κλάψης, «αλλάζει το σύνταγμα προκειμένου να επιτραπεί σε έναν πολιτικό να διεκδικήσει ξανά και ξανά την εξουσία, μολονότι αυτό δεν θα έπρεπε να συμβαίνει. Ο Πούτιν, επί παραδείγματι, έδωσε την προεδρία στον Ντμίτρι Μεντβέντεφ ενώ όλοι γνώριζαν ότι στην πραγματικότητα κυβερνούσε ο ίδιος και απλώς είχε διορίσει τυπικά κάποιον ως αντικαταστάτη του. Τέτοιου είδους συζήτηση γίνεται και στην Τουρκία, ώστε να πραγματοποιηθεί συνταγματική αναθεώρηση προκειμένου να δοθεί στον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν η δυνατότητα να διεκδικήσει τέταρτη συνεχόμενη θητεία στην προεδρία».
Οι χώρες που δεν υποπτευόμαστε
Στα δυσδιάκριτα όρια του αυταρχισμού αναφέρεται από την πλευρά της η Φιλίππα Χατζησταύρου, επίκουρη καθηγήτρια Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνούς Πολιτικής στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, υπογραμμίζοντας ότι «βρισκόμαστε πλέον σε μια νέα εποχή. Μέχρι το τέλος του 20ού αιώνα υπήρχε η ηγεμονική αντίληψη ότι η φιλελεύθερη δημοκρατία είναι το πιο αποτελεσματικό μοντέλο το οποίο πρέπει να ακολουθήσουν όλες οι χώρες του κόσμου, γιατί μέσα από αυτό εξασφαλίζονται τα δικαιώματα των πολιτών. Στην πραγματικότητα, η αντίληψη αυτή, ότι δηλαδή πρόκειται για ένα λειτουργικό πολίτευμα που διαθέτει τα κατάλληλα εχέγγυα, δεν ισχύει πλέον. Βρισκόμαστε σε μια περίοδο που είναι δύσκολο να ερμηνεύσουμε τα όσα συμβαίνουν».
Πώς θα εξηγήσουμε για παράδειγμα ότι οι Δημοκρατικοί με τον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν και νωρίτερα με τον Μπαράκ Ομπάμα επί της ουσίας ετοίμασαν το πεδίο για να έρθει ο Ντ. Τραμπ; «Η ανάληψη εξουσίας από αυταρχικούς ηγέτες συχνά αντιμετωπίζεται με όρους προσωποκεντρικούς και αυτό είναι λάθος, γιατί υπάρχουν δομικές αιτιάσεις για να γίνει κατανοητό πώς ένα πολίτευμα αλλοιώνεται και μεταβάλλεται. Η διαφοροποίηση μεταξύ αυταρχικών και δημοκρατικών καθεστώτων δεν μας βοηθά πλέον να καταλάβουμε τι συμβαίνει. Αυτό γιατί οι κανονιστικά οριζόμενες φιλελεύθερες δημοκρατίες γίνονται αυταρχικές και εξαιτίας αυτού μια μερίδα ερευνητών μελετά την ιδέα ότι βρισκόμαστε σε μια φάση αυταρχικοποίησης των πολιτευμάτων γενικότερα, ασχέτως πώς τα κατατάσσουμε» εξηγεί.
Η ίδια διερωτάται: «Μπορούμε εύκολα να μιλήσουμε για τη Ρωσία, την Ουγγαρία και την Κίνα και μετά κλείνουμε το θέμα. Γιατί όμως να μη μιλήσουμε και για τη Γαλλία του Μακρόν, η οποία έχει αναπτύξει και εκείνη αυταρχικές τάσεις, ή το Ηνωμένο Βασίλειο, που μετά το Brexit εισήγαγε μια σειρά από σκληρές πολιτικές απέναντι στο μεταναστευτικό και πολιτικές νομιμοποίησης της αστυνομικής καταστολής;».
«Ηρθε η στιγμή να μιλήσουμε και για τις χώρες που δεν υποπτευόμαστε» επισημαίνει η Φ. Χατζησταύρου και προσθέτει πως «δεν πρέπει ωστόσο να οδηγούμαστε σε βιαστικά συμπεράσματα και να σχηματίζεται η εντύπωση ότι δεν υπάρχουν διαφορές. Προφανώς και υπάρχουν. Αλλος είναι ο αυταρχισμός της Γεωργίας σήμερα και από αλλού εκπορεύεται και άλλος εκείνος του Μακρόν».
Η κρίση του καπιταλισμού
Το βασικό ερώτημα κατά την επίκουρη καθηγήτρια του ΕΚΠΑ είναι γιατί αυξάνονται οι αυταρχικοί ηγέτες και οι αυταρχικές πολιτικές. Η απάντηση, σύμφωνα με την ίδια, έχει να κάνει και «με την κρίση του καπιταλισμού, που δυσκολεύεται να ξεπεράσει το μεγάλο σοκ του 2007-08. Την ίδια στιγμή οι οικονομικές ολιγαρχίες –είτε βρίσκονται στη Ρωσία του Πούτιν είτε στη Γεωργία, όπου το κυβερνών κόμμα ιδρύθηκε από έναν ολιγάρχη στενό φίλο του Πούτιν, είτε στη Γαλλία είτε στην Ιταλία– πιέζουν τα πολιτικά καθεστώτα να προωθήσουν πολιτικές που να τους δημιουργούν ένα πολιτικό και οικονομικό άσυλο, καθώς οι συνθήκες μέσα στο παγκόσμιο πεδίο των μεγάλων ανταγωνισμών είναι ιδιαίτερα σκληρές.
Οσο ο καπιταλισμός δεν βρίσκει τις νέες ισορροπίες του –κάτι που κατά την ίδια θα πάρει πολύ καιρό– και δεν παγιώνονται οι νέες σφαίρες επιρροής με νέα κοινωνικά συμβόλαια για τον καταμερισμό της εργασίας στις παγκόσμιες αλυσίδες παραγωγής, δηλαδή πώς και πού θα αναπτύσσεται ο καπιταλισμός με όρους νέων ηγεμονικών μπλοκ, τόσο ο αυταρχισμός θα αποτελεί τη βασική επιλογή πολιτικής οργάνωσης. Αυτό συνιστά έναν τρόπο καθυπόταξης και πίεσης της κοινωνίας να αποδεχθεί δύσκολες οικονομικές και κοινωνικές αποφάσεις μέχρι να οργανωθεί το νέο περιβάλλον».
Χαρακτηριστικό παράδειγμα μέσα σε αυτή τη φάση ανακατάταξης των σφαιρών επιρροής είναι η Ευρωπαϊκή Ενωση, όπως τονίζει, η οποία «μετά τη ρωσική επίθεση στην Ουκρανία άρχισε τις διαπραγματεύσεις με μια σειρά από χώρες με εσωτερικές ανεπίλυτες συγκρούσεις και εμφύλιες καταστάσεις (π.χ. Γεωργία), καταστρατηγώντας μία από τις αρχές που υποτίθεται τηρούσε, βάσει της οποίας δεν συνομιλεί για ένταξη με χώρες που δεν έχουν δημιουργήσει το κατάλληλο περιβάλλον για να θεωρούνται δημοκρατίες (οικονομία της αγοράς, κράτος δικαίου κ.λπ.). Ο λόγος είναι ότι η ΕΕ δέχεται τεράστια πίεση μέσα στο περιβάλλον των μεγάλων ανακατατάξεων και των οικονομικών ανταγωνισμών».
Τάσεις που υπονομεύουν τη δημοκρατία
Για τον Κωνσταντίνο Κολιόπουλο, καθηγητή Διεθνών Σχέσεων και Στρατηγικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς, «υπάρχουν τρεις τάσεις που υπονομεύουν τη δημοκρατία»:
Η αύξηση και βελτίωση των εργαλείων που διαθέτει η εκτελεστική εξουσία (π.χ. οι δυνατότητες παρακολούθησης). Ο πειρασμός να χρησιμοποιηθούν αυτά τα εργαλεία με αντιδημοκρατικό τρόπο είναι μεγάλος.
Η αύξηση του ρόλου της μη εκλεγμένης γραφειοκρατίας. Τα ζητήματα της κρατικής (και υπερκρατικής) διοίκησης έχουν καταστεί τόσο πολύπλοκα, που συχνά εκφεύγουν από την κατανόηση και συνεπώς τον έλεγχο των εκλεγμένων πολιτικών αρχόντων (π.χ. οι κανονιστικές διατάξεις που παράγει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή).
Η άνοδος της «κουλτούρας του ηγέτη», ο οποίος (μέχρι στιγμής, είναι πάντα άντρας) υποτίθεται ότι είναι στιβαρός και αποτελεσματικός χωρίς να πολυνοιάζεται για τις δημοκρατικές διαδικασίες. Πρόκειται για φαινόμενο που εμφανίζεται από τις ΗΠΑ έως την Τουρκία και από τη Βραζιλία έως τις Φιλιππίνες.
Documentonews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου